Ο κορονοϊός είναι ένα μεγάλο αίνιγμα για την παγκόσμια ιατρική κοινότητα, αλλά μπορεί να αποδειχθεί και ως μία ακόμη σημαντική υπόθεση εργασίας σχετικά με το πώς δουλεύει η παγκόσμια οικονομία στην εποχή που όλα διασυνδέονται μεταξύ τους.
Στην πραγματικότητα ένας ταιριαστός δημοσιογραφικός τίτλος σε αντίστοιχο θέμα θα ήταν «Πώς ένα άγριο ζώο σε μία αγορά της Κίνας μπορεί να ταράξει τα θεμέλια του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος».
Η Πρωτοχρονιά για τους Κινέζους δεν ήταν φέτος πολύ γούρικη, καθώς η εμφάνιση και εξάπλωση του κορονοϊού άπλωσε ένα «σκοτεινό πέπλο» πάνω από τη χώρα με τους 1.386 δισεκατομμύρια κατοίκους, που αποτελεί και τη δεύτερη ισχυρότερη οικονομία του πλανήτη.
Μένει να αποδειχθεί αν ο κινεζικός δράκος θα είναι ο μόνος που θα επηρεαστεί από τον ιό ή αν πρέπει όλοι να ανησυχούμε για την τσέπη μας, εκτός από την υγεία μας.
Η ανθρώπινη ψυχολογία και συγκεκριμένα ο φόβος αποτελεί έναν κεντρικό παράγοντα διαμόρφωσης οικονομικών μεγεθών, όσο και αν αυτό ακούγεται σε κάποιους παράταιρο. Αντιστοίχως η διαφάνεια με την οποία θα αντιμετωπιστεί από τις Αρχές η εξάπλωση του κορονοϊού (Covid-19) θα παίξει σημαντικό ρόλο στη μακροχρόνια «ανάρρωση» των οικονομιών.
Η Ουχάν της επαρχίας Χουμπέι έχει αναδειχθεί σε Ground Zero του ιού, στο κινεζικό Τσέρνομπιλ, για να καλύψουμε και τις δύο πλευρές του πάλαι ποτέ ψυχροπολεμικού Παραπετάσματος. Η πόλη έχει κηλιδωθεί και έχει μετατραπεί σε ένα ερημωμένο σκηνικό μάχης, που ο κορονοϊός έχει πλήξει καίρια. Η σημασία της όμως για την κινεζική οικονομία είναι αντιστρόφως ανάλογη της σημερινής της εικόνας.
Η Ουχάν, με πληθυσμό περίπου 11 εκατομμύρια ανθρώπους, είναι ένας μαγνήτης για ξένες επενδύσεις με ανεπτυγμένο εμπόριο, βιομηχανία και εξαγωγές, γεγονός που την καθιστά κομβική για την οικονομία της χώρας. Το αναγνώρισε άλλωστε και ο πρόεδρος της χώρας Σι Τζινπίνγκ.
Συνολικά η Κίνα έχει γνωρίσει τα τελευταία 40 χρόνια πρωτόγνωρη ανάπτυξη που την έφερε πίσω μόνο από τις ΗΠΑ στις ισχυρότερες οικονομίες του πλανήτη με ετήσια ανάπτυξη μεγαλύτερη από 7%. Αυτό συνέβη γιατί ξεπέρασε τον «αμερικανικό αετό» στο παγκόσμιο εμπόριο και με μία εσωτερική τεράστια αγορά, κατέστη Γη της Επαγγελίας για διεθνή κεφάλαια. Αποτελεί επίσης κέντρο σε μία παγκόσμια αλυσίδα προμηθειών, με πολλές πρώτες ύλες να ταξιδεύουν στην Κίνα πριν μετατραπούν σε προϊόν.
Ο ανταγωνισμός με τις ΗΠΑ κορυφώθηκε από τη στιγμή που ο Ντόναλντ Τραμπ έγινε ένοικος του Λευκού Οίκου, και μετουσιώθηκε σε έναν εμπορικό πόλεμο με την απειλή επιβολής δασμών εκατέρωθεν στη διακίνηση των αγαθών.
Οι οικονομολόγοι δεν μπορούν να προδιαγράψουν τις ακριβείς επιπτώσεις μιας επιδημίας. Ωστόσο οι επιδημίες μπορούν να είναι περισσότερο επιζήμιες από μία φυσική καταστροφή, όπως ένα τσουνάμι ή ένας τυφώνας. Σύμφωνα με μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας, μία σοβαρή πανδημία μπορεί να προκαλέσει οικονομικές απώλειες της τάξης του 5% του ΑΕΠ παγκοσμίως, που μεταφράζεται σε περισσότερα από 3 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Ο κορονοϊός μπορεί να επηρεάσει το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της Κίνας με πτώση μέχρι 4% για το πρώτο τέταρτο του 2020, ενώ πριν το ξέσπασμα του ιού, η κινεζική κυβέρνηση εκτιμούσε ότι θα υπάρχει ανάπτυξη 6% μέσα στη χρονιά. Οι διεθνείς αναλυτές αναθεωρούν το ποσοστό στο 5%, με την πρόβλεψη ότι θα ανακάμψει η οικονομία από το ερχόμενο φθινόπωρο. Αυτά όμως είναι απλά υποθέσεις.
Πολλές επιχειρήσεις στην Κίνα παραμένουν κλειστές από τον φόβο της εξάπλωσης, αυτοκινητοβιομηχανίες κλείνουν εργοστάσια και τα λιμάνια είναι πολύ πιο ήσυχα από ποτέ. Φυσικά η επίδραση που έχει η κατάσταση συναγερμού στους καταναλωτές είναι τεράστια, δημιουργώντας μία στάση στην αγορά με απρόβλεπτες διαστάσεις και χρονική διάρκεια.
Η Κίνα έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της παγκόσμιας οικονομίας από το ξέσπασμα του SARS το 2003, όταν η επίδρασή της ήταν 4% στο συνολικό ΑΕΠ, ενώ το 2017 έφτασε στο 15%. Η παγκοσμιοποίηση ενθάρρυνε εταιρείες να φτιάξουν αλυσίδες προμηθειών που διαπερνούν τα σύνορα και διαπλέκουν ολοένα και περισσότερο τις εθνικές οικονομίες.
Ο κορονοϊός εξαπλώνεται με 6 φορές μεγαλύτερη ταχύτητα από τον SARS, κυρίως μέσω της ανθρώπινης επαφής. Τα νούμερα φαίνονται ανησυχητικά. Οι τομείς που έχουν πρωταρχικά πληγεί από την ασθένεια είναι τα ταξίδια και η τουριστική βιομηχανία στην Κίνα, την Ασία αλλά και σε όλον τον κόσμο, καθώς οι Κινέζοι εδώ και χρόνια αντιστοιχούν σε μεγάλο κομμάτι της τουριστικής «πίτας».
Ο Neil Shearing, επικεφαλής αναλυτής στο Capital Economics, ανέφερε: «Τα νούμερα σε ταξιδιώτες έχουν πέσει 55% αυτή την περίοδο. Και δεδομένου ότι οι Κινέζοι ξοδεύουν πολλά χρήματα, το κόστος της απαγόρευσης μετακινήσεων θα γίνει αισθητό».
Ο τουρισμός όμως είναι μόνο η αρχή. Η αυτοκινητοβιομηχανία, η βιομηχανία ηλεκτρονικών ειδών και οι ναυτιλιακές καταγράφουν τεράστια πτώση. Το ίδιο ισχύει για το λιανικό εμπόριο φαγητού και ποτών. Επηρεάστηκε ακόμη και η τιμή του καφέ στη χώρα με τα μισά από τα περίπου 4.000 καταστήματα Starbucks να παραμένουν κλειστά.
Την ίδια στιγμή πολυεθνικές εταιρείες στηρίζονται σε προμήθειες από την Κίνα. Για παράδειγμα, 290 από τους 800 προμηθευτές της Apple έχουν έδρα στη χώρα. Στελέχη αυτοκινητοβιομηχανιών στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ προειδοποιούν για ελλείψεις τις επόμενες εβδομάδες. Ήδη η Hyundai σταμάτησε τη λειτουργία της στη Νότια Κορέα εξαιτίας ελλείψεων διαφόρων κομματιών αυτοκινήτων που προέρχονται από την Κίνα.
Μετά την κινεζική Πρωτοχρονιά, εργοστάσια αυτοκινήτων έμειναν κλειστά με εταιρείες όπως η Volkswagen, η Toyota, η Renault, η General Motors, η Honda και η Hyundai να μην μπορούν να συνεχίσουν τις εργασίες τους στη μεγαλύτερη αγορά αυτοκινήτου στον κόσμο. Η εξάπλωση του ιού θα αναγκάσει τις αυτοκινητοβιομηχανίες να ελαττώσουν κατά 15% την παραγωγή τους το πρώτο τέταρτο του 2020. Μάλιστα η Toyota ανακοίνωσε ότι θα κρατήσει κλειστά τα εργοστάσια μέχρι τις 17 Φεβρουαρίου.
Εταιρείες με είδη πολυτελείας, που βασίζονται στους Κινέζους καταναλωτές, οι οποίοι μένουν σπίτια τους αντί να ψωνίζουν, έχουν επίσης πληγεί. Η βρετανική Burberry έκλεισε 24 από τα 64 καταστήματα στην Κίνα ενώ διεθνείς αεροπορικές εταιρείες ακυρώνουν πτήσεις από και προς την Κίνα.
Ακόμη μεγαλύτερο είναι το πρόβλημα για τις διεθνείς αλυσίδες προμηθειών. Η Qualcomm, ο μεγαλύτερος κατασκευαστής τσιπς smartphones προειδοποίησε ότι το ξέσπασμα του ιού προκαλεί αβεβαιότητα στην αγορά των κινητών.
Τα χρηματιστήρια στην Ασία κατέγραψαν σημαντική πτώση τις προηγούμενες ημέρες και οι τιμές του πετρελαίου πιέστηκαν επίσης, εξαιτίας αναμενόμενης πτώσης στη ζήτηση.
«Ο νέος κοροναϊός θα έχει σημαντικές συνέπειες στη ζήτηση πετρελαίου, η πρόβλεψη για αύξηση της οποίας φέτος αναθεωρήθηκε δραστικά προς τα κάτω», προειδοποίησε εν τω μεταξύ η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (IEA).
Στο πλαίσιο αυτό η IEA αναθεώρησε προς τα κάτω κατά 365.000 βαρέλια ημερησίως τις προσδοκίες της για αύξηση της ζήτησης αργού το 2020, η οποία αναμένεται πλέον να είναι 825.000 βαρέλια την ημέρα, στο χαμηλότερο σημείο από το 2011, και προβλέπει συρρίκνωση της ζήτησης κατά το πρώτο τρίμηνο, για πρώτη φορά εδώ και πάνω από μια δεκαετία.
Η ζήτηση αναμένεται έτσι να μειωθεί κατά 435.000 βαρέλια ημερησίως κατά το πρώτο τρίμηνο.
«Οι συνέπειες του Covid-19 στην παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα είναι σημαντικές», εκτιμά η IEA στη μηνιαία έκθεσή της για το πετρέλαιο.
Οι ισχυρές οικονομίες του κόσμου βιώνουν και εκείνες κλυδωνισμούς από την εξάπλωση του ιού. Η γειτονική Ιαπωνία, είναι εκτεθειμένη, καθώς η Κίνα αποτελεί τον μεγαλύτερο αγοραστή σε βιομηχανικά μηχανήματα, αυτοκίνητα και προηγμένα τεχνολογικά προϊόντα. Για να μην αναφερθούμε στο γεγονός ότι ήδη έχουν υπάρξει 400.000 ακυρώσεις για το πρώτο τέταρτο του 2020 από Κινέζους ταξιδιώτες.
Η Αυστραλία είναι στενά συνδεδεμένη με την Κίνα επίσης, με τον πρωθυπουργό της χώρας Σκοτ Μόρισον να προειδοποιεί για «πραγματικό βάρος στην οικονομία». Ακόμη και τα πανεπιστήμια της χώρας υποφέρουν, καθώς πολλοί λιγότεροι Κινέζοι φοιτητές επέστρεψαν και πλήρωσαν δίδακτρα για τη νέα ακαδημαϊκή χρονιά.
Όσο για τη Μεγάλη Βρετανία, φαίνεται να επηρεάζονται τα μεγάλα εμπορικά κέντρα από το γεγονός ότι δεν θα έχουν τους συνήθεις Κινέζους πελάτες. Ωστόσο η πραγματική απειλή για τη Βρετανία, την Ευρώπη και τις ΗΠΑ είναι το ενδεχόμενο να επιβραδυνθεί το παγκόσμιο εμπόριο. Είναι τόσο μεγάλη η αλληλεξάρτηση των οικονομιών, που αν «η Κίνα φταρνιστεί, η παγκόσμια οικονομία θα κρυώσει», γράφει το CNN.
Αντιστοίχως οι αμερικανικές εταιρείες θα δυσκολευτούν να έχουν πρόσβαση σε εξαρτήματα για την κατασκευή προϊόντων, με κίνδυνο ο τομέας να μπει στην κατάσταση ύφεσης στην οποία είχε περιέλθει την προηγούμενη χρονιά. Κάτι που μπορεί να έχει και πολιτικό αποτύπωμα στην προσπάθεια του Τραμπ να επανεκλεγεί, καθώς έχει κεντρικό σύνθημα της εκστρατείας του ότι θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας σε βιομηχανίες σε πολιτείες που είχαν πληγεί από την ύφεση.
Ο κορονοϊός αποτελεί απειλή και για την ελληνική οικονομία, ακόμη και αν φαίνεται εκείνη να έχει ανοδική πορεία. Η κρίση που ενδέχεται να προκληθεί παγκοσμίως, εκτιμάται ότι θα κοστίσει, με βάση ήπια σενάρια, 300 με 450 δισ. δολάρια, ποσό που αντιστοιχεί στο 0,3% με 0,4% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Οι τομείς που μπορεί να επηρεαστούν – και ήδη επηρεάζονται – στην Ελλάδα είναι κυρίως ο τουρισμός και η αγορά ακινήτων. Η συνολική επίπτωση θα εξαρτηθεί ωστόσο και από την περίοδο που θα διαρκέσει η εξάπλωση του ιού αλλά και τον τρόπο που θα χειριστούν το ζήτημα οι κυβερνήσεις. Ωστόσο σε μία χώρα που στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στα οφέλη του τουρισμού και που ο κλάδος του real estate δείχνει ανοδικές τάσεις, η δυναμική της Κίνας ενδέχεται να επηρεάσει συνολικά την οικονομία.
Την ίδια στιγμή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατηρεί στο 1,2% την πρόβλεψη για την οικονομική ανάπτυξη το 2020 και το 2021 στην ευρωζώνη, αλλά προειδοποιεί για την αβεβαιότητα που συνδέεται με την επιδημία του Covid-19.
«Η εμφάνιση και η διασπορά του Covid-19 και οι επιπτώσεις του στην δημόσια υγεία, τις ζωές των ανθρώπων και την οικονομική δραστηριότητα αποτελούν πηγή αυξανόμενης ανησυχίας», αναφέρεται στην ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
«Αυτήν την στιγμή, υποθέτουμε ότι το ΑΕΠ της Κίνας θα είναι αυτό που θα πληγεί περισσότερο κατά το πρώτο τρίμηνο, με σχετικά περιορισμένες επιπτώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο», εκτιμά η Κομισιόν.
Ο Covid-19, που έχει πλήξει περισσότερους από 60.000 ανθρώπους και προκαλέσει περισσότερους των 1.300 θανάτων στην Κίνα, έχει προσβάλει περί τους 30 ανθρώπους σε επτά χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.