Είναι μια ιστορία συνυφασμένη με την κατά σάρκα γέννηση του Ιησού Χριστού, αλλά και ένα από τα αγαπημένα μοτίβα της θρησκευτικής τέχνης.
Η προσκύνηση των μάγων και το συμβολικό εκτόπισμα της πράξης που μας περιγράφει η Αγία Γραφή έχουν μελετηθεί και αναλυθεί επαρκώς.
Όπως μας έχουν δείξει τόσοι και τόσοι δάσκαλοι της ζωγραφικής, η Παναγία εμφανίζεται συνήθως καθισμένη με το Θείο Βρέφος αγκαλιά, το οποίο απλώνει τα χέρια του για να παραλάβει τα δώρα των μάγων.
Ο γηραιότερος των τριών, ο Μελχιώρ, του δίνει χρυσό. Ο Βαλτασάρ σμύρνα και ο Γασπάρ λιβάνι. Η απλή αυτή σκηνή έμελλε να διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο στην εικονογραφία των Χριστουγέννων και να αναδυθεί με τα χρόνια σε μια από τις ωραιότερες ιστορίες των εορτών. Είχε εξάλλου και μακρινά ταξίδια και δώρα.
Τι απέγιναν όμως οι σοφοί που ακολουθώντας το λαμπρότερο αστέρι του ουρανού, ήρθαν από τα βάθη της Ανατολής για να προσκυνήσουν τον Υιό του Θεού;
Την προσκύνηση των Μάγων εξιστορεί μόνο ο ευαγγελιστής Ματθαίος. Τους παρουσιάζει να έρχονται από τα βάθη της Ανατολής στη Βηθλεέμ με οδηγό το λαμπρό αστέρι και να προσκυνούν το Παιδίον, τον Υιό και Λόγο του Θεού.
Κατά τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, πατρίδα τους ήταν πιθανότατα η Περσία, ήταν άνθρωποι αλλόγλωσσοι και από άλλη φυλή, σημειώνει ο μεγάλος αυτός πατέρας της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Κατ’ άλλους θεολόγους ήταν Χαλδαίοι, γεγονός που θεωρούν ότι πιστοποιείται από τη γνώση τους στην αστρονομία.
Οι μάγοι ήταν πιθανότατα σοφοί ή επιστήμονες, αστρολόγοι ενδεχομένως με την έννοια που είχε τότε ο όρος. Σύμφωνα με άλλες ερμηνείες, ενδέχεται να ήταν βασιλιάδες ή ηγεμόνες, πλούσιοι και σημαντικοί σίγουρα άνθρωποι της Ανατολής.
Όπως θυμόμαστε, οι τρεις μάγοι έφτασαν στην Ιερουσαλήμ με μόνο οδηγό το αστέρι. Ρωτώντας τους ντόπιους «ποῦ ἐστιν ὁ τεχθεὶς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ» (Κατά Ματθαίον 2:1-12), πήραν την απάντηση πως πρέπει να πάνε στη Βηθλεέμ.
Και τότε «ὁ ἀστήρ ὅν εἶδον ἐν τῇ ἀνατολῇ προῆγεν αὐτούς» (στο ίδιο). Οι τρεις μάγοι έφτασαν πράγματι στο σπίτι της Παναγίας και του Ιωσήφ και βρήκαν εντός του την Παρθένο Μαρία και το Θείο Βρέφος. Και τότε «πεσόντες προσεκύνησαν αὐτῷ», προσφέροντας «χρυσόν καί λίβανον καί σμύρναν».
Ο Χρυσόστομος αναγνωρίζει συμβολική λειτουργία στα δώρα. Το χρυσάφι ήταν δώρο που άρμοζε σε βασιλιάδες και το λιβάνι σε θεούς. Όσο για τη σμύρνα, ήταν προφητική, την έδιναν σε άνθρωπο που ήταν να πεθάνει.
Γιατί όμως η σημαντική αυτή πτυχή της γέννησης του Θεανθρώπου αναφέρεται μόνο από τον Ματθαίο και κανέναν άλλο; Ακόμα και αυτός όμως δεν μιλά για αριθμό μάγων. Τα κενά συμπλήρωσε κατόπιν η χριστιανική παράδοση ως λογικό συμπερασμό: τρία τα δώρα, άρα τρεις και οι μάγοι που τα προσέφεραν.
Σύμφωνα με τον Ματθαίο, το ευαγγέλιο του οποίου είναι το μόνο από τα τέσσερα του Κανόνα που αναφέρει τους μάγους, οι φωτισμένες και εξέχουσες αυτές προσωπικότητες κατάφεραν να βρουν το Θείο Βρέφος με τη βοήθεια των άστρων.
Ξέρουμε ότι Χαλδαίοι και Αραμαίοι μελετούσαν τα άστρα και είχαν αποκτήσει ευρύτερη φήμη για τις αστρονομικές ανακαλύψεις τους, αλλά και τις αστρολογικές ερμηνείες που απέδιδαν στον κόσμο. Οι μάγοι ήταν πιθανότατα πέρσες σοφοί της εποχής, εμπειρικοί επιστήμονες δηλαδή σε χρόνια που ούτε ο όρος δεν υπήρχε.
Η Καινή Διαθήκη δεν μας δίνει επίσης κανένα όνομα των μάγων. Στα πρωτοχριστιανικά χρόνια κυκλοφορούσαν μάλιστα αρκετοί θρύλοι για το ποιοι ήταν. Και πάλι τα ονόματα που ξέρουμε (Μελχιώρ, Γασπάρ και Βαλτασάρ) ήταν τελικά αυτά που κατάφεραν να επιβιώσουν στους αιώνες.
Ο Μελχιώρ (ή Μελιχιώρ στις παλαιότερες εκδοχές) αναγνωρίζεται από μερίδα βιβλικών μελετητών ως πέρσης λόγιος, ο Γασπάρ (αλλά και Κασπάρ ή Γκασπάρ) ως ινδός σοφός και ο Βαλτασάρ (ή Μπαλτάζαρ) ως βαβυλώνιος λόγιος.
Διαφορετικά χριστιανικά δόγματα έχουν όμως εντελώς διαφορετικές ερμηνείες αλλά και ονόματα για τους σοφούς μάγους ή τους βασιλιάδες, καθώς οι αρχαίες πηγές που τους περιγράφουν ήταν πολλές και διαφορετικές ώστε να διαλέξει ο εκάστοτε μελετητής.
Η φράση του Ματθαίου «ἀπὸ ἀνατολῶν» είναι άλλωστε η μόνη πρωτογενής πληροφορία που μας δίνει ο ευαγγελιστής για τη χώρα προέλευσής τους.
Κάποιοι έχουν υποδείξει ακόμα και την τεράστια Παρθική Αυτοκρατορία, που κατείχε εκείνη την εποχή όλα σχεδόν τα εδάφη ανατολικά της Ιουδαίας.
Γιατί έκαναν όμως ένα τόσο μακρινό και επικίνδυνο ταξίδι; Και πάλι ο Ματθαίος δεν παρέχει καμία ερμηνεία. «Εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ», αναφέρει απλώς ο ευαγγελιστής. Ίσως είχε να κάνει με μια σχετική προφητεία που υπήρχε στη ζωροαστρική παράδοση.
«Καὶ ἐλθόντες εἰς τὴν οἰκίαν εἶδον τὸ παιδίον μετὰ Μαρίας τῆς μητρὸς αὐτοῦ, καὶ πεσόντες προσεκύνησαν αὐτῷ, καὶ ἀνοίξαντες τοὺς θησαυροὺς αὐτῶν προσήνεγκαν αὐτῷ δῶρα, χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν», αποκαλύπτει ο Ματθαίος στο 2:11, δείχνοντας την ευσέβεια με την οποία περιέβαλλαν οι μάγοι το Θείο Βρέφος.
Αυτή η πρακτική του προσκυνήματος, από κοινού με τη διήγηση του Λουκά για τη θεία γέννηση, είχε σημαντικότατη επίδραση στις θρησκευτικές πρακτικές του χριστιανισμού.
Το γονάτισμα και το προσκύνημα υιοθετήθηκαν κατά τους πρωτοχριστιανικούς χρόνους ως ενδείξεις απόλυτου σεβασμού και έχουν επιβιώσει ακόμα και σήμερα σε κάποιες χριστιανικές παραδόσεις της Ανατολής, ιδιαίτερα κατά τη Σαρακοστή.
Ο Κασπάρ απεικονιζόταν συνηθέστερα ως ηλικιωμένος, με μια λευκή γενειάδα τυπικά, δίνοντας στο θείο βρέφος χρυσό ως δώρο. Σε κάποιες πηγές αναφέρεται μάλιστα ως «βασιλιάς της Ταρσού», της γης των εμπόρων (στη Μικρά Ασία). Ο Κασπάρ είναι ο πρώτος που γονατίζει ενώπιον του Ιησού.
Ακολουθεί ο Μελχιώρ, ένας μεσόκοπος άντρας, που φέρνει το λιβάνι από τη χώρα του, την Αραβία, και τρίτος γονατίζει ο Βαλτασάρ, ο νεαρός άντρας των αναπαραστάσεων, που απεικονίζεται συνήθως (αν και όχι πάντα) ως μελαμψός. Αυτός φέρνει μύρο (σμύρνα) από το Σαββά (τη σημερινή νότια Υεμένη).
Οι περισσότεροι μελετητές συμφωνούν πως οι ηλικίες τους είναι στα 60, 40 και 20 χρόνια, αντίστοιχα, εκφράζοντας τρία χαρακτηριστικά στάδια στη ζωή του ανθρώπου.
Αλλά και για τον Βαλτασάρ φαίνεται να συμφωνεί η χριστιανική γραμματεία πως μας έρχεται από την Αιθιοπία ή κάποια άλλη αφρικανική χώρα, γι’ αυτό και απεικονίζεται ως μέλος της μαύρης φυλής.
Ο Ματθαίος μας μιλά όμως με ακρίβεια για τα δώρα τους: «χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν» έφεραν στο Θείο Βρέφος. Εξίσου αναρίθμητες υποθέσεις έχουν διατυπωθεί για το νόημα και τον συμβολισμό αυτών των δώρων.
Οι περισσότεροι θεολόγοι των πρώτων αιώνων του χριστιανισμού συμφωνούν πως τα τρία δώρα ήταν οι συνήθεις προσφορές που δίνονταν σε βασιλιάδες. Το μύρο χρησιμοποιούνταν ως λάδι χρίσματος και από το λιβάνι έφτιαχναν αρώματα. Όσο για τον χρυσό, ήταν πάντα πολύτιμος.
Ο Ματθαίος ωστόσο ήθελε πιθανότατα να προσδώσει και ένα συμβολικό, πνευματικό, νόημα στα δώρα. Ο χρυσός είναι σε αυτή τη γραμμή σκέψης σύμβολο της επίγειας βασιλείας, το λιβάνι (ως θυμίαμα) θείο σύμβολο και το μύρο (η σμύρνα, η αρωματική ρητίνη) σύμβολο του θανάτου.
Αυτό μας λέει και ο Ωριγένης σε ένα από τα εξηγητικά του έργα («Κατά Κέλσου»): «ο χρυσός, όπως σε βασιλιά, το μύρο, όπως σε κάποιον που ήταν θνητός, και το λιβάνι, όπως σε έναν Θεό».
Οι Γραφές δεν μας λένε τι απέγιναν τα τρία δώρα. Ήταν ξανά η μακρά και πλούσια εκκλησιαστική παράδοση αυτή που ανέλαβε να καλύψει τα κενά της διήγησης.
Σύμφωνα με μια εκδοχή, ο χρυσός κλάπηκε από δύο κλέφτες, οι οποίοι σταυρώθηκαν αργότερα πλάι στον Ιησού. Άλλη άποψη θέλει τον χρυσό να τον εμπιστεύονται στον Ιούδα, ο οποίος τον κατασπατάλησε για τους δικούς του σκοπούς.
Μια τρίτη μας λέει πως αυτό το χρυσάφι χρηματοδότησε το επικίνδυνο ταξίδι του Ιωσήφ και της Μαρίας από τη Βηθλεέμ στην Αίγυπτο για να γλιτώσουν από τα δολοφονικά σχέδια του Ηρώδη.
Η παράδοση θέλει το μύρο να χρησιμοποιείται ως νεκρώσιμο έλαιο μετά τη σταύρωση του Ιησού. Μια χρυσή θήκη του 15ου αιώνα που περιέχει τα Δώρα των Μάγων φυλάσσεται ακόμα και σήμερα στην Ιερά Μονή Αγίου Παύλου στο Άγιο Όρος, την οποία είχε δωρίσει στο μοναστήρι η κόρη σέρβου βασιλιά και σύζυγος του σουλτάνου Μουράτ Β’.
Όσο για τους ίδιους τους μάγους της προφητείας, και πάλι τίποτα δεν είναι τίποτα γνωστό. Η Αγία Γραφή δεν ασχολείται άλλο μαζί τους, στο διάβα των αιώνων έχουν αναπτυχθεί ωστόσο δύο θεωρίες, με σημαντικά εκκλησιαστικά ερείσματα η καθεμιά.
Και οι δύο συμφωνούν πως οι αλλόθρησκοι αυτοί μάγοι συγκλονίστηκαν από τη σύντομη επαφή τους με το Θείο Βρέφος και μεταστράφηκαν στον χριστιανισμό. Είτε επιτόπου είτε σε κατοπινές συναντήσεις με κάποιον απόστολο ή ακόμα και τον ίδιο τον Ιησού.
Όπως μας πληροφορεί ο Ματθαίος, οι μάγοι επέστρεψαν από άλλο δρόμο στις πατρίδες τους για να αποφύγουν τον Ηρώδη που είχε στήσει ενέδρες. Μας λέει ο ευαγγελιστής: «καὶ χρηματισθέντες κατ᾿ ὄναρ μὴ ἀνακάμψαι πρὸς Ἡρῴδην, δι᾿ ἄλλης ὁδοῦ ἀνεχώρησαν εἰς τὴν χώραν αὐτῶν».
Η χριστιανική παράδοση έχει πολλές εκδοχές για το τι απέγιναν οι μάγοι μετά την επίσκεψη. Μία από αυτές ισχυρίζεται πως ένας από τους μάγους βαφτίστηκε τελικά χριστιανός από τον Άγιο Θωμά κατά την επιστροφή του στην Ινδία.
Άλλη εκδοχή θέλει τις σορούς τους να βρίσκονται από την Αγία Ελένη και να μεταφέρονται στην Κωνσταντινούπολη, απ’ όπου βρήκαν κάποια στιγμή τον δρόμο τους προς τη Γερμανία. Εκεί φυλάσσονται ως και σήμερα, στον Καθεδρικό της Κολονίας (Λειψανοθήκη των Τριών Βασιλιάδων).
Η ιστορία των τριών μάγων έχει να κάνει με πλήθος παραδόσεων και πίστεων και η ανασυγκρότησή της χάνεται στα βάθη του χρόνου.
Οι Πέρσες είχαν τον δικό τους πανάρχαιο μύθο για μάγους και αστέρι, όπως είχαν και οι Ινδοί.