Δεν το χωρά ανθρώπινος νους πώς μπορεί ένα ενήλικο χέρι να προκαλέσει πόνο σε ένα παιδί και να το στιγματίσει εφ’ όρου ζωής με πράξεις βίας, που μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και στο θάνατό του.
Η παιδική κακοποίηση είναι ένα φαινόμενο πολύ συχνό και στη χώρα μας. Πέρσι η «Εθνική Τηλεφωνική Γραμμή για τα Παιδιά SOS 1056» δέχτηκε 221.152 τηλεφωνικές κλήσεις που αφορούσαν, μεταξύ άλλων, σε ποσοστό 37,5% σε καταγγελίες για κακοποίηση και παραμέληση παιδιών.
Μυρτώ, Στυλιανή, Άννυ, Θανάσης είναι μόνο μερικά από τα ονόματα παιδιών που γνώρισαν τον πόνο σε πολύ τρυφερή ηλικία και μάλιστα από τους ίδιους τους τους γονείς. Τα παιδιά αυτά βρέθηκαν να υποφέρουν στα χέρια των ανθρώπων που υποτίθεται ότι λειτουργούσαν σαν ασπίδα προστασίας για ολόκληρη τη ζωή τους. Κάποια επιβίωσαν, χάνοντας την παλιά ζωή τους, αναγκασμένα να ζουν ανάπηρα, αφήνοντας πίσω τους την ανεμελιά των παιδικών χρόνων. Άλλα άφησαν την τελευταία τους πνοή στα χέρια των ανθρώπων που τους έφεραν στη ζωή.
Οι παρακάτω υποθέσεις κακοποίησης και εγκλημάτων άφησαν το στίγμα τους στην ελληνική κοινωνία, που άλλες φορές εξοργίζεται και άλλες φορές κωφεύει ενώ γνωρίζει…
Αποτροπιασμό προκάλεσαν στην κοινή γνώμη όσα ήρθαν στο φως της δημοσιότητας για τη φρίκη που βίωναν τα τρία από τα τέσσερα παιδιά μιας οικογένειας στη Λέρο. Όλα αποκαλύφθηκαν όταν η 14χρονη κόρη μεταφέρθηκε με ακατάσχετη αιμορραγία στο νοσοκομείο του νησιού. Η έφηβη εξιστόρησε όλες τις κτηνωδίες που έζησε μαζί με τα αδέρφια της με αποτέλεσμα να συλληφθούν η 45χρονη μητέρα και ο 52χρονος πατέρας.
Η ομολογία τους πάγωσε το πανελλήνιο. «Βιάζαμε τον 24χρονο γιο μας, που έχει νοητική υστέρηση και το 13,5 χρονών κορίτσι μας και το απολαμβάναμε. Σταματούσαμε μονάχα όταν έβαζαν τα κλάματα. Πολλές φορές χρησιμοποιούσαμε και διάφορα αντικείμενα, ενώ ο ένας από εμάς αυνανιζόταν» είχαν πει. Ο 8χρονος γιος είχε πέσει θύμα ξυλοδαρμού, ενώ ο 27χρονος γιος είχε φύγει από το σπίτι.
Η ιατροδικαστική έκθεση βέβαια έφερε τα πάνω κάτω καθώς δεν διαπιστώθηκε σεξουαλική κακοποίηση στα τρία παιδιά, με αποτέλεσμα να έρχεται σε αντίθεση με τα όσα κατέθεσαν, παρουσία παιδοψυχολόγου τα ίδια τα παιδιά, βάσει των οποίων οι γονείς κρίθηκαν προφυλακιστέοι
«Δεν προκύπτουν αποδεικτικά ή ενδεικτικά σημεία πρόσφατης ή παλαιότερης σωματικής ή σεξουαλικής κακοποίησης. Δεν έχει πραγματοποιηθεί συνουσία σε οποιοδήποτε χρόνο» ανέφερε ο ιατροδικαστής Παναγιώτης Κοτρέτσος.
Πολλοί γνώριζαν τι συνέβαινε πίσω από τις κλειστές πόρτες του σπιτιού στην Πλάκα, κανείς όμως δεν προχωρούσε σε καταγγελία. Ακόμα και όταν το «Χαμόγελο του Παιδιού» δέχτηκε καταγγελία στην Εθνική Τηλεφωνική Γραμμή για τα παιδιά SOS 1056 και ενημέρωσε τον εισαγγελέα δεν έγινε καμία παρέμβαση.
«Εδώ μιλάμε για μια μάνα, η οποία έβαζε το κοριτσάκι να βλέπουν που έκανε έρωτα με τον πατέρα και μετά οι δυο τους συνέχιζαν με άλλες πράξεις εις βάρος του κοριτσιού. Φρίκη. Αποτροπιασμός. Οι άνθρωποι αυτοί κάθε άλλο παρά γονείς μπορούνε να λέγονται. Κτηνωδία και όχι μόνο» είχε δηλώσει στον τηλεοπτικό σταθμό δήλωσε στο STAR ο δήμαρχος Λέρου Μιχάλης Κόλιας.
Επτασφράγιστο μυστικό κατάφερε να κρατήσει μέχρι το τέλος την εγκυμοσύνη της μία 22χρονη φοιτήτρια. Η κοπέλα κατέληξε να γεννήσει μόνη της ένα υγιέστατο αγοράκι στην μπανιέρα του σπιτιού της στη Νέα Σμύρνη, ολομόναχη. Απελπισμένη, έκοψε με ένα ψαλίδι τον ομφάλιο λώρο, τύλιξε το βρέφος με ένα σεντόνι, το έβαλε σε μια σακούλα και το πέταξε στον ακάλυπτο της πολυκατοικίας, όπου λίγες ώρες μετά πέθανε.
Το δείγμα DNA της 22χρονης ταίριαξε με το γενετικό υλικό του βρέφους, η παιδοκτόνος συνελήφθη και ομολόγησε τις πράξεις της. Στην προανακριτική απολογία της υποστήριξε ότι δεν ήθελε να κάνει έκτρωση και να σκοτώσει το παιδί της. Ωστόσο την κυρίευαν τα αισθήματά της: ο φόβος και η ντροπή.
«Από τη μητέρα μου κατάφερα να το κρύψω γιατί δεν είχα φουσκώσει πολύ και άρχισα να φοράω πιο φαρδιά ρούχα. Άλλωστε ποτέ μου δεν ήμουν αδύνατη οπότε και τα κιλά που πήρα δεν μου φαίνονταν τόσο […] Πανικοβλήθηκα όταν γύρισε η μητέρα μου στο σπίτι. Ντρεπόμουν και φοβόμουν όπως κάνω και τώρα. Δεν ξέρω τι να πω για αυτό που συνέβη, εκείνη τη στιγμή τα έχασα» είχε πει.
Από την πλευρά της η μητέρα της, κατά την απολογία της, ζήτησε συγγνώμη για ό,τι είχε συμβεί. «Δεν το χωράει ο νους αυτό που έγινε. Δεν μπόρεσα ούτε καν να της δώσω μια συμβουλή σαν μάνα πριν γίνει ότι έγινε. Αυτό που έγινε είναι κάτι τραγικό. Θέλω να ζητήσω συγνώμη εκ μέρους της κόρης μου. Μακάρι να μπορούσα να τα είχα αποτρέψει όλα αυτά. Δεν ξέρω τι άλλο να σας πω».
Στις 21 Απριλίου 2015 η γη «καταπίνει» την 4χρονη Άννυ από το σπίτι της στη Μιχαήλ Βόδα στο κέντρο της Αθήνας. Το παιδί δεν μπορεί να εντοπιστεί πουθενά και τα όσα λένε οι τοξικομανείς γονείς της, που πέφτουν σε αντιφάσεις, προκαλούν προβληματισμό στις Αρχές.
Τις αποκαλύψεις που θα βγουν στη δημοσιότητα δεν τις χωρά ανθρώπινος νους. Ο 27χρονος πατέρας της Άννυ, Στάνισλαβ Μπακαρτζίεφ, γνωστός με το ψευδώνυμο «Σάββας», ομολογεί το αποτρόπαιο έγκλημα, περιγράφοντας με κάθε λεπτομέρεια πώς σκότωσε και τεμάχισε την κόρη του, καθώς και τον τρόπο που εξαφάνισε τα ίχνη της. Συνεργάτης του ο φίλος του Νικολάι.
«Η μοίρα έμελλε στην Άννυ, ούτε καν 4 ετών, 3,5 ετών ήταν, να έχει αυτό το τραγικό τέλος, τραγικότερο και από αυτό της Ιφιγένειας, να σφαγιαστεί από τον ίδιο της τον πατέρα. Έχω σημειώσει τη φράση γιαγιάς που ήταν η πρώτη μάρτυρας στο δικαστήριο, η οποία δακρυσμένη είπε εδώ μπροστά μας: «δεν υπάρχει ούτε ένα μνήμα να την κλάψουμε» είχε πει συγκλονισμένη η εισαγγελέας στην αγόρευσή της.
Ο Σάββας σκότωσε τη μικρή και για μέρες την τεμάχιζε. Τα κομμάτια της τα πέταγε κάθε μέρα και σε διαφορετικό κάδο, για να μην εντοπιστεί ποτέ το παιδί. Τα λόγια της εισαγγελέως για τον πατέρα και τον συνεργό του συγκλονίζουν.
«Ο Σάββας ενήργησε με πλήρη διαύγεια, μεθοδικότητα, και αποφασιστικότητα. Είναι αμετανόητος, χωρίς ίχνος συναισθήματος, παγερός και ψυχρός. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να αποφύγει το κακούργημα της ανθρωποκτονίας, καθώς ο τεμαχισμός -περιύβριση νεκρού- δεν έχει ποινική συνέπεια παρά μόνο φυλάκιση 2 ετών.
Ο Νικολάι είναι ένας ψυχρός, παγερός άνθρωπος, χωρίς συναισθήματα, αδίστακτος. Με λυσσαλέες προσπάθειες επιχείρησε να αποσυνδέσει την παρουσία του στο χώρο του υπόγειου. Χαρακτηριστική είναι η απάθειά του με την οποία αφομοίωσε τα γεγονότα κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας. Αλλά και ο Σάββας προσπάθησε να αποσυνδέσει την παρουσία του Νικολάι. Δεν ειδοποίησε καμία αρχή και έφυγε από την Αθήνα, την “κακιά Ελλάδα” και νόμιζε ότι ξέφυγε. Όμως κάτι είπε σε κάποιον, του ξέφυγε και το είπε και βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα».
Πιθανό κίνητρο του 27χρονου το μίσος του για τη βιολογική μητέρα της Άννυ, Ντιμιτρίνα Μπορίσοβα, που σκόπευε να τον αφήσει και να πάει στην Γερμανία, μαζί με το παιδί.
Μια ζεστή μέρα του Αυγούστου η ζωή της 17χρονης Ασπασίας Μπόγρη από το Άργος άλλαξε για πάντα. Εκείνη δεν μπορούσε να προβλέψει ότι οι διαφορές των γονιών της θα τη μεταμόρφωναν σε ένα αγνώριστο κορίτσι, ένα κορίτσι που δεν θα αποκτούσε ποτέ την παλιά της ζωή. Η Ασπασία συναντά τον πατέρα της για φαγητό και λίγο πριν χωρίσουν πάει στο περίπτερο να πάρει τσιγάρα στη μητέρα της. Ο πατέρας της την πλησιάζει και σε απόσταση αναπνοής, αφού πρώτα της λέει «σ’ αγαπώ πολύ» την πυροβολεί στο κεφάλι. Μετά στρέφει το όπλο στον εαυτό του και αφού περνάει λίγες μέρες στην Εντατική του Τζάνειου νοσοκομείου εκπνέει.
Στο σπίτι του 47χρονου επιχειρηματία οι Αρχές βρίσκουν μια χειρόγραφη επιστολή με αποδέκτη τη γυναίκα του Σπυριδούλα Φατούρου, την οποία κατηγορούσε για τη διάλυση του γάμου τους. «Σκοτώνω την κόρη μας για να μη γίνει σαν και εσένα. Κανονικά θα έπρεπε να σκοτώσω εσένα, αλλά επειδή θα ζήσεις, όσο ζήσεις, με το βάρος του θανάτου της, θα είναι καλύτερα».
Η Ασπασία κερδίζει τη μάχη για τη ζωή, αλλά πλέον είναι καταδικασμένη να ζει καθηλωμένη σε ένα κρεβάτι, καθώς έχει 99% αναπηρία. Μάνα και κόρη ανεβαίνουν το δικό τους Γολγοθά σε κέντρο αποκατάστασης στη Λάρισα. Μετά από τέσσερα χρόνια παραμονής, η Ασπασία μεταφέρεται στο σπίτι της.
«Ό,τι καινούργιο θέλει χρόνο για να το συνηθίσεις. Δεν είναι εύκολη απόφαση. Όσο παράξενο και αν φαίνεται, 3,5 χρόνια που η Ασπασία έμεινε στο Κέντρο Αποκατάστασης είχε κάνει όλο τον κόσμο φίλους της. Ήταν το σπίτι της. Αυτή η αλλαγή έχει ταράξει τα νερά, αλλά ήταν απαραίτητη για την κοινωνικοποίησή της. Είχαμε πάθει ιδρυματοποίηση, αυτή είναι η αλήθεια. Δεν θα κάνω το παιδί μου… Κωσταλέξι» είχε πει η μητέρα της στο Έθνος.
«Η Ασπασία δεν περπατάει, δεν μιλάει, δεν κινείται. Αν δεν την γυρίσω στο κρεβάτι, δεν θα το κάνει ποτέ μόνη της, θα μείνει στην ίδια θέση. Αν δεν την ταΐσω δεν θα φάει ποτέ. Κακά τα ψέματα, δεν πετάω στον ουρανό» διευκρίνισε η κ. Φατούρου επισημαίνοντας: «Θέλει να είναι δίπλα στους φίλους της, να κάνει περισσότερες βόλτες, να δέχεται έντονα ερεθίσματα που θα τη βοηθήσουν περισσότερο στη μάχη για την αποκατάστασή της».
Το καλοκαίρι του 2012 η 15χρονη Μυρτώ ονειρευόταν μόνες τις διακοπές, που μπορεί η οικογένειά της να μην της επέτρεπε να τις κάνει μόνη με τους φίλους της, αλλά ήταν πρόθυμη να τη συνοδεύσει στο νησί. Σε μία βόλτα της σε δημοφιλή παραλία του νησιού δέχεται επίθεση από τον Πακιστανό Αχμέτ Βακάς. Η Μυρτώ εντοπίζεται ημίγυμνη και χτυπημένη, σε κώμα, με ένα σφοδρό χτύπημα στο κεφάλι από πέτρα που ζύγιζε 5 κιλά.
Μεταφέρεται σε νοσοκομείο της Αθήνας και αρχίζουν οι έρευνες τις Αστυνομίας που αρχικά αντιμετώπιζαν το περιστατικό ως ατύχημα. Τα ευρήματα όμως του ιατροδικαστή αλλάζουν τα δεδομένα. Στο σώμα της Μυρτώς βρέθηκε σπέρμα με αποτέλεσμα να αρχίσουν οι αναζητήσεις για τον εντοπισμό του βιαστή και κακοποιού. Έλληνες και μετανάστες που δούλευαν κοντά στην παραλία μπαίνουν στο στόχαστρο των Αρχών. Η μητέρα της Μυρτώς καταθέτει ότι είδε έναν άνδρα με άσπρο παντελόνι και πολύχρωμη μπλούζα να απομακρύνεται από το σημείο. Λίγο αργότερα ο Βακάς συλλαμβάνεται, αφού πρώτα ταυτοποιήθηκε το DNA του με αυτό στα ρούχα και το σώμα της 15χρονης.
Ο κακοποιός παραδέχεται και ομολογεί τις πράξεις του. Με απόλυτη ψυχραιμία λέει ότι προσπάθησε να κλέψει το κινητό της Μυρτούς και όταν εκείνη προέβαλλε αντίσταση άρχισε να τη χτυπά με την πέτρα. Ανήμπορη να αμυνθεί τη βίασε και συνέχισε να τη χτυπάει. Αρχικά ο Βακάς προσπάθησε να ξεγελάσει τη Δικαιοσύνη και δήλωνε ανήλικος για να δικαστεί με τον ανάλογο τρόπο. Τελικά, ο δράστης, καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, για τη ληστεία, 18 χρόνια για απόπειρα ανθρωποκτονίας, 18 χρόνια για βιασμό, και 3 μήνες για παράνομη εργασία.
Η Μυρτώ έμεινε δύο μήνες σε κώμα και μετά άρχισαν τα αλλεπάλληλα χειρουργεία σε Ελλάδα και εξωτερικό για τις σοβαρές κρανιοεγκεφαλικές της κακώσεις. Μόνιμη κατοικία της έγινε το κέντρο ANIMUS στη Λάρισα και μετά από πέντε μήνες επέστρεψε στο γνώριμο περιβάλλον του σπιτιού της, για να συνεχίσει τον αγώνα της.
Στις 27 Απριλίου 2017 ένας 61χρονος συνταξιούχος αστυνομικός δηλώνει την εξαφάνιση της 6χρονης κόρης του Στυλιανής. Ο άνδρας, που πάσχει από ψυχολογικά προβλήματα, δηλώνει ότι ξύπνησε και στο σπίτι δεν βρήκε το ένα από δίδυμα παιδιά του και συγκεκριμένα την κόρη του, αποδίδοντας την εξαφάνιση σε διάρρηξη και απαγωγή. Το παράξενο της υπόθεσης βέβαια είναι ότι ο πατέρας δήλωσε την εξαφάνιση αφού πρώτα, σε απόλυτη ψυχραιμία, πήγε το γιο του στο σχολείο το πρωί!
Οι ασυνάρτητες δηλώσεις του πατέρα εντείνουν τις έρευνες. Το σπίτι στην Αγία Βαρβάρα δεν έχει παραβιαστεί και η μητέρα των παιδιών νοσηλεύεται στο Τζάνειο με προβλήματα υγείας. Τελικά ο 61χρονος ομολογεί τη δολοφονία του παιδιού του, αποδίδοντας την πράξη του «στην κακιά στιγμή». Λέει στους αστυνομικούς ότι αγκάλιασε τη Στέλλα για να την ηρεμήσει επειδή έκλαιγε και ζήταγε τη μαμά της, αλλά την έσφιξε παραπάνω με αποτέλεσμα να πεθάνει. Μετά τις σοκαριστικές περιγραφές υποδεικνύει και το σημείο που πέταξε το παιδί, που δεν ήταν άλλο από έναν κάδο σκουπιδιών, 1,5 χλμ από το σπίτι του δολοφόνου.
Έζησε μόλις 2,5 χρόνια γεμάτα κακοποίηση και πόνο. Ο Θανάσης ξεψύχησε το 2014 από τους πόνους που του προκάλεσαν η 21χρονη μητέρα του από τη Βουλγαρία και ο 31χρονος συμπατριώτης σύντροφός της, ρίχνοντάς του βραστό νερό. Ο μικρός έφερε εγκαύματα τρίτου βαθμού ενώ κατά τη νεκροψία βρέθηκαν παλιότερα εγκαύματα και αμυχές, αλλά και χτυπήματα από βέργα.
Ο ιατροδικαστής Μανώλης Μιχαλοδημητράκης, που είχε χειριστεί την υπόθεση και «έφυγε» το 2016 είχε πει: «Ήταν σαν να πέταξαν το παιδί μέσα στο βραστό νερό. Μόνο το σοκ του πόνου ήταν ικανό να προκαλέσει καρδιακή ανακοπή». Η μητέρα ισχυριζόταν ότι του έριξαν βραστό νερό για να το βοηθήσουν να ενεργηθεί και ο σύντροφός της ότι ο Θανάσης σκόνταψε και έπεσε στη λεκάνη με αυτό. Και οι δύο καταδικάστηκαν σε ισόβια.