Οι Radiohead απεχθάνονται το Creep, οι Beastie Boys ξενέρωσαν με τον τρόπο που το κοινό εξέλαβε το νόημα του (You Gotta) Fight For Your Right (To Party), ο Robert Plant των Led Zeppelin έκραξε δημόσια το Stairway to Heaven, η Lorde δήλωσε ότι το Royals «ακούγεται σαν ένα ringtone από Nokia του 2006».
Υπάρχουν τραγούδια που ο κόσμος λάτρεψε, αλλά οι δημιουργοί τους μίσησαν. Υπάρχουν και κάποια άλλα που κέρδισαν επίσης τον κόσμο και σημείωσαν τεράστια επιτυχία, αλλά έφεραν τέτοιους μπελάδες στους καλλιτέχνες που ίσως και να ευχήθηκαν να μην τα είχαν κυκλοφορήσει ποτέ. Περιπτώσεις όπου η δόξα και το χρήμα έδωσαν τη θέση τους σε μακροχρόνιες και κουραστικές δικαστικές διαμάχες, διαφωνίες και απογοητεύσεις των καλλιτεχνών.
Ακολουθούν έξι επιτυχίες αγαπημένες που εξελίχθηκαν σε… κατάρα παρά σε ευλογία για τους δημιουργούς, εξαιτίας των περιπετειών που τις συνόδευσαν.
Ποιος δεν γνωρίζει τη μεγάλη επιτυχία των 4 Non Blondes. Το τραγούδι στην πραγματικότητα διερωτάται «What’s going on?» και όχι «What’s up?», το τελευταίο όμως προτιμήθηκε ως τίτλος προκειμένου να αποφευχθεί οποιαδήποτε σύγχυση με το κομμάτι του Marvin Gaye του 1971.
Οι πωλήσεις του ντεμπούτου άλμπουμ «Bigger, Better, Faster, More» του συγκροτήματος το 1992 δεν ήταν και τόσο αξιοσημείωτες μέχρι το «What’s Up?» να εξελιχθεί σε τεράστια επιτυχία – το τραγούδι έφτασε στο Νο2 στη Βρετανία και το άλμπουμ πούλησε πάνω από έξι εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως. Η τραγουδίστρια Linda Perry, όμως, δεν ήταν μεγάλη φαν του τρόπου με τον οποίο έγινε η παραγωγή του τραγουδιού και του δίσκου γενικότερα. «Αγαπούσα το “What’s Up?” αλλά μισούσα την παραγωγή», είχε δηλώσει στο Rolling Stone το 2014.
«Όταν άκουσα την ηχογράφηση για πρώτη φορά έκλαψα. Δεν ακουγόταν σαν εμένα. Ήμασταν μια κουλ μπάντα, όχι αυτό που άκουγες. Ήταν πολύ δύσκολο».
Σύμφωνα με τη μπασίστρια του συγκροτήματος, Christa Hillhouse, η ηχογράφηση του δεύτερου άλμπουμ αποτελούσε μια τρομακτική προοπτική. «Η εταιρεία μας έγλυφε και μας πίεζε πολύ», είχε δηλώσει στο SongFacts. Τελικά η Perry εγκατέλειψε τη μπάντα και έκτοτε έχει βγάλει ορισμένα προσωπικά άλμπουμ. Έχει γράψει επίσης τραγούδια για άλλους καλλιτέχνες όπως οι Courtney Love, Miley Cyrus, Gwen Stefani και Christina Aguilera (συμπεριλαμβανομένης της No.1 επιτυχίας της Beautiful). Το 2014, η ίδια και τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος ενώθηκαν ξανά για μια συναυλία στο Λος Άντζελες.
Ήταν το κομμάτι που έκανε τους The Verve ευρέως γνωστούς, δικαίωσε όμως τον τίτλο του και αποδείχθηκε μια γλυκόπικρη επιτυχία για τη μπάντα. Το «Bittersweet Symphony» περιλάμβανε μέρος από την ορχηστρική εκδοχή του «The Last Time» των Rolling Stones, κάτι για το οποίο πήραν άδεια από την εταιρεία των Stones.
Ο πρώην μάνατζερ των Stones, Allein Klein, όμως, στον οποίο το συγκρότημα είχε παραχωρήσει τα δικαιώματα του τραγουδιού, μήνυσε τους The Verve, ζητώντας το 100% των κερδών από το «Bittersweet Symphony» και υποστηρίζοντας ότι η χρήση του μέρους του «The Last Time» δεν καλυπτόταν από τη συμφωνία με την εταιρεία Decca. Το αποτέλεσμα ήταν μια μακρά δικαστική διαμάχη, κάτι που οδήγησε τους The Verve απλώς να εγκαταλείψουν την προσπάθεια και να εκχωρήσουν το 100% των πνευματικών δικαιωμάτων της μεγάλης επιτυχίας τους. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ένας άλλος πρώην μάνατζερ των Stones, ο Andrew Loog Oldham, μήνυσε επίσης τους The Verve το 1999, ζητώντας και αυτός με τη σειρά του μερίδιο από τα δικαιώματα.
Η νομική διαμάχη δεν σήμαινε απλώς απώλεια χρημάτων, αλλά και πλήρη απώλεια ελέγχου πάνω στο τραγούδι. Μεγάλη ήταν η δυσαρέσκεια του τραγουδιστή Richard Ashcroft όταν το τραγούδι χρησιμοποιήθηκε σε μια διαφήμιση από τη Nike. «Το τελευταίο πράγμα που ήθελα στον κόσμο ήταν ένα από τα τραγούδια μου να γίνει διαφήμιση», δήλωσε αργότερα. Τα μέλη του συγκροτήματος ακολούθησαν ξεχωριστή πορεία το 1999, για να ενωθούν ξανά το 2007 και να ξαναχωρίσουν το 2009. Ο Ashcroft κυκλοφόρησε το πέμπτο του σόλο άλμπουμ These People πέρυσι.
Πρόκειται για το δημοφιλές τραγούδι των τίτλων αρχής της ακόμη πιο δημοφιλούς σειράς «Τα Φιλαράκια». Μια προηγούμενη εκδοχή του τραγουδιού δημιουργήθηκε από τον μουσικό Michael Skloff (τον σύζυγο της δημιουργού και παραγωγού Marta Kauffman) και τον στιχουργό Allee Wright, πριν το συγκρότημα από το Λος Άντζελες The Rembrandts ολοκληρώσει τη βερσιόν που ακούμε σήμερα.
«Το 1994, το τελευταίο πράγμα που θα έκανε ένα σοβαρό συγκρότημα θα ήταν να ανακατευτεί με μια τηλεοπτική σειρά», έχει δηλώσει ο Phil Solem των The Rembrandts. Ο ίδιος και το επίσης μέλος του συγκροτήματος Danny Wilde σκόπευαν να κρατήσουν μυστική την εμπλοκή τους, αλλά η προσπάθειά τους να μείνουν ανώνυμοι δεν ευδοκίμησε. Αρχικά, το «I’ll Be There For You» υπήρχε μόνο στη σύντομη εκδοχή του και ο αμερικανικός ραδιοφωνικός σταθμός WYHY δημιούργησε μια μεγαλύτερη εκδοχή του. Όταν οι ακροατές το άκουσαν, άρχισαν να το ζητούν διαρκώς, με αποτέλεσμα η δισκογραφική του συγκροτήματος να πιέσει τα μέλη του να ηχογραφήσουν ένα μεγαλύτερο σε έκταση τραγούδι. Οι The Rembrandts δεν ενθουσιάστηκαν με την ιδέα, καθώς αισθάνονταν ότι η αισθητική του κομματιού δεν ταίριαζε με τον ήχο που επιδίωκαν να περάσουν στο κοινό τους. Τελικά όμως υποχώρησαν…
Η μεγάλη δημοφιλία που απέκτησε το τραγούδι είχε και το κόστος της. Ορισμένοι από τους νέους θαυμαστές δεν ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα να ακούσουν τα άλλα τραγούδια του συγκροτήματος, ενώ δεν ήταν λίγοι οι παλιοί φαν που αποθαρρύνθηκαν από την εξέλιξη. «Νομίζω ότι χάσαμε ένα γιγάντιο ποσοστό του αρχικού μας κοινού», ανέφερε ο Solem, ο οποίος εγκατέλειψε το συγκρότημα το 1997. Πάντως, ο ίδιος και ο Wilde επανενώθηκαν το 2000 και δουλεύουν πάνω σε έναν νέο δίσκο που έχει προγραμματιστεί να κυκλοφορήσει φέτος, σύμφωνα με το BBC.
Το single από το δεύτερο άλμπουμ με τίτλο «CrazySexyCool» των TLC ήταν ένα κομμάτι ερμηνευμένο από την οπτική μιας γυναίκας που απατά τον άπιστο σύντροφό της. Ήταν το πρώτο No.1 κομμάτι του συγκροτήματος στις ΗΠΑ.
Η Lisa «Left Eye» Lopes δεν ήταν μεγάλη φαν του κομματιού και διαφωνούσε με την κυκλοφορία του. «Ήμουν 100% κατά του Creep. Αν ένα κορίτσι πιάσει τον άντρα της να την απατά, αντί να της πεις να τον απατήσει κι εκείνη, γιατί δεν της λέμε απλώς να φύγει;», είχε τονίσει σε δηλώσεις της. Απείλησε μάλιστα να βάλει μαύρη ταινία στο στόμα της κατά το γύρισμα του βίντεο κλιπ, τελικά όμως έκανε πίσω.
Το «Creep» καθώς και το «CrazySexyCool» έγιναν τεράστιες επιτυχίες. Οι TLC, όμως, ελάχιστα απόλαυσαν αυτή την επιτυχία. Το 1995 έκαναν αίτηση για πτώχευση, γεγονός που απέδωσαν στις ασύμφορες συμφωνίες με τη δισκογραφική εταιρεία LaFace και την εταιρεία μάνατζμεντ Pebbitone. Κάθε μέλος του συγκροτήματος έλαβε κάτι λιγότερα από 50.000 δολάρια για τη δουλειά του στο άλμπουμ, που πούλησε εκατομμύρια αντίτυπα, αφήνοντάς τα με ένα χρέος της τάξης των 3,5 εκατομμυρίων δολαρίων.
Το τρίτο άλμπουμ FanMail κυκλοφόρησε το 1999, όμως ήδη η Lopes είχε κουραστεί από τη συμμετοχή της στη μπάντα. Επέστρεψε και πάλι αργότερα, όμως το 2002 έχασε τη ζωή της σε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Τα υπόλοιπα μέλη Tionne «T-Boz» Watkins και Rozonda «Chilli» Thomas, στο μεταξύ, έβγαλαν έναν νέο δίσκο τον Ιούνιο του 2017.
Το «You Get What You Give» των New Radicals, έφτασε στο No.5 των τσαρτ στη Βρετανία το 1998. Ο δημιουργός της επιτυχίας Gregg Alexander υποστήριξε πως οι στίχοι στο τέλος του τραγουδιού, που μιλούσαν για τις ασφαλιστικές εταιρείες και την εταιρική διαφθορά αλλά και για celebrities -οι Beck, Courtney Love και Marilyn Manson αναφέρονται στο κομμάτι- ήταν ένα πείραμα για να δει ποιο θέμα θα τραβούσε περισσότερο την προσοχή.
Και όπως ήταν κατά κάποιο τρόπο αναμενόμενο, η προσοχή δόθηκε στο ζήτημα των διασημοτήτων παρά στις άλλες ιδέες που επιχειρούσε να περάσει το τραγούδι. «Το να προσέχεις ότι όλοι εστιάζουν στο ζήτημα των διασημοτήτων αντί για τους στίχους που μιλούσαν για τις δυνάμεις που κρατούν τους πάντες κάτω… Αυτό ήταν κάτι για το οποίο απογοητεύτηκα», δήλωσε ο Alexander στο Hollywood Reporter το 2014. Ο ίδιος κουράστηκε και από τη μουσική βιομηχανία, αποκαλύπτοντας στην ίδια συνέντευξη: «Απλώς μου έλειπε το να αισθάνομαι σαν καλλιτέχνης κάθε μέρα και να μπορώ να γράφω τραγούδια κάθε μέρα και όχι να αισθάνομαι ότι ο χρόνος μου ελέγχεται και διαχειρίζεται για τους μετόχους της εταιρείας».
Τον Ιούλιο του 1999, λιγότερο από 12 μήνες μετά την κυκλοφορία του ντεμπούτου άλμπουμ τους, ο Alexander διέλυσε τη μπάντα προκειμένου να αφοσιωθεί στην παραγωγή και τη δημιουργία τραγουδιών. «Τους τελευταίους μήνες είχα χάσει το ενδιαφέρον να ηγούμαι ενός “θαύματος μιας επιτυχίας” σε σημείο που φορούσα καπέλο προκειμένου οι θαυμαστές να μη βλέπουν την έλλειψη ενθουσιασμού μου». Ο ίδιος έχει γράψει έκτοτε τραγούδια για τους Boyzone και Ronan Keating, Enrique Iglesias, Mel C, Geri Halliwell και Sophie Ellis-Bextor.
Στην επιτυχία του 1995 των Deep Blue Something, ο τραγουδιστής Todd Pipes προσπαθούσε να πείσει το κορίτσι του ότι είχαν κάτι κοινό, το γεγονός ότι τους άρεσε η ταινία Breakfast At Tiffany’s. Το τραγούδι έγινε τεράστια επιτυχία (No.1 στη Βρετανία, όπου πούλησε πάνω από 600.000 αντίτυπα, και μπήκε στο Top 5 στις ΗΠΑ).
Και κάπου εκεί άρχισαν τα προβλήματα. Σύμφωνα με τον Dallas Observer, το συγκρότημα μπλέχτηκε σε μια περίπλοκη νομική διαμάχη με τον Louis Bickel Jr, έναν παλιό φαν που τους έδωσε 3.000 δολάρια για να ηχογραφήσουν και να κυκλοφορήσουν το πρώτο τους άλμπουμ -το οποίο περιλάμβανε μια εκδοχή του Breakfast At Tiffany’s- στην εταιρεία του Doberman Records. Όταν η μπάντα υπέγραψε με την Interscope και έγινε ευρέως γνωστή με το δεύτερη άλμπουμ της Home -το οποίο επίσης περιλάμβανε το Breakfast At Tiffany’s- ο Bickel έκανε μήνυση, διεκδικώντας την ιδιοκτησία του τραγουδιού.
Το συγκρότημα απάντησε με μια δική του μήνυση. Την ίδια περίοδο, ο Pipes, καθηγητής σε ένα χριστιανικό σχολείο, απολύθηκε από τη δουλειά λόγω της πίεσης που άσκησαν γονείς που αντιδρούσαν στην ιδέα ενός ποπ σταρ να διδάσκει τα παιδιά τους.
Η μπάντα έφτασε τελικά σε συμβιβασμό με τον Bickel, αλλά σύντομα μπλέχτηκε σε μια νέα νομική διαμάχη. Η Interscope είχε ρίξει όλη της την ενέργεια στους Limp Bizkit και ήθελε οι Deep Blue Something να καθυστερήσουν την κυκλοφορία του νέου δίσκου που είχαν ηχογραφήσει. Το συγκρότημα μήνυσε την εταιρεία προκειμένου να λύσει το συμβόλαιο και κέρδισε, με αποτέλεσμα να καταφέρει τελικά να κυκλοφορήσει έναν νέο δίσκο το 2001. Σύντομα όμως τα μέλη του ακολούθησαν ξεχωριστούς δρόμους, για να συνεργαστούν ξανά περίπου 20 χρόνια μετά το «Breakfast at Tiffany’s» το 2015.