Ο πράκτορας του FBI που κατάφερε να τρυπώσει στα άδυτα του οργανωμένου εγκλήματος και να ανέλθει στις τάξεις του ως κλέφτης κοσμημάτων, πυροδοτώντας την περιπέτεια «Ντόνι Μπράσκο», πέρασε έξι χρόνια δίπλα σε πρωτοκλασάτους μαφιόζους και γκάγκστερ εκεί στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Μπορεί να έχουν περάσει πια περισσότερα από 30 χρόνια, όλοι όμως θυμούνται ακόμα τον θρασύτατο Τζόζεφ Πιστόνε, είτε μιλάμε για τον νόμο είτε για τον αμερικανικό υπόκοσμο! Κι αυτό γιατί ο άντρας που τρύπωσε στη Μαφία ως «Ντόνι Μπράσκο» οδήγησε περισσότερους από 100 κακοποιούς πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, προσυπογράφοντας τις δικές του τραγικές περιπέτειες στη ζωή, μιας και ακόμα και σήμερα μετακινείται συνεχώς με πλαστές ταυτότητες καθώς το συμβόλαιο θανάτου του από τη Μαφία δεν λέει να λήξει. «Δεν ανησυχώ τόσο για τους κακοποιούς», είπε πριν από λίγα χρόνια ο πρώην πράκτορας του FBI, «αυτοί με σέβονται. Ξέρουν ότι έκανα απλώς τη δουλειά μου. Εξάλλου δεν παγίδευσα ποτέ κανέναν, ποτέ δεν έκανα κάποιον να κάνει κάτι που δεν θα έκανε ούτως ή άλλως. Υπάρχει όμως πάντα η πιθανότητα να πέσεις πάνω σε κάναν ‘‘καουμπόι’’, ξέρεις, κάποιον που δεν του άρεσε καθόλου αυτό που έκανες». Κι αυτό που έκανε ο Πιστόνε για έξι ολόκληρα χρόνια, που θα τον μετέτρεπε στον γνωστότερο μυστικό αστυνομικό του FBI, μόνο εύκολο δεν ήταν. Αφού ξέχασε την παλιά του ζωή ως οικογενειάρχης, ο Πιστόνε έγινε μέλος μιας εκ των πέντε διαβόητων νεοϋορκέζικων μαφιόζικων οργανώσεων, της Οικογένειας Μπονάνο, ως «Ντόνι ο Κοσμηματοπώλης»! Εντάχθηκε μάλιστα στη Μαφία σε μια πρωτόγνωρη για την ίδια περίοδο ευημερίας αλλά και αναστάτωσης, καθώς οι αμερικανοί και σικελοί μαφιόζοι μάχονταν για το κεφάλι στο εμπόριο ναρκωτικών. Και βέβαια μπορεί να μην έγινε ποτέ «νονός», επέφερε όμως συντριπτικό πλήγμα στο οργανωμένο έγκλημα: όταν τον ανακάλεσαν το 1981, είχε συγκεντρώσει πια αρκετά στοιχεία ώστε να κλείσει 120 περίπου μαφιόζους στη «στενή»! Η σχεδόν μυθιστορηματική ιστορία του πυροδότησε, όπως ήταν φυσικό, βιβλία αλλά και χολιγουντιανές ταινίες, από τις οποίες ξεχωρίζει φυσικά το φιλμ «Donnie Brasco» με τον Τζόνι Ντεπ στον ρόλο του Πιστόνε…
Πρώτα χρόνια
Ο Τζόζεφ Ντόμινικ Πιστόνε γεννιέται στις 17 Σεπτεμβρίου 1939 στην Πενσιλβάνια των ΗΠΑ, αν και μεγαλώνει σε κακόφημο προάστιο (Πάτερσον) του νεοϋορκέζικου Τζέρσεϊ. Εκεί, μέσα στην εργατική συνοικία, θα έρθει για πρώτη φορά σε επαφή με τον υπόκοσμο, υιοθετώντας από παιδί τη γλώσσα του δρόμου. «Αυτοί ήταν τύποι που ήξερα από τη γειτονιά», θα πει αργότερα για την εποχή, «όλοι ήξεραν ότι ήταν κακοποιοί. Είχαν λεφτά και ακριβά αυτοκίνητα. Αυτό που δεν έβλεπες ήταν όλα τα δόλια πράγματα που έκαναν, τη μάχη για εξουσία και το ξεπάστρεμα ανθρώπων». Παρά τις κακές παρέες που έκανε όμως, οι γονείς του κατάφεραν να τον κρατήσουν στον ίσιο δρόμο: «Η μαμά μου ήταν θρησκευόμενη. Ο μπαμπάς μου είχε ένα μπαρ, αλλά δεν ήταν διεφθαρμένος». Παρά το γεγονός ότι ο Πιστόνε πήρε το 1965 πτυχίο στα παιδαγωγικά από το Πανεπιστήμιο Πάτερσον και δούλεψε για έναν χρόνο ως δάσκαλος πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, το όνειρό του από μικρός ήταν να γίνει αστυνομικός. Κι έτσι το 1967 θα τα αφήσει όλα πίσω του για να πιάσει δουλειά ως μυστικός στην Υπηρεσία Πληροφοριών του Ναυτικού. Δύο χρόνια αργότερα μεταπήδησε στο FBI, όπου έμελλε να γίνει θρύλος…
Καριέρα στο FBI
Αφού εκτέλεσε διαφόρων λογιών αποστολές για λογαριασμό του Ομοσπονδιακού Γραφείου Ερευνών, μετατέθηκε το 1974 στη Νέα Υόρκη για να αναλάβει τον νέο του ρόλο. Ξέροντας να οδηγεί νταλίκες και σκαφτικά μηχανήματα, ο Πιστόνε ανέλαβε την αποστολή να εισχωρήσει σε μια σπείρα που έκλεβε φορτηγά και οικοδομικό εξοπλισμό. Τα δύο χρόνια που πέρασε στη συμμορία θα απέδιδαν ζηλευτούς καρπούς, καθώς τον Φεβρουάριο του 1976 το FBI συνέλαβε περισσότερους από 30 κακοποιούς σε μια από τις μεγαλύτερες και πιο προβεβλημένες επιτυχίες του Γραφείου κατά του αμερικανικού οργανωμένου εγκλήματος! Με τον μυστικό θρίαμβο στο τσεπάκι του, ο Πιστόνε ήταν έτοιμος να αναλάβει (εθελοντικά) τον ρόλο της καριέρας του. Αφού σκάρωσε τον νέο του χαρακτήρα, τον κλέφτη κοσμημάτων Ντόνι Μπράσκο, κατάφερε το 1976 να εισχωρήσει στο μαφιόζικο συνδικάτο Μπονάνο, ακολουθώντας τα ίχνη της προηγούμενης αποστολής του, καθώς η σπείρα που είχε εξαρθρώσει συνεργαζόταν με τη μαφιόζικη φαμίλια. Ο Πιστόνε πέρασε μάλιστα πολλές εκπαιδευτικές ώρες για να γίνει εξπέρ στους πολύτιμους λίθους και τα κοσμήματα, αλλά και στη διάρρηξη κλειδαριών και την απομόνωση συναγερμών (μαθήτευσε στο πλευρό πολλών μπουκαδόρων για να γίνει άσος στην τέχνη του). Το FBI του έδωσε ένα σπίτι στη Νέα Υόρκη και ένα κρησφύγετο στη Φλόριντα, την ίδια ώρα που φυγάδευσε την οικογένειά του σε άγνωστη τοποθεσία. Τον Σεπτέμβριο του 1976 ο Πιστόνε βγήκε για τελευταία φορά από το στρατηγείο του FBI, την πόρτα του οποίου θα ξαναπερνούσε μόνο έπειτα από έξι χρόνια. Το Ομοσπονδιακό Γραφείο έσβησε τα μητρώα του και επισήμως ο Πιστόνε δεν ήταν ποτέ μέλος του. Έχοντας σικελική καταγωγή, μιλώντας άπταιστα ιταλικά και όντας σε επαφή με τη Μαφία ήδη από τα μικράτα του, ο Πιστόνε ήταν ο καταλληλότερος πράκτορας για τη δουλειά, καθώς ήξερε τους κώδικες του υποκόσμου και τα κατατόπια τους. Ο Μπράσκο σύχναζε τώρα σε κακόφημα μπαρ πιάνοντας φιλίες με γκάγκστερ, αν και η Μαφία δεν θα αργούσε να τον ανακαλύψει, καθώς το FBI έκανε καλή δουλειά στο να του φτιάξει την εικόνα του χαμηλών τόνων μεν, αλλά δαιμόνιου κλέφτη κοσμημάτων. Ο Ντόνι Μπράσκο, όπως έλεγε το «βιογραφικό» του, δεν ήταν καθόλου βίαιος, προκειμένου να απαλλαγεί από φονικά για λογαριασμό των νέων του αφεντικών. Κάποια στιγμή ο Ντόνι γνώρισε τον Μπέντζαμιν Ρουτζιέρο, ένα μικροαφεντικό της Φαμίλιας Μπονάνο που στα 30 χρόνια της καριέρας του είχε «φάει» 26 ανθρώπους. Ο Ρουτζιέρο έγινε ο μέντορας του Μπράσκο στον κόσμο του εγκλήματος, βάζοντάς τον στα μεγάλα σαλόνια του αμερικανικού υποκόσμου. Ο Ντόνι ήταν πια πολύ κοντά στο να πετύχει τον πρωταρχικό στόχο της αποστολής του: να μάθει ποιος ήταν επικεφαλής της Οικογένειας Μπονάνο. «Αυτό που με συγκίνησε ήταν η ίδια η επιχείρηση, η πρόκληση. Η δουλειά του μυστικού αστυνομικού σημαίνει ότι πρέπει να είσαι σε όλα καλός. Αυτό ήταν το σημαντικό για μένα. Ήθελα να είμαι όσο καλύτερος γινόταν». Παρά το γεγονός ότι η επιχείρηση είχε αρχικά χρονικό ορίζοντα έξι μηνών, οι πληροφορίες που κόμιζε ο Πιστόνε λογίστηκαν αποφασιστικής σημασίας, γι’ αυτό και αποφασίστηκε να συνεχιστεί επ αόριστον. Ο μυστικός αστυνομικός δεν έβλεπε πια τη γυναίκα και τα τρία του παιδιά, καθώς υπήρχαν φόβοι ότι η Μαφία είχε τους δικούς της πληροφοριοδότες ακόμα και στο FBI. Εντωμεταξύ, ο Πιστόνε είχε πιάσει για τα καλά φιλίες με τα δυο του αφεντικά, τον Ρουτζιέρο αλλά και τον «νονό» Ντόμινικ Ναπολιτάνο, παίζοντας στα δάχτυλα τον άγραφο νόμο της Μαφίας: «Πρέπει να ξέρεις πότε να μιλάς και πότε να βγάζεις τον σκασμό. Κανείς δεν θα σου πει τι να κάνεις. Πρέπει να έχεις το μυαλό να χειριστείς μόνος τις καταστάσεις», λέει στην αυτοβιογραφία του, που έγραψε το 1988.
Το FBI και το Αστυνομικό Τμήμα της Νέας Υόρκης κατέγραφαν πια τις δραστηριότητες του νέου συνεργάτη της Μαφίας που έλεγαν Ντόνι Μπράσκο, μιας και κανείς τους δεν γνώριζε τη διπλή ταυτότητα του πράκτορα. Ο Μπράσκο ανέβαινε γοργά τα σκαλιά της μαφιόζικης ιεραρχίας, καθώς δεν ρωτούσε πολλά και κοιτούσε μόνο την εγκληματική δουλειά του. Ο Ρουτζιέρο τον εμπιστευόταν τώρα με τη ζωή του και του εξομολογούνταν όλων των λογιών τα μυστικά, τα οποία κατέγραφε με λεπτομέρειες ο πράκτορας. Στα έξι χρόνια που πέρασε ως μέλος της Οικογένειας Μπονάνο, ο Πιστόνε διατάχθηκε να εκτελέσει όχι ένα, όχι δύο, αλλά τέσσερα συμβόλαια θανάτου, αποδεικνύοντας έτσι την αφοσίωσή του στο συνδικάτο. Να πει «όχι» δεν ήταν φυσικά δυνατό, γι’ αυτό και έπρεπε να αυτοσχεδιάζει για να απεμπλακεί από τα φονικά ή να συνεργαστεί με το FBI ώστε να σκηνοθετηθούν ψεύτικοι φόνοι. Τη γυναίκα και τις τρεις κόρες του τις έβλεπε μια φορά στους 3-4 μήνες, αν και δεν μπορούσε να τους αποκαλύψει τη δουλειά του. Όλη αυτή η μυστικοπάθεια και τα μισόλογα διεκδίκησαν τεράστιο φόρο στην προσωπική του ζωή. Επιπλέον, ο Πιστόνε μπήκε στη Μαφία σε μια περίοδο αναταραχών και ξεκαθαρισμάτων λογαριασμών, καθώς στη δεκαετία του 1970 αναδύθηκε η λεγόμενη «Νέα Μαφία» από την αναπάντεχη και ιστορική συμφωνία των αμερικανικών και σικελικών οικογενειών για τον παγκόσμιο έλεγχο του εμπορίου ηρωίνης. Όσο όμως νέες στρατιές σικελών κακοποιών κατέφταναν στις ΗΠΑ, τόσο γενικεύονταν οι μάχες για δύναμη και εξουσία. «Υπήρχε πολλή ένταση. Ποιος ήταν αληθινός κακοποιός; Οι δικοί μου άνθρωποι γκρίνιαζαν και έκλαιγαν για τους Σικελούς», γράφει ο Πιστόνε. Και βέβαια μέσα σε αυτό το κλίμα της ζήλειας και της απληστίας ο Μπράσκο δεν ήταν στο απυρόβλητο. Μικροαφεντικό της Μπονάνο τον κατηγόρησε κάποια στιγμή ότι τσέπωσε 250.000 δολάρια και λίγο έλειψε να τον βγάλουν από τη μέση! «Ο Τόνι Μίρα ήταν ένα κακό κάθαρμα, αλλά πρόλαβε να πάει στον αρχηγό», εξομολογείται ο Πιστόνε, «έπρεπε να καθίσουμε κάτω τρεις φορές με τον κατήγορο και τον κατηγορούμενο και τους αντιπροσώπους τους» ώστε να εκδοθεί η απαλλακτική ετυμηγορία για τον Ντόνι Μπράσκο. Παρά το γεγονός ότι ο Πιστόνε είχε ξετρυπώσει τον «νονό» της Μπονάνο, κάποιον Καρμίν Γκαλάντε, ο μαφιόζος δολοφονήθηκε τον Ιούλιο του 1979, όταν και ξέσπασε μεγάλος πόλεμος στις πέντε νεοϋορκέζικες φαμίλιες. Τον Μάιο του 1981, οι μέντορες του Μπράσκο, Ρουτζιέρο και Ναπολιτάνο, ξεπάστρεψαν τρία μεγαλοστελέχη αντίπαλων οικογενειών και όλοι ήταν πια στόχος όλων. Φοβούμενο για την τύχη του Μπράσκο, το FBI θέλησε να τον αποτραβήξει από την υπόθεση, αν και ο ίδιος μόνο να ακούσει δεν ήθελε για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, καθώς η ευκαιρία που του είχε παρουσιαστεί ήταν ιστορική: η Οικογένεια Μπονάνο ήθελε να τον κάνει «δικό» της, πλήρες μέλος της δηλαδή με όλα τα προνόμια! Και τι μεγαλύτερο ρεζιλίκι για τη Μαφία από το να κάνει πρωτοπαλίκαρό της έναν αστυνομικό, σκεφτόταν και γελούσε μόνος ο Πιστόνε, αν και λογάριαζε προφανώς χωρίς τον ξενοδόχο. Γιατί στα μέσα του 1981 ο Ρουτζιέρο του ζήτησε να σκοτώσει κάποιον ώστε να γίνει δεκτός με τιμές στη φαμίλια. Πριν προλάβει βέβαια να διαπραγματευτεί με τον μέντορά του, ο στόχος του εξαφανίστηκε…
Οι δίκες της Μαφίας
Το γενικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών της Μαφίας έπεισε τους υπεύθυνους του Πιστόνε στο FBI ότι ήταν ώρα να τον ανακαλέσουν. Είχαν εξάλλου στα χέρια τους πολλά στοιχεία για πάμπολλους, δεν υπήρχε λοιπόν λόγος για περιττά ρίσκα. Εκτός βέβαια κι αν ήθελαν να ξεκάνουν όλη την Οικογένεια Μπονάνο, καθώς ο Πιστόνε ήταν έτοιμος να γίνει πλήρες μέλος της τον Δεκέμβριο του 1981 και εκλιπαρούσε να τον αφήσουν μυστικό λίγους μήνες ακόμα. Όταν όμως ο στόχος του εξαφανίστηκε, όπως είπαμε, τα αφεντικά του FBI τον έβγαλαν αμέσως από την υπόθεση. Το ημερολόγιο γράφει 26 Ιουλίου 1981 όταν ο Ντόνι Μπράσκο δίνει και πάλι τη θέση του στον Τζόζεφ Πιστόνε, με το γεγονός να φέρνει τα πάνω κάτω στον κόσμο του εγκλήματος. Το FBI ενημερώνει χαιρέκακα δύο μέρες μετά τους μαφιόζους συνεργάτες του ότι ο Μπράσκο ήταν δικός τους και οι εξελίξεις πέφτουν ντόμινο. Η Μαφία τον επικηρύσσει έναντι μισού εκατομμυρίου δολαρίων, ο Ναπολιτάνο εκτελείται (και κόβονται τα χέρια του!), όπως και αυτός που τον είχε συστήσει στην Μπονάνο, αλλά και ο Ρουτζιέρο οδεύει προς τον εκδικητικό χαμό του, αν και τον προλαβαίνει στο τσακ το FBI συλλαμβάνοντάς τον (και καταδικάζοντάς τον λίγο αργότερα σε 20 χρονάκια). Όταν το Γραφείο ειδοποίησε τον Ναπολιτάνο ότι ο Μπράσκο ήταν μυστικός πράκτορας, ο μεγαλομαφιόζος δεν εκδήλωσε καμία ρεβανστιστική τάση λέγοντας απλά «Τι κρίμα! Το αγαπούσα αληθινά αυτό το παιδί». Η Επιτροπή των Πέντε Νεοϋορκέζικων Οικογενειών πέταξε την Μπονάνο εκτός, την ίδια ώρα που τα ντοκουμέντα που μάζεψε ο Πιστόνε όλα αυτά τα χρόνια οδήγησαν σε 200 συλλήψεις και 100 τελικά καταδίκες μελών της φαμίλιας! Παρά το γεγονός βέβαια ότι οι πληροφορίες του γκρέμισαν το συγκεκριμένο παρακλάδι της Μαφίας, το οργανωμένο αμερικανικό έγκλημα έμελλε να αποδειχθεί πολύ σκληρό για να πεθάνει. Οι αποδείξεις του μυστικού αστυνομικού αποκάλυψαν ένα εκτεταμένο δίκτυο διακίνησηςναρκωτικών μέσα από πιτσαρίες και άλλες νόμιμες επιχειρήσεις της Νέας Υόρκης. Ως ένδειξη ευγνωμοσύνης, ο Πιστόνε έλαβε δώρο από το FBI μια επιταγή 500 δολαρίων! «Ως μυστικός πράκτορας δεν περιμένεις τίποτα», είπε ο Πιστόνε για το γεγονός, «κάνεις απλώς τη δουλειά σου»…
Κατοπινά χρόνια
Ο Πιστόνε επέστρεψε στο FBI, αν και το 1986 παραιτήθηκε εξαιτίας των φόβων για τη δολοφονία του. Ο ίδιος πίστευε ότι κανένας μαφιόζος δεν θα σκότωνε ποτέ πράκτορα του Γραφείου, αν και οι προϊστάμενοί του δεν συμμερίζονταν τις απόψεις του. Ο θρυλικός πράκτορας λειτουργεί έκτοτε ως σύμβουλος του FBI αλλά και άλλων αστυνομιών του κόσμου (όπως της Σκότλαντ Γιαρντ αλλά και της κυβέρνησης του Καναδά), όταν δεν απασχολείται στο Χόλιγουντ ως σύμβουλος γκαγκστερικών ταινιών.
Συχνά-πυκνά δίνει διαλέξεις στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη και συνεχίζει να γράφει σε βιβλία τις περιπέτειές του στον υπόκοσμο. Κάποια στιγμή ίδρυσε και μια εταιρία παραγωγής. Όσο για τη Μαφία, υιοθέτησε νέες πρακτικές για τη στρατολόγηση των μελών της ώστε να απαλλαγεί από τον βραχνά των μυστικών αστυνομικών: για να γίνεις πλέον μέλος της, πρέπει να σκοτώσεις οπωσδήποτε κάποιον, την ίδια ώρα που δύο μέλη οφείλουν να εγγυηθούν με τη ζωή τους για σένα. Ο Πιστόνε μένει ακόμα και σήμερα με την οικογένειά του σε άγνωστες τοποθεσίες αλλάζοντας συνεχώς ονόματα και κουβαλώντας πάντα πάνω του το «σιδερικό» του… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr