Υπάρχουν κάποιες σημαντικές στιγμές της ιστορίας όπου συγκρούονται μεταξύ τους διάφορα γεγονότα, όπως ακριβώς συγκρούονται οι τεκτονικές πλάκες και έχοντας ακριβώς τα ίδια αποτελέσματα. Σεισμούς! Εντός ή εκτός εισαγωγικών. Αναμφισβήτητα μια από αυτές τις ιστορίες είναι και ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ τον Φεβρουάριο του 1933.
Υπάρχουν μόλις δυο δεδομένα για εκείνη την υπόθεση. Το πρώτο είναι πως το ιστορικό αυτό κτίριο… κάηκε. Το δεύτερο είναι πως δράστης του εμπρησμού ήταν ένας νεαρός, μισότυφλος, Ολλανδός.
Από εκείνο το σημείο και έπειτα τίποτα δεν είναι δεδομένο. Ο δράστης έδρασε μόνος του; Ο δράστης έδρασε με βάση κάποιο οργανωμένο σχέδιο; Ο δράστης έδρασε μεν μόνος του αλλά κάποιοι του είχαν κάνει πλύση εγκεφάλου ή κυριολεκτικά τον… έσπρωξαν να το κάνει και μετά να το εκμεταλλευτούν πολιτικά;
Το πιθανότερο είναι πως ο Μαρίνους φαν ντερ Λούμπε έδρασε από ανιδιοτελή κίνητρα ενάντια στο σκληρό ναζιστικό καθεστώς που τότε έκανε τα πρώτα του βήματα, αλλά η πράξη του αυτή τον μετέτρεψε σε έναν «χρήσιμο ηλίθιο» για τον Αδόλφο Χίτλερ και τον Γκέμπελς οι οποίοι το χρησιμοποίησαν για να καταστείλουν το μοναδικό εμπόδιο που είχαν προς την απόλυτη εξουσία: το κομμουνιστικό κόμμα της Γερμανίας.
Η αλματώδης άνοδος του ναζιστικού θηρίου
Ήδη από το 1928 και μέχρι το 1932 το εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα της Γερμανίας (NSDAP) με ηγέτη τον Αδόλφο Χίτλερ σημειώνει μια κατακόρυφη άνοδο των εκλογικών ποσοστών του αλλά κυρίως της επιρροής που έχει στην κοινωνία. Ο δρόμος προς την απόλυτη εξουσία είναι σχεδόν ανοιχτός. Και λέμε σχεδόν ανοιχτός, διότι η αντίστασή του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας (KPD) στα σχέδια του Χίτλερ και του ναζιστικού κόμματος ήταν σθεναρή.
Για να γίνουν απόλυτα κατανοητά όλα τα παραπάνω αρκεί να αναφερθούν τα εξής: Στις εκλογές της 31ης Ιουλίου του 1932 το ναζιστικό κόμμα καταγράφει την υψηλότερη επίδοση που είχε ποτέ με 13,7 εκατομμύρια ψήφους. Είναι τέτοια η εκτόξευση που γίνεται εύκολα αντιληπτή αν αναλογιστεί κανείς πως στις εκλογές του 1928 είχε λάβει 810.000 ψήφους, ενώ διπλασίασε τις δυνάμεις του σε σύγκριση με τις εκλογές του 1930. Το ζήτημα, ωστόσο, για τον Χίτλερ και τα σχέδιά του ήταν πως παράλληλα με τη δική τους άνοδο, υπήρχε και η ανάλογη του Κομμουνιστικού Κόμματος το οποίο από τις 4,6 εκατομμύρια ψήφους στις εκλογές του ’30 έφτασε στις 5,3 στις εκλογές του Ιουλίου του ’32.
Τα πράγματα για το ναζιστικό κόμμα γίνονται ακόμα πιο περίπλοκα με τις δεύτερες εκλογές εκείνης της χρονιάς. Το Νοέμβριο του 1932 το NSDAP χάνει δύο εκατομμύρια ψήφους, την ίδια ώρα που το KPD κερδίζει επιπλέον 1,5 εκατομμύριο ψήφους.
Αυτό είναι το σημείο που οι ναζί αποφασίζουν πως πρέπει να τελειώσουν με το κομμουνιστικό κόμμα για να οδηγηθούν στην απόλυτη εξουσία χωρίς κανένα εμπόδιο.
Ο Μαρίνους φαν ντερ Λούμπε και ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ
Το απόγευμα της 27ης Φεβρουαρίου του 1993, μια μικρή φωτιά ξεσπάει μέσα στο τεράστιο κτίριο του γερμανικού κοινοβουλίου. Περαστικοί, πριν την εκδήλωση της φωτιάς, είχαν ακούσει ένα τζάμι να σπάει και είχαν δει έναν άνδρα να μπαίνει στο εσωτερικό του. Ειδοποίησαν αμέσως την αστυνομία και την πυροσβεστική. Σε λίγη ώρα στο σημείο έχουν φτάσει ισχυρότατες δυνάμεις της πυροσβεστικής και αντίστοιχες της αστυνομίας. Μέσα στο κτίριο εντοπίζεται ένας νεαρός ο οποίος και συλλαμβάνεται. Την ίδια ώρα οι πυροσβέστες φαίνεται πως θα ελέγξουν γρήγορα της φωτιά, ωστόσο, ξαφνικά ο γυάλινος θόλος καταρρέει και έτσι δημιουργείται το «φαινόμενο της καπνοδόχου» το οποίο δίνει ορμή και ένταση στη φωτιά και την καθιστά μέσα σε μερικές μόνο στιγμές ανεξέλεγκτη.
Τελικά, η φωτιά καταστρέφει σχεδόν ολοκληρωτικά πέντε από τα μεγάλα δωμάτια του επιβλητικού κτιρίου το οποίο και εξωτερικά υπέστη σοβαρές ζημιές. Την ίδια ώρα ο άνδρας που είχε συλληφθεί για τον εμπρησμό οδηγείται στο πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα και εκεί ομολογεί αμέσως την ενοχή του.
Πρόκειται για τον Μαρίνους φαν ντερ Λούμπε ο οποίος περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια στους αστυνομικούς πως έβαλε τη φωτιά. Η όλη δράση του, ωστόσο, ήταν τόσο πρόχειρα στημένη που αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει ακόμα και το πουκάμισο που φορούσε και το οποίο βούτηξε σε πετρέλαιο ως προσάναμμα για να βάλει φωτιά στους καναπέδες και τις κουρτίνες των πέντε δωματίων.
Μετά από βασανιστήρια ο δράστης λέει πως έδρασε μόνος του και ήθελε με την πράξη του αυτή να δώσει κίνητρο στους Γερμανούς, ώστε, να ξεσηκωθούν κατά του ναζιστικού καθεστώτος. Αυτή ήταν και η ευκαιρία που έψαχνε το ναζιστικό καθεστώς το οποίο «χρεώνει» την πυρπόληση σε οργανωμένο σχέδιο των κομμουνιστών αφού και ο ίδιος ο φαν ντερ Λούμπε ήταν δηλωμένος κομμουνιστής και αντιφασίστας.
Ο Μαρίνους ήταν ένας πολύ φτωχός άνθρωπος ο οποίος είχε δυο ατυχήματα τα οποία του στέρησαν σχεδόν την όραση. Μπορούσε να αναγνωρίσει έναν άνθρωπο μόνο αν αυτός βρισκόταν σε απόσταση μικρότερη του ενός μέτρου. Παράλληλα, για πολλούς ήταν ένας άνθρωπος μειωμένης αντίληψης αν και κάτι τέτοιο δεν φάνηκε στη δίκη που ακολούθησε.
Την ίδια νύχτα, άλλα 1500 μέλη του κομμουνιστικού κόμματος συνελήφθησαν βίαια από τα σπίτια του και οδηγήθηκαν για ανακρίσεις. Ο Χίτλερ ζητά και πετυχαίνει να εκδοθεί το περιβόητο διάταγμα Ermächtigungsgesetz (νομοθετική εξουσιοδότηση) με το οποίο έχει πλέον υπερεξουσίες. Θέτει εκτός νόμου του κομμουνιστικό κόμμα και ουσιαστικά η επικράτησή του είναι ολοκληρωτική.
Οι δυο διαφορετικές δίκες και το παρασκήνιο τους
Μετά την ομολογία του φαν ντερ Λούμπε, ξεκινά ένα δικαστικό θρίλερ με άφθονο πολιτικό παρασκήνιο. Ο δράστης επαναλαμβάνει στη δίκη του πως έδρασε μόνος του. Αυτό, όμως, δεν ικανοποιεί το καθεστώς του Χίτλερ ο οποίο με την αγαστή συνεργασία του Γιόζεφ Γκέμπελς στήνει μια δίκη- παρωδία στην οποία σέρνονται και τέσσερα μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος, ως οι άνθρωποι που έστησαν όλη τη συνωμοσία. Ανάμεσα τους και ο μετέπειτα γραμματέας της Κομουνιστικής Διεθνούς, Γκιόργκι Ντιμιτρόφ ο οποίος κατηγόρησε ευθέως τον Χέρμαν Γκέρινγκ πως «Ο Φαν Ντερ Λούμπε είχε βοήθεια. Δεν του την έδωσα εγώ. Συνεπώς θα πρέπει να την έλαβε από εσένα».
Ο ίδιος ο δράστης αποδεικνύει με την απολογία του (η οποία κράτησε έξι ώρες) πως δεν είναι μειωμένης αντίληψης άνθρωπος και επιμένει πως έδρασε μόνος του. Για τους ναζί, ωστόσο, έδρασε υπό κομμουνιστικές οδηγίες, ενώ για τους κομμουνιστές ήταν πράκτορας (ηθελημένα ή όχι) των ναζί.
Οι κομμουνιστές, μάλιστα, έκαναν τη δική τους δίκη για την υπόθεση στο Λονδίνο. Η απόφαση εκδόθηκε μια ημέρα πριν ξεκινήσει η δίκη στη Γερμανία. «Απέδειξαν» ότι οι ναζί ήταν υπεύθυνοι για τον εμπρησμό, αναφέρθηκαν σε ένα «μυστικό» πέρασμα που μετέφερε καλώδια τηλεφωνικά και ηλεκτρικά, καθώς και σωλήνες θέρμανσης στο σπίτι του Γκέρινγκ! Ισχυρίστηκαν ότι τα μέλη του ναζιστικού κόμματος είχαν χρησιμοποιήσει αυτό το πέρασμα για να διεισδύσουν στο κτίριο και μετά άναψαν μόνοι τους τη φωτιά και την τελευταία στιγμή έσπρωξαν τον Βαν ντερ Λούμπε μέσα στο κτίριο από το παράθυρο, για να τον συλλάβει η αστυνομία και να επωμιστεί εκείνος την κατηγορία.
Τελικά και παρά το γεγονός ότι η καταδίκη για εμπρησμό δεν οδηγούσε σε θανατική ποινή, με προσωπική απόφαση του Χίτλερ εκτελέστηκε με αποκεφαλισμό στις 10 Ιανουαρίου 1934. Οι τέσσερις συγκατηγορούμενοι κομμουνιστές αθωώθηκαν…