Και ξαφνικά ξημερώνοντας η 18η Φεβρουαρίου 2016, η Ελληνική κοινωνία ανακάλυψε πως χάνονται ζωές από τροχαία δυστυχήματα.
Ένας νεαρός, ραγδαία ανερχόμενος καλλιτέχνης, σκοτώθηκε σε τροχαίο, σε κάποιο δρόμο του λεκανοπεδίου και βούηξαν για τον χαμό του όλα τα μέσα ενημέρωσης.
Του Νίκου Τσάδαρη
Μεγάλοι-μικροί, μοντέρνοι-κλασσικοί, θαυμαστές του και μη, άκουροι και κουρεμένοι, ανατρίχιασαν επειδή χάθηκε μια ζωή, θυσία στη θεότητα της αυτοκίνησης που τα τελευταία 130 χρόνια υπηρετεί την ανθρωπότητα, παίρνοντας σαν ανταμοιβή ζωές και αρτιμέλειες.
Είναι κρίμα και άδικο να χάνεται ένας νέος στα χρόνια του Χριστού και του Μέγα Αλέξανδρου (ήταν 33 χρονών ο άτυχος Παντελής), αλλά είναι τουλάχιστον επικίνδυνη υποκρισία αυτό που κάνουν εδώ και λίγες ώρες τα ΜΜΕ, που «συγκινήθηκαν» από τον άδικο χαμό και μας βομβαρδίζουν με ειδήσεις για το συμβάν.
Ειδήσεις που περιορίζονται στην κουτσομπολίστικη σκοπιά και όχι στην ουσία, που αν δημοσιοποιούνταν ίσως να γλύτωνε την κοινωνία μας από τον επόμενο χαμό νέου ή την παραπληγία νέας (η μια συνοδός του θανόντα, ακρωτηριάστηκε).
Αντί –έστω και αποσπασματικά- οι δημοσιογράφοι να δώσουν την πλήρη εικόνα, περιορίζονται στο πόσο δυστυχισμένοι έγιναν οι δικοί του άνθρωποι (πως αλλιώς δηλαδή θα ήταν;), σε ποιόν ανήκε το αυτοκίνητο που οδηγούσε, πότε θα έκανε πρεμιέρα στο παλκοσένικο και διάφορες ανοησίες, που ούτε κατ’ ελάχιστον ωφελούν την κοινωνία που –πολύ σωστά- αντέδρασε στον θάνατο του νεαρού καλλιτέχνη.
Για να καταλάβουμε το πόσο ανούσια και αβαθή είναι τα ΜΜΕ (που θεσμικά έχουν καθήκον να ενημερώνουν και εκπαιδεύουν την κοινωνία), δυο ώρες πριν, στην Καλαμάτα μια νέα κοπέλα έχασε την ζωή της από τροχαίο, αλλά σχεδόν κανείς δεν ασχολήθηκε γι’ αυτήν την εξίσου τραγική απώλεια.
Το ίδιο συνέβη και με τους 801 συνανθρώπους μας που έχασαν τη ζωή τους σε τροχαία το 2014 (για το 2015 έχουμε αποτελέσματα μόνο του α’ εξαμήνου ακόμα…) εκ των οποίων 488 ανήκαν στο ενεργό δυναμικό της χώρας (ηλικίες 18-55 ετών). Πέρασαν απαρατήρητοι, ή το πολύ στα ψιλά των ειδήσεων. Ανάλογη και η τύχη των 1068 βαριά τραυματισμένων (2014), πολλοί των οποίων είναι ήδη δια βίου ανάπηροι.
Κανείς απολύτως από τους θεσμικούς φορείς της χώρας δεν ασχολείται -συστηματικά ή όχι- με την μάστιγα των τροχαίων που τα τελευταία –τουλάχιστον- 60 χρόνια έχει κοστίσει στην χώρα σχεδόν 150.000 νεκρούς και πάνω από 250.000 παραπληγικούς, στραγγίζοντας τα δημόσια ταμεία και εκτοξεύοντας το δημογραφικό πρόβλημα.
Ειδικά από την έναρξη της οικονομικής κρίσης, οι πολιτικοί μας ως δια μαγείας ξέχασαν το οξύ πρόβλημα των τροχαίων. Στις πολλές εκλογικές αναμετρήσεις που έγιναν από το 2009 μέχρι σήμερα, ούτε ένα κόμμα (ή …απόκομμα) δεν είχε στο πρόγραμμά του την οδική ασφάλεια, με αποτέλεσμα ακόμα και σήμερα, που η οικονομική κρίση έχει περιορίσει την κυκλοφορία κατά σχεδόν 40% και τα αυτοκίνητα γίνονται ολοένα και πιο ασφαλή, να χάνουμε κάθε χρόνο στους δρόμους περισσότερους από 1000 συνανθρώπους μας (κανείς δεν προσμετρά στα στατιστικά όσους καταλήγουν στα νοσοκομεία λίγες ημέρες έως μήνες μετά το δυστύχημα).
Ακόμα χειρότερα, κανείς δεν αναδεικνύει το ότι στα σοβαρά δυστυχήματα «παράγονται» σχεδόν 2000 παραπληγικοί τον χρόνο, που –λογικά- απομυζούν οικονομικά τα ταμεία πρόνοιας, ενώ -έτσι πως είναι δομημένη η ελληνική κοινωνία- δεσμεύουν και ένα αρτιμελές μέλος της κοινωνίας μας, για να τους εξυπηρετεί.
Ήρθε λοιπόν αυτό το τραγικό γεγονός, έπεσαν όλοι πάνω του, «ξύπνησε» η κοινωνία, ανατρίχιασε, ενεργοποιήθηκε, συνειδητοποίησε ότι τα τροχαία είναι ακόμα εδώ, αλλά σε δυο τρεις ημέρες, θα κοιμηθεί και πάλι τον ύπνο του «επικίνδυνου βλάκα», καθώς από όλη αυτή την «αναστάτωση» δεν θα μείνει τίποτε άλλο, από τα τραγούδια του συγχωρεμένου, το ότι δεν θα ξεκινήσει τη σεζόν το καλλιτεχνικό σχήμα που συμμετείχε και το τι δήλωσαν πραγματικά ή πλασματικά συντετριμμένοι συγγενείς, φίλοι και γνωστοί/’αγνωστοι.
Κανείς δεν θα μάθει ποια ήταν τα πραγματικά αίτια που συντέλεσαν ώστε να χαθεί μια ζωή και να καταδικαστεί τουλάχιστον άλλη μια.
Πως ήταν ο δρόμος; Αρκούσαν τα προστατευτικά κιγκλιδώματα; Ποια η κατάσταση του αυτοκινήτου; Με τι ταχύτητα έγινε η εκτροπή; Σε τι κατάσταση ήταν ο οδηγός; Τι έκανε τις προηγούμενες του δυστυχήματος ώρες; Είχε την εμπειρία να οδηγεί ένα ισχυρό και βαρύ όχημα; Ήταν δεμένος; Οι κοπέλες ήταν δεμένες;
Και πολλά ακόμη ερωτήματα, οι απαντήσεις των οποίων δεν θα καταδίκαζαν κάποιον, ούτε βέβαια τους παθόντες, θα εκπαίδευαν όμως την αποσπασματικά ευαισθητοποιημένη (λόγω του επώνυμου του δυστυχήματος) κοινωνία, ή έστω μέρος αυτής, ώστε να μείνει κάτι από αυτή την τραγική απώλεια, μήπως και γλυτώσουμε έστω μια ζωή, έστω ένα μελλοντικά ανάπηρο.
Αλλά δυστυχώς δεν. Μια ευκαιρία πολύτιμης εκπαίδευσης, πληρωμένη με ζωή και αναπηρία, χάθηκε και πάλι για όλους μας. Ένας ακόμα θάνατος στο βωμό της αυτοκίνησης, έμεινε ανεκμετάλλευτος για το κοινωνικό σύνολο. Όλοι εμείς σε δυο τρεις ημέρες θα ξεχάσουμε πλήρως το γεγονός, μέχρις ότου ο «Μολώχ της ασφάλτου» θα χτυπήσει τη δική μας πόρτα και θα πάμε άκλαυτοι «σαν τα σκυλιά στο αμπέλι». Η ευκαιρία που μας έδωσε ο Παντελής να μείνει και κάτι εκτός από τα τραγούδια του, χάνεται.
Η επόμενη θα χαθεί μαζί με τον επόμενο επώνυμο, που νομοτελειακά αργά ή γρήγορα θα είναι το επόμενο θύμα της αυτοκίνησης.