Στην ανάγκη παρουσίαση ενός λεπτομερούς προγράμματος οικονομικών μεταρρυθμίσεων στους πιστωτές της αναφέρθηκε ο υπουργός Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, Τζακ Λου, αφού μελέτησε γραμμή προς γραμμή τον προϋπολογισμό της, όπως ανέφερε. Μετά την συνάντηση που είχε ο τσάρος της Αμερικανικής οικονομίας με τον έλληνα ομόλογό του, ανέφερε πως επεσήμανε στον υπουργό οικονομικών της Ελλάδας πως πρέπει να συμβάλει ώστε η λύση να εξευρεθεί το ταχύτερο δυνατό.
«Πιστεύω ότι πρόκειται για το είδος της λεπτομερειακής δουλειάς που απαιτεί κυριολεκτικά να μελετήσεις γραμμή προς γραμμή τον προϋπολογισμό σου» δήλωσε ο Τζακ Λου μετά τη συνάντησή τους, ενώ συμπλήρωσε πως το πρόβλημα «δεν λύνεται με ομιλίες και με ρητορική αλλά με σκληρή τεχνική και δουλειά». Ο αμερικανός υπουργός πίεσε την Ελλάδα να αποδεχθεί ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που τελεί υπό διαπραγμάτευση και κάλεσε τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης να «αναζητήσουν μια εποικοδομητική διευθέτηση» του προβλήματος.
Δεν παρέλειψε μάλιστα να αναφερθεί και στον χρόνος επίτευξης συμφωνίας ανάμεσα στην Ελλάδα και τους εταίρους για ένα συνεκτικό πακέτο μεταρρυθμίσεων, τον οποίο χαρακτήρισε πολύτιμο,όπως ανακοίνωσαν οι υπηρεσίες του.Το σχόλιο αυτό έγινε στα πλαίσια της συνάντησης που είχε με τον Ολλανδό υπουργό Οικονομικών και πρόεδρο του Γιούρογκρουπ Γερούν Ντάισελμπλουμ, τον οποίο και ενεθάρρυνε να συνεχίσει τη συνεργασία με την Ελλάδα. «Το να μην υπάρξει συμφωνία θα δημιουργούσε άμεσες δυσκολίες για την Ελλάδα και αβεβαιότητες για την Ευρώπη και την παγκόσμια οικονομία στο σύνολό της», τόνισε ο Λου, σύμφωνα με την ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ.
Το ζήτημα της Ελλάδας, αν και τυπικά δεν επρόκειτο να απασχολήσει τη σύνοδο της Ομάδας των Είκοσι (G20), ή τις εαρινές συνόδους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας, είναι ανάμεσα σε αυτά που συζητώνται περισσότερο στην Ουάσινγκτον τις τελευταίες ημέρες.
Στην ανακοίνωση της G20, έπειτα από δύο ημέρες συνομιλιών των υπουργών Οικονομικών και των κεντρικών τραπεζιτών, ο τόνος ήταν συγκρατημένα αισιόδοξος, ενώ υπήρξε αναφορά στα προβλήματα της διαπραγμάτευσης με την Ελλάδα, αν και όχι ονομαστική.
«Οι κίνδυνοι για την παγκόσμια οικονομία έχουν ισορροπήσει περισσότερο από την τελευταία συνάντησή μας. Οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές στις ανεπτυγμένες οικονομίες, ειδικά την ευρωζώνη και την Ιαπωνία, έχουν βελτιωθεί πρόσφατα, ενώ οι ΗΠΑ και η Βρετανία συνεχίζουν να καταγράφουν ισχυρή ανάπτυξη, κάτι που θα μπορούσε να υποστηρίξει μια ισχυρότερη παγκόσμια ανάκαμψη».
Ωστόσο, η Ομάδα των 20 πιο ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών, που αντιπροσωπεύει περίπου το 80% του παγκόσμιου ΑΕΠ, έκανε λόγο για προκλήσεις από ένα ευρύ φάσμα πηγών – την αστάθεια των συναλλαγματικών ισοτιμιών, γεωπολιτικές εντάσεις κ.λπ.
Ο Αλί Μπαμπατζάν, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Τουρκίας, μιλώντας εξ ονόματος της G20 περιορίστηκε να πει ότι το θέμα της Ελλάδας δεν απασχόλησε τις επίσημες συζητήσεις. Ωστόσο επισκίασε τη σύνοδο και συζητείται στο περιθώριο των εαρινών συνόδων του ΔΝΤ και της ΠΤ.
Για μεγαλύτερη ανησυχία από ότι στην προηγούμενη σύνοδο έκανε λόγο ο υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας, Τζορτζ Όζμπορν, λέγοντας χαρακτηστικά: «Για εμένα είναι ξεκάθαρο ότι ένα λάθος βήμα ή ένας λάθος υπολογισμός από οποιαδήποτε πλευρά θα μπορούσε εύκολα να σημάνει ότι οι ευρωπαϊκές οικονομίες θα επιστρέψουν στο είδος της επισφαλούς κατάστασης που είχαμε βιώσει πριν από τρία – τέσσερα χρόνια».
Για την ανάγκη να σημειωθεί σημαντική πρόοδος τις επόμενες ημέρες έκανε λόγο και ο Πάουλ Τόμσεν του ΔΝΤ, επισημαίνοντας πως «είναι σημαντικό η διαδικασία να αποκτήσει ορμή. Χρειάζεται να υπάρξει ένα συνεκτικό πακέτο, και αυτό σαφώς θα πάρει αρκετές εβδομάδες συζητήσεων, ή περισσότερο».
Από πλευράς του ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, ανέφερε πως η Ελλάδα και η ευρωζώνη δεν πρέπει να προσπαθήσουν να αναγκάσουν την άλλη πλευρά να υποχωρήσει στις διαπραγματεύσεις. «Ας μην παίζουμε παιγνίδια», είπε χαρακτηριστικά ενώ συμπλήρωσε πως «έχουμε κοινό συμφέρον να καταλήξουμε σε μια συμφωνία γρήγορα».
Επεσήμανε όμως πως θα χρειαστούν τουλάχιστον δύο εβδομάδες για να καταλήξουμε σε μια συμφωνία, πιθανόν πριν από το Eurogroup της 11η Μαΐου, δηλαδή μία ημέρα πριν η Αθήνα κληθεί να αποπληρώσει μια μεγάλη δόση του δανείου της.