Δέκα ημέρες, δέκα πρόσωπα, άπειρες ιστορίες. Ένα πλήθος περιστατικών εναλλάσσεται με μια ατελείωτη σειρά μορφών από διάφορες κοινωνικές τάξεις κι όλοι μαζί παρελαύνουν στις σελίδες του «Δεκαήμερου» του Βοκκάκιου. 

Η φυγή επτά νέων γυναικών και τριών νέων ανδρών από τη Φλωρεντία που πλήττεται από την πανούκλα, και οι τολμηρές ιστορίες που διηγούνται – δέκα κάθε μέρα – μετατρέπονται σε ένα παιχνίδι που κερδίζει αναβολές από τον θάνατο που έχει κυριεύσει την περιοχή.
 
Οι ευχάριστες αυτές αφηγήσεις και η ιδιαίτερη τέχνη του λόγου άλλωστε είναι αυτά που σώζουν τους νέους, καθώς τους επιτρέπουν να ανακτήσουν τη χαμένη κοινωνική συνοχή. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο τονίζεται και το βασικό θέμα που έκανε το μαύρο πρόβατο της λογοτεχνίας να ξεχωρίσει της εποχής του χαρίζοντας του μια αιώνια θέση στα λογοτεχνικά παγκόσμια αριστουργήματα, αυτό του έρωτα.

Όταν οι εφτά νέες γυναίκες και οι τρεις νεαροί, αφήνουν την πόλη, καταφεύγουν σε μια μακρινή εξοχική κατοικία, περιμένοντας να τελειώσει το κακό. Οι φυγάδες αποφασίζουν, για να περνάνε την ώρα τους, να διηγούνται διάφορες ιστορίες κατά τη διάρκεια του δεκαημέρου που κρατάει η εκδρομή.

Ο εξωτερικός αφηγητής, ο οποίος συστήνει τα κύρια συμβάντα κάθε ημέρας με τη μορφή «σύντομων κηρυγμάτων» εναλλάσσεται με τους 10 επίσημους: την Παμπινέα, την Φιλομένα, την Νεφέλη, την Φιαμμέττα, την Ελίσα, την Λαουρέττα, την Αιμίλια, τον Φιλοστράτο, τον Ντιόνεο και τον Πάμφιλο. Κάθε μια από αυτές τις δέκα ημέρες της φυγής ένας από τους συμμετέχοντες, εκλέγεται βασιλιάς ή βασίλισσα και αυτός ή αυτή αποφασίζει το θέμα των ιστοριών που θα αφηγηθούν. Ο μόνος συμμετέχων στον οποίο επιτρέπεται να πει μια ιστορία εκτός θέματος είναι ο Ντιόνεο, επειδή οι ιστορίες του είναι οι πιο τολμηρές!

Κάθε σειρά δέκα αφηγημάτων φωτίζει ένα συγκεκριμένο θέμα, εκτός από την πρώτη και την ένατη ημέρα στις οποίες «ο καθένας μιλάει όπως του αρέσει και σύμφωνα με ό,τι τον ευχαριστεί περισσότερο». Τη δεύτερη ημέρα «το θέμα είναι εκείνος που, παρ’ όλα τα κακά που τον βρήκαν, καταφέρνει ανέλπιστα να έχει ευτυχισμένο τέλος». Την τρίτη μέρα «το θέμα είναι όποιος με πονηριά και εξυπνάδα κατάφερε να κατακτήσει κάτι που πολύ ποθούσε». Την τέταρτη μέρα «το θέμα είναι εκείνοι οι έρωτες που είχαν άτυχο τέλος». Την πέμπτη «είναι ό,τι ευχάριστο τυχαίνει σε κάποιους εραστές, έπειτα από μερικές ένδοξες και πολύπαθες περιπέτειες.

Η έκτη μέρα καταπιάνεται μ’ αυτούς που κατάφεραν να ξεφύγουν από μπλεξίματα με την ετοιμολογία τους, η έβδομη και η όγδοη είναι αφιερωμένες στις κατεργαριές που κάνουν οι γυναίκες στους άνδρες και οι άνδρες στις γυναίκες αντίστοιχα. Τέλος η δέκατη, ανυψώνοντας το επίπεδο της θεματικής, είναι αφιερωμένη στην εξύμνηση της γενναιοδωρίας στον έρωτα. Με τον τρόπο αυτό ο συγγραφέας εκτός από το εξωτερικό περίγραμμα προσφέρει στον αναγνώστη και ξεχωριστά διηγήματά, καθένα από τα οποία αποτελεί ένα έργο τέχνης, αυτόνομο και ολοκληρωμένο.

Μια σειρά ξεχωριστά στοιχεία δημιουργούν μια αντίληψη ομοιογένειας, μια ειδυλλιακή βουκολική σκηνή όπου όμορφοι συμμετέχοντες συντρώγουν, γελούν και συζητούν για έναν ιδανικό κόσμο.

Ο Βοκκάκιος, ως δημιουργός του φλωρεντινού πρώιμου ανθρωπισμού, συνεπαρμένος με τον αριστοκρατικό τρόπο ζωής που οι πλούσιοι έμποροι είχαν υιοθετήσει ως μέσο για να ανέλθουν στην κοινωνική ιεραρχία, δημιουργεί στο Δεκαήμερο την «εποποιία των εμπόρων», έναν ύμνο για τους αυτοδημιούργητους άνδρες που είχαν αντικαταστήσει τις παλιές αριστοκρατικές αξίες, με νέες υλιστικές.

Στην «νέα αυτή λογοτεχνία της μπουρζουαζίας», περιγράφονται τόσο τα πάθη όσο και οι αρετές των εμπόρων. Ο Έρωτα και η Τύχη, ως κυρίαρχα θέματα, χρεώνονται με νέες σημασίες. Ο έρωτας αντιμετωπίζεται ως κάτι μπουρλέσκ ενώ η Τύχη αντιλαμβάνεται ως «πεπρωμένο», το οποίο προσθαφαιρεί αγαθά από τους πρωταγωνιστές των ιστοριών, ασχέτως της προσπάθειας που εκείνοι καταβάλλουν για να αποφύγουν τις κακοτοπιές.

Απευθυνόμενο σε ένα νέο είδος αναγνώστη το έργο σκοπεύει να ψυχαγωγήσει και να διασκεδάσει, γι’ αυτό και το υλικό που συλλέγεται από τον συγγραφέα προέρχεται από την προφορική παράδοση. Αρχαίες και ανατολικές παραδόσεις, Ιταλοί πρόδρομοι, εκκλησιαστικοί θρύλοι, χρονικά των πόλεων και των ηγεμόνων, ποικίλα ανέκδοτα και μονάχα δυο-τρία εφευρήματα του ιδίου του δημιουργού του.

Παρά βέβαια τη συλλογή του υλικού που χρησιμοποιεί ο Βοκκάκιος, κανένας δεν μπορεί να αφαιρέσει από το Δεκαήμερο, τον τίτλο του αριστουργήματος, αφού η αξία του δεν έγκειται στην όποια πρωτοτυπία των θεμάτων του, αλλά στην απόδοσή τους, στην καλλιτεχνική παραλλαγή γνωστών μοτίβων με έναν τρόπο ασυνήθιστα παιγνιώδη.

Υποβλητικό στοιχείο της τεχνικής του συγγραφέα είναι και η ευφάνταστη ακριβολογία του, καθώς και το γεγονός πως υπερέχουν σε αυτήν το αστείο και η ειρωνεία, καθιστώντας τον προάγγελο του σύγχρονου χιουμοριστικού κοινωνικού μυθιστορήματος.

Η μεγάλη αντίφαση ανάμεσα στους ισχύοντες ηθικούς κανόνες της εποχής και στο αναπόδραστο ερωτικό πάθος δημιουργεί τα κατάλληλα θύματα – ζηλότυποι σύζυγοι, ανύποπτοι γονείς και ακόλαστοι κληρικοί – εις βάρος των οποίων διασκεδάζει ο αναγνώστης.

Ταυτόχρονα όλες μαζί οι ιστορίες καταφέρνουν να καθρεφτίσουν μια ολόκληρη εποχή, με τα ήθη και τα πάθη της, με μια πολύμορφη κίνηση από γοητευτικές ιδιαιτερότητες και μια ζωντάνια που την διαδέχονται απογοητεύσεις. Ο πρωταγωνιστής έρωτας, γίνεται την δια στιγμή δύο διαφορετικοί κόσμοι -του πνεύματος και της σάρκας- οι οποίοι διαπλέκονται και συνενώνονται μέσα από ένα ατέρμονο παιχνίδι των ενστίκτων και των αισθημάτων.

Κάπως έτσι ο κάθε χαρακτήρας ρίχνεται στον ίλλιγο μιας ξεχωριστής λογικής, ικανής να τον παρασύρει στον ηρωισμό ή στην απελπισία, στην ευδαιμονία ή στην τρέλα. Την ίδια στιγμή που άλλες εξιστορήσεις, μέσα από την φάρσα καταφέρνουν να αναδείξουν την ανθρώπινη ευφυία και τις πολλαπλές, προσαρμόσιμες των καταστάσεων, όψεις της.

Κάπως έτσι αυτός ο σαγηνευτικός ύμνος στη ζωή, γίνεται σημείο αναφοράς για την παγκόσμια λογοτεχνία και η ευχάριστη πολυσύνθετη αφήγηση του «Δεκαήμερο» (1355), γεννημένη από ένα πένθιμο γεγονός, εξυμνεί όχι την ζωή μετά θάνατον αλλά εκείνη πριν από αυτόν, μια ζωή με έρωτα σε έναν κόσμο αστείο, προσιτό, γήινο, γεμάτο χάρη και περίσσεια διάθεση για ερωτοτροπία…

Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»