Παιδί-θαύμα της μουσικής, alter ego του Φελίνι, προσωπικός φίλος του Μάνου Χατζηδάκι και ένας από τους κορυφαίους κινηματογραφικούς συνθέτες, ο ιταλός δημιουργός σφράγισε με τη μουσική του τον καιρό μας, επιστρατεύοντας μνήμες αλλοτινών εποχών. Η μουσική του είχε αυτή την αίσθηση ελευθερίας, χαράς, ελπίδας και ηρεμίας, απαλύνοντας ακόμα και σκληρά κινηματογραφικά αριστουργήματα (όπως ο «Νονός») με μουσικά θέματα γεμάτα χάρη και κομψότητα. «Ο Νίνο σκηνοθετεί μουσικά», έλεγε ο παντοτινός συνεργάτης του στο σινεμά, ο θαυματοποιός Φεντερίκο Φελίνι, και ο δικός μας Χατζηδάκις συνέχιζε στο ίδιο μήκος κύματος: «Ο Νίνο Ρότα δεν παριστάνει τον σύγχρονο, γιατί είναι και περιέχει τον καιρό του με όλες τις αντινομίες του». Νίνο Ρότα θα πει μαγεία, γιορτή και μελωδία της εικόνας, και τα κινηματογραφικά διαμάντια που έχουν σκαρφαλώσει στις καρδιές του παγκόσμιου κοινού αλλά και στην ίδια την ιστορία του σινεμά δεν θα ήταν τα ίδια χωρίς τη μουσική επένδυση του ιταλού μαέστρου. Οι μουσικές του, δυνατές σαν εικόνες, σφράγισαν τον ιταλικό κινηματογράφο και ξεδιπλώθηκαν στα φελινικά αριστουργήματα και στις ταινίες πολλών ακόμα σημαντικών δημιουργών, όπως ο Λουκίνο Βισκόντι και ο Φράνκο Τζεφιρέλι, πριν υπογράψει τη μουσική στον «Νονό» και γεννήσει ένα ακουστικό φαινόμενο που λατρεύεται ως τις μέρες μας. Όταν πήρε και το πολυπόθητο χρυσό αγαλματίδιο για το δεύτερο μέρος του «Νονού», είχε ήδη σφραγίσει το παγκόσμιο σινεμά με δημιουργίες για μυθικές ταινίες, φτάνοντας τα 150 σάουντρακ! Από τη δεκαετία του 1930 μέχρι και τον θάνατό του το 1979, ο παραγωγικότατος κινηματογραφικός συνθέτης έγραφε τρία σάουντρακ κάθε χρονιά για μια περίοδο 46 ετών(!), την ίδια ώρα που η παραγωγή του άγγιξε τα 10 και πλέον μουσικά θέματα μεταξύ των δεκαετιών 1940-1950. Παράλληλα, έγραψε μουσική για το θέατρο, για τηλεοπτικές παραγωγές και ό,τι άλλο σκεφτεί κανείς, αφήνοντας παρακαταθήκη και στην κλασική σύνθεση με δέκα όπερες, πέντε μπαλέτα και πλήθος οργανικών συνθέσεων. Τεράστιος μουσουργός και εξίσου μεγάλος πιανίστας, ο Ρότα έντυσε μουσικά τις μεγάλες κινηματογραφικές αφηγήσεις, υπογραμμίζοντας αλλά και αναδεικνύοντας την κινηματογραφική γραφή. Οι περισσότερες συνθέσεις του λειτουργούν μάλιστα αυτόνομα, αποδεικνύοντας το χάρισμά του να γεννά εικόνες με την ταξιδιάρικη, ονειρική και πάντα διαχρονική παρτιτούρα του. Ο τεράστιος αυτός συνθέτης δίδασκε μάλιστα μουσική στο Μουσικό Λύκειο του Μπάρι για περισσότερα από 30 χρόνια, καθώς η ανάγκη του να μεταλαμπαδεύει το θαύμα της μουσικής στη νέα γενιά ήταν εξίσου μεγάλη με την ανάγκη του να εκφράζεται μουσικά…
Πρώτα χρόνια
Ο Τζιοβάνι «Νίνο» Ρότα γεννιέται στις 3 Δεκεμβρίου 1911 στο Μιλάνο μέσα σε μουσική οικογένεια. Έρχεται λοιπόν σε επαφή με τη μουσική από τα γεννοφάσκια του και πριν προλάβει να καταλάβει τον εαυτό του χαρακτηρίζεται παιδί-θαύμα, αφού σε ηλικία 11 ετών έχει πανέτοιμο το πρώτο του ορατόριο! Το «L’infanzia di San Giovanni Battista» ανέβηκε στο Μιλάνο και το Παρίσι ήδη από το 1923 και ο μικρός συνεχίζει κανονικά το ωδείο αλλά και την κλασική σύνθεση. Μια τρίπρακτη λυρική κωμωδία σε παραμύθια του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν («Il Principe Porcaro») θα ολοκληρωθεί στα 13 του χρόνια και θα δημοσιευτεί το 1926. Αφού τελειώσει τη φοίτησή του στο Ωδείο του Μιλάνου και εκπαιδευτεί στη σύνθεση σε μουσική ακαδημία της Ρώμης, απ’ όπου αποφοιτεί το 1930, με προτροπή αλλά και συστάσεις του διάσημου διευθυντή ορχήστρας Αρτούρο Τοσκανίνι, ο νεαρός Νίνο συνεχίζει τις σπουδές του στις ΗΠΑ. Ως παιδί-θαύμα, παίρνει υποτροφία για το φημισμένο Ινστιτούτο Κέρτις της Φιλαδέλφεια και τα τρία χρόνια που θα περάσει στις ΗΠΑ θα χαρακτηριστούν από τον ίδιο ως ιδιαιτέρως γόνιμα. Εκεί θα γνωρίσει την τζαζ, εκεί θα επηρεαστεί από τον Τζορτζ Γκέρσουιν, εκεί θα κολλήσει το μικρόβιο της κινηματογραφικής σύνθεσης. Η μουσική του ταυτότητα σφυρηλατήθηκε στη σύντομη παραμονή του στις ΗΠΑ, καθώς εκεί θα αγαπήσει οριστικά, μόνιμα και αμετάκλητα το σινεμά. Επιστρέφοντας στο Μιλάνο, ολοκληρώνει μια διατριβή πάνω στην ιταλική αναγεννησιακή μουσική και περνά από τα έδρανα του Πανεπιστημίου του Μιλάνου, παίρνοντας πτυχίο στη λογοτεχνία. Ταυτοχρόνως, διδάσκει μουσική στο Ωδείο του Μπάρι και ανακαλύπτει πολλά φιντάνια, τα οποία θα καταλήξουν αργότερα διάσημοι μουσικοί (όπως ο μαέστρος Ρικάρντο Μούτι και ο συνθέτης Νικόλα Πιοβάνι). Η διδακτική καριέρα του Ρότα αξίζει ιδιαίτερης μνείας, καθώς ήταν αδιάλειπτη μέχρι και το 1978! Από το 1950-1978 διετέλεσε ταυτοχρόνως διευθυντής του Μουσικού Λυκείου του Μπάρι, όντας ένας από τους πιο φημισμένους μουσουργούς της γενιάς του. Αυτή την εποχή απέκτησε και την κόρη του, Νίνα Ρότα, από τη σχέση του με μια πιανίστρια…
Οι διαχρονικές μουσικές του Ρότα
Μπορεί τον Νίνο Ρότα να τον ξέρει το παγκόσμιο κοινό από τα εμβληματικά του σάουντρακ που τόσο σφράγισαν τις σκηνές ανθολογίας του σινεμά, ο ίδιος είχε ωστόσο στο ενεργητικό του πάμπολλα ακόμα εξωκινηματογραφικά έργα: δεκάδες κλασικές συνθέσεις για χορωδία και μουσική δωματίου, τρεις συμφωνίες, τρία κονσέρτα για βιολοντσέλο, δέκα όπερες και πλήθος μπαλέτων και ορχηστρικών κομματιών, αλλά και μουσικές για θεατρικές παραστάσεις και τηλεοπτικά προϊόντα. Ξεχωρίζουν ίσως οι όπερές του «Αριοδάντης», «Τορκεμάδα», «Το καπέλο από ψάθα Φλωρεντίας», «Η Νύχτα ενός νευρασθενή» και «Ο Αλαντίν και το μαγικό λυχνάρι», οι οποίες έχουν ανέβει συχνά στην παγκόσμια συμφωνική σκηνή. Την ίδια ώρα έντυσε μουσικά αναρίθμητα θεατρικά (το σύνολο σχεδόν της εργογραφίας του Κάρλο Γκολντόνι και του Εντουάρντο Ντε Φιλίπο) αλλά και τηλεοπτικές σειρές. Ακόμα και ραδιοφωνική όπερα έγραψε!
Ο χώρος που θα αναδείκνυε βέβαια τη μουσική του και θα τον έκανε γνωστό στα πέρατα του κόσμου είναι ο κινηματογράφος. Η μουσική του Ρότα συνδέθηκε άρρηκτα με το σινεμά, με τον Φελίνι, τον «Νονό» και άλλες αριστουργηματικές παραγωγές, αν και εκείνος έκανε πολλά περισσότερα από αυτό, βγάζοντας το σάουντρακ ως είδος από τα στενά όρια του σινεμά και φέρνοντάς το σαφώς κοντύτερα στην κλασική μουσική. Ήταν το 1933 όταν υπέγραψε το πρώτο του σάουντρακ για την ταινία του Ραφαέλε Ματαράτσο «Treno Popolare». Έπρεπε ωστόσο να περάσουν 19 χρόνια από το παρθενικό αυτό μουσικό θέμα για να εισέλθει ο Ρότα οριστικά στον μαγικό κόσμο του Φεντερίκο Φελίνι. Η πρώτη τους συνεργασία ήταν «Ο λευκός σεΐχης», που θα σημάνει ταυτοχρόνως τη στροφή του ιταλικού σινεμά από τον νεορεαλισμό στον ποιητικό ρεαλισμό. Ρότα και Φελίνι συνεργάστηκαν από το 1952 έως το 1978 σε 15 ταινίες, σε όλες του ιταλού σκηνοθέτη δηλαδή, οι οποίες σφράγισαν τόσο το παγκόσμιο σινεμά όσο και την κινηματογραφική μουσική.
«Οι Βιτελόνοι» (1953), «Ο δρόμος» (1954), «Οι Νύχτες της Καμπίρια» (1957), «Ντόλτσε Βίτα» (1960) και το αριστουργηματικό «8 ½» (1963) είναι οι χαρακτηριστικότερες συνεργασίες τους, αυτές που θα κάνουν τον Φελίνι να ομολογήσει: «Ο Νίνο σκηνοθετούσε μουσικά … Πολλές φορές ολοκλήρωνε τη μουσική πριν από την ταινία. Έτσι τροποποιούσα εκ των υστέρων το σενάριο, επινοώντας νέες καταστάσεις και χαρακτήρες».
Ο Μάνος Χατζιδάκις, προσωπικός φίλος του Ρότα, προσπάθησε να αποκρυπτογραφήσει το μυστικό της επιτυχίας του ιταλού συνθέτη στην εκπομπή «Παρασκήνιο» της ΕΡΤ το 1979 λέγοντας: «Ο Φελίνι ασχολείται με το παρελθόν του, ασχολείται με τις εικόνες του παρελθόντος, τις οποίες τις συνθέτει με το μέλλον. Κι εκεί είναι η μεγαλοσύνη του. Ήθελε ένα υλικό του παρελθόντος. Ο Νίνο Ρότα του το προμήθευσε. Κι έχουμε αυτό το αξιοπερίεργο, να έχει σφραγίσει την εποχή μας, την πολύ σύγχρονη εποχή μας, ένα υλικό αναμνήσεων. Κι αυτός είναι ο Νίνο Ρότα».
Σημαντική υπήρξε επίσης η συνεργασία του Ρότα με τον άλλο σπουδαίο ιταλό σκηνοθέτη, τον Λουκίνο Βισκόντι, η οποία θα φτάσει στο απόγειό της στα αριστουργήματα «Ο Ρόκο και τα αδέλφια του», «Βοκκάκιος ’70» και «Ο Γατόπαρδος».
Όταν έγραψε μάλιστα το εμβληματικό σάουντρακ του φιλμ «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Φράνκο Τζεφιρέλι το 1968, η φήμη του σκαρφάλωσε στις πρώτες θέσεις των σύγχρονων συνθετών!
Ήταν το 1972 όταν ο Φράνσις Φορντ Κόπολα θα του ζητήσει να του γράψει το σάουντρακ για τον «Νονό» του, γεννώντας το διαχρονικότερο ίσως μουσικό θέμα ταινίας, αυτό που αναγνωρίζουν όλοι στα μήκη και τα πλάτη της Γης! Ο Ρότα θα γράψει τη μουσική και για το δεύτερο μέρος του «Νονού» το 1974, για το οποίο θα αποσπάσει το Όσκαρ Πρωτότυπης Μουσικής. Όλοι έλεγαν πως η Αμερικανική Ακαδημία του το χρωστούσε ήδη από τον πρώτο «Νονό», μιας και το 1972, όταν ήταν για πρώτη φορά υποψήφιος δηλαδή για το σάουντρακ του «Νονού», είχαν απορρίψει την υποψηφιότητά του αιτιολογώντας πως ο Ρότα επαναλάμβανε μουσικά μοτίβα ενός παλιότερου σάουντρακ που είχε συνθέσει για την ταινία «Φορτουνέλα» (1958) του Εντουάρντο ντε Φίλιππο (σε σενάριο Φελίνι).
Εξοργισμένος ο Ρότα με τις παρθενικές αυτές περιπέτειές του με το αμερικανικό κατεστημένο, δεν παρέστη καν στην απονομή του χρυσού αγαλματιδίου του το 1974! «Η Μουσική του Ρότα βασίζεται σ’ αυτό που αποκαλούμε ανεξήγητο. Στη Μελωδία», γράφει ο Μάνος Χατζιδάκις στο βιβλίο «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι», για να συνεχίσει: «αλλά συγχρόνως παίζει και με την ανάμνηση. Αυτό που η μητέρα του φορούσε, αυτός στα χέρια του το μετασχηματίζει εκφραστικά σ’ ένα σημάδι σύγχρονο ή και μελλοντικό». Οι χαρακτηριστικές μελωδίες του Ρότα έντυσαν επίσης ταινίες της Βερτμίλερ, αλλά και των Φράνκο Ρόσι, Μάουρο Μπολονίνι, Ακίρα Κουροσάβα (στο αριστουργηματικό «Οι κακοί κοιμούνται ήσυχα»), Λουί Μαλ, Βιτόριο ντε Σίκα, Ρενέ Κλεμάν και τόσων ακόμα… Στις περισσότερες από τις τέσσερις δεκαετίες στις οποίες εργάστηκε, επένδυσε και ονειρεύτηκε με φόντο το σελιλόιντ, ο Νίνο Ρότα κατάφερε όχι μόνο να αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα του στο σινεμά, αλλά και να συμπληρώσει τη «συναισθηματική σκηνοθεσία» πολλών σπουδαίων ταινιών.
Όταν έκλεισε τα μάτια του στις 10 Απριλίου 1979, έχοντας μόλις ολοκληρώσει τη μουσική για την «Πρόβα Ορχήστρας» του Φελίνι, είχε κλείσει ένα ανεπανάληπτο μουσικό και κινηματογραφικό κεφάλαιο 150 αξέχαστων μουσικών δημιουργιών. Το ονειρικό και συχνά σατιρικό «στιλ Ρότα» άφησε γερή παρακαταθήκη στην επικράτεια της κινηματογραφικής μουσικής… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr