Την ώρα, που η ελβετική κυβέρνηση καλείται να κλείσει άμεσα τα πολλά ανοιχτά μέτωπα, που έχει με πολλές χώρες -όπως και με την Ελλάδα για τη φορολόγηση των καταθέσεων αλλοδαπών στις τράπεζές της, όλο και περισσότερα πιστωτικά ιδρύματα εκεί γίνονται διαρκώς και πιο προσεκτικά σχετικά με τα χρήματα, που δέχονται για καταθέσεις.
Πληροφορίες αναφέρουν πως ήδη υπάρχουν τράπεζες στη Γενεύη, στη Ζυρίχη και στα υπόλοιπα 21 καντόνια, οι οποίες ζητούν από τους αλλοδαπούς πελάτες τους τα σχετικά έγγραφα από την εφορία, που να πιστοποιούν ότι τα χρήματα έχουν ήδη φορολογηθεί στη χώρα κατοικίας τους. Δηλαδή, στην ουσία, ζητούν να μάθουν αν τα ποσά αυτά είναι δηλωμένα στην εφορία.
Στον πιο γνωστό τραπεζικό παράδεισο της κεντρικής Ευρώπης, οι τραπεζίτες είναι ιδιαίτερα ανήσυχοι από τις διαρκείς επιθέσεις, που δέχεται η χώρα σχετικά τόσο με το απόρρητο, όσο και με τη φορολόγηση των καταθέσεων ξένων υπηκόων.
Οι καλά γνωρίζοντες πρόσωπα και πράγματα στην Ελβετία εκτιμούν ότι η τάση αυτή θα γενικευθεί και θα επεκταθεί στο σύνολο του τραπεζικού συστήματος, σε μια προσπάθεια να αποφευχθούν είτε συμφωνίες δυσβάσταχτης φορολόγησης των ξένων καταθετών – εξ ου και η άρνηση της ελβετικής κυβέρνησης να επαναδιαπραγματευθεί τη συμφωνία με τη Γερμανία -, είτε πιέσεις για άρση του τραπεζικού απορρήτου, που πιθανότατα θα προκύψουν αν τελικά δεν υπάρξει συμφωνία.
Στο ίδιο πλαίσιο, η κυβέρνηση της χώρας – σε απόλυτη συμφωνία με τους τραπεζίτες – επιχειρεί με κάθε τρόπο να ξεκαθαρίσει ότι πρωτοστατεί εναντίον του ξεπλύματος μαύρου χρήματος, μέσω συγκεκριμένων πολιτικών.
Επιδιώκει, μάλιστα, να οριστικοποιήσει διμερείς συμφωνίες με όσο το δυνατόν περισσότερες χώρες – στο πρότυπο αυτών με Αυστρία και Βρετανία -, οι οποίες να είναι προσαρμοσμένες στους φορολογικούς συντελεστές της κάθε χώρας, καθώς εκφράζονται φόβοι για τις αντιδράσεις των ξένων καταθετών. Αν, δηλαδή, θα προχωρήσουν σε μαζική απόσυρση των χρημάτων τους από τα ελβετικά τραπεζικά ιδρύματα.