O επίσκοπος Χοσέ Μαρία Εσκριβά ντε Μπαλαγκουέρ έφυγε από τον κόσμο το 1975 ως ένας ιεράρχης παγκόσμιου βεληνεκούς. Δεκαεφτά χρόνια αργότερα (1992), ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ άρχισε τις επίσημες διαδικασίες για την αγιοποίησή του, η οποία έλαβε χώρα το 2002, μόλις 27 χρόνια δηλαδή μετά την αποδημία του εις Κύριον, κάνοντας πολλούς θεολόγους και ιερωμένους να καταφερθούν κατά του κατεπείγοντος της απόφασης, μιλώντας ανοιχτά για την «πιο γρήγορη αγιοποίηση της πρόσφατης εκκλησιαστικής ιστορίας»! Προσωπικός θαυμαστής του ισπανού μονσινιόρ, ο Ποντίφικας έσπευσε λοιπόν να τον αγιοποιήσει, βάζοντας έτσι το τελευταίο λιθαράκι στην αμέριστη υποστήριξη που παρείχε όλες αυτές τις δεκαετίες η επίσημη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στην οργάνωση που είχε ιδρύσει ο Εσκριβά, τη διαβόητη τελικά Opus Dei. H πανίσχυρη και αμφιλεγόμενη χριστιανική οργάνωση Έργο του Θεού προκάλεσε πλήθος διαξιφισμών και πυροδότησε τόνους άρθρων για το κατά πόσο θεάρεστη ήταν η επίγεια αποστολή της. Αν ήταν το καταχθόνιο «παρακράτος του Βατικανού», όπως ορκίζονταν οι φανατικοί πολέμιοι της Opus Dei, ή μια θεόπνευστη οργάνωση που ήθελε αντιθέτως να επαναφέρει τον καθημερινό άνθρωπο στον λόγο του Θεού, όπως θέλουν οι υποστηρικτές της, είναι ένα δίλημμα που τελεσίδικες απαντήσεις δεν σηκώνει, καθώς η αποκρυφιστική καθολική οργάνωση συνεχίζει να καλύπτεται από τον μανδύα του άγνωστου παρά το γεγονός ότι το πνευματικό παιδί του Εσκριβά υπάρχει στον κόσμο από το 1928. Αφού έλαβε (κατά δήλωσή του) το κάλεσμα της θείας εντολής, ο ιεράρχης ίδρυσε την Opus Dei με αποκλειστικό σκοπό την εκπαίδευση των νέων στα ιδεώδη του καθολικισμού, την προσφορά βοήθειας στους φτωχούς και τους αρρώστους αλλά και τη διάδοση της χριστιανικής πίστης εν γένει. Αν και η οργάνωση εμφάνιζε από τις πρώτες στιγμές της μια απίστευτη εμμονή να τρυπώσει στα ενδότερα του Βατικανού, κάνοντας τη να μοιάζει με μυστικιστικό τάγμα που προωθούσε τη δική του ατζέντα. Σύντομα η οργάνωση, κάτω από τη συνεχή εποπτεία του Εσκριβά και την αμέριστη συμπαράσταση των ανώτατων εκκλησιαστικών και πολιτικών κύκλων της Μαδρίτης, άρχισε να επεκτείνει τις δραστηριότητές της σε όλη την Ισπανία και από εκεί σε ολόκληρο τον κόσμο. Αφού συνδέθηκε με την πλευρά του φασίστα Φράνκο στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο, έλαβε κατόπιν τις ευλογίες του «τζενεραλίσιμο» δικτάτορα αλλά και του ίδιου του Πάπα, όντας πλέον (1943) ένα κανονικό θρησκευτικό τάγμα. Ο ίδιος ο Ποντίφικας ίδρυσε για τα μέλη της Opus Dei το Ρωμαϊκό Κολέγιο του Τίμιου Σταυρού, εγκαθιδρύοντάς τη ουσιαστικά στους ρωμαιοκαθολικούς κόλπους. Τόσο ο Εσκριβά όσο και η Opus Dei του συνεχίζουν να χαρακτηρίζονται αμφιλεγόμενοι, καθώς η φημολογία αλλά και οι ρητές κατηγορίες τούς θέλουν να κινούνται παρασκηνιακά, να προωθούν μια εκκλησιαστική ελίτ και να επιδίδονται σε σκοτεινά τελετουργικά που θυμίζουν πολύ άλλες μυστικιστικές σέχτες. Αλλά και να προωθούν τη δική τους πολιτική ατζέντα τελικά που συντάσσεται διαχρονικά με τα άκρα της Δεξιάς. Μέχρι τον θάνατο του Εσκριβά, η οργάνωσή του είχε επισήμως 60.000 κληρικούς αλλά και λαϊκούς και δραστηριοποιούνταν σε 80 χώρες. Αν κάτι πρέπει να μείνει από το έργο της ζωής του Εσκριβά, είναι ίσως το παγκόσμιο κάλεσμά του στην αγιότητα, ο ρόλος των λαϊκών αλλά και ο αγιασμός της εργασίας…
Πρώτα χρόνια
Ο άγιος Χοσέ Μαρία Εσκριβά ντε Μπαλαγκουέρ υ Αλμπάς γεννιέται στις 9 Ιανουαρίου 1902 στο Μπαρμπάστρο της Ισπανίας ως το δεύτερο από τα έξι παιδιά ενός αραγωνέζου υφασματέμπορου και της συζύγου του. Η πατρική επιχείρηση πτώχευσε σύντομα και η οικογένεια μετακόμισε το 1915 σε ένα χωριουδάκι, όπου έπιασε δουλειά ο πατέρας ως εργάτης σε κλωστοϋφαντουργεία. Ο μικρός Χοσέ Μαρία ένιωθε από μικρός -κατά δήλωσή του πάντα- πως «έχω επιλεχθεί για κάτι», υποψία που επιβεβαιώθηκε από μια σειρά «θεϊκά σημάδια», όπως κάτι πατημασιές στο χιόνι από έναν μοναχό. Κι έτσι ήξερε από μικρός ότι θα γινόταν ιερωμένος και φρόντισε να πάρει από νωρίς τις πατρικές ευλογίες γι’ αυτό: στις 20 Δεκεμβρίου 1924 χειροτονήθηκε διάκονος στη Σαραγόσα και την επόμενη χρονιά φόρεσε το σχήμα. Φιλόδοξος και αεικίνητος από την αρχή, δεν έμεινε στην ενορία που του εμπιστεύτηκαν, αλλά το 1927 κατέφτασε στη Μαδρίτη για να σπουδάσει νομικά στο τοπικό πανεπιστήμιο. Ταυτόχρονα με τις σπουδές του, αρχίζει το σημαντικό ποιμαντικό του έργο και βρίσκεται να διδάσκει σε μοναστήρια αλλά και να κρατά τον τίτλο του εφημέριου σε διάφορες εκκλησίες και καθολικά ιδρύματα…
Η γέννηση της Opus Dei
Το ημερολόγιο έγραφε 2 Οκτωβρίου 1928 όταν ο Εσκριβά είδε το Έργο του Θεού μέσω του θείου καλέσματος: η δική του αποστολή στον κόσμο θα ήταν να διδάξει τον απλό καθολικό ότι θα μπορούσε να πετύχει την αγιότητα μέσα από το κοσμικό επάγγελμά του. Την ίδια χρονιά ιδρύει λοιπόν την Opus Dei για να πετύχει τη θέωση του απλού ανθρώπου και βάζει τα θεμέλια του αποστολικού του έργου. Αρχίζει λοιπόν να κηρύττει τον τρόπο του Θεού θέλοντας να ανακουφίσει αρχικά τους φτωχούς και τους αρρώστους, αν και τα έργα της οργάνωσής του θα μπουν από την αρχή στο στόχαστρο των εκκλησιαστικών κύκλων. Ο Εσκριβά έφτιαξε έτσι την Opus Dei ώστε να αποτελεί ένα είδος εκκλησιαστικού θεσμού που δρα στο περιθώριο των εκκλησιαστικών διοικητικών μονάδων και δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία τους, λογοδοτώντας απευθείας στον Πάπα. Ήδη από τα γεννοφάσκια της δέχτηκε σφοδρή κριτική καθώς ακόμα και καρδινάλιοι την κατηγορούσαν ότι δεν ήταν παρά ένας εύσχημος τρόπος για την οικοδόμηση μιας βάσης εξουσίας μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας, έξω και πέρα από κάθε παρέμβαση των καθιερωμένων κανονιστικών διαρθρώσεων. Κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφύλιου Πολέμου (1936-1939), ο Εσκριβά διέφυγε από τη Μαδρίτη, καθώς ένιωθε ότι κινδύνευε μέσα στο αντικληρικό μένος των Φιλελεύθερων, και περνώντας μέσα από την Ανδόρα και τη Γαλλία κατέφτασε στα προπύργια των Εθνικιστών του στρατηγού και δικτάτορα κατόπιν Φράνκο. Η επικράτηση του Φράνκο ήταν αυτή που ενδυνάμωσε την Opus Dei και οι παρασκηνιακές σχέσεις του Εσκριβά με το καθεστώς δεν μπορούσαν τώρα να κρυφτούν. Μέσα στο πλαίσιο αυτό, ο ιερωμένος επιστρέφει στη Μαδρίτη και παίρνει το διδακτορικό του στα νομικά, ενώ τώρα με την αμέριστη υποστήριξη του Φράνκο είναι ελεύθερος να διευρύνει σταδιακά την επιρροή της οργάνωσής του στην παιδεία, τον Τύπο αλλά και σε οικονομικούς θεσμούς. Στα επόμενα χρόνια (δεκαετίες του ’50 και του ’60) η Opus Dei εδραιώθηκε ως η σημαντικότερη συντηρητική πολιτική και θρησκευτική δύναμη στην Ισπανία, απολαμβάνοντας πια και της εύνοιας του Βατικανού! Όταν ένιωσε ότι η εγκαθίδρυση της καθολικής οργάνωσής του είχε ολοκληρωθεί στην Ισπανία, ο Εσκριβά μετακόμισε (1946) μόνιμα στη Ρώμη για να εξαπλώσει περαιτέρω την «ιερότητα και να αγιάσω την καθημερινή εργασία». Η άνοδός του στους ανώτατους εκκλησιαστικούς κύκλους, έστω και στο περιθώριο, έμελλε να είναι ραγδαία…
Η Opus Dei και το Βατικανό
Την επόμενη χρονιά της μετακίνησής του στη Ρώμη, ο Εσκριβά λαμβάνει τον εκκλησιαστικό τίτλο του «μονσινιόρ» από τον Πάπα, την ίδια ώρα που αξιώνει και παίρνει τις παπικές ευλογίες για την οργάνωσή του. Η τριετία 1947-1950 του ανήκει ολότελα, καθώς εξασφαλίζει την έγκριση του Βατικανού για την κοσμική Opus Dei του. Ο «σεβασμιότατος» πια Εσκριβά βλέπει την ίδρυση του Ρωμαϊκού Κολεγίου του Τίμιου Σταυρού προς τιμήν της οργάνωσής του, ως ένας εκπαιδευτικός θεσμός που λογοδοτεί απευθείας στον Ποντίφικα, όντας πια απερίσπαστος να εξαπλώσει την οργάνωσή του στα πέρατα του χριστιανικού κόσμου. Οι ακούραστες παρασκηνιακές δράσεις του μονσινιόρ άγγιξαν το αποκορύφωμά τους στη δεκαετία του 1950, όταν το Βατικανό αναγνώρισε την Opus Dei ως «κοσμικό ινστιτούτο» και της εκχώρησε ανήκουστα στην ιστορία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας προνόμια. Τα μέλη του «θρησκευτικού τάγματος» αφέθηκαν να συγκροτήσουν «ξεχωριστή επισκοπή, με δικό του επίσκοπο», κάτι που σημαίνει ότι ήταν έξω από τον έλεγχο των κατά τόπους οργάνων του Βατικανού! Το 1982 μάλιστα ο προσωπικός θαυμαστής του Εσκριβά, Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ (που προσκύνησε στον τάφο του ιερωμένου πριν αναλάβει τον θρόνο της καθολικής εκκλησίας), έδωσε στην οργάνωση ακόμα περισσότερα προνόμια στην Opus Dei, μια από τις πρώτες λαϊκές οργανώσεις της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Η πλειονότητα των μελών της ήταν καθολικοί λαϊκοί άντρες («κοσμικοί κληρικοί» αποκαλούνται στο εσωτερικό της σέχτας) που εργάζονται πυρετωδώς να πετύχουν την αγιότητα μέσα από τα κοσμικά επαγγέλματά τους. Ήδη από το 1933 το πρώτο πνευματικό κέντρο της οργάνωσης λειτουργούσε στην Μαδρίτη, όπου καθολικοί φοιτητές σπούδαζαν αρχιτεκτονική και νομικά, επιστήμες που συνδέονταν με την άρχουσα αστική τάξη της Ισπανίας. Οι πρώτοι ιερείς της Opus Dei χειροτονήθηκαν το 1945, μέσα σε γενικευμένη κατακραυγή του καθολικού κόσμου, αν και σύντομα ο Εσκριβά θα εξασφάλιζε την πλήρη αναγνώριση από την Αγία Έδρα της Ρώμης και όλα τα στόματα θα έκλειναν: ο Πάπας Πίος ΙΒ’ την αναγνώρισε ήδη από το 1947 και το 1950 δεν δίστασε να τροποποιήσει το ίδιο το καταστατικό της Αγίας Έδρας ώστε να αναβαθμίσει την Opus Dei! Ο Εσκριβά, με την παπική βούλα στο πλευρό του, μεταμορφώνει την εκκλησιαστική οργάνωση σε κανονικό μυστικιστικό τάγμα, απαγορεύοντας πια στα μέλη του, τόσο τους κληρικούς όσο και τους λαϊκούς, να αποκαλύπτουν την ταυτότητα μέλους, θυμίζοντας μασονικού τύπου πρακτικές. Οι κοσμικοί ιερείς της οργάνωσης (Κοσμικό Ιερατείο) υπάγονται στους αρχιερείς της, οι οποίοι έχουν άμεση επαφή με ανώτερους κληρικούς και επισκόπους μέσα από ένα ευρύτατο πλέγμα αυστηρών κανόνων σιωπής και ετεροκατεύθυνσης από την ηγεσία της Opus Dei. Όλες οι τροποποιήσεις των καταστατικών διατάξεων της οργάνωσης (από το 1950 μέχρι και το 1990) έγιναν κάτω από την άμεση επίβλεψη, αρωγή και συμφωνία της Ρώμης. Ο Εσκριβά ιδρύει το ένα κέντρο πίσω από το άλλο και επιστρατεύει οικονομικούς θεσμούς και εταιρίες να χρηματοδοτούν τη διοργάνωση φιλανθρωπικών σκοπών, εκπαιδευτικών προγραμμάτων, σεμιναρίων πνευματικής καλλιέργειας, ακόμα και ιατρικής επιμόρφωσης. Ο ιεράρχης έγινε πολύ καλός φίλος με τους άγιους πατέρες της Δεύτερης Συνόδου του Βατικανού (1962-1965) και πλέον είχε όλη την ανώτατη Εκκλησία στο τσεπάκι του. Η Opus Dei του χρηματοδοτούσε τώρα επαγγελματικές σχολές, εμπορικά και αγροτικά κέντρα, εκκλησιαστικά αλλά και κοσμικά σχολεία, ακόμα και το Πανεπιστήμιο της Ναβάρας…
Τελευταία χρόνια και αγιοποίηση-ρεκόρ
Το 1955, έχοντας λάβει επιπλέον τιμητικούς ρόλους από τον Ποντίφικα, ο Εσκριβά πήρε άλλο ένα διδακτορικό (στη θεολογία αυτή τη φορά) από το Λατερανό Πανεπιστήμιο της Ρώμης. Τώρα ήταν ανώτατος σύμβουλος του Ποντίφικα σε θέματα εκπαιδευτικής πολιτικής αλλά και Κανονικού Δικαίου, τιμητικό μέλος στην Παπική Ακαδημία Θεολογίας και προωθούσε τους σκοπούς της Opus Dei του κατευθείαν μέσα από τα ανώτατα κλιμάκια του Βατικανού. Οι παπικοί κύκλοι ήταν εξάλλου αυτοί που ίδρυσαν προς τιμή της κοσμικής καθολικής οργάνωσης το Ρωμαϊκό Κολέγιο του Τίμιου Σταυρού (Collegium Romanum Sanctae Crucis) στη Ρώμη, ως το ανώτατο (πανεπιστημιακής εκπαίδευσης) επιμορφωτικό κέντρο για τους άντρες της οργάνωσης, το οποίο ακολουθήθηκε από το εξίσου διαβόητο πια Collegium Romanum Sanctae Mariae, το οποίο κάνει το ίδιο για τις κυρίες της Opus Dei. Σήμερα τα δύο τμήματα έχουν συγχωνευτεί στο Παπικό Πανεπιστήμιο του Τίμιου Σταυρού. Ανώτατα εκπαιδευτικά κέντρα της Opus Dei ιδρύθηκαν σε διάφορες περιοχές του κόσμου, όπως και τα κοσμικά «αδελφά» ιδρύματα του Πανεπιστημίου της Ναβάρας στην Παμπλόνα αλλά και πανεπιστήμιο στο Περού. Όλα αυτά μέσα στις επικρίσεις για παρείσφρηση της οργάνωσης στα ανώτερα στρώματα του Βατικανού αλλά και στην πολιτική και οικονομική ζωή του πλανήτη, καθώς τα λαϊκά μέλη της μετρούσαν και μετρούν προβεβλημένες προσωπικότητες σε θέσεις-κλειδιά. Με όχημα τη διάδοση της χριστιανικής διδασκαλίας και την αναγωγή των καθημερινών δραστηριοτήτων σε μέσο προσέγγισης του Θεού, η Opus Dei επιδόθηκε σε ένα σφοδρό φιλανθρωπικό έργο λειτουργώντας μορφωτικά ιδρύματα, κέντρα υποστήριξης κακοποιημένων γυναικών, νοσοκομεία, φοιτητικές εστίες, πολιτιστικά κέντρα κ.λπ. Οι στρατιές των ιδιωτών χρηματοδοτών της την έχουν βάλει για τα καλά στο παρασκήνιο περισσότερων από 80 χωρών, καθώς η οργάνωση έλεγχε ήδη από το 1979 γυμνάσια και πανεπιστήμια, εφημερίδες και περιοδικά, τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, ειδησεογραφικά πρακτορεία και διαφημιστικές εταιρείες στα μήκη και τα πλάτη της οικουμένης. Και βέβαια συνεχίζει να προκαλεί πύρινες συζητήσεις για το θεάρεστο ή μη της αποστολής της, καθώς σε πολλές χώρες φέρεται να διαγκωνίζεται για την πολιτική επιρροή με άλλες σκιώδεις οργανώσεις. Τα μέλη της έχουν κατά καιρούς κατηγορηθεί ότι προάγουν πιστωτικά γεγονότα, θερμά επεισόδια, ακόμα και χρηματοδότηση παραστρατιωτικών οργανώσεων, καθώς η ακροδεξιά ρητορεία της Opus Dei ήταν φανερή ήδη από τα χρόνια του Εσκριβά. Ο ισπανός ιερωμένος ενστερνιζόταν πλήρως τις φασιστικές πεποιθήσεις του Φράνκο, ενώ αργότερα δεν δίστασε να εκφράσει ανεπιφύλακτα τον θαυμασμό του για τον Χίτλερ. Ο ίδιος ο Φράνκο χρησιμοποίησε τεχνοκράτες της Opus Dei για να στελεχώσει το υπουργείο Οικονομικών του και να φέρει την ανάπτυξη στη σπαραγμένη Ισπανία. Η κοσμική εξάλλου συνήθειά του να στρατολογεί λαϊκούς και να τους συμβουλεύει να μην εγκαταλείψουν τις επαγγελματικές τους ενασχολήσεις έφερε σύντομα την οργάνωση σε ρόλους-κλειδιά, παρεισφρέοντας στα ΜΜΕ, τον ακαδημαϊκό κόσμο, το εμπόριο, τη βιομηχανία, τον πολιτικό και δικαστικό στίβο αλλά και τους εκκλησιαστικούς κόλπους φυσικά, αποκτώντας στην πορεία αμύθητα πλούτη και απροσμέτρητη επιρροή. Η αυτοκέφαλη ιερατική οργάνωση έχει σήμερα όλα τα χαρακτηριστικά του μυστικιστικού τάγματος και πολλοί διατείνονται ότι είναι η ισχυρότερη θρησκευτική σέχτα του πλανήτη, κατέχοντας νευραλγικές θέσεις στο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό κατεστημένο πολλών χωρών (όπως η Ισπανία, η Γαλλία, οι ΗΠΑ και όλη η Λατινική Αμερική). Ο Εσκριβά πέθανε στις 26 Ιουνίου 1975, όταν θα εκδηλωνόταν η ισχυρότερη ίσως απόδειξη της παρείσφρησης της οργάνωσής του στα υψηλά κλιμάκια του Βατικανού. Μόλις τρία χρόνια μετά τον θάνατό του, ένας καρδινάλιος (Αλμπίνο Λουτσιάνι) που θα μάθαινε αργότερα ο κόσμος ως Πάπα Ιωάννη Παύλο Α’ μακάρισε τον ιεράρχη για τη σημαντική συνεισφορά του στη χριστιανική διδασκαλία και δύο χρόνια αργότερα, στο πέμπτο του μνημόσυνο, άρχισαν οι διαδικασίες για την εξέταση της υποψηφιότητάς του για αγιοποίηση! Το ένα τρίτο των καθολικών επισκόπων της υφηλίου συντάχθηκε μάλιστα από την πρώτη στιγμή με την αγιοποίηση του Εσκριβά (αριθμός-ρεκόρ!), δείχνοντας κατά πολλούς την παρείσφρηση του λόμπι του στην κεφαλή του καθολικισμού. Όταν ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ τον έκανε και επισήμως άγιο 27 χρόνια μετά τον θάνατό του (2002), όλοι μιλούσαν για σκάνδαλο ολκής στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, καθώς ήταν η γρηγορότερη αγιοποίηση της σύγχρονης εκκλησιαστικής εποχής. Σήμερα η πνευματική κληρονομιά του αριθμεί παγκοσμίως περισσότερα από 80.000 μέλη… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr