Η WWF κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την φύση που καταρρέει και βλέπει ότι ο πλανήτης και η ανθρωπότητα βρίσκονται στο χείλος της καταστροφής.

Η έκθεση της WWF «Ζωντανός Πλανήτης 2020» δόθηκε στη δημοσιότητα. Η δραματική μείωση των πληθυσμών άγριας ζωής απειλεί και την ίδια την επιβίωση του ανθρώπου, καθώς γίνεται πλέον ξεκάθαρο πως οι αιτίες που οδηγούν τη φύση σε κατάρρευση είναι ίδιες με αυτές που συμβάλλουν στην εμφάνιση ζωονόσων και στο ξέσπασμα πανδημιών, όπως αυτή του COVID-19.

To WWF ζητά επείγουσα ανάληψη δράσης για να αντιστραφεί η τάση μέχρι το 2030.

Ο «Ζωντανός Πλανήτης 2020», η 13η έκδοση της έκθεσης – ορόσημο του WWF παγκοσμίως, παρουσιάζει μία συνολική εικόνα της κατάστασης του φυσικού μας κόσμου μέσα από τον Δείκτη LPI (Living Planet Index), όπως προσδιορίστηκε από τη Ζωολογική Εταιρεία του Λονδίνου (ZSL-Zoological Society of London).

Ο Δείκτης αποτυπώνει την τάση για σχεδόν 21.000 πληθυσμούς περισσότερων από 4.000 ειδών σπονδυλόζωων στο διάστημα μεταξύ 1970 και 2016, με τη συμβολή πάνω από 125 ειδικών από όλο τον κόσμο. Συγκεκριμένα, μέσα σε αυτά τα 46 χρόνια, καταγράφεται μείωση 68% κατά μέσο όρο στο μέγεθος των πληθυσμών θηλαστικών, πτηνών, αμφιβίων, ερπετών και ψαριών διεθνώς.


Σύμφωνα με τον LPI, μεταξύ των αιτιών για τη μείωση κατά 2/3 των παγκόσμιων πληθυσμών σπονδυλόζωων, βρίσκονται και οι παράγοντες που θεωρείται ότι αυξάνουν τις πιθανότητες εμφάνισης πανδημιών -συμπεριλαμβανομένων των αλλαγών χρήσεων γης και του εμπορίου άγριας ζωής.

«Τα στοιχεία της έκθεσης δείχνουν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι ο πλανήτης εκπέμπει σήμα κινδύνου. H φύση μας προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες αλλά έχει και τη δική της μοναδική αυταξία. Η καταστροφή της επηρεάζει κάθε πτυχή της ζωής μας, με το πιο τρανταχτό παράδειγμα να είναι η τρέχουσα πανδημία του κορωνοϊού.

Τώρα είναι η στιγμή να αναλάβουμε δράση και να παλέψουμε για την ίδια μας την επιβίωση», τονίζει ο Γενικός Διευθυντής του WWF Ελλάς, Δημήτρης Καραβέλλας.

«Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τα στοιχεία –οι σημαντικές μειώσεις στους πληθυσμούς των ειδών άγριας ζωής είναι μια ένδειξη ότι η φύση καταρρέει. Από τα ψάρια στους ωκεανούς μας και στα ποτάμια, έως τις μέλισσες που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην αγροτική παραγωγή, η μείωση της άγριας ζωής επηρεάζει άμεσα τη διατροφή, τη διατροφική ασφάλεια και τη δυνατότητα βιοπορισμού δισεκατομμυρίων ανθρώπων», σημειώνει ο Γενικός Διευθυντής του WWF International, Marco Lambertini.

Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, η κύρια αιτία για τη δραματική μείωση των πληθυσμών των χερσαίων ειδών που περιλαμβάνονται στον LPI είναι η απώλεια και υποβάθμιση των οικοτόπων, συμπεριλαμβανομένης της αποδάσωσης, που οφείλεται στον τρόπο με τον οποίο εμείς, ως ανθρωπότητα, παράγουμε τροφή.

Μεγάλη εντύπωση προκαλεί η ραγδαία μείωση πληθυσμών συγκεκριμένων εμβληματικών ειδών ανά τον κόσμο, όπως για παράδειγμα:

  • Οι πληθυσμοί του απειλούμενου γορίλα του Grauer στο Εθνικό Πάρκο Kahuzi-Biega, στη Δημοκρατία του Κονγκό, που εκτιμάται ότι έχουν μειωθεί κατά 87% μεταξύ 1994 και 2015 κυρίως λόγω του παράνομου κυνηγιού.
  • Οι αριθμοί του αφρικανικού γκρίζου παπαγάλου στη νοτιοδυτική Γκάνα, που έπεσαν κατά 99% μεταξύ 1992 και 2014 εξαιτίας της παγίδευσης με σκοπό την εμπορία και της απώλειας των ενδιαιτημάτων του.
  • Οι πληθυσμοί άγριας ζωής που εντοπίζονται σε οικοσυστήματα γλυκού νερού έχουν υποστεί μείωση 84%. Πρόκειται για την πιο ακραία μέση μείωση πληθυσμών μεταξύ όλων των μεγαδιαπλάσεων, που ισοδυναμεί με πτώση 4% κατ’ έτος από το 1970.

Ένα παράδειγμα είναι ο αναπαραγωγικός πληθυσμός του οξύρρυγχου της Κίνας στον ποταμό Yangtze της Κίνας, ο οποίος μειώθηκε 97% μεταξύ 1982 και 2015 λόγω της κατασκευής φραγμάτων κατά μήκος του ποταμού.

Καθώς το φυσικό περιβάλλον υποβαθμίζεται πιο γρήγορα από ποτέ, στην εξίσωση προστίθεται και η κλιματική κρίση, η οποία επιταχύνει περαιτέρω αυτή την εξέλιξη ως ένας από τους βασικούς και γοργά ανερχόμενους παράγοντες που απειλούν τα οικοσυστήματα και τον πλούτο των ειδών.

Παράλληλα, η απώλεια βιοποικιλότητας επίσης επιτείνει την κλιματική αλλαγή – για παράδειγμα η καταστροφή των δασών αυξάνει τα επίπεδα CO2 στην ατμόσφαιρα. Γι’ αυτό είναι σημαντικό και επείγον οι δύο κρίσεις, του κλίματος και της απώλειας βιοποικιλότητας, να αντιμετωπιστούν παράλληλα με συντονισμένες και φιλόδοξες δράσεις.