Ήταν το 1897 όταν το δημοτικό συμβούλιο της Νέας Ορλεάνης αφιέρωσε 16 οικοδομικά τετράγωνα της γαλλικής συνοικίας για να φτιαχτούν τα «κόκκινα φανάρια» της πόλης. Ο τεράστιος αυτός ενήλικος παιδότοπος πήρε το παρατσούκλι «Storyville» (από το όνομα του δημοτικού συμβούλου που κατέβασε την τροπολογία προς ψήφιση, Alderman Sidney Story) και δεν ήταν παρά μια πρώτη προσπάθεια να μαντρωθούν οι οίκοι ανοχής σε μια ελεγχόμενη περιοχή που θα μπορούσε να επιτηρεί ευκολότερα η Αστυνομία. Οι «ροζ» υπηρεσίες άνθισαν εκεί στα τέλη του 19ου αιώνα μετατρέποντας τη Νέα Ορλέανη στον απόλυτο σεξοτουριστικό προορισμό των ΗΠΑ: 2.000 πόρνες και 40 οίκοι ανοχής ψυχαγωγούσαν τώρα τον ανδρικό πληθυσμό της Αμερικής που συνέρρεε στην πόλη για λίγες μέρες ενήλικης αναψυχής. Όσο για τον τζίρο που έκαναν τα κόκκινα φανάρια, υπολογιζόταν σε 15 εκατ. δολάρια ετησίως, ποσό που σε σημερινά μεγέθη υπερβαίνει τα 360 εκατομμύρια! Η οικονομική άνθηση της πόλης, που διαχεόταν αναγκαστικά σε όλη την τοπική κοινωνία, ανάγκασε τις πολιτειακές αρχές να προστατεύουν σαν τα μάτια τους το κύκλωμα της πορνείας, κάνοντας τα πάντα για να το κρατήσουν επικερδές. Μέσα στην εκρηκτική κοινότητα του διαβόητου Storyville, ένα προβεβλημένο μέλος του μελισσιού αυτού θα μετατρεπόταν σε αφεντικό του διασημότερου «σπιτιού» της περιοχής, η «μαντάμ» Λούλου Γουάιτ! Η πόρνη που έγινε επιχειρηματίας σφράγισε με τη ζωή της τον μύθο του αμερικανικού ονείρου, καθώς ανέβηκε από τα χαμηλότερα σκαλιά της κοινωνίας σε δόξες δυσθεώρητες, ελέγχοντας πια περισσότερα από 40 κορίτσια που τις απέφεραν καθημερινά παχυλά ποσά. Ο δικός της οίκος ανοχής δεν ήταν όμως συνηθισμένος. Εκεί συνέρρεαν όσοι λάτρευαν την πειραματική τζαζ και ήθελαν να εξερευνήσουν τα πέντε σαλόνια και τα 15 δωμάτια που εγγυούνταν ανείπωτες ηδονές. Η έγχρωμη μαστροπός, που ήταν βίος και πολιτεία, έζησε την άνοδο αλλά και την πτώση, όταν η Νέα Ορλεάνη αποφάσισε να επιδοθεί σε διακρίσεις φύλου και να την αναγκάσει να κλείσει τη θρυλική επιχείρησή της το 1917. Το όνομά της δεν θα το ξεχνούσε ωστόσο κανείς στην Αμερική και αυτό θα το φρόντιζε ο ίδιος ο τζαζίστας Λούις Άρμστρονγκ, όταν την ανέφερε στο τραγούδι που έγραψε για το μυθικό «μαγαζί» της Mahogany Hall («Mahogany Hall Stomp» ήταν ο τίτλος του κομματιού). Ως φόρο τιμής μάλιστα σε όσα έκανε η Γουάιτ για την προαγωγή της τζαζ μουσικής, ένα επίσης διάσημο τζαζ κλαμπ της Βοστόνης θα έπαιρνε το όνομά της…
Πρώτα χρόνια
Η Λούλου Γουάιτ γεννιέται ως Λούλου Χέντλεϊ λίγο πριν το 1870 (πιθανότατα το 1868) σε μια φάρμα κοντά στην επίσης θρυλική Σέλμα της Αλαμπάμα. Η κοπέλα ήταν εξόφθαλμα μια ανοιχτόχρωμη μιγάδα, αν και η ίδια ισχυριζόταν λυσσαλέα πως καταγόταν από τις Δυτικές Ινδίες και δεν κυλούσε «ούτε σταγόνα νέγρικου αίματος» στο σώμα της. Παρά το γεγονός ότι κανείς απ’ όσους τη γνώριζαν δεν το πίστευε αυτό. Η «μετανάστρια των Δυτικών Ινδιών», γέννημα-θρέμμα της Αλαμπάμα δηλαδή, ενδέχεται να ήταν ακόμα και Κρεολή, καθώς τόσο η ημερομηνία της γέννησής της όσο και η καταγωγή της έχουν αποτελέσει καυτά θέματα συζήτησης για τους βιογράφους της. Όπως κι αν ήταν, η μιγάδα απόλαυσε για ένα διάστημα πλούτη και δόξες που σπανίως έβλεπε ο έγχρωμος πληθυσμός των ΗΠΑ…
Η Λούλου και το Mahogany Hall
Τη Λούλου την πρωτοσυναντάμε στις αρχές της δεκαετίας του 1880, όταν καταφτάνει με έναν μεγαλύτερο ηλικιακά μαύρο άντρα στη Νέα Ορλεάνη και πιάνει αμέσως δουλειά ως ιερόδουλη. Ο άντρας πιστεύεται ότι ήταν ο πατριός της, αν και πάλι δεν υπάρχει συναίνεση για το ποιόν του. Παρά το κοινό παρουσιαστικό της και την έλλειψη αξιοσημείωτων χαρακτηριστικών, η φιλόδοξη γητεύτρα καταφέρνει να προσελκύσει έναν καλό αριθμό ευκατάστατων πελατών που έπιναν πια νερό στο όνομά της. Σύντομα η πελατεία της περιλαμβάνει πολύ μεγάλα ονόματα της τοπικής κοινωνίας, όπως έναν ζάμπλουτο πετρελαιά, έναν κροίσο των σιδηροδρόμων αλλά και έναν μεγιστάνα ιδιοκτήτη εμπορικών κέντρων! Τέτοια ήταν η επιτυχία της στη «ροζ» βιομηχανία που μέσα σε λιγότερο από 10 χρόνια (στα τέλη του 1880 δηλαδή) η πρώην πόρνη είναι τώρα ιδιοκτήτρια του δικού της «σπιτιού». Πλέον κρατά τα χαρίσματά της για επιλεγμένους πελάτες που δαπανούν τεράστια ποσά για τις αποκλειστικές της υπηρεσίες. Όσο για την ίδια, λατρεύει τα ακριβά ρούχα και τα κοσμήματα και κάνει τα πάντα για να τα προσθέτει στην γκαρνταρόμπα της, γινόμενη όσο πιο εκκεντρική μπορούσε. Η Λούλου είχε μπόλικες συλλήψεις στο ενεργητικό της και έναν ογκωδέστατο φάκελο στην τοπική αστυνομία, που περιλάμβανε από συλλήψεις για πορνεία και απρεπή συμπεριφορά μέχρι και υπόθαλψη εγκληματία. Παρά τις καταδικαστικές αποφάσεις καθ’ όλη τη δεκαετία του 1880 απολάμβανε όμως μια παράξενη πολιτική ασυλία, όντας λες στο απυρόβλητο του νόμου. Όλοι ήξεραν ότι αυτό γινόταν γιατί οι πελάτες της ήταν η πολιτική και οικονομική ελίτ της Νέας Ορλεάνης. Χαρακτηριστικό εδώ είναι το γεγονός ότι το 1892 η φορολογία που πλήρωνε για την ιδιόκτητη έπαυλή της αντιστοιχούσε σε οίκημα η αξία του οποίου εκτιμήθηκε στα 300 δολάρια. Το πολύ μικρότερο παράπηγμα που βρισκόταν απέναντι από τη βίλα της είχε αντικειμενική αξία στα 1.200 δολάρια! Ήταν ξεκάθαρο ότι το αφεντικό του αισθησιακού Mahogany Hall ήταν υπεράνω του νόμου, φροντίζοντας πάντως να ξεπληρώνει τα στραβά μάτια των δημοτικών αρχών και με το παραπάνω. Το διάσημο «σπίτι» της στο Storyville ήταν ένα πραγματικά τεραστίων διαστάσεων τετραώροφο κτίσμα που έχτισε με ίδια κεφάλαια. Όσο για το κόστος της κατασκευής του, υπερέβαινε τα 40.000 δολάρια (περισσότερα από 1 εκατ. δολάρια σήμερα), ενώ η εσωτερική του διακόσμηση κόστιζε άλλα και άλλα τόσα, με τους τεράστιους πολυελαίους, τα πανάκριβα ξυλόγλυπτα έπιπλα και την εκτεταμένη πινακοθήκη! Το Mahogany Hall ήταν έτοιμο πάνω στην ώρα για τη δημιουργία του red light district της πόλης το 1897, καθώς η πληροφόρηση της Λούλου από υψηλόβαθμους δημοτικούς αξιωματούχους ήταν πάντοτε αξιόπιστη. Οι λατίνες και μαύρες κοπέλες του Mahogany Hall εξασφάλιζαν στη «μαντάμ» αμύθητα ποσά, τα οποία σπαταλούσε εκείνη σε πολυτέλειες και χλιδές. Όσο για τους πιανίστες και τους μουσικούς που ψυχαγωγούσαν την υψηλή της πελατεία, έμελλε να είναι η αφρόκρεμα της αμερικανικής τζαζ! Όταν οι βιογράφοι της έπιασαν δουλειά, ζούσαν ακόμα αρκετοί πρώην πελάτες της που ανακαλούσαν ολοζώντανες αναμνήσεις από τη Λούλου να κατεβαίνει την κεντρική μαονένια σκάλα του οίκου ανοχής της (από την οποία είχε πάρει το «σπίτι» το όνομά του) μοστράροντας τα πετράδια και τα πανάκριβα φορέματά της. Μέσα στην κατακόκκινη περούκα της -θυμούνταν οι γεροντότεροι- και τα επίσημα φουστάνια της, η Λούλου επεδείκνυε με καμάρι τα διαμαντένια δαχτυλίδια που έφερε σε κάθε δάχτυλό της (περιλαμβανομένων των αντιχείρων!), τα διαμαντένια κολιέ στον λαιμό της, τις διαμαντένιες τιάρες της κεφαλής της κ.λπ. Τα κορίτσια της Λούλου ήταν τα καλύτερα της πόλης και ένα από αυτά, η περίφημη Victoria Hall, ήταν τόσο αξιαγάπητη που η Λούλου δανείστηκε τη φωτογραφία της για τη διαφημιστική ρεκλάμα του οίκου ανοχής της το 1906. Στην μπροσούρα που κυκλοφόρησε για το Mahogany Hall, η μαστροπός ισχυρίστηκε ψευδώς ότι ήταν 31 ετών, κάτι που θα την έκανε «μαντάμ» πριν κλείσει τα 15 χρόνια της ζωής της. Η Λούλου έβγαλε καραβιές χρημάτων, καθώς γνώριζε καλά την αγορά και έκανε τα πάντα για να μένει ικανοποιημένη η δύστροπη πελατεία της. Ταυτοχρόνως, έψαχνε συνεχώς νέες επαγγελματικές ευκαιρίες να επεκταθεί, αν και συνήθως οι απόπειρές της σε άλλους κλάδους στέφονταν από αποτυχία. Το 1906, για παράδειγμα, πήγε με το ιδιωτικό βαγόνι της επαγγελματικό ταξιδάκι στο Χόλιγουντ για να διερευνήσει τις προοπτικές μιας νέας ανθρώπινης δραστηριότητας που έλεγαν «κινηματογράφο»! Σε μια αναπάντεχη τροπή της κινηματογραφικής ιστορίας, η Λούλου θα ήταν μια από τις πρώτες και μεγαλύτερες κινηματογραφικές παραγωγούς των ΗΠΑ αν δεν εμπιστευόταν τον λάθος άνθρωπο. Αφού υπέγραψε λοιπόν μια μεγάλη συμφωνία να αγοράσει μια τεράστια έκταση για να χτίσει ένα από τα πρώτα στούντιο του Χόλιγουντ (το μεγαλύτερο σε διαστάσεις της εποχής!), επέστρεψε στη Νέα Ορλεάνη για να μαζέψει το σεβαστότατο ποσό. Εμπιστεύτηκε όμως τον εντελώς λάθος άνθρωπο: τον εδώ και χρόνια εραστή της George Killshaw. Παρά το γεγονός ότι ήταν έγχρωμος, εκείνος ήταν ιδιαιτέρως ανοιχτόχρωμος και πολύ ελκυστικός άντρας που περνούσε εύκολα για λευκός. Κι έτσι όταν η Λούλου τον ξαπέστειλε στην Καλιφόρνια με 150.000 δολάρια μετρητό (κάπου 3,6 εκατ. δολάρια σε σημερινές τιμές!), εκείνος αποφάσισε να ξεκινήσει μια καινούρια ζωή ως λευκός Αμερικανός κάπου αλλού. Η Λούλου δεν τον αναζήτησε μάλιστα ούτε πήγε στις Αρχές, πιθανότατα λόγω της παροιμιώδους απέχθειας που έτρεφε για την αστυνομία της Νέας Ορλεάνης. Παρά το στραπάτσο, δεν σταμάτησε να επενδύει δεξιά και αριστερά, αν και τώρα τα επαγγελματικά της πλάνα ήταν αναγκαστικά μετριοπαθέστερα, μιας και είχε χάσει ένα πολύ καλό μέρος της προσωπικής της περιουσίας και τώρα χρωστούσε σε όποιον είχε περάσει ποτέ το κατώφλι της επιχείρησής της. Το 1908, για παράδειγμα, άνοιξε ένα σαλούν δίπλα στον λαμπρό οίκο ανοχής της που γνώρισε τις δικές του δόξες. Το μαγαζί χτιζόταν για τέσσερα ολόκληρα χρόνια, καθώς τίποτα δεν άρεσε στη Λούλου και άλλαζε συνέχεια την εσωτερική διακόσμηση! Το μπαρ της έγινε πάντως δημοφιλέστατο, μέχρι το 1919 τουλάχιστον και την έλευση της Ποτοαπαγόρευσης στη Νέα Ορλεάνη, που το μετέτρεψε σε αναψυκτήριο. Μέχρι τότε βέβαια όλο το Storyville θα ήταν παρελθόν και η μόνη πηγή εσόδων της Λούλου ήταν το σαλούν, το οποίο δεν μπορούσε ωστόσο να αποπληρώνει τα χρέη της από το φιάσκο της χολιγουντιανής επένδυσης. Κι έτσι πουλούσε παρανόμως αλκοόλ στα υπόγειά του, γεγονός που θα την έφερνε πάμπολλες φορές ενώπιον του νόμου στη δεκαετία του 1920, με τα τσουχτερά πρόστιμα να επιδεινώνουν την οικονομική της κατάσταση. Το τέλος ερχόταν και ερχόταν γοργά…
Τελευταία χρόνια
Η Λούλου βαρέθηκε κάποια στιγμή να παλεύει με τον νόμο και τους εκπροσώπους του κι έτσι πούλησε το αναψυκτήριο το 1929. Όλο το οικοδομικό τετράγωνο των επιχειρήσεών της γκρεμίστηκε στη δεκαετία του 1930 για να φτιαχτούν εργατικές πολυκατοικίες. Η ιστορία της θρυλικής «μαντάμ» σταματά αναπάντεχα το 1931, όταν εγκαταλείπει τη Νέα Ορλεάνη και εξαφανίζεται από προσώπου γης. Παρά ταύτα, πρέπει να ήταν ζωντανή ακόμα και δέκα χρόνια αργότερα, καθώς ο τραπεζικός της λογαριασμός ήταν ενεργός και σε μια ανάληψή της το 1941 την αναγνώρισε ο ταμίας. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που θα την ξανάβλεπε ή θα την αναγνώριζε κάποιος, αν και μέχρι τότε ήταν στα εβδομήντα της. Παρά το γεγονός ότι κάποιοι έλεγαν πως επέστρεψε στη γενέτειρά της να πεθάνει, κανένα πιστοποιητικό θανάτου της δεν εκδόθηκε ούτε στην Αλαμπάμα ούτε στη Λουιζιάνα.
Μερίδα βιογράφων της ισχυρίστηκαν ότι πέθανε άγνωστη μεταξύ αγνώστων σε πτωχοκομείο, γι’ αυτό και δεν υπάρχουν επίσημα έγγραφα θανάτου. Τι άδοξο τέλος για τη βασίλισσα της αμαρτίας της Νέας Ορλεάνης που, όπως έλεγε η ίδια με καμάρι, ήταν πάνω και πέρα απ’ όλα μια αμετανόητη πόρνη! Και φανταστείτε πόσο διαφορετική θα ήταν η ιστορία του Χόλιγουντ αν η ζάμπλουτη και μαύρη «μαντάμ» της Νέας Ορλεάνης μετατρεπόταν στη μεγαλύτερη κινηματογραφική παραγωγό του… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr