Η μοτοσυκλέτα αν ξεκίνησε ως μοναχικό «είδος», σύντομα άρχισε να φιλοξενεί και συνεπιβάτη. Καθώς η ισορροπία της επηρεάζεται σημαντικά από τις κινήσεις όσων επιβαίνουν σε αυτή, ο ρόλος του συνεπιβάτη γίνεται κρίσιμος και καθοριστικός.
Για τον οδηγό ή ύπαρξη συνεπιβάτη σημαίνει επαναπροσδιορισμό των δεδομένων. Θα χρειαστούν μεγαλύτερες αποστάσεις φρεναρίσματος, οι ελιγμοί απαιτούν περισσότερο χρόνο και χώρο. Για τις στροφές, από την άλλη, είναι θετικό γιατί χρειάζεται λιγότερη κλίση σε σχέση με το να είναι μόνος του, καθώς το κέντρο βάρους βρίσκεται ψηλότερα.
Η πρόσφυση είναι μειωμένη λόγω φορτίου, τα ελαστικά χρειάζονται επιπλέον πίεση (αν πρόκειται για ταξίδι), ακόμη και οι επιταχύνσεις και η ρεπρίζ της μοτοσυκλέτας είναι χαμηλότερες.
Πώς ανεβαίνει;
Το σίγουρο είναι ότι πρώτα ανεβαίνει ο οδηγός και μετά ο συνεπιβάτης. Η πίσω θέση είναι συνήθως ψηλά και σπάνια τα πόδια του «φιλοξενούμενου» φτάνουν στο έδαφος.
Πριν ανέβει ειδοποιεί απαραίτητα τον οδηγό ο οποίος πιθανότατα θα ισορροπεί κατακόρυφα τη μοτοσυκλέτα εκείνη τη στιγμή, βάζοντας ελάχιστη δύναμη στα πόδια του. Αν εκείνη τη στιγμή η μοτοσυκλέτα γείρει, εξαρτάται από τα ανακλαστικά του και τη δύναμή του αν θα μπορέσει να την κρατήσει και να μην πέσουν όλοι μαζί…
Ειδοποιεί ώστε ο οδηγός να πατήσει καλύτερα στο έδαφος και να προετοιμαστεί.
Το «σωστό» ανέβασμα γίνεται περνώντας το πόδι του πάνω από τη σέλα και μετά να κάθεται. Αν όμως η μοτοσυκλέτα είναι ψηλή ή έχει top case (βαλιτσάκι) η κίνηση αυτή πιθανά δεν είναι εύκολη για τον συνεπιβάτη. Σε αυτή την περίπτωση γίνεται το «ιππικό» ανέβασμα. Πατά στο μαρσπιέ του, σηκώνεται και περνά πάνω από τη σέλα. Δύο είναι τα σημεία προσοχής εδώ:
1)Οφείλουμε να ρωτήσουμε τον οδηγό αν αντέχει το μαρσπιέ του συνεπιβάτη μια τέτοια κίνηση. Υπάρχουν περιπτώσεις (μοτοσυκλέτες enduro, after market μαρσπιέ) που δεν αντέχουν τέτοιο βάρος, οπότε αναζητήστε άλλο ακροβατικό. Μπορεί για παράδειγμα να χρησιμοποιηθεί το μαρσπιέ του οδηγού.
2)Είναι επιτακτικό να προετοιμαστεί ο οδηγός γιατί πατώντας το μαρσπιέ η μοτοσυκλέτα θα γείρει αυτόματα και οι πιθανότητες να προλάβει ο οδηγός είναι λίγες…
Για ανάλογους λόγους ισορροπίας ισχύουν τα ίδια όταν κατεβαίνει. Πρώτα κατεβαίνει ο συνεπιβάτης και μετά ο οδηγός σε κάθε περίπτωση.
Στην πορεία
Ο ρόλος του συνεπιβάτη μπορεί να χαρακτηριστεί μόνο ως ουδέτερος ή αρνητικός, ποτέ θετικός. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να «βοηθήσει» ή να συμβάλλει στην οδήγηση.
Στην καλύτερη περίπτωση δεν θα την επηρεάσει. Επομένως ο καλύτερος συνεπιβάτης είναι εκείνος που παραμένει εντελώς ουδέτερος όσο η μοτοσυκλέτα κινείται.
Η σωστή θέση είναι εκείνη που του επιτρέπει να κινείται σαν «ένα σώμα» με τον οδηγό. Πρέπει να βρίσκεται διαρκώς σε επαφή μαζί του ώστε στις εναλλαγές κλίσης να ακολουθεί τις κινήσεις του σώματος του οδηγού.
Ο οδηγός οφείλει σε κάθε περίπτωση να διερευνήσει το κατά πόσο φοβάται ο συνεπιβάτης και να το σεβαστεί, για το καλό και των δύο. Ένας φοβισμένος συνεπιβάτης μόλις πάρει κλίση η μοτοσυκλέτα θα προσπαθήσει να κρατήσει όρθιο το σώμα του γιατί σε αυτή τη στάση αισθάνεται ασφάλεια.
Αν η μοτοσυκλέτα γέρνει δεξιά για παράδειγμα, για μια δεξιά στροφή, όταν ο συνεπιβάτης μένει όρθιος (στην κατακόρυφη θέση), ουσιαστικά γέρνει από την αντίθετη πλευρά, προς την αριστερή πλευρά σε σχέση με την μοτοσυκλέτα.
Το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά επικίνδυνο, καθώς ο οδηγός για να μπορέσει να διαγράψει την ίδια τροχιά θα χρειαστεί να δώσει και άλλη κλίση στη μοτοσυκλέτα. Μεγαλύτερη κλίση σημαίνει λιγότερη πρόσφυση και αυτό δεν είναι καλό, καθώς πλησιάζουμε στα όρια.
Σε καμία περίπτωση αυτό το λάθος δεν αποτελεί ευθύνη του συνεπιβάτη, παρά μόνο του οδηγού που οφείλει να προσαρμόζεται στις δυνατότητες του φιλοξενούμενού του και όχι στις δικές του.
Για να στηρίζεται ο συνεπιβάτης χρησιμοποιεί τα χέρια του και τις λαβές που προσφέρει κάθε τύπος μοτοσυκλέτας. Σε κάθε περίπτωση το ένα του χέρι πρέπει να αγκαλιάζει τον οδηγό από τη μέση του (όχι στους ώμους ή τους αγκώνες). Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται ότι στις επιταχύνσεις δεν θα γέρνει πίσω το σώμα του συνεπιβάτη, αναστατώνοντας και πάλι την ισορροπία και την κατανομή του βάρους.
Το άλλο του χέρι μπορεί να χρησιμοποιεί μία από τις προσφερόμενες χειρολαβές, ώστε να μην πέφτει το βάρος του πάνω στον οδηγό στα φρεναρίσματα. Στις sport μοτοσυκλέτες όπου οι συμβιβασμοί της άνεσης είναι συνήθως αρκετοί, το χέρι που δεν είναι στη μέση του οδηγού πρέπει να είναι πάνω στο ρεζερβουάρ κρατώντας «κόντρα» στο φρενάρισμα. Τα χέρια μπορούν να εναλλάσσονται στις θέσεις τους, ώστε να ξεκουράζονται.