Το πολύ υψηλό επίπεδο των ελληνορωσικών σχέσεων εξήρε η κυβερνητική εκπρόσωπος, Όλγα Γεροβασίλη, σε συνέντευξή της στη ρωσική εφημερίδα Kommersant στις 6 Απριλίου. Σύμφωνα με την ίδια, πέραν των παραδοσιακών δεσμών μεταξύ των λαών των δύο χωρών, το επίπεδο αυτό επιβεβαιώνεται και με τις δύο επισκέψεις του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα την περασμένη χρονιά στη Ρωσία, αλλά και με την επίσκεψη του προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ελλάδα, περί τα τέλη Μαΐου, την οποία η κ. Γεροβασίλη χαρακτήρισε «εξαιρετικά σημαντική».
Επισήμανε στη συνέχεια ότι «οι κυρώσεις δεν ήταν προς το συμφέρον καμίας από τις δύο χώρες. Ωστόσο ήμαστε μέλος της ΕΕ απ’ όπου απορρέουν σχετικές δεσμεύσεις».
«Έχουμε ανοίξει, όμως, έναν διάλογο, ο οποίος νομίζω ότι θα επιταθεί, προκειμένου να ξεπεράσουμε προβλήματα, που έχουν δημιουργηθεί από τις κυρώσεις και τα αντίμετρα, ή να ελαχιστοποιήσουμε το κόστος και εις βάρος της ελληνικής οικονομίας. Έχουν προκύψει προβλήματα στην ελληνική οικονομία και κυρίως στη διακίνηση αγροτικών προϊόντων», πρόσθεσε η κ. Γεροβασίλη, εκτιμώντας παράλληλα, ότι φέτος ο αριθμός Ρώσων τουριστών στην Ελλάδα θα είναι υπερδιπλάσιος σε σχέση με το 2015.
Σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις των κυρώσεων της Ρωσίας, είπε ότι τα αντίμετρα και το εμπάργκο σε αγροτικά προϊόντα έπληξαν τις εξαγωγές κατά το ένα τρίτο του συνόλου των εξαγώγιμων ελληνικών προϊόντων στη Ρωσία το 2013, ενώ υπήρξαν επιπτώσεις και στον τουρισμό, ιδίως το 2015 και σε σχέση με τα αναμενόμενα από ελληνικής πλευράς.
«Περιμένουμε, ωστόσο και τη σύγκλιση της Μεικτής Διυπουργικής Ομάδας Εργασίας τον Απρίλιο και διενεργούμε συνεργίες στο επίπεδο φορέων και επιμελητηρίων και ενώσεων, αλλά και μεμονωμένων επιχειρήσεων», προσέθεσε.
Η κυβερνητική εκπρόσωπος είπε, επίσης, ότι η Ελλάδα θα πράξει τα πάντα για να εξασφαλίσει την έγκαιρη έκδοση βίζας για Ρώσους τουρίστες, ενώ επιπλέον, το υπουργείο Τουρισμού θα συζητήσει με ελληνικές επιχειρήσεις προκειμένου να προσφέρουν μειωμένες τιμές στους Ρώσους πολίτες.
«Για παράδειγμα, τις επόμενες ημέρες θα ανακοινωθεί -πιστεύω, ότι είναι έτοιμο- ότι πάρα πολλές ελληνικές επιχειρήσεις θα προσφέρουν κατά 20% μειωμένες τιμές στους Ρώσους τουρίστες, για τις αγορές τους, σε όλη την τουριστική περίοδο», είπε χαρακτηριστικά, διευκρινίζοντας ότι αυτό αφορά μεμονωμένες επιχειρήσεις, ενώ υπό εξέταση βρίσκεται και το ενδεχόμενο μείωσης των τιμών και στα τουριστικά πακέτα.
Ερωτηθείσα για το μεταναστευτικό, αναφέρθηκε στην έναρξη εφαρμογής της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας από την 4η Απριλίου και στο διμερές Πρωτόκολλο Τουρκίας-Ελλάδας, που προβλέπει επιστροφή των παράτυπων μεταναστών προς την Τουρκία και από εκεί στις χώρες τους.
Βάσει του Πρωτοκόλλου αυτού έχουν επιστρέψει περίπου 650 παράτυποι μετανάστες από την αρχή του έτους, ενώ σε ό,τι αφορά τα αποτελέσματα από την εφαρμογή της Συμφωνίας, η κ. Γεροβασίλη είπε ότι «επέστρεψαν Αφγανοί και Πακιστανοί, όχι Σύροι, εκτός από δύο μόνο, οι οποίοι ζήτησαν οικιοθελώς να γυρίσουν στην πατρίδα τους, για δικούς τους λόγους».
«Η Συμφωνία», εξήγησε η κ. Γεροβασίλη, «προβλέπει ότι οι πρόσφυγες ενημερώνονται αν θέλουν να υποβάλουν αίτημα ασύλου, και το κάθε αίτημα ασύλου εξετάζεται μεμονωμένα. Προβλέπεται δε, από τη Συμφωνία, ότι θα πρέπει η διαδικασία της εξέτασης, για το αν θα δίνεται το άσυλο, να έχει μέγιστη διάρκεια 15 ημέρες. Αυτό σημαίνει, για όσους τελικά δικαιούνται άσυλο, ότι παραμένουν στην Ελλάδα, μεταφέρονται από τα νησιά και τα hot spots προς την ενδοχώρα και μπαίνουν στο πρόγραμμα μετεγκατάστασης προς την ΕΕ, με βάση τις αποφάσεις της ΕΕ». «Όποιοι δεν δικαιούνται άσυλο, επιστρέφουν στην Τουρκία. Και, βεβαίως, σε αυτούς που δικαιούνται άσυλο, ένας αριθμός, που είναι περίπου 25 χιλιάδες, προβλέπεται να φιλοξενηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα στη χώρα μας», προσέθεσε.
Αναφέρθηκε στις νομοθετικές πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνηση για την ενίσχυση των υπηρεσιών ασύλου, στην ενίσχυση τους με εξειδικευμένο προσωπικό από τις ευρωπαϊκές χώρες και υπογράμμισε τη σημασία που αποδίδει η ελληνική κυβέρνηση στη γρήγορη, αποτελεσματική και με σεβασμό στα δικαιώματα και τις διεθνείς συνθήκες εξέταση κάθε αιτήματος.
«Μένει να δούμε και από την πλευρά της Τουρκίας τις αντίστοιχες κινήσεις», τόνισε η κυβερνητική εκπρόσωπος.
Ανέφερε επίσης ότι η ελληνική κυβέρνηση προχωρά σε ενημέρωση των προσφύγων και μεταναστών.
Ερωτηθείσα πώς προετοιμάζεται η κυβέρνηση για ενδεχόμενη αύξηση των προσφυγικών ροών εξαιτίας καλύτερων καιρικών συνθηκών, την άνοιξη και το καλοκαίρι, είπε ότι ένα από τα κύρια σημεία της Συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, και υποχρέωση της Τουρκίας, είναι η «μείωση των προσφυγικών ροών, όπως και η πάταξη της διακίνησης ανθρώπων, κάτι που προσβάλει τον πολιτισμό, και αναμένουμε να δούμε το πώς θα ανταποκριθεί η Τουρκία σε αυτή την υποχρέωση που ανέλαβε».
Επισήμανε ταυτόχρονα ότι το τελευταίο διάστημα φθάνουν 100-300 περίπου άνθρωποι την ημέρα, ενώ προηγουμένως έφθαναν κατά χιλιάδες.
Η κυβερνητική εκπρόσωπος δεν παρέλειψε να επισημάνει ότι η Ελλάδα από την πρώτη στιγμή είχε τονίσει πως το πρόβλημα ξεπερνά τις δυνατότητες μιας χώρας και πως «η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα εισόδου, και βεβαίως επιφορτίζεται με ιδιαίτερο βάρος λόγω γεωγραφίας, το οποίο όμως δεν μπορεί και δεν πρέπει εν μέσω οικονομικής κρίσης να το αντιμετωπίσει μόνη της».
Στην παρατήρηση ότι ο πρωθυπουργός της Ρωσίας έχει δηλώσει τη μεγάλη εμπειρία της χώρας του στην υποδοχή μεταναστών την οποία είναι έτοιμη να μοιραστεί, η κ. Γεροβασίλη είπε ότι «από την πρώτη στιγμή προσπαθήσαμε να αναδείξουμε τον διεθνή χαρακτήρα του ζητήματος, και έτσι κάθε συζήτηση με οποιαδήποτε φιλική χώρα κινείται σε θετική κατεύθυνση».
Σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση εκτίμησε ότι αυτή θα ολοκληρωθεί σύντομα και αναφέρθηκε τόσο σε συγκλίσεις όσο και σε διαφορές μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης και θεσμών, υπογραμμίζοντας ότι «από την πλευρά μας έχουμε δηλώσει επανειλημμένως ότι θα κάνουμε ό,τι απαιτείται προκειμένου να εφαρμόσουμε ακριβώς όσα συμφωνήθηκαν το καλοκαίρι, ούτε λιγότερα ούτε περισσότερα».
Η κ. Γεροβασίλη εκτίμησε, επίσης, ότι το δεύτερο εξάμηνο του 2016 η ελληνική οικονομία θα μπει σε φάση ανάκαμψης και γι’ αυτό η ελληνική κυβέρνηση επιθυμεί γρήγορα την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, ενώ παράλληλα με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης «ξεκινά και η συζήτηση, επίσης, με τους θεσμούς για τη διευθέτηση του ελληνικού χρέους, το οποίο κατά την εκτίμησή μας, δεν είναι βιώσιμο».
«Τα μηνύματα που έχουμε είναι θετικά, δηλαδή και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν δηλώσει δημοσίως ότι εκτιμούν πως πρέπει να έχουμε μια γρήγορη αξιολόγηση, δεδομένου ότι και η ΕΕ δεν είναι σε θέση να σηκώσει δύο κρίσεις ταυτόχρονα, την οικονομική και την προσφυγική. Και η Ευρώπη αναμετράται με τον εαυτό της αυτήν τη στιγμή και σε πολιτικό επίπεδο και σε οικονομικό», κατέληξε η κυβερνητική εκπρόσωπος.