Ο Ιρλανδός θεολόγος και φιλόσοφος Σκότος Εριγένης (810-877) έλεγε ότι η Αγία Γραφή είναι ένα κείμενο το οποίο περικλείει άπειρα νοήματα και μπορεί να παρομοιαστεί με τα ιριδίζοντα φτερά ενός παγωνιού. Ενας τέτοιος ισχυρισμός είναι ίσως ιδανικός για να περιγράψει τη «Θεία Κωμωδία», το πολυπρισματικό έργο του Δάντη το οποίο ανταποκρίνεται πλήρως στην ιδέα ενός κειμένου ανοιχτού σε πολλαπλές αναγνώσεις.
«Η Θεία Κωμωδία του Δάντη (1265-1313), γραμμένη στο διάστημα 1304-1309 είναι ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Στο μεταίχμιο δύο εποχών (μεσαίωνας-αναγέννηση), συνιστά μια τοιχογραφία της εποχής που τελειώνει, φωτισμένη από τις ακτίνες της επερχόμενης εποχής. Εδώ βρίσκεται ολόκληρο το μεσαιωνικό σύμπαν, στον πλούτο και στην ποικιλία του, στο μεγαλείο του και στις ρωγμές του, ιστορημένο με αυστηρή αρχιτεκτονική οργάνωση και με αντίστοιχα πλούσια και πολυεπίπεδη ποιητική γλώσσα, η οποία κατορθώνει να εκφράσει τα πάντα με συγκλονιστική απλότητα».
Το μεγαλείο του ποιήματος του Δάντη οφείλεται στο γεγονός ότι παρ’ όλη τη συσσώρευση των αλληγοριών, των φιλοσοφικών ιδεών, των ονομασιών και των λεπταίσθητων λεπτομερειών και αποχρώσεων, καταφέρνει -στο σύνολό του- να είναι μία από τις πιο γοργές και συναρπαστικές αφηγήσεις της δυτικής λογοτεχνίας.
Το μνημειώδες αυτό ποιητικό σύνθεμα διηγείται το ταξίδι του ποιητή Δάντη στο βασίλειο της Κόλασης, του Καθαρτηρίου και του Παραδείσου. Το ταξίδι ξεκινά στις 8 Απριλίου του 1300 (βράδυ Μεγάλης Παρασκευής), διαρκεί περίπου μια εβδομάδα και επιτρέπει στον ποιητή να κατανοήσει τη δομή του σύμπαντος, να γνωρίσει τις συνθήκες ύπαρξης των ψυχών μετά το θάνατο, και να αντικρίσει τον ίδιο το Θεό.
Ένα ταξίδι γνώσης και «άσκησης», που οδηγεί στην αλήθεια και τη σωτηρία, με τα κριτήρια της χριστιανικής ηθικής, όχι μόνον τον ίδιο τον ποιητή, που το «βίωσε». Σύμφωνα με τους κανόνες της ηθικοπλαστικής ποίησης του μεσαίωνα στην οποία το έργο εντάσσεται, το ταξίδι αυτό προσφέρεται ως η υποδειγματική εικόνα της ανθρώπινης εμπειρίας. Με αυτή την έννοια, η Θεία Κωμωδία είναι έργο διδακτικό, που περιέχει θρησκευτικές, ηθικές και φιλοσοφικές αλήθειες, αλήθειες που ανάγονται στον κόσμο του μεσαίωνα.
Άδικο όμως θα ήταν να θεωρηθεί ως μια απλή αποτύπωση του μεσαιωνικού θεολογικού-φιλοσοφικού συστήματος. Το μεγαλείο του και η ιδιαιτερότητά του έγκειται ακριβώς σε αυτή τη σύνδεση των αληθινών και ιστορικά προσδιορισμένων προσώπων της πραγματικότητας του κόσμου τούτου με τη σημασία που αποκτούν στον άλλο, τον μεταφυσικό.
Το ποίημα συνίσταται σε τρία μέρη -την «Κόλαση», το «Καθαρτήριο» και τον «Παράδεισο»- από τα οποία το καθένα αποτελείται από τριάντα τρία άσματα, ενώ υπάρχει και ένα εισαγωγικό άσμα, οπότε όλα γίνονται εκατό. Οι σχολιασμοί, οι αναλύσεις και οι ποικίλες ερμηνείες του περίτεχνου αυτού έργου, πέρα από τον εκάστοτε θρησκευτικό, ιστορικό ή αισθητικό προσανατολισμό τους, στέκονται με δέος απέναντι στην ένταση που -από άκρη σε άκρη- δεν χαλαρώνει ποτέ, αλλά και στην επικής προέλευσης αφηγηματικότητα που σε συμπαρασύρει μες τη σαγήνη της.
Και πράγματι ο ποιητής επιτυγχάνει μια μοναδική συρραφή του υλικού, συνδυάζοντας ετερόκλητα- φιλοσοφικά, μυθικά, δαιμονικά, αποκρουστικά, φανταστικά, αλληγορικά, αλλόκοτα, συμβολικά, ψυχολογικά, κωμικά στοιχεία. Ταυτόχρονα παρουσιάζει τα πάντα τόσο ζωντανά και παραστατικά σνα να μας διαβεβαιώνει για την πίστη του σε αυτό τον απόμακρο άλλο κόσμο.
Χαρακτηριστικά γοητευτική είναι άλλωστε η αρχιτεκτονική πρωτοτυπία που προσέδωσε στο τοπίο της Κολάσεως, με τους εικονογράφους να συμπληρώνουν μέσα στα χρόνια τις αλλεπάλληλες εκδόσεις με εμπνευσμένες απεικονίσεις των χαρακτήρων και των τεράτων του έργου με χάρτες και σχεδιαγράμματα του κάτω κόσμου.
Η «δαντική» Κόλαση αποτελεί την περιγραφή ενός φανταστικού ταξιδιού στον Αδη, το οποίο μέσα από τις λεπτομέρειες που δίνονται με ασυνήθιστη σχολαστικότητα – ώρες τοποθεσίες δρομολόγιο καταγράφονται με μαθηματική ακρίβεια – φαντάζει εντελώς αληθινό. Συνοδός του στο ταξίδι ο δάσκαλός του Βιργίλιος. Η Κοιλάδα της Κολάσεως βυθίζεται στο ένα ημισφαίριο της γης σε σχήμα χωνιού και στην άκρη του, η οποία αγγίζει το κέντρο της γης, είναι καρφωμένος ο Εωσφόρος. Η κωνοειδής κοιλάδα της Κόλασης είναι χωρισμένη σε εννιά επάλληλους κύκλους , οι οποίοι αρχίζουν μετά τον Αχέροντα και στενεύουν διαδοχικά καθώς κινείται κανείς κατηφορικά, για να καταλήξουν στην κορυφή του κώνου, στο κέντρο της Γης.
Κάθε κύκλος της Κολάσεως φυλάγεται από δαίμονες, τον Χάρο, τον Μίνωα, τον Κέρβερο, τις Ερινύες, τη Μέδουσα, τον Μινώταυρο, τους διαβόλους και άλλους που τυραννάνε τους κολασμένους και αντιστοιχεί σε συγκεκριμένες αμαρτίες -ολοένα βαρύτερες για βαθύτερους κύκλους- καθώς και τις αντίστοιχες τιμωρίες που επιβάλλονται. Στον προθάλαμο που προηγείται των κύκλων, παραμένουν οι ουδέτεροι, όσοι δεν έκαναν κακό ούτε όμως και καλό.
Το κακό καθ’ αυτό, όμως, τιμωρείται αποκλειστικά στον έβδομο, όγδοο και ένατο κύκλο της Κόλασης, με τον Δάντη να διακρίνει είκοσι δυο περιπτώσεις καταδικαστικών αμαρτημάτων που επιφέρουν -στον αιώνα τον άπαντα- τις χειρότερες ποινές: Τύραννοι, δολοφόνοι, όσοι πλήγωσαν αλλήλους, αυτόχειρες, σπάταλοι, βλάσφημοι, σοδομιστές, τοκογλύφοι, διαφθορείς γυναικών, κόλακες και ακόμη σιμωνιακοί, μάγοι και μάντεις, εξαγοράσιμοι πολιτικοί, πολιτικοί που εξαπατούν, κλέφτες, δολοπλόκοι, όσοι σπέρνουν τη διχόνοια, μίμοι και παραχαράκτες, αδελφοκτόνοι, προδότες πατρίδας, προδότες φιλίας και φιλοξενίας, προδότες του ευεργέτη τους είναι όλοι εκεί προσδίδοντας σε αυτή την κόλαση μια απέραντη θλίψη και απελπισία.
Το αριστούργημα του Δάντη, το οποίο ο Ιταλός ποιητής συνέθεσε όταν ζούσε εξόριστος από τη γενέτειρά του Φλωρεντία, ίσως να μην μπορούμε να το κατανοήσουμε με πληρότητα, εάν δεν λάβουμε υπόψιν μας τους ποικίλους δεσμούς που το συνδέουν με την εποχή του. Εάν, δηλαδή, δεν το τοποθετήσουμε ιστορικά σε εκείνη την περίοδο- στο λυκόφως του Μεσαίωνα. Ανάμεσα στα τέλη του 13ου και στις αρχές του 14ου αιώνα, φαίνονταν πιο καθαρά τα σημάδια μιας -δειλής έστω- ανανέωσης της πολιτικής και πνευματικής ζωής εκείνων των χρόνων: η φιλοσοφία, αν και παρέμενε ακόμα πιστή στις σχολαστικές φόρμες και τη θεολογική προϋπόθεση, άρχισε να δέχεται μερικά κοσμικά και θετικιστικά στοιχεία.
Συμμετέχοντας συνειδητά σε αυτή την αλλαγή της πολιτισμικής συγκυρίας που αλλάζει εκ βαθέων αποτασσόμενη τον Μεσαίωνα και υποδεχόμενη την αναγέννηση ο ίδιος ο συγγραφέας βιώνει την μεσαιωνική θρησκευτικότητα αλλά ταυτόχρονα και μια περιέργεια για τις ανθρώπινες συγκρούσεις, για την γοητεία του υπερκόσμιου για τα πολιτικά συμβάντα.
Στην περίφημη εξορία του διευρύνει τον ορίζοντα του μυαλού του πέρα από τα στενά όρια μιας πολιτείας και βιώνει μια προσωπική κατάφορη αδικία που τον ωθεί σε μια αναθεώρηση μιας ολόκληρης εποχής βουτηγμένης στην μοχθηρία, την εκμετάλλευση και την αναρχία.
Η πολυμορφία του περιεχομένου της Θείας Κωμωδίας -και ιδίως της Κόλασης- απορρέει από μία εμπειρία δίχως όρια ενός μεγαλοφυούς ποιητή, που κατάφερε να αποτυπώσει τις σκοτεινές πηγές της διαφθοράς και των σφαλμάτων, τα θηριώδη ένστικτα, τα συγκλονιστικά πάθη, τις κρυφές και ταπεινωτικές αδυναμίες των ανθρώπων της εποχής του.
O μεγαλύτερος Ιταλός ποιητής και φιλόσοφος του Μεσαίωνα και ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, ο Δάντης Αλιγκιέρι, γεννήθηκε την 1η Ιουνίου του 1265 και πέθανε στις 14 Σεπτεμβρίου 1321. Έμεινε περισσότερο γνωστός για το επικό του ποίημα Commedia, το οποίο μετονομάστηκε σε Θεία Κωμωδία (La Divina Commedia). Επηρέασε βαθιά όχι μόνο τη θρησκευτική φαντασία αλλά και όλες τις επόμενες αλληγορικές κατασκευές στη λογοτεχνία.
Η Θεία Κωμωδία, παραμένει μέχρι σήμερα ένα από τα σημαντικότερα θεμέλια, πάνω στα οποία η ευρωπαϊκή λογοτεχνική παράδοση έχει οικοδομηθεί. Αυτό το αριστούργημα γράφτηκε στο τέλος της ζωής του και μάλιστα τελείωσε λίγο πριν το θάνατό του του 1321. Σε μια εποχή χειρόγραφων, κατόρθωσε να φτάσει σε ένα ευρύ και δεκτικό κοινό πολύ γρήγορα. Μέχρι το 1400, περισσότεροι από 12 σχολιασμοί είχαν γραφτεί με σκοπό να εξηγήσουν το νόημα των γραφομένων στη Θεία Κωμωδία. Ο Τζιοβάνι Μποκάτσιο έγραψε για τη ζωή του Δάντη ενώ το 1373-1374 έδωσε την πρώτη δημόσια διάλεξη με θέμα τη Θεία Κωμωδία.
Η ζωντανή προσωπογραφία τους και οι συνεχείς αναφορές σε ανθρώπινες σχέσεις κάνουν το έργο μια ρεαλιστική απεικόνιση και ανάλυση των πτυχών της ανθρώπινης ζωής. Είναι, επίσης, μια αλληγορία της προόδου της ατομικής ψυχής προς το Θεό και της πολικής και κοινωνικής προόδου προς στην ειρήνη. Είναι μια συμπονετική, αν και ηθική, αξιολόγηση της ανθρώπινης φύσης και ένα μυστικιστικό όραμα του Απόλυτου ταυτόχρονα.
Έτσι, «η καθολικότητα του δράματος και το λυρικό σθένος της ποίησή του είμαι πολύ πιο έντονα από το ίδιο το περιεχόμενο»…
Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»