Η υπαναχώρηση του Ντόναλντ Τραμπ την Τετάρτη από τους δασμούς που επέβαλε στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποκάλυψε μια αποκαρδιωτική εικόνα χάους στην κυβέρνησή του, χωρίς όμως να μετριάσει τις επώδυνες συνέπειες των μέτρων που αποφάσισε να επιβάλει.
Η «Ημέρα απελευθέρωσης» που είχε εξαγγείλει ο Τραμπ με την επιβολή δασμών επρόκειτο να είναι το συμβολικό πέρασμα προς τη «χρυσή εποχή της αμερικανικής υπεροχής». Αντ αυτού προκάλεσε ένα ντόμινο παγκόσμιων χρηματιστηριακών καταρρεύσεων με προειδοποιήσεις για ύφεση ή ακόμα και για μια κρίση παρόμοια με εκείνη του 1930, την ώρα που ο Τραμπ υποστήριζε πως πρόκειται για μια προσωρινή «αναστάτωση».
Μόνο ο χρόνος θα δείξει το μέγεθος της ζημιάς που προκλήθηκε στην αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής του Τραμπ και, ευρύτερα, στην κυβέρνησή του για να ακολουθήσει τελικά μια απότομη – έστω και μερική – αναδίπλωση, αναφέρει σε ανάλυσή του ο Guardian.
Η αιφνίδια και χωρίς προειδοποίηση υπαναχώρηση από μια πολιτική, την οποία ο Τραμπ υπερασπίζεται εδώ και τέσσερις δεκαετίες, καθησύχασε τη Wall Street και τις διεθνείς αγορές ομολόγων, που αντέδρασαν θετικά στην είδηση της 90ήμερης αναστολής των δασμών που είχαν φτάσει σε ποσοστά άνω του 50% για προϊόντα από χώρες που, κατά τον Τραμπ, «κλέβουν» τις ΗΠΑ στις εμπορικές τους πρακτικές.
«Οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν ενδιαφέρονται για το επικοινωνιακό παιχνίδι, αλλά για το γεγονός ότι ο δασμός 10% θα κοστίσει στις οικογένειες κατά μέσο όρο 2.600 δολάρια περισσότερα ετησίως», ανέφερε ο δημοσκόπος των Δημοκρατικών, Ματ ΜακΝτέρμοτ, στο Bluesky.
Η αναστάτωση στις αγορές που προκάλεσε το «σχέδιο απελευθέρωσης» του Τραμπ θυμίζει τις αντιδράσεις στην προσπάθεια της πρώην πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου, Λιζ Τρας, να προχωρήσει σε ριζική αναδιάρθρωση της οικονομικής πολιτικής της Βρετανίας το 2022.
Οι συνταγματικές ιδιαιτερότητες του αμερικανικού πολιτικού συστήματος θα σώσουν αναμφίβολα τον πρόεδρο από την τύχη της άτυχης Τρας, η οποία έγινε παγκοσμίως γνωστή όταν την ξεπέρασε σε διάρκεια ζωής… ένα μαρούλι, και εξαναγκάστηκε σε παραίτηση μέσα σε μόλις 50 ημέρες, καθώς οι διεθνείς αγορές απέρριψαν τις πολιτικές της ως μη αξιόπιστες.
«Αυτή ήταν η στρατηγική του εξ αρχής. Ο Πρόεδρος Τραμπ δημιούργησε το μέγιστο διαπραγματευτικό πλεονέκτημα για τον εαυτό του», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, ο οποίος συνομίλησε με τον πρόεδρο στο Air Force One την Κυριακή, για τις επιπτώσεις των δασμών της «ημέρας απελευθέρωσης», σύμφωνα με τους New York Times.
«Πολλοί από εσάς στα ΜΜΕ ξεκάθαρα δεν διαβάσατε το The Art of the Deal. Προφανώς δεν καταλάβατε τι κάνει εδώ ο Πρόεδρος Τραμπ», εξήγησε η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λέβιτ, η οποία μόλις μία ημέρα πριν είχε δηλώσει ότι ο Τραμπ «δεν εξετάζει καμία καθυστέρηση» στην εφαρμογή των δασμών.
Η εικόνα όμως ενός μεθοδικού σχεδίου κατέρρευσε με τις ίδιες τις δηλώσεις του Τραμπ, ο οποίος έδωσε μια εξαιρετικά ωμή εξήγηση για την απόφασή του. «Λοιπόν, σκέφτηκα ότι κάποιοι το παράκαναν λίγο. Άρχισαν να γαβγίζουν, να φοβούνται» είπε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Η δήλωση έδειχνε μια έλλειψη ψυχραιμίας δεδομένου ότι μόλις λίγες ώρες νωρίτερα είχε διαβεβαιώσει τους Ρεπουμπλικάνους: «Ξέρω τι στο καλό κάνω» και είχε καλέσει τους υποστηρικτές του μέσω Truth Social να αγνοήσουν τις καταρρεύσεις των αγορών και να «ΜΕΙΝΟΥΝ ΨΥΧΡΑΙΜΟΙ». «Όλα θα πάνε καλά», επέμεινε.
Τι μένει να αποδειχθεί
Το ίδιο ισχύει και για την αποφασιστικότητα του Τραμπ να συνεχίσει με μια δασμολογική πολιτική, η οποία – ακόμα και στη σημερινή, πιο ήπια μορφή της – απειλεί να επιβαρύνει τους Αμερικανούς με υψηλότερο κόστος ζωής, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με την προεκλογική του υπόσχεση να μειώσει τις τιμές «από την πρώτη μέρα».
Όπως έγραψε ο Άαρον Μπλέικ στην Washington Post, η απόφαση της Τετάρτης ήταν η δεύτερη υπαναχώρηση του Τραμπ στο θέμα των δασμών από τότε που ανέλαβε την προεδρία, χωρίς να αποκομίσει κάποιο χειροπιαστό όφελος, αφού είχε προηγηθεί η υποχώρησή του στους δασμούς προς το Μεξικό και τον Καναδά με ελάχιστες παραχωρήσεις από τις δύο χώρες.
«Υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι πρόκειται για άλλη μια περίπτωση όπου ο Τραμπ υποχωρεί. Και μάλιστα μεγάλη», έγραψε.