Η έκρηξη της ζωής στον πλανήτη, που έλαβε χώρα κατά την Κάμβρια περίοδο, αποτελεί ένα αίνιγμα για τους επιστήμονες, που έχουν προτείνει διάφορες θεωρίες προκειμένου να ερμηνεύσουν την ξαφνική εμφάνιση μιας ποικιλίας μορφών ζωής, όταν υπήρχαν λιγοστά και απλά έμβια όντα.

Τις διάφορες θεωρίες που έχουν προταθεί, έρχεται τώρα να ενώσει μια νέα επιστημονική έρευνα που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η «άνθηση» της εξέλιξης δεν είχε μία αλλά πολλές και αλληλένδετες αιτίες, που η μία τροφοδότησε την άλλη.

Παρόλο που περιγράφεται σαν «έκρηξη» της ζωής και «Μπιγκ-Μπανγκ», στην πραγματικότητα ήταν μια αρκετά παρατεταμένη εξελικτική διαδικασία, που διήρκεσε τουλάχιστον 20 εκατ. χρόνια. Ωστόσο, ο χαρακτηρισμός αυτός προτείνεται επειδή τα πρώτα απλούστατα ζώα εμφανίστηκαν πριν από 750 εκατ. χρόνια, όμως ήταν πριν από 520 εκατ. χρόνια που εμφανίζεται μια μεγάλη ποικιλομορφία και η πολυπλοκότητα στη ζωή στον πλανήτη.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή παλαιοβιολογίας Πολ Σμιθ, την ανάπτυξη πολύπλοκων σωμάτων επέτρεψαν διάφορα φαινόμενα. Γενετικές αλλαγές συνδυάστηκαν με κλιματικές αλλαγές που οδήγησαν στην άνοδο της στάθμης των θαλασσών και στη διοχέτευση ζωτικών χημικών ουσιών στους ωκεανούς. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν οι θάλασσες να αποτελέσουν το λίκνο μιας θεαματικής αλυσίδας πολύπλοκων όντων, που έμελλε να μεταμορφώσουν το πρόσωπο του πλανήτη μας. Έτσι, εμφανίστηκαν σταδιακά οι πρώτοι σκληροί εξωσκελετοί και άρχισε μέσα στο νερό το παιγνίδι της επιβίωσης ανάμεσα στους θηρευτές και στα θηράματα.

Ο Πολ Σμιθ και οι συνεργάτες του αξιολόγησαν πάνω από 30 επιστημονικές θεωρίες όπως βιολογικές, οικολογικές, γεωλογικές, περιβαλλοντικές και άλλες.

Οι βρετανοί ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι κατ’ αρχήν οι γενετικές αλλαγές ήσαν ο αναγκαίος «καταλύτης» που έθεσε τα θεμέλια για την απότομη επιτάχυνση της εξέλιξης της ζωής. Οι πρώτες γονιδιακές μεταλλάξεις που ευνόησαν την ανάπτυξη εξελιγμένων σωμάτων, εκτιμάται ότι έλαβαν χώρα μέχρι και 150 εκατ. χρόνια πριν την «έκρηξη» της Κάμβριας περιόδου.

Ακολούθησαν οι ευνοϊκές μεταβολές στο περιβάλλον, καθώς η θερμοκρασία ανέβηκε, οι πάγοι έλιωσαν και η στάθμη των θαλασσών υψώθηκε, με συνέπεια να πλημμυρίσουν πολλές ρηχές και επίπεδες περιοχές της ξηράς.

Τέλος, υπεισήλθαν οι γεωχημικοί παράγοντες, καθώς η επαφή των επιφανειακών έως τότε πετρωμάτων με το νερό οδήγησε στη διάβρωση των βράχων και στη διαρροή στις θάλασσες κρίσιμων μετάλλων και χημικών στοιχείων, τα οποία σταδιακά τα αρχέγονα ζώα ενσωμάτωσαν στον σκελετό και στον οργανισμό τους, αναπτύσσοντας με αυτό τον τρόπο πιο πολύπλοκα σώματα.