H πραγματική ιδρυτική πράξη της αμερικανικής δημοκρατίας τίθεται το 1803, τρεις σχεδόν δεκαετίες μετά τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας (2 Αυγούστου 1776) δηλαδή, και είναι έργο όχι της εκτελεστικής ή πολιτειακής ηγεσίας, αλλά ενός δικαστή. Του αρχιδικαστή Τζον Μάρσαλ συγκεκριμένα, ο οποίος με ανεπανάληπτη απόφασή του καταλήγει για πρώτη φορά πως τα δικαστήρια έχουν την εξουσία να ελέγχουν τη συνταγματικότητα των νόμων! Να υπάγουν τις αποφάσεις της νομοθετικής εξουσίας σε διερευνητικό δικαστικό έλεγχο ελέγχοντας τη νομιμότητά τους σε σχέση με το Σύνταγμα δηλαδή. Ο πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ έγραψε ο ίδιος την απόφαση στην Υπόθεση Marbury v. Madison, γνωρίζοντας τη σπουδαιότητά της για τη μοίρα του νεοσύστατου έθνους. Γιατί ήταν η απόφαση που περιχαράκωσε τη δικαστική εξουσία και την έκανε ισότιμη με τη νομοθετική και την εκτελεστική, θέτοντας έτσι τα πραγματικά θεμέλια της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Ο Μάρσαλ δεν ήταν ο πρώτος Ανώτατος Δικαστής των ΗΠΑ (τέταρτος σε σειρά διαδοχής), ήταν όμως αυτός που έφτιαξε με τα χεράκια του το ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δίκαιο, δίνοντας στον ύπατο δικαστικό θεσμό πραγματική εξουσία και κύρος. Προοδευτικός, φιλελεύθερος και φανατικός φεντεραλιστής, πήρε άλλη μια ιστορική απόφαση το 1819, όταν επικύρωσε την εξουσία του Κογκρέσου να ιδρύσει την Εθνική Τράπεζα των ΗΠΑ και κήρυξε αντισυνταγματικό το δικαίωμα κάθε πολιτείας να φορολογεί όργανα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Λένε συχνά ότι οι νομικοί πυλώνες των ΗΠΑ είναι έργο αυτού του Πατέρα του Έθνους, ο οποίος περιχαράκωσε την εξουσία των δικαστηρίων να ελέγχουν τη συνταγματικότητα των νόμων και να ρυθμίζουν τις σχέσεις πολιτείας-πολιτειών, στρώνοντας τα θεμέλια της ίδιας της δημοκρατίας με περισσότερες από 1.000 αποφάσεις σε μια φωτισμένη καριέρα που απλώθηκε σε τρεις δεκαετίες (1801-1835). Ο μεγαλύτερος και σημαντικότερος ανώτατος δικαστής των ΗΠΑ ήταν ένας ταγμένος στρατιώτης στον αμερικανικό εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, ένας απόλυτα καταρτισμένος νομικός, ένας πατριώτης διπλωμάτης, ένας αδέκαστος κρατικός υπάλληλος και ένας μεγάλος μασόνος επίσης. Ο αδελφός Τζον Μάρσαλ, όπως ήταν γνωστός στη Μεγάλη Στοά της Βιρτζίνια, ήταν μέλος τριών μασονικών ενώσεων του σημαντικότατου στα χρόνια του Ρίτσμοντ (Βιρτζίνια) και σήκωσε στις πλάτες του τα λάβαρα του τεκτονισμού, ως μεγάλος συνεχιστής καθώς ήταν του επίσης μασόνου Τζορτζ Ουάσιγκτον. Ήταν στις μπαρουτοκαπνισμένες κοιλάδες της αμερικανικής εθνεγερσίας που μυήθηκε νεαρός ακόμα στη μασονία από τον ίδιο τον αρχιμασόνο Ουάσιγκτον, αξιωματικός του Επαναστατικού Στρατού καθώς ήταν. Αμέσως μετά αναλαμβάνει κρατικό αξίωμα από το Δημοτικό Συμβούλιο του Ρίτσμοντ, από το οποίο αποσπά κονδύλι για την ανέγερση μασονικού πολιτιστικού κέντρου, του παλιότερου ποτέ που ιδρύθηκε στις ΗΠΑ! Εκεί θα αποκτήσει μάλιστα τις πρώτες του δικαστικές εμπειρίες, ως δικαστής των μασόνων, και εκεί θα πείσει τους άλλους ελευθεροτέκτονες να ενστερνιστούν το αμερικανικό Σύνταγμα το 1788, κάτω από τις υποδείξεις του μέντορά του Τζορτζ Ουάσιγκτον. Η πολιτεία της Βιρτζίνια υιοθέτησε τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας και έφτιαξε το πρώτο πολιτειακό Καπιτώλιο κάτω από τις υποδείξεις της Στοάς. Το νομικό του γραφείο λειτουργούσε μάλιστα στο ίδιο κτίριο με τη Στοά, κάνοντας τις συσχετίσεις κάτι παραπάνω από προφανείς. Το 1792 οι μασόνοι τον τίμησαν με την ίδρυση της Στοάς Μάρσαλ στο Λίντσμπεργκ. Σε ηλικία 38 ετών, εκλέχτηκε στον υψηλότερο βαθμό του μυστικιστικού τάγματος, όπου και παρέμεινε ισοβίως. Η πρώτη του μεγάλη νίκη ήταν όταν θέλησε να χτίσει το μαυσωλείο του μέντορά του Ουάσιγκτον αλλά το Κογκρέσο αρνήθηκε να εκταμιεύσει το σχετικό κονδύλι. Μέσω των μασονικών υψηλόβαθμων διασυνδέσεών του, ο δικαστής έπεισε τελικά το Κοινοβούλιο να εγκρίνει το ψήφισμα. Οι συνεισφορές του Μάρσαλ τόσο στο αμερικανικό έθνος όσο και τη μασονική Στοά κρίνονται αποφασιστικής σημασίας και συχνά διαπλέκονται. Ως αρχιδικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ενοποίησε την εξουσία με τις τρεις διακριτές μορφές της (νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική), την ίδια ώρα που ενοποίησε και τους μασόνους των ΗΠΑ ως ενιαία Αδελφότητα του Θεού. Μεγάλος πατριώτης και μεγάλος μασόνος, καθώς λένε…
Πρώτα χρόνια
Ο Τζον Μάρσαλ γεννιέται στις 24 Σεπτεμβρίου 1755 ως το μεγαλύτερο από τα 15 παιδιά του σερίφη και μεγαλοτσιφλικά Τόμας Μάρσαλ, που είχε μια γη έκτασης 200.000 στρεμμάτων στη Βιρτζίνια και το Κεντάκι, και της Μέρι Κιθ, κόρη ονομαστού πάστορα που συνδεόταν οικογενειακά με τις δυο πιο προβεβλημένες δυναστείες της Βιρτζίνια. Ο μικρός μεγαλώνει μέσα στα πλούτη και λαμβάνει ανώτερη κατ’ οίκον μόρφωση, πριν μετακομίσει σε ανώτατη στρατιωτική ακαδημία. Όταν ξέσπασαν οι πολιτικές αναταραχές με τη Βρετανία και ξεκίνησαν οι πρώτες ένοπλες συγκρούσεις το 1775, ο υπολοχαγός Μάρσαλ σπεύδει να ενταχθεί στο ένοπλο απόσπασμα του πατέρα του (εθελοντική πολιτοφυλακή) και να πάρει μέρος στις πρώτες αιματοχυσίες της αποικίας. Την επόμενη χρονιά θα ενταχθεί στον Ηπειρωτικό Στρατό του Τζορτζ Ουάσιγκτον και θα υπηρετήσει από την αρχή ως έμπιστός του, πιθανότατα λόγω των μασονικών σχέσεων πατέρα Μάρσαλ και Ουάσιγκτον. Τα επόμενα τρία χρόνια θα πάρει μέλος σε όλες τις μάχες (Νιου Τζέρσεϊ, Νέα Υόρκη και Πενσιλβάνια), θα ανέλθει στον βαθμό του λοχαγού και θα φτιάξει σχέσεις καρδιάς με τον ισόβιο δάσκαλό του στη ζωή Ουάσιγκτον. Όταν έληξε η θητεία του το 1779, ο Μάρσαλ επέστρεψε στη Βιρτζίνια υπηρετώντας πλέον σε στρατιωτικό γραφείο, και πριν απολυθεί το 1781 είδε λίγη ένοπλη δράση. Τώρα ήθελε να γίνει δικηγόρος και έπειτα από ένα σύντομο σεμινάριο το 1780 σε ένα κολέγιο μεγάλου νομομαθούς, παίρνει τη νομική άδεια τον Αύγουστο του 1780. Επιστρέφοντας μάλιστα στη γενέτειρά του, εκλέγεται αμέσως στη Βουλή των Αντιπροσώπων της Βιρτζίνια (το 1782 και το 1784), ιδρύει το νομικό του γραφείο στο κτίριο της μασονικής Στοάς που ανέγειρε εντωμεταξύ και άρχισε να ασκεί τη δικηγορία στο Ρίτσμοντ. Εκεί θα παντρευτεί τον Ιανουάριο του 1783 και τα επόμενα 15 χρόνια θα τα περάσει ανεβαίνοντας γοργά και σταθερά τα σκαλιά νομικής και πολιτικής. Παρά το νεαρότατο της ηλικίας του, συμμετείχε στον αγώνα για την υπερψήφιση του Συντάγματος των ΗΠΑ και έδωσε πύρινες μάχες για να υιοθετηθεί το εθνικό καταστατικό από τις ελεύθερες πολιτείες. Μόλις εγκριθεί το Σύνταγμα, ο πρόεδρος Ουάσιγκτον του προσφέρει τη θέση του γενικού εισαγγελέα της Βιρτζίνια, την οποία ωστόσο αρνείται ο Μάρσαλ. Προτίμησε να εκλεγεί και πάλι στη Βουλή των Αντιπροσώπων της Βιρτζίνια το 1789 και να υπερασπιστεί την κεντρική κυβέρνηση έναντι των πολιτειακών Αρχών. Μέχρι τότε ήταν εξάλλου ο φυσικός αρχηγός του Φεντεραλιστικού Κόμματος της Βιρτζίνια και αρνήθηκε για δεύτερη φορά την πρόταση του Ουάσιγκτον να γίνει γενικός εισαγγελέας, τώρα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης! Ως πρόεδρος των Φεντεραλιστών (των υπέρμαχων του ομοσπονδιακού κράτους δηλαδή), συμμετείχε στη διπλωματική αποστολή που δεν κατάφερε να βελτιώσει τις σχέσεις ΗΠΑ και Γαλλίας, από την οποία ξεπήδησε ωστόσο εθνικός ήρωας όταν αρνήθηκε να καταβάλει μεγάλα ποσά για δωροδοκία των γάλλων αντιπροσώπων. Από την περίεργη αυτή υπόθεση και το σκάνδαλο, ο Μάρσαλ θα καθιερωθεί πολιτικά και το 1799 θα εκλεγεί στο Κογκρέσο ως πρόεδρος των Φεντεραλιστών. Αφού απέρριψε την πρόταση να γίνει ανώτατος δικαστής και μια δεύτερη από τον πρόεδρο Άνταμς να υπηρετήσει ως υπουργός Πολέμου στην κυβέρνησή του, αποδέχτηκε την τρίτη πρότασή του να χρηματίσει υπουργός Εσωτερικών. Στα κυβερνητικά του καθήκοντα δεν θα παραμείνει για πολύ, καθώς τον Ιανουάριο του 1801 ο Άνταμς του προτείνει εκ νέου τη νευραλγική θέση του αρχιδικαστή των ΗΠΑ, την οποία αποδέχεται σχετικά απρόθυμα ο Μάρσαλ. Στις 4 Φεβρουαρίου 1801, ο Μάρσαλ ορκίζεται στα νέα του καθήκοντα, υπηρετώντας ταυτοχρόνως ως υπουργός Εσωτερικών, έπειτα από θερμή παράκληση του προέδρου Άνταμς (το ίδιο έκανε και στην κυβέρνηση του πολιτικού του αντιπάλου Τζέφερσον, μετά την ικεσία του προέδρου)…
Ανώτατος δικαστής των ΗΠΑ
Στα 34 χρόνια που θα υπηρετήσει ο Τζον Μάρσαλ στο ανώτατο δικαστικό σώμα, τη μακροβιότερη ποτέ θητεία αρχιδικαστή, το Ανώτατο Δικαστήριό του θα καθιερώσει το Σύνταγμα πάνω από κάθε πολιτειακό νόμο και θα επεκτείνει το ομοσπονδιακό πνεύμα σε πείσμα των τοπικών σκοπιμοτήτων. Αρκεί να αναφέρουμε ότι όταν ανέλαβε το αξίωμά του, δεν υπήρχε νομική συναίνεση για το είδος της πολιτείας που είχε δημιουργήσει το αμερικανικό Σύνταγμα. Ήταν ομοσπονδία ή συγκεντρωτικό έθνος; Ήταν λοιπόν στο χέρι του Μάρσαλ να επεκτείνει τη δικαιοδοσία του Ανώτατου Δικαστηρίου έναντι των πολιτειακών, γενικεύοντας τον ομόσπονδο χαρακτήρα των ΗΠΑ. Ο ίδιος είχε πάντα μια ξεκάθαρη άποψη για το είδος της πολιτικής που έπρεπε να εφαρμόσει δικαστικά ώστε αφενός να ελέγξει τις κυβερνητικές νομοθετικές αυθαιρεσίες, αφετέρου να προκρίνει το Συνταγματικό Δίκαιο έναντι των πολιτειακών κανονισμών. Ήταν η διαύγεια, η πειστικότητα και το σφρίγος των αποφάσεων αλλά και των άρθρων του αυτά που δεν άφηναν νομικά κενά, θωρακίζοντας ολοένα και περισσότερο τη δικαστική εξουσία στον αγώνα της να καθιερωθεί ως ανεξάρτητη Αρχή. Το Συνταγματικό Δίκαιο, ως ενιαίο σώμα νόμων με κυρίαρχο ρόλο, εγκαθιδρύθηκε κάτω από τις δικές του κοπιώδεις ενέργειες. Ο ίδιος ήταν εξάλλου ως δικαστής ολότελα διαφορετικός από τους συναδέλφους του. Την ώρα που οι άλλοι φορούσαν την πολυτελή πορφυρή τήβεννο με τη γούνα ερμίνας, εκείνος προτιμούσε μια απλή μαύρη «ρόμπα», όπως την αποκαλούσαν υποτιμητικά οι συνάδελφοί του. Στον ίδιο οφείλεται επίσης ένας νέος τρόπος άμεσης ετυμηγορίας χωρίς υπεκφυγές και υπονοούμενα, καθώς ήθελε να κάνει τα νομικά πράγματα ξεκάθαρα και να μην αφήνουν «παραθυράκια» οι αποφάσεις του. Η μακρά του θητεία χαρακτηρίστηκε από γενικευμένη συναίνεση στις αποφάσεις του, καθελκύοντας μια μεγάλη περίοδο σταθερότητας που έφερε τόσο την κυβερνητική όσο και τη λαϊκή εμπιστοσύνη στο ποινικό σύστημα. Όπως είπαμε, η πρώτη μεγάλη του υπόθεση ήταν το 1803 (Marbury v. Madison), όταν έδωσε στο δικαστήριό του τη δύναμη να ακυρώσει ομοσπονδιακό νόμο που ερχόταν σε σύγκρουση με το Σύνταγμα! Η ιστορική σημασία της ετυμηγορίας του Μάρσαλ ήταν τεράστια, περιχαρακώνοντας τη δικαστική εξουσία ως ελεγκτικό μηχανισμό της νομοθετικής και εκτελεστικής. Ο αρχιδικαστής δεν είχε κανένα πρόβλημα να συγκρουστεί ολομέτωπα τόσο με την κυβέρνηση του Τζέφερσον (που ήταν και πολιτικός αντίπαλός του ως συντηρητικός και συγκεντρωτικός πρόεδρος) όσο και των άλλων προέδρων που χρημάτισαν κατά τη μακρά περίοδο της δικαστικής του εξουσίας (έξι ήταν αυτοί). Παρά το γεγονός ότι ήταν συνεχώς απασχολημένος στο κολοσσιαίο δικαστικό του έργο, βρήκε χρόνο να συντάξει τη βιογραφία του Τζορτζ Ουάσιγκτον (πέντε τόμοι) και να συμμετάσχει σε πλήθος πολιτειακών επιτροπών της Βιρτζίνια. Όταν ένιωσε ότι ο συνταγματικός έλεγχος του δικαστηρίου του αλλά και η ανεξαρτητοποίηση της δικαστικής εξουσίας ήταν εξασφαλισμένα, προχώρησε στο επόμενο βήμα: την ενοποίηση των ομοσπονδιακών νόμων σε έναν κεντρικό ποινικό κώδικα που θα είχε στην κορυφή το Ανώτατο Δικαστήριο. Με τις εξίσου τρανές υποθέσεις Martin v. Hunter’s Lessee (1816) και Cohens v. Virginia (1821), επιβεβαίωσε τη δύναμη του δικαστηρίου του να εξετάζει και να απορρίπτει πολιτειακούς νόμους που αντιβαίνουν στο ομοσπονδιακό σύστημα. Στον ίδιο οφείλεται ταυτοχρόνως η δυνατότητα της κεντρικής κυβέρνησης να προβαίνει σε «σιωπηρές αρμοδιότητες» -όπως τις είπε-, που δεν ορίζονται ευθέως από το Σύνταγμα δηλαδή, επιτρέποντας για παράδειγμα στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση να φτιάξει την Τράπεζα των ΗΠΑ. Στις χίλιες εκδικάσεις που προήδρευσε και περιλάμβαναν πρακτικά τα πάντα, μέχρι και εμπορικό Δίκαιο, καθιέρωσε πολλές βασικές γραμμές της αμερικανικής πολιτείας, όπως την ελευθερία της οικονομικής δραστηριότητας αλλά και τις κυβερνητικές προσπάθειες να ρυθμίζονται αυτές με βάση το Σύνταγμα. Ταυτοχρόνως, ήταν φλογερός υπέρμαχος της κατάργησης της δουλείας και τον σκότωνε το γεγονός ότι το Ρίτσμοντ είχε μετατραπεί σε εθνικό σκλαβοπάζαρο. Έλεγε πάντα ότι η σκλαβιά είναι «αντίθετη στον φυσικό νόμο» και έκανε πολλά για να απελευθερώσει τους δούλους από τα δεσμά του, έχοντας συνήθως απέναντι την τοπική κοινωνία. Όταν πέθανε, έδωσε τη δυνατότητα με τη διαθήκη του στους σκλάβους που είχε παραδοσιακά η οικογένειά του είτε να απελευθερωθούν και να επιστρέψουν στη Λιβερία (απ’ όπου προέρχονταν) είτε να συνεχίσουν να είναι δούλοι των παιδιών του πλέον. Εκτός δικαστικής αίθουσας, ο Μάρσαλ περνούσε τον καιρό του βοηθώντας την κατάκοιτη σύζυγό του, απολαμβάνοντας ένα ποτηράκι με καλή παρέα στο Ρίτσμοντ και προεδρεύοντας σε αρκετές μασονικές Στοές. Όταν έχασε τη σύζυγό του τα Χριστούγεννα του 1831, αναρρώνοντας ο ίδιος από εγχείριση στα νεφρά, δεν επανήλθε ποτέ στην πρότερη μαχητική του κατάσταση. Η υγεία του επιδεινωνόταν συνεχώς και σε άλλη μια ιατρική του επίσκεψη στη Φιλαδέλφεια στις 6 Ιουλίου 1835, ο εν ενεργεία ανώτατος δικαστής άφησε την τελευταία του πνοή. Σύμφωνα με τη διαθήκη του, ζήτησε να τον ενταφιάσουν δίπλα στην πολυαγαπημένη του σύζυγο κάτω από ένα απλό πέτρινο μνήμα και τίποτα άλλο. Παρά το γεγονός ότι σύσσωμος ο πολιτικός και δικαστικός κόσμος ήθελε να τιμήσει τον άνθρωπο που έβαλε τους θεμέλιους λίθους της αμερικανικής δημοκρατίας, στα πρότυπα ή όχι της μασονικής Στοάς… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr