Το σεξ ήταν παρόν στην έβδομη τέχνη ήδη από τις πρώτες βωβές στιγμές της, πριν αναλάβει τα ηνία η λογοκρισία και το στείλει σε επίπεδο πιπεράτων υπαινιγμών και σκανδαλιστικών νύξεων.
Και θα έπρεπε να περιμένουμε τη δεκαετία του 1960 ώστε να απελευθερωθεί το σινεμά από τα πουριτανικά δεσμά του και να ξεδιπλώνονται πια στο πανί η γύμνια και το σεξ, λες και όλα άλλαξαν μαγικά μονομιάς.
Αυτή η «νέα ανηθικότητα», όπως έσπευσε να τη χαρακτηρίσει το πιο σεμνότυφο κομμάτι της κοινωνίας, θα έπαιρνε τον ανήφορο στη δεκαετία του 1970, όταν τόσο η softcore «Εμμανουέλα» (1974) όσο και το hardcore «Βαθύ λαρύγγι» (1972) έγιναν όχι μόνο εμπορικές επιτυχίες, αλλά και οχήματα κινηματογραφικής αλλαγής.
Τα ζευγάρια της μεσοαστικής τάξης απολάμβαναν πια μαζί στη σκοτεινή αίθουσα καλλιτεχνικούς θριάμβους με ξεκάθαρο ερωτικό περιεχόμενο, όπως το «Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι» (1972) του Μπερτολούτσι, ή ακόμα και πιο «άρρωστες» εικαστικές δημιουργίες σαν την «Αυτοκρατορία των αισθήσεων» του Ναγκίσα Οσίμα, φιλμ που εκμεταλλεύτηκαν δηλαδή την αποδυναμωμένη πια λογοκρισία για να εξερευνήσουν εντός οθόνης τα όρια του σεξ και του ερωτισμού.
Κι όταν κατέφτασε πια η δεκαετία του 1980, ακόμα και το πάντα πουριτανικό Χόλιγουντ ακολούθησε το νέο κύμα, αλλάζοντας άρδην την απεικόνιση του σεξ στο πανί.
Σήμερα, στην εποχή του «Nymphοmaniac» (2014) και των «Πενήντα αποχρώσεων του γκρι» (2015), αποδεικνύεται πως το σεξ στη μεγάλη οθόνη συνεχίζει να μαγνητίζει τον θεατή λες και πρόκειται για απαγορευμένο καρπό.
Ποιος δεν έχει ευχαριστηθεί -για όλους τους σωστούς και λάθος λόγους!- τα παρακάτω φιλμ δηλαδή;
Η ταινία που ξεκλείδωσε κατά πολλούς τη σεμνότυφη ηθική του Χόλιγουντ ήταν όλα όσα θέλησαν να είναι οι «Πενήντα αποχρώσεις του γκρι» και δεν το κατάφεραν ποτέ. Η σατανική ερωτική χημεία μεταξύ Κιμ Μπέισινγκερ και Μίκι Ρουρκ παραμένει αξεπέραστη σε όρους σαγήνης και λαγνείας.
Η ειρωνεία της ιστορίας εδώ είναι πως τίποτα το καλλιτεχνικό δεν υπήρχε στις ερωτικές σκηνές των «9½ εβδομάδων». Ήταν απλώς φρενιασμένο σεξ μεταξύ δυο φιλήδονων ανθρώπων, χωρίς άλλοθι και μα-μου. Τίποτα δεν μπορεί να τους κρατήσει μαζί εκτός από αυτό το καταραμένο πάθος που απλώνεται πάνω από όλα και πνίγει τα πάντα εντός του. Αν αποζητά ο θεατής καυτές, ηδονικές και παθιασμένες σκηνές σεξ γι’ αυτό που είναι, τότε το σινεμά αρχίζει και τελειώνει εδώ…
Το δίδυμο αδερφάκι των «9½ εβδομάδων» στις συνειδήσεις των θεατών της εποχής ήταν άλλη μια καυτή περιπλάνηση στον κόσμο των ερωτικών αισθήσεων. Και πάλι με όχημα τον γόη Μίκι Ρουρκ, εδώ είναι η υπνωτιστική Κάρε Ότις που σηκώνει το γάντι της κινηματογραφικής σεξουαλικής απελευθέρωσης, φτάνοντάς τη στο όριο που σήκωνε η εποχή.
Παρά τις προφυλάξεις που πήρε βέβαια η μηχανή λήψης και τα πλάνα από ψηλά, η «Άγρια ορχιδέα» δεν γλίτωσε τη σήμανση του «Ακατάλληλου» και ξένισε ιδιαιτέρως το αμερικανικό κοινό, φέρνοντάς το αντιμέτωπο με μια πρόδηλη σεξουαλικότητα που πολλοί παραδέχονταν πως ντράπηκαν να αντικρίσουν. Κολοσσιαία επιτυχία έγινε στην Ευρώπη, όπως και οι «9½ εβδομάδες», γεννώντας έναν από τους θρύλους του είδους.
Όσο για τη φήμη που κυκλοφόρησε πως το ζευγάρι στην πραγματική ζωή Ρουρκ και Ότις έκαναν πραγματικό σεξ στην ταινία, ο κόσμος έπρεπε να περιμένει ως το 2011 για να γκρεμίσει η Κάρε τον «ροζ» μύθο: «Έχετε ιδέα πόσο πολλοί άνθρωποι στέκονται τριγύρω; Είναι τρομακτικό!»…
Αστυνομικό θρίλερ ήθελε να κάνει ο Πολ Βερχόφεν το 1992, κατέληξε όμως με το βαρύ πυροβολικό στην κατηγορία των ερωτικών ταινιών. Η Σάρον Στόουν σταύρωσε τα πόδια της σε μια από τις γνωστότερες σκηνές της έβδομης τέχνης και τίποτα δεν ήταν πια το ίδιο στην επικράτεια του παγκόσμιου σινεμά.
Η σκηνή μάλιστα με το καυτό σεξ του ντετέκτιβ Nick Curran (Μάικλ Ντάγκλας) και της αινιγματικής Catherine Tramell (Σάρον Στόουν) στο διαμέρισμά της παραμένει μια από τις ρεαλιστικότερες και «χωρίς αναισθητικό» απεικονίσεις της γενετήσιας πράξης στο πανί. Αλλά και μια άγρια φωτιά αισθησιασμού που θα συνεχίσει να στοιχειώνει τις φαντασιώσεις όσων την έχουν δει (όλων δηλαδή!) και δεν μπορούν να την ξεχάσουν…
Η κορυφαία πιθανότατα ρομαντική ταινία της δεκαετίας, η ομο-ερωτική παραζάλη που μας χάρισε ο Αμπντελατίφ Κεσίς με το δίδυμο Λέα Σεϊντού και Αντέλ Εξαρχόπουλος εξαφάνισε μονομιάς από τον κινηματογραφικό σεξουαλικό χάρτη πολλά «διαμαντάκια» του λεσβιακού σεξ, από το «Mulholland Drive» (2001) ως και το «Bound» (2006).
Σε μια από τις πλέον τραγουδισμένες ερωτικές σκηνές του σύγχρονου σινεμά, η κάμερα του Κεσίς πιάνει κάθε ανάσα, κάθε εκδήλωση πάθους και παραφοράς σε ένα εξάλεπτο μονοπλάνο που περικλείει όλες τις λεπτές αποχρώσεις της ηδονής. Ένα πραγματικό τσουνάμι αισθησιασμού και συναισθήματος, παρά την ωμή απεικόνιση, το «Blue is the Warmest Colour» ακολουθεί κατά πόδας και δοξάζει τη μακρά ερωτική μαεστρία του ευρωπαϊκού σινεμά, δείχνοντας πως τίποτα δεν έχει τελειώσει ή κριθεί σε όρους ερωτικής παραφοράς, straight και gay μαζί…
«Το “Love” θα κάνει τα αγόρια να κ…σουν και τα κoρίτσια να δακρύσουν», βροντοφώναζε ο Γκασπάρ Νοέ στην προβολή του τρισδιάστατου οργίου του στις Κάννες, που δεν ήταν παρά πρόκληση για τα μάτια και τις υπόλοιπες αισθήσεις, καμιά αμφιβολία. Αυτή η σκανδαλιστική ερωτική ιστορία γυρίστηκε σε 3D, όντας μια πρωτιά κι αυτό, με άφθονο σκληρό σεξ, διεισδύσεις, στοματικό σεξ επιδόσεων ρεκόρ, ανταλλαγές συντρόφων, παιχνίδια ρόλων και άλλα πολλά, πάντα σε τρισδιάστατη προβολή.
Ο Νοέ, μετρ στην απεικόνιση του σεξ, σκάρωσε υπέροχες «ροζ» σκηνές με τη δύναμη που το κάνει ο μεγάλος κινηματογράφος. Δεν παρακολουθείς πορνό, ενώ παρακολουθείς πορνό δηλαδή, καθώς τα φλογερά κοντινά και η χρωματική παλέτα του εφάπτονται του αισθησιακού λυρισμού και της πειραματικής φόρμας. Μια ταινία σεξ για το καθαρό σεξ του πράγματος, σε κάνει να νιώθεις σαν ξαναμμένος έφηβος που δεν ξέφυγες ποτέ από την εποχή που λαχταρούσες να δεις λίγο στήθος στο πανί…