Οι ταινίες με ναρκωτικά έχουν σταθερά το κοινό και την απήχησή τους, παρέχοντας κλεφτές ματιές σε έναν κόσμο άγνωστο στους περισσότερους.
Η κινηματογραφική βιομηχανία συνεχίζει μάλιστα να διατηρεί μια σχέση αγάπης-μίσους με τα ναρκωτικά, τόσο στον φιλμικό όσο και τον πραγματικό κόσμο.
Γι’ αυτό και τα φιλμ που αφορούν στον ζοφερό κόσμο των ναρκωτικών είναι τόσα πολλά και διαφορετικά μεταξύ τους. Άλλα αποθεώνουν τη χρήση, άλλα τονίζουν τις συνέπειές της, άλλα επικεντρώνονται στον ίδιο τον εθισμό και άλλα τέλος ασχολούνται με τα δίκτυα διακίνησης και τον ακόμα σκοτεινότερο κόσμο των καρτέλ.
Άλλοτε για να καταγγείλουν και να καυτηριάσουν και άλλοτε για να αποθεώσουν ή να διακωμωδήσουν, οι ταινίες με ναρκωτικά έχουν καταλήξει να απαρτίζουν πια αυθύπαρκτο είδος, παρά το γεγονός ότι μιλάμε περισσότερο για φόρμα παρά για περιεχόμενο.
Κάποιες μάλιστα γίνονται θρύλοι στην κατηγορία τους για όλους τους σωστούς ή τους λάθος λόγους, αναλόγως την οπτική του καθενός…
Μιλώντας για μύθους του είδους, δύσκολα θα βρεις μεγαλύτερο από το αμερικανικό road movie του Τέρι Γκίλιαμ, ένα εκστατικό οδοιπορικό στον κόσμο των παραισθησιογόνων ουσιών. Ένας δημοσιογράφος και ένας δικηγόρος καταφτάνουν στο Βέγκας για επαγγελματικούς υποτίθεται σκοπούς, το ταξίδι μετατρέπεται ωστόσο σε μια εμπειρική μελέτη των ψυχεδελικών ναρκωτικών!
Παράνοια, σουρεαλιστικές εικόνες και κολύμπι στα ναρκωτικά είναι τα κύρια συστατικά ενός τριπαρισμένου φιλμ που αρχίζει και τελειώνει σε κείνο το πορτμπαγκάζ με τις ουσίες. Αναμφίβολα αντισυμβατική, η θρυλική ταινία του μεγάλου Γκίλιαμ δίχασε κόσμο και κριτικούς, καθώς από τα συντηρητικότερα κοινά έλειπε η καταδίκη της χρήσης.
Και πράγματι δεν ήταν παρά ένα ατέλειωτο πανηγύρι παραισθήσεων, ένα παλαβό ρεσιτάλ ανομίας που προκάλεσε οργή σε μια καλή μερίδα του κόσμου. Σε μια άλλη μερίδα πάντως δεν ήταν παρά μια καθηλωτική και εξαιρετικά εικαστική πανδαισία χρωμάτων, εικόνων και τοπίων, ένα επαναστατικό μανιφέστο ενός αστείρευτου νταλαβεριού χρήσεων και καταχρήσεων…
Με τον εξαιρετικό αυτό τίτλο βγήκε στις ελληνικές αίθουσες το επίσης ενοχλητικό για πολλούς «Pineapple Express», μια σπαρταριστή κωμωδία καταστάσεων όχι για όλη την οικογένεια, αλλά για όλη την παλιοπαρέα. Την ανδρική φιλία εξυμνεί εξάλλου, άντε και το «χόρτο».
Ξεκαρδιστικοί διάλογοι, φρενήρης ρυθμός και εξαίσιες ερμηνείες απαρτίζουν την ιδιαίτερη κωμωδία με τον τεμπελχανά χρήστη και τον προμηθευτή του που μπλέκονται άθελά τους σε μια υπόθεση δολοφονίας. Απόλυτα παρεΐστικη ταινία από αυτές που δεν βγαίνουν πια για τον απαραίτητο χαβαλέ. Απόλυτα κακή για άλλους, αφού προβάλλει μια γκλαμουράτη εκδοχή της χρήσης κάνναβης, περιβάλλοντάς τη με μια αβάσταχτη ελαφρότητα. Η λέξη «μαριχουάνα» ακούγεται εξάλλου 69 φορές στην ταινία!
Εδώ έχουμε μια ωμή, σκληρή και καταλυτική στην περιγραφή και τα νοήματά της ταινία ναρκωτικών, ένα οπτικό έπος που μετατρέπει την κάμερα σε όπλο κατά της μάστιγας. Το έξοχο φιλμ του Ντάρεν Αρονόφκσι δίνει εικόνα στα σκοτεινά μονοπάτια του εθισμού χωρίς να αποστρέφει το βλέμμα όταν τα πράγματα πάρουν τον κακό δρόμο. Και θα τον πάρουν.
Αδιανόητα γρήγορο και καταιγιστικά μονταρισμένο, με τα σοκ να πέφτουν βροχή και τις συνειδησιακές σφαλιάρες να μην κοπάζουν ούτε λεπτό, το στιλιζαρισμένο και προκλητικό «Ρέκβιεμ» είναι το ιδανικό φιλμ για να προκαλέσει αποστροφή για τα ναρκωτικά. Αν οι σκηνές είναι σκληρές, το ίδιο είναι και τα ναρκωτικά. Αν η ζωή είναι εξαθλιωμένη, μην περιμένεις να τη φτιάξουν οι πλαστοί παράδεισοι των ουσιών.
Η αποξένωση και η κοινωνική αποσάθρωση δεν αποφεύγονται με τα ναρκωτικά, μας λέει το φιλμ, η κόλαση του εθισμού θα σε φτάσει στο χείλος της καταστροφής. Ένα φιλμ που το βιώνεις σωματικά, ως μια πραγματικά επώδυνη φιλμική εμπειρία μεγαλύτερη και από τη ζωή την ίδια ενδεχομένως…
Η ταινία που σφράγισε το είδος δεν χρειάζεται συστάσεις, προκαλώντας στην εποχή της όσο λίγα φιλμ μπορούν να παινεύονται ότι το έχουν καταφέρει. Το καταραμένο βρετανικό διαμαντάκι του Ντάνι Μπόιλ με αυτή την παρέα των ηρωινομανών συγκλόνισε το παγκόσμιο κοινό με την απροσχημάτιστη ευθύτητα με την οποία παρουσίασε το θέμα της χρήσης.
Το μήνυμά της ήταν βέβαια το «choose life» (επίλεξε τη ζωή), σε μια ταινία που δεν φαίνεται πάντως να κάνει καθόλου αυτό. Όσο οι υπόλοιποι επιλέγουν τη συμβιβασμένη ζωούλα τους δηλαδή, οι πιτσιρικάδες του Ντάνι Μπόιλ επιλέγουν τη βελόνα. Εδώ κρύβεται ωστόσο όλο το ζουμί της ανατρεπτικής ταινίας, η κριτική ματιά στη σύγχρονη καταναλωτική κοινωνία και το μίζερο της ζωής των σημερινών αστών.
Διδάσκει χωρίς να ηθικολογεί, παραδίδει μαθήματα χωρίς αξιολογικές κρίσεις. Ακόμα και ο «καμένος» μπορεί να έχει προοπτική. Σκληρή και κυνική, όπως είναι και τα ναρκωτικά…
Πώς θα ήταν το «Μπόνι και Κλάιντ» αν το δίδυμο έκανε ναρκωτικά; Μα σαν το «Drugstore Cowboy» φυσικά του Γκας Βαν Σαντ, ένα οδοιπορικό μιας μικρής συμμορίας που ληστεύουν φαρμακεία εκεί στη δεκαετία του 1970 όχι για τα λεφτά, αλλά για τη μορφίνη. Το φιλμ έφτασε πραγματικά πολύ μακριά για να μεταφέρει πιστά στο πανί όσα περνούν οι χρήστες για τη δόση τους, αποφεύγοντας με μαεστρία μαθήματα ηθικής και καλών τρόπων.
Κάποια στιγμή η τύχη του πρωταγωνιστικού ζεύγους θα σωθεί, γιατί έτσι είναι αυτά τα πράγματα, το έγκλημα και τα ναρκωτικά δεν αποδίδουν. Ένα από τα καλύτερα φιλμ της μακράς αμερικανικής παράδοσης των ταινιών με περιπλανώμενους παρανόμους μιλάει για μικροκακοποιούς που δεν είναι αναγκαστικά κακοί, παρασύρονται ωστόσο από τα πάθη τους.
Σκοτεινό αλλά ταυτοχρόνως ανατριχιαστικά οικείο, το φιλμ δεν είναι για κακούς εγκληματίες αλλά για πάσχοντες ανθρώπους, για μια παρέα καταδικασμένων χωρίς μέλλον. Μια ζοφερά συναρπαστική ταινία που προβληματίζεσαι που σου αρέσει…
Τι να πεις για το φιλμ που περιέχει την πλέον αξιομνημόνευτη ίσως σκηνή της έβδομης τέχνης με ναρκωτικά: τον Τόνι Μοντάνα πίσω από κείνο το βουνό κόκας! Το μαφιόζικο έπος του Μπράιαν Ντε Πάλμα δεν είναι ένα παραδοσιακό drug movie, παραείναι μεγάλο όμως για να μείνει απέξω.
Και βέβαια μπορεί σήμερα να είναι ένα από τα σύγχρονα κλασικά του παγκόσμιου σινεμά, στην εποχή του προκάλεσε ωστόσο κύματα οργής για τις ωμές σκηνές του σνιφαρίσματος της άσπρης σκόνης. Ο Όλιβερ Στόουν άλλωστε, που υπέγραψε το σενάριο, αποκάλυψε αργότερα πως ασχολήθηκε σεναριακά με την ταινία προσπαθώντας να διαχειριστεί τον δικό του εθισμό στην κοκαΐνη. Για να απεξαρτηθεί και να ολοκληρώσει το σενάριο μετακόμισε στο Παρίσι για ένα διάστημα.
Ο κουβανός μετανάστης που ανέβηκε στον θρόνο του υποκόσμου του Μαϊάμι με τη βοήθεια της κοκαΐνης θα φύγει από τον κόσμο με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, με την κόκα στα ρουθούνια του. Ακόμα και σήμερα όλοι ψάχνουν να βρουν ποια ουσία χρησιμοποιήθηκε ως κοκαΐνη στα γυρίσματα για να μην καταστραφεί η ψευδαίσθηση του ρεαλισμού. Μπράιαν Ντε Πάλμα και Αλ Πατσίνο δεν έχουν απαντήσει ποτέ…
Η απόλυτη ταινία με ναρκωτικά, αυτή που γέννησε μια ολόκληρη κουλτούρα και έμεινε θρυλική για κάθε είδους λόγο. Ο αμερικανικός σινεματικός μύθος του Ντένις Χόπερ με τον ίδιο και τους Πίτερ Φόντα και Τζακ Νίκολσον δεν είναι μόνο ότι ακολουθεί τις περιπέτειες δυο διακινητών ναρκωτικών, είναι κυρίως ότι όλες οι σκηνές χρήσης μαριχουάνας που περιέχει είναι… αληθινές.
Οι δυο χίπις που οργώνουν με τις μηχανές τους την επαρχιακή Αμερική άφησαν κληρονομιά μια ταινία-σταθμό του μοντέρνου σινεμά, ένα πραγματικό ροκ γουέστερν που βασίζει την ελευθερία των νιάτων στον ανοιχτό ορίζοντα, τα ατέλειωτα μίλια και τα ναρκωτικά.
Ανεξάρτητος και αδέσμευτος, ο «Ξένοιαστος καβαλάρης» έπνιξε στους άνομους καπνούς του την προκατάληψη και τον συντηρητισμό χαρίζοντας εκφραστική διέξοδο σε μια ολόκληρη γενιά. Μια πραγματική φιλμική κραυγή κατά του κομφορμισμού, μια αυθεντική εμπειρία «sex, drugs and rock & roll» με μόνη απαγόρευση αυτό το «απαγορεύεται το απαγορεύεται»…