Κατά τον 16ο αιώνα, όταν ο καλβινισμός δονούσε συθέμελα τη χριστιανική Ευρώπη, η Γενεύη μετατράπηκε στην «Προτεσταντική Ρώμη», καθώς εκεί κατέφευγαν οι διαμαρτυρόμενοι της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας για να γλιτώσουν από τις καθολικές διώξεις. Οι θρησκευτικές αυτές περιπέτειες έφεραν στην πόλη μερικούς από τους καλύτερους τεχνίτες της Ευρώπης, οι οποίοι έστρωσαν τα θεμέλια γι’ αυτό που θα γινόταν τελικά γνωστό ως ελβετική ωρολογοποιία! Και βέβαια ένας από τους παλιότερους και περιφημότερους ωρολογοποιούς του «fabrique genevoise», της υψηλής ωρολογοποιίας της Γενεύης, ήταν ο ελβετός ρολογάς Ζαν-Μαρκ Βασερόν, ο οποίος άνοιξε το δικό του εργαστήρι το 1755 για να μη σταματήσει ποτέ η φαμίλια του να ακολουθεί κατά πόδας τη βαριά κληρονομιά του. Τα ρολόγια του σπουδαίου τεχνίτη, που ήταν ισοβίως λάτρης της αστρονομίας και του Διαφωτισμού, φόρεσαν κατά καιρούς οι μεγαλύτερες προσωπικότητες της οικουμένης και το όνομα του γάλλου στρατηλάτη Βοναπάρτη είναι εδώ ογκόλιθος! Σήμερα είναι λίγο πολύ ευρύτερα αποδεκτό ότι ο Βασερόν ίδρυσε την παλιότερη ωρολογοποιία του κόσμου που ζει ως τις μέρες μας, καθώς η Vacheron Constantin μόνο συστάσεις δεν χρειάζεται. Η φίρμα του ελβετού ωρολογοποιού άλλαξε επωνυμίες και υπογραφές, λογότυπα και συνεργάτες μέσα στους αιώνες που ακολούθησαν, αν και ποτέ δεν ξέφυγε από την παροιμιώδη έμφαση του ιδρυτή της στην τελειότητα και τη μικρολεπτομέρεια. Ο Βασερόν μαθήτευσε σε δάσκαλο ωρολογοποιό, πήρε το δίπλωμά του στην τέχνη της κατασκευής ρολογιών το 1751 και τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 17 Σεπτεμβρίου 1755, ο 24χρονος νέος ανοίγει το δικό του εργαστήρι στη Γενεύη με διαχρονικό σλόγκαν «κάντο καλύτερο αν είναι δυνατόν, που είναι πάντα δυνατόν»! Όταν ανέλαβαν τα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονά του να στείλουν τη Vacheron Constantin στην κορυφή του κόσμου, είχαν ήδη το βαρύ όνομα του πατριάρχη του οίκου στο πλευρό τους να εγγυάται τόσο την τεχνική, όσο και την αισθητική αρτιότητα της δουλειάς του…
Πρώτα χρόνια
Ο Ζαν-Μαρκ Βασερόν γεννιέται το 1731 στη Γενεύη ως γιος του Ζαν-Ζακ Βασερόν, αν και αυτό είναι το μόνο που γνωρίζουμε για την πρώτη περίοδο της ζωής του. Τον Ζαν-Μαρκ τον ξαναβρίσκουμε το 1751, όταν υπογράφει το δίπλωμα της μαθητείας του σε εργαστήριο ωρολογοποιίας, που του έδινε τη δυνατότητα να ανοίξει τη δική του επιχείρηση…
Ο Βασερόν και η τέχνη της υψηλής ωρολογοποιίας
Αυτό το πιστοποιητικό, η ίδια η ιδρυτική πράξη ουσιαστικά της Vacheron Constantin, μετατρέπει τον Βασερόν στον παλιότερο ωρολογοποιό η φίρμα του οποίου υπάρχει ως τις μέρες μας! Τα επίσημα αρχεία της Vacheron Constantin δεν περιέχουν μάλιστα τίποτα για τα πρώτα 60 χρόνια της ιστορίας της, αρχίζοντας να καταγράφουν τις επιχειρηματικές της περιπέτειες από το 1810 και τις επιστολές που υπέγραψε ο εγγονός του Ζαν-Μαρκ, Ζακ-Βαρθολομαίος Βασερόν. Η ιστορία από το 1755-1810 προερχόταν μόνο από δευτερεύουσες πηγές και τρίτα αρχεία και για αιώνες η ίδια η εταιρία έδινε ως επίσημο έτος ίδρυσής της το 1785. Μόνο όταν ανακαλύφθηκε το συγκεκριμένο πιστοποιητικό του 1755 άλλαξαν όλα. Το εργαστήριό του ανοίγει λοιπόν επισήμως τις πύλες του το 1755, όταν ο 24χρονος τεχνίτης υπογράφει την πρώτη του δημιουργία: το ασημένιο ρολόι τσέπης με τη θρυλική υπογραφή στον περίπλοκο μηχανισμό του «J: M: Vacheron A GENEVE»! Ο ολοκληρωμένος και πολύπλοκος για την εποχή μηχανισμός είναι φιλοτεχνημένος με έμφαση στη λεπτομέρεια και πινελιές χρυσού, δημιουργώντας έτσι τη διπλή παρακαταθήκη της φίρμας, στην τεχνική και αισθητική δεινότητα. Σύντομα ο μικρός οραματιστής θα γίνει ένας εξαίσιος τεχνίτης (cabinotier) και η πρώτη του δημιουργία, το ασημένιο ρολόι τσέπης, θα γνωρίσει τη δική της απήχηση στα παντελόνια της υψηλής κοινωνίας. Το 1770, ο πρωτοπόρος της ωρολογοποιίας θα φτιάξει τα πρώτα ρολόγια με την παροιμιώδη πολυπλοκότητα των μηχανισμών του, αφήνοντας παντοτινή κληρονομιά στους επιγόνους του. Ο Βασερόν έζησε την εποχή του Διαφωτισμού και μαγεύτηκε από την αστρονομία αλλά και τον Ορθό Λόγο, όντας πλήρως ενταγμένος στη νέα περίοδο του ανθρώπινου πνεύματος. Ήταν εξάλλου μέλος της μικρής ελίτ των κορυφαίων ωρολογοποιών και πήρε μέρος στους πολιτικούς διαξιφισμούς, όντας θαμώνας των φιλολογικών καφέ. Αντανακλώντας τη φιλοσοφία της εποχής, η τέχνη του φαινόταν να τρέφεται από τις ουμανιστικές ιδέες των Διαφωτιστών (και κυρίως του Ρουσό) για τον πολιτισμό και τη δημιουργικότητα, μια πνευματική κληρονομιά που απλώθηκε εξάλλου πάνω από όλη την ελβετική ωρολογοποιία. Το 1779, ο Βασερόν προχωρεί σε αρκετές καινοτομίες στην κατασκευή των ρολογιών του που θα υιοθετούν προοδευτικά από την ελβετική ωρολογοποιία. Ταυτοχρόνως, ήταν ένας από τους πρώτους κατασκευαστές τμημάτων ρολογιών που άρχισε να τα παράγει εξολοκλήρου μόνος του, αλλάζοντας άρδην το παιχνίδι της αγοράς. Κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, ο ελβετός ωρολογοποιός άρχισε να αποσύρεται προοδευτικά και κάποια στιγμή τα ηνία ανέλαβε ο μικρότερος γιος του, Αβραάμ (1785), ο οποίος μετονομάζει την επόμενη χρονιά τη φίρμα σε «Abraham Vacheron-Girod», εξαιτίας του νέου συνεργάτη του, Monsieur Girod. Ο Ζαν-Μαρκ απέκτησε πέντε παιδιά και όλα τους εντάχθηκαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στην πατρική εταιρία, όπως ο πρωτότοκος Λουί-Αντρέ. Η οικογένεια κατάφερε να κρατήσει το εργαστήριο ανοιχτό παρά τις περιπέτειες της Γαλλικής Επανάστασης αλλά και την κατοχή της Γενεύης από τα στρατεύματα του γαλλικού Διευθυντηρίου. Ο ίδιος ο Ζαν-Μαρκ έμαθε στα παιδιά του την απαράμιλλη τέχνη του…
Το τέλος και το μέλλον
Ο Ζαν-Μαρκ Βασερόν έφυγε από τον κόσμο το 1805 ως ένα προβεβλημένο μέλος της τοπικής κοινωνίας της Γενεύης αλλά και ως εξέχων ωρολογοποιός. Πέντε χρόνια αργότερα, τα ηνία της φίρμας που υπέγραφε τις δημιουργίες της με το όνομα του ιδρυτή της ανέλαβε ο εγγονός του, Ζακ-Βαρθολομαίος, ο οποίος ήταν ο πρώτος που αποφάσισε να επεκτείνει το πελατολόγιο της εταιρίας στέλνοντας πια την υψηλή ωρολογοποιία του παππού του στη Γαλλία και την Ιταλία. Το 1812, τα -ακόμα και μουσικά!- ρολόγια των Βασερόν είχαν στο καντράν την υπογραφή «Vacheron Chossat & Comp. A GENEVE» (καθώς ο Girod είχε αποσυρθεί και τη θέση του ανέλαβε ο Charles-François Chossat), αλλά και χρυσές θήκες, επισμαλτωμένα καντράν και φιλοτεχνημένα διακοσμητικά μέρη. Είχαν επίσης πειραματικά εξαρτήματα που έκαναν πολλά και διάφορα και άλλα έπιασαν εμπορικά και άλλα όχι. Η καθοριστική στιγμή για τη φίρμα θα έρθει το 1819, όταν θα καταφτάσει το εμπορικό και διαφημιστικό δαιμόνιο Φρανσουά Κονσταντέν και θα σκαρώσει το σλόγκαν «κάντο καλύτερο αν είναι δυνατόν, που είναι πάντα δυνατόν». Το όνομα του Κονσταντέν θα περιληφθεί κάποια στιγμή στην επωνυμία της εταιρίας, δίνοντας έτσι υπόσταση στη Vacheron Constantin. Η οποία μέχρι το 1830 είχε γίνει τόσο γνωστή που τώρα είχε να αντιπαρατεθεί με τους τόνους των πλαστών Vacheron που κατέκλυζαν την Ευρώπη. Η επωνυμία συνέχιζε να αλλάζει καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, ακολουθώντας τους κληρονόμους τόσο του Βασερόν όσο και του Κονσταντέν. Η απευθείας γενιά των Βασερόν έληξε το 1870, όταν έγινε γενική διευθύντρια η χήρα του Σαρλ-Σεζάρ Βασερόν. Το 1880, η φίρμα υιοθέτησε το χαρακτηριστικό σύμβολο του λογοτύπου της, τον Σταυρό της Μάλτας, και μετά τον θάνατο της χήρας, η επιχείρηση κατέληξε στο «Vacheron & Constantin», με το οποίο πορεύτηκε στον 20ό αιώνα… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr