Η διαταραχή ταυτότητας σωματικής ακεραιότητας είναι μια πολύ σπάνια ψυχολογική πάθηση, κατά την οποία το άτομο νιώθει μια πολύ έντονη επιθυμία να… απαλλαγεί από τα άκρα του.
Ορισμένοι συμπεριλαμβάνουν και τους ασθενείς, που δηλώνουν ότι θα ήθελαν να αποκτήσουν και κάποια άλλη μορφή αναπηρίας, όπως για παράδειγμα να είναι παράλυτοι ή κωφοί.
Στην περίπτωση αυτών που θέλουν να χάσουν κάποιο ή κάποια από τα άκρα τους, το τμήμα του σώματός τους που θέλουν να ακρωτηριαστεί είναι ένα υγιές, λειτουργικό μέρος του σώματος, για το οποίο απλά πιστεύουν ότι δεν τους ανήκει.
Τα άτομα που πάσχουν από τη συγκεκριμένη διαταραχή συνήθως είναι πολύ μυστικοπαθή, σε ό,τι αφορά την πάθησή τους, όμως εκτιμάται ότι από αυτήν υποφέρουν αρκετές χιλιάδες άνθρωποι στον κόσμο, γράφει η Sarah Stone στο Today I Found Out.
Μία από τις πρώτες καταγεγραμμένες περιπτώσεις αναφέρεται σε ένα ιατρικό βιβλίο του 1785. Σύμφωνα με αυτή την καταγραφή, ένας άντρας από την Αγγλία απειλούσε με πιστόλι ένα γιατρό μέχρι εκείνος να ακρωτηριάσει το πόδι του.
Ο ασθενής πίστευε, ότι κόβοντας το πόδι του θα μπορούσε να γοητεύσει μια γυναίκα, η οποία ήταν επίσης ανάπηρη.
Η διάγνωση της συγκεκριμένης διαταραχής αποσαφηνίστηκε τα τελευταία χρόνια, μετά από επιπρόσθετες μελέτες γύρω από αυτή.
Ενώ οι άντρες και οι γυναίκες που εμφανίζουν αυτή τη διαταραχή, περιστασιακά αναφέρουν ότι αισθάνονται σεξουαλική διέγερση στη σκέψη του να γίνουν ανάπηροι, συνήθως είναι κάποιος άλλος δευτερεύων λόγος, αν υπάρχει κάποιος, που τους οδηγεί στην επιθυμία να αφαιρέσουν ένα κατά τα άλλα υγιές μέρος του σώματός τους. Πολύ συχνά μάλιστα, υποδεικνύουν το ακριβές σημείο που θα ήθελαν να κοπεί το μέρος αυτό.
Η ιατρική κοινότητα –όπως αναφέρει το ίδιο δημοσίευμα- διαφωνεί για τις ακριβείς αιτίες που προκαλούν τη διαταραχή αυτή.
Η επικρατέστερη θεωρία υποστηρίζει, ότι προέρχεται από το δεξί βρεγματικό λοβό του εγκεφάλου, όπου υπάρχει ένα είδος ψυχικού «χάρτη» του σώματος, ο οποίος επιτρέπει στον εγκέφαλο να γνωρίζει τη θέση των ποδιών, των χεριών και των υπόλοιπων μερών του σώματος.
Ορισμένοι πιστεύουν, ότι τα άτομα με τη διαταραχή αυτή έχουν μια παραλλαγή σε αυτό το μέρος του εγκεφάλου τους, που προκαλείται είτε από γενετική αιτία ή κάποιο τραυματισμό.
Μία άλλη άποψη –η οποία δεν είναι το ίδιο αποδεκτή- θέλει τους ασθενείς να έχουν θαυμάσει κάποιον ανάπηρο κατά την παιδική τους ηλικία και η θέλησή τους να απαλλαγούν από κάποιο μέλος του σώματός τους να προέρχεται από την επιθυμία τους να του μοιάσουν.
Δεδομένου του σχετικά μικρού αριθμού των ατόμων που πάσχουν από αυτή τη διαταραχή σε παγκόσμιο επίπεδο, η ιατρική κοινότητα δεν έχει βρει μια τυπική θεραπεία.
Οι παραδοσιακές θεραπείες για ψυχολογικές διαταραχές σε πολλές περιπτώσεις έχουν αποδειχτεί αναποτελεσματικές, προσθέτει η αρθρογράφος και καταλήγει λέγοντας πως μέχρι στιγμής, η «θεραπεία» που φαίνεται να προσφέρει μακροχρόνια ικανοποίηση στους ασθενείς είναι και η πιο αμφιλεγόμενη: ο ακρωτηριασμός των άκρων που «ενοχλούν».