Τις τελευταίες ημέρες τα χρηματιστήρια βρίσκονται σε κατάσταση αμόκ. Έπειτα από την ανακοίνωση του Τραμπ για επιβολή υψηλών δασμών σε δεκάδες χώρες οι χρηματιστηριακές αγορές ξεκίνησαν μία πραγματική ελεύθερη πτώση, μένοντας στο βαθύ κόκκινο για μέρες – έως ότου ο Τραμπ ανακοίνωσε πως οι δασμοί τίθενται σε παύση (με εξαίρεση την περίπτωση της Κίνας) για 90 ημέρες, διάστημα κατά το οποίο οι ΗΠΑ πρόκειται να διαπραγματευτούν διμερώς με διάφορα κράτη ανά την υφήλιο για την επίλυση του ζητήματος.
Την Τετάρτη (09/04) ο Τραμπ ανέβασε στο Truth Social τη φράση “THIS IS A GREAT TIME TO BUY!!! DJT” – μία λιτή προτροπή οκτώ λέξεων για τα χρηματιστήρια, το οποίο ήταν ωστόσο αρκετό για να προκαλέσει σωρεία αντιδράσεων και δριμεία κριτική από πλευράς Δημοκρατικών και όχι μόνο.
Διότι λίγες ώρες αργότερα ο πρόεδρος των ΗΠΑ έγραψε σε νέα ανάρτηση πως θέτει σε παύση την επιβολή δασμών για τα περισσότερα κράτη. Ως αποτέλεσμα οι μετοχές και οι μεγαλύτεροι αμερικανικοί χρηματιστηριακοί δείκτες αμέσως εκτοξεύτηκαν – και κάπως έτσι όσοι ακολούθησαν τη συμβουλή του Τραμπ και «αγόρασαν», έβγαλαν αρκετά χρήματα μέχρι το τέλος της ημέρας: ο δείκτης S&P 500 ανέκτησε 4 τρισεκατομμύρια δολάρια ή αλλιώς το 70% της αξίας που είχε χάσει τις τέσσερις προηγούμενες ημέρες χρηματιστηριακών συναλλαγών.
Κατηγορίες για χειραγώγηση των αγορών

Την ίδια ημέρα οι γερουσιαστές Άνταμ Σιφ και Ρούμπεν Γκαλέγκο του Δημοκρατικού Κόμματος έστειλαν επιστολή στον Λευκό Οίκο ζητώντας τη διενέργεια «επείγουσας έρευνας γύρω από το εάν ο πρόεδρος Τραμπ, η οικογένειά του ή άλλα μέλη της κυβέρνησης προέβησαν σε αθέμιτη χρηματιστηριακή εκμετάλλευση εμπιστευτικών πληροφοριών ή άλλες παράνομες οικονομικές συναλλαγές, έχοντας λάβει πρότερη γνώση» των κινήσεων που ετοίμαζε ο Αμερικανός πρόεδρος. Η Ελίζαμπεθ Γουόρεν, επιφανής πολιτικός του Δημοκρατικού Κόμματος, κατέθεσε παρόμοιο αίτημα, διερωτώμενη σε συνεδρίαση του Κογκρέσου κατά πόσο η συγκεκριμένη υπόθεση αποτελεί οφθαλμοφανή περίπτωση διαφθοράς.
Οι ενέργειες του Τραμπ ωστόσο δεν αποτέλεσαν αντικείμενο κριτικής μονάχα «μπλε» πολιτικών. «Δεν γίνεται ανώτεροι κρατικοί λειτουργοί – συμπεριλαμβανομένου του προέδρου – να συζητούν για τις τιμές του χρηματιστηρίου και το πότε να αγοράζει ή να πουλάει ο κόσμος μετοχές την ίδια στιγμή που λαμβάνουν και ανακοινώνουν αποφάσεις, οι οποίες έχουν δραματικές συνέπειες στις τιμές των μετοχών», δήλωσε στο αμερικανικό μέσο NPR ο Ρίτσαρντ Πέιντερ, καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα, ο οποίος στο παρελθόν είχε διατελέσει επικεφαλής νομικής δεοντολογίας στο επιτελείο του προέδρου Τζορτζ Μπους.
Εάν οποιοδήποτε μέλος της κυβέρνησης Μπους είχε προβεί σε αντίστοιχες δημόσιες τοποθετήσεις, παροτρύνοντας τον κόσμο να αγοράσει ή να πουλήσει μετοχές, «θα είχε πιθανότατα χάσει τη θέση του», πρόσθεσε ο Πέιντερ. Ο τελευταίος βέβαια απέφυγε να κατηγορήσει τον Τραμπ για χειραγώγηση της αγοράς, αναφέροντας πως «δεν έχουμε ξεκάθαρες αποδείξεις για κάτι τέτοιο».
Τα κρίσιμα ερωτήματα
Τα κρίσιμα ερωτήματα γύρω από την υπόθεση είναι δύο.
Πρώτον: όταν ο Τραμπ έκανε την πρώτη ανάρτηση, παρακινώντας τους ακολούθους του να επενδύσουν στο χρηματιστήριο, είχε ήδη υπόψιν να θέσει σε παύση τους δασμούς;

Αυτό προφανώς είναι κάτι που δεν μπορεί να απαντηθεί με βεβαιότητα. Ο ίδιος ο Τραμπ απάντησε σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφων πως το «πάγωμα» των δασμών ήταν κάτι που «σκεφτόταν εδώ και κάποιες μέρες». Η προτροπή του Τραμπ για επένδυση στο χρηματιστήριο θα μπορούσε εξάλλου να οφείλεται απλώς σε μία προσπάθεια του Αμερικανού προέδρου να περιορίσει την ανησυχία των επενδυτών – ιδίως όσων τρέφουν εμπιστοσύνη προς το πρόσωπό του – και μέσω αυτού να επιτύχει και μία άνοδο των χρηματιστηριακών τιμών, όπως και τελικά συνέβη.
Το δεύτερο ερώτημα αφορά την υπογραφή “DJT” στο τέλος της πρώτης ανάρτησης. Ο Τραμπ προσθέτει τη συγκεκριμένη συντομογραφία σε ορισμένα posts του, κυρίως όταν θέλει να δείξει πως έχει γράψει ο ίδιος προσωπικά την εκάστοτε ανάρτηση. Η ίδια συντομογραφία όμως αποτελεί και την ονομασία της μετοχής της εταιρείας “Trump Media and Technology Group”, τη θυγατρική στην οποία ανήκει μεταξύ άλλων και η πλατφόρμα social media “Truth Social”.
Είναι προφανώς ασαφές το εάν ο Τραμπ έκανε μνεία στη μετοχή της εταιρείας του ή απλώς υπέγραφε την ανάρτησή του. Το βέβαιο όμως είναι πως πάρα πολλοί άνθρωποι το εξέλαβαν ως μήνυμα να αγοράσουν τη συγκεκριμένη μετοχή, με την Trump Media να «κλείνει» την ημέρα στο +22,7%, κερδίζοντας έτσι υπερδιπλάσια αξία αναλογικά με αυτήν που ανέκτησε η ευρύτερη αγορά – και όλα αυτά ενώ πρόκειται για μία εταιρεία που πέρυσι είχε απώλειες 400 εκατομμυρίων δολαρίων και φαίνεται να μην επηρεάζεται καθόλου χρηματιστηριακά από το εάν και σε ποιες χώρες θα επιβληθούν τελικά δασμοί. Το μερίδιο του Τραμπ στην εταιρεία, το οποίο ανέρχεται στο 53% και βρίσκεται πλέον υπό τον έλεγχο του μεγαλύτερου γιου του, αυξήθηκε κατά 415 εκατομμύρια δολάρια.
Μονάχα μία εταιρεία κατάφερε να ξεπεράσει την επίδοση της Trump Media και αυτή ήταν η Tesla – η οποία ανήκει στον στενό συνεργάτη του Τραμπ, τον δισεκατομμυριούχο Ίλον Μασκ.
Απίθανο να ανοίξει σχετική έρευνα
Αρμόδια για τη διερεύνηση υποθέσεων insider trading, δηλαδή αθέμιτης χρηματιστηριακής εκμετάλλευσης εμπιστευτικών πληροφοριών, είναι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ, γνωστή και ως SEC (Securities and Exchange Commission).

Οι περισσότεροι πολιτικοί και αναλυτές όμως δεν θεωρούν πως η SEC θα ανοίξει σχετική έρευνα. Η Κάθλιν Κλαρκ για παράδειγμα, ειδικός σε θέματα κυβερνητικής νομικής δεοντολογίας από το τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον, τόνισε πως οι αναρτήσεις του Τραμπ πιθανότατα δεν θα προκαλέσουν ιδιαίτερες αντιδράσεις από τις αρχές. Κατά την ίδια ο Τραμπ ενδεχομένως επιδιώκει με τέτοιες ενέργειες να αυξήσει και τους ακολούθους του στο Truth Social, δείχνοντας πως «μπορεί να χειραγωγήσει την αγορά αποτελεσματικά και παραμένοντας ατιμώρητος» – λέγοντας έτσι εμμέσως στους χρήστες της πλατφόρμας να έχουν υπόψιν το account του «για tips γύρω από τα χρηματιστήρια στο μέλλον».
Η εκτίμηση των ειδικών πως δεν πρόκειται να ανοίξει σχετική έρευνα δεν θεμελιώνεται απλώς σε εικασίες, αλλά και στις πρόσφατες εξελίξεις: την Τετάρτη η αμερικανική Γερουσία υπερψήφισε και την ανάληψη της ηγεσίας της SEC από τον Πολ Άτκινς, εκλεκτό του Τραμπ, ενώ τον Φεβρουάριο ο Αμερικανός πρόεδρος είχε επίσης υπογράψει και διάταγμα που διεύρυνε την εξουσία του πάνω στις ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές, στις οποίες συγκαταλέγεται και η SEC.
Οι εκπρόσωποι της SEC έχουν αρνηθεί να προβούν σε σχόλια στα αμερικανικά μέσα γύρω από την υπόθεση και τις κατηγορίες σε βάρος του Τραμπ. Σχετικό ερώτημα της γερμανικής Süddeutsche Zeitung έμεινε επίσης αναπάντητο.
πηγή: DW