Παλιά υπήρχε ένα «τσιτάτο» που έλεγε πως «είμαστε αυτοί που οι γονείς μας λένε να μην κάνουμε παρέα». Αυτό είχε βρει για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα εφαρμογή και σε ένα σχολικό συγκρότημα: «πάμε στο σχολείο που οι γονείς μας λένε να μην πηγαίνουμε»!
Λίγα είναι τα σχολεία σε ολόκληρη την Ελλάδα που έχουν γράψει ιστορία όπως το σχολικό συγκρότημα της Γκράβας στο Γαλάτσι. Κάποτε ήταν συνώνυμο των… μπελάδων. Έμπαινες εκεί μέσα μαθητούδι και έβγαινες πρύτανης. Στην… αλητεία! Καταλήψεις, τσαμπουκάδες, επικές εκδρομές, συμμορίες. Απ’ όλα είχε ο μπαξές. Και κάπου ανάμεσα είχε και μαθήματα.
Πάλευαν οι έρμοι οι καθηγητές να μορφώσουν την οργισμένη νεολαία. Όσοι τα κατάφερναν και τελείωναν (και δεν είναι και λίγοι, βέβαια) άξιζαν ειδική μνεία πάνω στα απολυτήριά τους. Για περίπου δυο δεκαετίες η Γκράβα ήταν συνώνυμο του περιθωρίου. Μια εικόνα που σταδιακά άλλαξε και με το πέρασμα του χρόνου έμεινε μόνο η φήμη και ο θρύλος. Όπως άλλαξαν και αυτοί που τότε τους έλεγαν «αλήτες» και που πλέον είναι οικογενειάρχες και κάθε πρωί ξυπνάνε για να πάνε στα γραφεία τους. Που με κάποιον μαγικό τρόπο πέρασαν τότε στις καλύτερες σχολές και έστησαν τις καριέρες που σαν… πάνκιδες κάποτε μισούσαν.
Γιατί, εντάξει, η Γκράβα… Αρσάκειο δεν ήταν αλλά τα «κακά» εκείνα παιδιά, αποδείχθηκαν… καλής πάστας.
«Welcome to the prison»
Η Γκράβα, ο βασικός πυρήνας της τουλάχιστον, άρχισε να λειτουργεί ως σχολείο στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Σταδιακά άρχισε και λάμβανε τη φήμη του «δύσκολου» σχολείου. Στη συνέχεια και από τα μέσα στης δεκαετίας του 1980 η φήμη αυτή άρχισε να γιγαντώνονται και να λαμβάνει διαστάσεις. Τέτοιες διαστάσεις που κάποια στιγμή είχε γίνει συνώνυμο του τρόμου.
Σε ρωτούσε ο άλλος «σε ποιο σχολείο πας, ρε μεγάλε»; Τους απαντούσες με αυτό το περήφανο «Γκράβα, ψηλέ» και αμέσως του κοβόταν ο αέρας. Για εμάς τους πιτσιρικάδες που μεγαλώσαμε στην ευρύτερη περιοχή ήταν όνειρο να τελειώσουμε το δημοτικό ή το γυμνάσιο και να μας στείλουν στην Γκράβα για τη συνέχεια.
Δεν ίσχυε το ίδιο για τους γονείς μας, όμως. Στο άκουσμα και μόνο πως το βλαστάρι τους θα πάει στο… κέντρο της ανομίας, σήκωναν πίεση. Μεγάλες οι προσπάθειες που έκαναν για να αλλάξουμε σχολική στέγη. Δεν είναι και λίγο άλλωστε να πηγαίνεις στο σχολείο του παιδιού σου και να βλέπεις εκείνο το μεγάλο γκράφιτι που σε… καλωσόριζε στη φυλακή.
Βέβαια, δεν ήταν ανάγκη να δεις εκείνο το γκράφιτι. Την αίσθηση αυτή σου την έδιναν οι τεράστιοι σκεπαστοί διάδρομοι που ένωναν το ένα σχολείο με το άλλο και τα ψηλά κάγκελα. Η «αύρα» πως μπαίνεις σε ζόρικα λημέρια. «Γκράβα» άλλωστε στα αρβανίτικα σημαίνει «γκρέμος» (ή χαράδρα). Πιθανότατα πήρε το όνομά του από εκείνο το βράχο που «κρέμεται» ακόμα πάνω από τα κεφάλια των μαθητών στη βόρεια πλευρά του συγκροτήματος.
Οι μεγάλες καταλήψεις και οι ιστορικές εκδρομές
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 η Γκράβα είχε αποκτήσει πλέον «όνομα». Η συγκεκριμένη δεκαετία, ωστόσο, έκανε το «όνομα»… φόβητρο. Σε αυτό βοήθησαν και τα μεγάλα μαθητικά ξεσπάσματα. Το πρώτο εκείνο του 1991 επί Κοντογιαννόπουλου και το δεύτερο μερικά χρόνια μετά με το «κάτσε καλά Γεράσιμε» που απευθυνόταν στον τότε υπουργού Παιδείας, Αρσένη.
Εδώ δεν μιλάμε για καταλήψεις που κράτησαν πολλές μέρες ή πολλές εβδομάδες. Το λουκέτο εδώ κρατούσε μήνες και έπρεπε να πάει ο εισαγγελέας συνοδεία ισχυρής αστυνομικής δύναμης, μπας και τα παιδιά φιλοτιμηθούν και ανοίξουν επιτέλους το σχολείο.
Καταλήψεις μέσα στις οποίες διοργανώνονταν από συναυλίες συμπαράστασης και αλληλεγγύης μέχρι… τουρνουά πόκερ. Αλλά και στις πορείες. Η Γκράβα ήταν μπροστά. Κάθε βράδυ στα δελτία των ειδήσεων είχε την τιμητική της. Μπορεί κάποια στιγμή να υπήρχαν υπό κατάληψη σχεδόν 2.500 σχολεία σε όλη την Ελλάδα, αλλά το αγαπημένο θέμα των καναλιών ήταν η Γκράβα.
Τότε ήταν που πρωτοεμφανίστηκε εκείνο το περίεργο έθιμο- ξέσπασμα με τα «ντου» του ενός σχολείου στο άλλο. Και δεν μιλάμε για απλά «ντου». Το μενού περιελάβανε μέχρι και μολότοφ. Έτσι… Για κάποιο άγνωστο λόγο παιδιά που έμεναν σε διπλανά σπίτια ξεκινούσαν πετροπόλεμο και μετά άραζαν παρέα στο θεατράκι και την «έλεγε» ο ένας στον άλλο.
Ήταν η εποχή που τα σχολεία της Γκράβας (από νηπιαγωγεία και δημοτικά μέχρι γυμνάσια, λύκεια και δημόσια ΙΕΚ) φιλοξενούσαν 4.000 μαθητές σε πρωινή και βραδινή βάρδια. Όλοι περνούσαν καλά και αυτό έβγαινε προς τα έξω. Ειδικά στις εκδρομές.
«Έσκαγε» κάποιο σχολείο της Γκράβας στον Πειραιά για να πάρει το καράβι, άπλωνε τα μεγάλα πανό του και παντού ακουγόταν το «Grava city, grava city σ΄ αγαπώ!» ή και μια άλλη παραλλαγή του ίδιου συνθήματος που για ευνόητους λόγους δεν μπορεί να γραφτεί εδώ.
Και αν για τα υπόλοιπα σχολεία η εκδρομή ήταν μια απλή υπόθεση για την Γκράβα δεν ήταν. Οι διοργανωτές είχαν να αντιμετωπίσουν την αρνητική στάση των ταξιδιωτικών πρακτόρων ή των ξενοδόχων που μόλις άκουγαν το όνομα του σχολείου, σφύριζαν αδιάφορα και προτιμούσαν να χάσουν μερικά λεφτά από το να μπλέξουν με τους «τρελούς».
Τα ναρκωτικά και η εγκληματικότητα
Ώσπου κάποια στιγμή η Γκράβα απέκτησε τη φήμη του άβατου και ο έλεγχος χάθηκε. Κάπως έτσι βρήκαν «χώρο» δράσης οι έμποροι του θανάτου οι οποίοι έστηναν κανονικά και δίχως να τους ενοχλεί κανείς την πραμάτια τους στους διαδρόμους του συγκροτήματος. Ειδικά στις βραδινές βάρδιες η κατάσταση ήταν ανεξέλεγκτη. Τα παιδιά που πήγαιναν το πρωί στο σχολείο τους έβλεπαν παντού πεταμένες χρησιμοποιημένες σύριγγες που πρόδιδαν τι είχε συμβεί την προηγούμενη νύχτα.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που μέσα στους διαδρόμους βρισκόταν το άψυχο κορμί κάποιου τοξικομανή που είχε κάνει τη μοιραία δόση.
Και επειδή όπου υπάρχουν ναρκωτικά, νομοτελειακά υπάρχει και εγκληματικότητα η Γκράβα μετατράπηκε σε απαγορευμένη ζώνη για τους κατοίκους της περιοχής οι οποίοι απέφευγαν να περνάνε κοντά από το συγκρότημα μόλις έπεφτε η νύχτα.
Οι προσπάθειες να περιοριστούν αυτά τα προβλήματα πολλές. Χτίστηκαν βιβλιοθήκες, γυμναστήρια και οτιδήποτε άλλο μπορούσε να αποτραβήξει το βλέμμα των νεαρών παιδιών από το θάνατο και την εξαθλίωση. Η κατάσταση, ωστόσο, άρχισε να αλλάζει ριζικά μόνο όταν καταργήθηκε η βραδινή βάρδια και το κράτος αποφάσισε να βάλει ένα τέλος σε όλο αυτό.
Έτσι, σταδιακά, τα ναρκωτικά και η εγκληματικότητα (στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό και σίγουρα σε συνάρτηση με το τι γίνεται σε ολόκληρη τη κοινωνία) μειώθηκαν, οι νεανικές τρέλες επανήλθαν και αυτό που επέστρεψε και παραμένει μέχρι και σήμερα είναι η περήφανη απάντηση «στην Γκράβα, πάω, ψηλέ» που κρύβει μέσα της όλες τις μαθητικές αναμνήσεις.