Οι νεανικές παρέες φλέγονται για ζωή μετά τη φρίκη του πολέμου. Το πρώτο ροκ μανιφέστο γράφεται το 1944 από τον Γιώργο Μακρή, η Λένα Τσούχλου με το ποίημά της «Εμείς οι Λίγοι» (1946), ρίχνει σπίθες εκφράζοντας τα παιδιά «με τη φλογισμένη καρδιά και τα έξαλλα μάτια». Η Τσούχλου υπήρξε δραστήριο μέλος της παρέας των «Ανεύθυνων», που αποτέλεσαν τις πρώτες μεταπολεμικές παρέες υπαρξιστών. Στα χρόνια που ακολουθούν, (1953-1956) η Ελλάδα θα ζήσει την έκρηξη του Rock ‘n’ Roll χάρη στην (αναπόφευκτη) Αμερικάνικη βοήθεια: στις σκοτεινές αίθουσες προβάλλεται η ταινία «Η Ζούγκλα του μαυροπίνακα» («Blackboard Jungle») και στο λιμάνι του Πειραιά δένει ο 6ος Αμερικανικός Στόλος, η ορχήστρα του οποίου παραδίδει μαθήματα ξέφρενου Rock ‘n’ Roll στο Ζάππειο. Η ιπτάμενη παράγκα στου Ψυρρή
Ψυχεδέλεια, LSD και Πουλικάκος Στις εποχές που κύλισαν, όπως κυλάει η βελόνα του πικ απ πάνω στις αυλακιές του βινυλίου, το ελληνικό ροκ βγήκε αλώβητο ακόμα και στα σκοτεινά χρόνια της δικτατορίας (196701974)- Η περίοδος που καλύπτει το συγκεκριμένο αφιέρωμα, αφορά στις δεκαετίες ‘70s, ‘80s και ‘90s. Με φόρα από τα ψυχεδελικά ‘60s, η Ελλάδα επαναπροσδιορίζει τον ορισμό του ροκ, διεκδικώντας ξανά τη θέση του στην Ελληνική κοινωνία. Κλαμπάκια, συναυλίες-οι Beatles είχαν κάνει την αρχή αν και επεισοδιακά, λίγο πριν τη χούντα-, και η μετάδοση της μουσικής γίνεται με τη διαμόρφωση δυο κυρίως αλληλοσυμπληρούμενων «ιδεών»: η ψυχεδελική-που ντύνει έναν ερωτικό κόσμο που ζει στα όρια της ουτοπίας και της ελευθεριότητας και την αντιδιδακτορική, που μάχεται για να ρίξει το σαθρό κάστρο της δικτατορίας ( το τραγούδι που ακούγεται στους κύκλους της αντιδικτατορικής νεολαίας, ήταν ένα κράμα ελληνικού τραγουδιού-Μίκης Θεοδωράκης, Διονύσης Σαββόπουλος, Μάνος Χατζηδάκις, Μαρκόπουλος, Μάνος Λοϊζος-, και με τραγούδια από συγκροτήματα του εξωτερικού-Beatles, Kinks, Stones, Dylan κ.α.). Οι Idols
Οι M.G.C., το γκρουπ του Δ. Πουλικάκου
Πτώση της χούντας, η κασέτα και η πλατεία Εξαρχείων Στα πρώτα χρόνια της αντιπολίτευσης, επικρατεί μια τελματική περίοδος εκφραστικής ξηρασίας. Η αντιδικτατορική συσπείρωση γίνεται κομμάτια και οι νέοι δεν είναι πια επαναστάτες, είναι σαν επαναστάτες. Ίσως μερίδιο ευθύνης έχουν και οι ηγεσίες των κομμάτων που με τη λογική της αδυσώπητης μάχης για την εξουσία, «έπνιξαν» τη νεολαία, κλείνοντας την σε κομματικά κλουβιά. Την περίοδο αυτή, αναβιώνει το αντάρτικο τραγούδι, η νεολαία έλκεται από τα αντιστασιακά τραγούδια το ΕΑΜ που ακούγονταν στα βουνά το 1943. Είναι το λεγόμενο ανταρτορόκ που εξοστρακίζει τη ψυχεδελική κουλτούρα των προηγούμενων ετών. Στο κλίμα της πολιτικοποίησης των πάντων, ο Διονύσης Σαββόπουλος κυκλοφορεί πολιτικό δίσκο («Happy Day»), και μπουάτ αλλά και κλαμπ όπως το Κύτταρο, κάνουν στροφή και από την ψυχεδέλεια, φιλοξενούν πλέον δημιουργούς όπως τον Γιάννη Μαρκόπουλο. Χώροι αγκαλιάζουν παραστάσεις με τραγούδι και πολιτικό σόου, όπως αυτές που στήνονται στο «Σούσουρο» με τον Γιάννη Ζουγανέλη, τον Θάνο Ανδριανό, τον Περικλή Χαρβά και τον Νικόλα Άσιμο. Ο Πάνος Τζαβέλας με τον Ηλία Λογοθέτη (δεξιά), τραγουδούν στο «Αντάρτικο Λημέρι», το βιβλίο του Πάνου Τζαβέλα «Ανταρτορόκ»
Ο Παύλος Σιδηρόπουλος ως «πλανόδιος μάντης» και δεξιά, ο ίδιος μαζί με την Γιόλα Αναγνωστοπούλου και την Δέσποινα Τομαζάνη
Η μελαγχολική δεκαετία (‘80-‘90) Οι ήρωες παραμένουν οι ίδιοι (στο εξωτερικό εξακολουθούν και κυριαρχούν οι Rolling Stones, Hedrix, Joplin, Dylan), αλλά και εντός των τειχών η σκηνή διαμορφώνεται με τους ίδιους ήρωες της ψυχεδελικής σκηνής. Το μόνο που αλλάζει είναι ίσως η διάθεση, που ντύνεται με πιο μελαγχολικό mood. Σε αυτό θα συμβάλει και η απογοήτευση από τα κόμματα αλλά και οι ανεπάντεχοι θάνατοι (Σιδηρόπουλος, Άσιμος). Ευστοχα λοιπόν ο Νίκος Πορτοκάλογλου θα χαρακτήριζε τη νεολαία της χωρίς δικαίωση επανάσταση, ως «χαμένη γενιά της μεταπολίτευσης». Οι ομάδες, όπως καταγράφονται στο βιβλίο του δημοσιογράφου Μανώλη Νταλούκα «Ελληνικό Ροκ», που εμφανίζονται στη διάρκεια της δεκαετίας είναι-οι κυριότερες: Η ομάδα των ειρώνων, που αποδίδεται από τους Τζίμη Πανούση και Ζωρζ Πιλαλί Ο Ζωρζ Πιλαλί και ο Χάρης και Πάνος Κατσίχας
Τρύπες
- Πολλές πληροφορίες προέρχονται από το βιβλίο του Μανώλη Νταλούκα, «Ελληνικό Ροκ»