Εμφανίστηκε από το πουθενά, ντυμένος με ρούχα καθόλου κατάλληλα για μάχη, θέρισε τους Πέρσες με τη λαβή του αρότρου του και μετά εξαφανίστηκε μαγικά.
Ήταν άλλο ένα από αυτά τα ξακουστά αξιοπερίεργα που έλαβαν χώρα στην περίφημη μάχη του Μαραθώνα ή που μας είπαν πως συνέβησαν οι αρχαίοι συγγραφείς.
Εχετλαίο ή Έχετλο τον αποκάλεσαν και έμοιαζε εκτός τόπου και χρόνου: δεν ήταν τοπικός ή εθνικός ήρωας ούτε και κανείς τον γνώριζε πριν τη μάχη. Τον αποκάλεσαν εξάλλου έτσι από την εχέτλη που κρατούσε, τη λαβή του αρότρου δηλαδή, ένα αρκούντως παράξενο όπλο να φέρεις στον πόλεμο.
Φορούσε ρούχα ταπεινά και έμοιαζε να έχει φύγει από το χωράφι του. Οι Αθηναίοι τον είδαν ξαφνικά δίπλα τους στη μάχη, τον είδαν όμως να θερίζει τους εισβολείς με το ιδιαίτερο όπλο του και μετά το πέρας της αιματοχυσίας, κανείς δεν ξανάκουσε γι’ αυτόν.
Όταν οι Αθηναίοι τον αναζήτησαν, ζητώντας ακόμα και τη βοήθεια του Απόλλωνα, το Μαντείο των Δελφών τους είπε απλώς να τιμήσουν τον ήρωα Εχετλαίο, αυτό τον παράξενο μαχητή με την τρομακτική πολεμική ικανότητα, την ασύγκριτη αποτελεσματικότητά του στη μάχη και το πιο ιδιοσυγκρασιακό όπλο που έφερε ποτέ κανείς στον πόλεμο.
Έτσι κι έκαναν αυτοί, τιμώντας τον αγρότη αυτό, όπως υπέθεσαν ότι ήταν λόγω της εχέτλης, στην περίφημη Ποικίλη Στοά τους χωρίς να μάθουν ποτέ τα πώς και τα γιατί. Ακόμα και επίσημη λατρεία του όρισαν, όπως άρμοζε σε κάθε ήρωα.
Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα ωστόσο, όπως μας την καταμαρτυρεί ο Παυσανίας, ήταν πως επρόκειτο για κάποια υπερφυσική μορφή («επιφάνεια») που εμφανίστηκε μυστηριωδώς στη μάχη, βοήθησε αποφασιστικά τους Έλληνες να απαλλαγούν από την περσική απειλή και στο τέλος αποχώρησε με τον ίδιο μαγικό τρόπο, συγκεντρώνοντας την παντοτινή ευγνωμοσύνη των Αθηναίων.
Όπως μας λέει εξάλλου ο Ηρόδοτος («Ιστορίαι» 6.117.1): «Στη μάχη αυτή του Μαραθώνα σκοτώθηκαν από τους βαρβάρους περίπου έξι χιλιάδες τετρακόσιοι άντρες κι από τους Αθηναίους εκατόν ενενήντα δυο· αυτές ήταν οι απώλειες που είχαν τα δυο μέρη». Ο Εχετλαίος φέρεται να βοήθησε δυσανάλογα πολύ στον ελληνικό θρίαμβο…
Πολλά και θαυμαστά τα μυστήρια που μας λένε οι αρχαίοι πρόγονοι πως έλαβαν χώρα πριν και κατά τη διάρκεια της αποφασιστικής μάχης του 490 π.Χ., η εύκολη ελληνική νίκη στην οποία φαίνεται πως ξάφνιασε ακόμα και τους Αθηναίους.
Για να εξηγηθεί η περσική πανωλεθρία προφανώς, αρκετοί πολεμιστές ισχυρίζονταν πως είδαν ήρωες και θεούς να πολεμούν στο πλάι τους, στο πλαίσιο της ομηρικής παράδοσης της επανεμφάνισης ηρώων (επιφάνειες) που διέπνεε τον ελληνισμό.
Τον Εχετλαίο ή τον Έχετλο τον αναφέρει μόνο ο περιηγητής Παυσανίας που έζησε τον 2ο αιώνα μ.Χ. και όχι ο κατεξοχήν ιστορικός των περσικών πολέμων Ηρόδοτος. Ο Ηρόδοτος κάνει λόγο για άλλο υπερφυσικό περιστατικό της μάχης, το οποίο συνδέθηκε κακώς και υπόπτως με τον Εχετλαίο, όπως θα δούμε αργότερα.
Στην ελληνική τέχνη εξάλλου δεν έχουμε βρει αναπαραστάσεις του, παρά μόνο σε μερικά ετρουσκικά ταφικά μνημεία εμφανίζεται αυτός ο μυστηριώδης πολεμιστής με τη λαβή αρότρου στα χέρια. Ο Παυσανίας περιηγήθηκε στην περιώνυμη Ποικίλη Στοά των Αθηνών (Πεισιανάκτειος) και είδε την παράσταση του Εχετλαίου να περιλαμβάνεται στην τοιχογραφία των ηρώων της μάχης του Μαραθώνα: «ἥρως τε Ἔχετλος καλούμενος», γράφει στην «Ελλάδος Περιήγησης/Αττικά» (1.15.3).
Και παρακάτω (1.32.5) εξηγεί τι ήταν ακριβώς αυτός ο αγρότης με τα χωριάτικα ρούχα και τη λαβή αρότρου που κατέβηκε στη μάχη: «συνέβη δὲ ὡς λέγουσιν ἄνδρα ἐν τῇ μάχῃ παρεῖναι τὸ εἶδος καὶ τὴν σκευὴν ἄγροικον· οὗτος τῶν βαρβάρων πολλοὺς καταφονεύσας ἀρότρῳ μετὰ τὸ ἔργον ἦν ἀφανής· ἐρομένοις δὲ Ἀθηναίοις ἄλλο μὲν ὁ θεὸς ἐς αὐτὸν ἔχρησεν οὐδέν, τιμᾶν δὲ Ἐχετλαῖον ἐκέλευσεν ἥρωα. πεποίηται δὲ καὶ τρόπαιον λίθου λευκοῦ. τοὺς δὲ Μήδους Ἀθηναῖοι μὲν θάψαι λέγουσιν ὡς πάντως ὅσιον ἀνθρώπου νεκρὸν γῇ κρύψαι, τάφον δὲ οὐδένα εὑρεῖν ἐδυνάμην· οὔτε γὰρ χῶμα οὔτε ἄλλο σημεῖον ἦν ἰδεῖν, ἐς ὄρυγμα δὲ φέροντες σφᾶς ὡς τύχοιεν ἐσέβαλον».
Το γεγονός ότι ο Εχετλαίος τιμήθηκε στο πλέον αξιοθαύμαστο έργο της Ποικίλης Στοάς (475-450 π.Χ.), τους ήρωες της μάχης του Μαραθώνα, και ήταν ανάμεσα στον στρατηγό Μιλτιάδη, τον πολέμαρχο Καλλίμαχο και τον ήρωα Κυναίγειρο (αλλά και τον Θησέα, τον Ηρακλή και την Αθηνά), δείχνει τις τιμές που του απέδωσαν οι Αθηναίοι για τη βοήθειά του στη μάχη.
Ο Παυσανίας, πολύ μεταγενέστερος μεν από τα γεγονότα του Μαραθώνα, είδε με τα μάτια του την τοιχογραφία που φιλοτεχνήθηκε καμιά τριανταριά χρόνια μετά τη μάχη, απεικονίζοντας με ρεαλισμό τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν στο πεδίο. Ο περιηγητής περιγράφει τον Εχετλαίο να πολεμά πλάι στους πραγματικούς στρατιώτες της μάχης (Μιλτιάδης, Καλλίμαχος και Κυναίγειρος), δεν ήταν τοποθετημένος δηλαδή στο ανώτερο τμήμα της παράστασης με τους μυθολογικούς ήρωες και τους θεούς. Αυτό συνιστά για τους ιστορικούς σοβαρή ένδειξη ότι επρόκειτο για Μαραθωνομάχο.
Τι σόι πολεμιστής ήταν όμως αυτός ο «κατά τη μορφή και την ενδυμασία χωρικός» που σκότωσε «πολλούς από τους βαρβάρους και εξαφανίστηκε μετά τη μάχη»; Κι όλα αυτά με μια λαβή αλετριού;
Μήπως ήταν θεός; Μήπως ήταν ήρωας που επανεμφανίστηκε; Όχι, μας λένε οι σύγχρονοι μελετητές, όπως ο Michael Jameson στο κεφάλαιο «The Hero Echetlaeus» στο συλλογικό «Cults and Rites in Ancient Greece: Essays on Religion and Society» (2014), γιατί αν ήταν έτσι, τότε οι Αθηναίοι θα έπρεπε να τον επικαλεστούν επισήμως κάνοντας θυσία στο όνομά του πριν τη μάχη προκειμένου να λάβουν την εύνοιά του.
Καμιά τιμή δεν έλαβε όμως αυτός ο μεγάλος άγνωστος που ζώθηκε το άροτρό του και κατέβηκε στον Μαραθώνα. Γι’ αυτό και ο Απόλλωνας είπε στους Αθηναίους στο Μαντείο των Δελφών πως πρέπει να τον τιμούν ως ήρωα, γιατί κάτι τέτοιο ήταν πιθανότατα ο αγρότης-μαχητής που διακρίθηκε πολεμώντας στην πρώτη γραμμή…
Απολύτως τίποτα! Ο ιστορικός αναφέρθηκε σε ένα διαφορετικό μεταφυσικό περιστατικό από την ίδια μάχη που στην καλπάζουσα φαντασία κάποιων συνδέονται προφανώς. Μας περιγράφει λοιπόν ο Ηρόδοτος («Ἱστορίαι» 6.117.2-3):
«Και στην ίδια μάχη συνέβη ένα τέτοιο καταπληκτικό περιστατικό: ένας Αθηναίος, ο Επίζηλος, ο γιος του Κουφαγόρα, που πολεμούσε ηρωικά εκεί που πάλευαν στήθος με στήθος, έχασε το φως των ματιών του χωρίς να δεχτεί ούτε χτύπημα ούτε βέλος σε κανένα μέρος του σώματός του κι από τότε έμεινε σ᾽ όλη τη ζωή του τυφλός.
[6.117.3] Κι άκουσα να διηγούνται για το πάθημά του μια τέτοια ιστορία, πως του φάνηκε να στέκεται αντίκρυ του ένας πελώριος οπλίτης, που η γενειάδα του σκέπαζε ολόκληρη την ασπίδα του· κι αυτό το φάντασμα προσπέρασε τον ίδιο και σκότωσε τον συμπολεμιστή του. Αυτή την ιστορία άκουσα πως διηγιόταν ο Επίζηλος».
Το «φάντασμα» που μας λέει ο Ηρόδοτος, άλλος ένας μυστηριώδης αθηναίος πολεμιστής(;), δεν είναι κατά κανέναν τρόπο ο Εχετλαίος. Οι μόνοι εξάλλου που έχουν κάνουν ποτέ αυτή τη σύνδεση είναι μια καλή μερίδα του ελληνικού ίντερνετ και μόνο! Ακόμα και ο Ηρόδοτος κρατά τις αποστάσεις του εδώ («Αυτή την ιστορία άκουσα πως διηγιόταν ο Επίζηλος»), από ένα φάντασμα άλλωστε που δεν είχε κανένα πρόβλημα να σκοτώσει Έλληνα (τον συμπολεμιστή του Επίζηλου).
«Το αφήγημα είναι χτισμένο στις γενικές οδηγίες της πολεμικής επιφάνειας της ‘‘Ιλιάδας’’, με επιπρόσθετη έμφαση στο υπεράνθρωπο μέγεθος και παράστημα και στο εξωπραγματικό σχήμα της επιφάνειας», παρατηρεί για την αναφορά του Ηροδότου η Georgia Petridou στο «Divine Epiphany in Greek Literature and Culture» (2016).
Ο Παυσανίας περιγράφει όμως τον Εχετλαίο ως ιδιαίτερο μεν, άνθρωπο δε. Και το άροτρό του δεν αποκλείεται να ήταν απλώς το μόνο όπλο που θα μπορούσε να έχει ποτέ του αυτός ο φτωχός αγρότης. Ή μπορεί να λειτουργούσε ακόμα και ως σύμβολο, όπως έχουν υπαινιχθεί αρκετοί ιστορικοί, καθώς το άροτρο συμβόλιζε στη συλλογιστική των αρχαίων Ελλήνων τη γονιμότητα.
Ο Εχετλαίος πρέπει να διακρίθηκε για την ανδρεία αλλά και την ουσιαστική συνεισφορά του στον θρίαμβο, κάνοντας τέτοια εντύπωση στους συμπολεμιστές του που συχνά μιλούσαν γι’ αυτόν. Και πιθανότατα δεν θέλησε ποτέ να δρέψει δάφνες για το πατριωτικό καθήκον που έκανε, αφήνοντας τους Αθηναίους να τον μνημονεύουν ως «αυτός που φέρει την εχέτλη».
Το όνομά του το κράτησε μυστικό ανά τους αιώνες…