Το ξεκίνημά του πιθανώς δεν προμήνυε το ταξιδιάρικο μέλλον του. Ο 62χρονος σήμερα Jorge Sanchez από τη Βαρκελώνη γεννήθηκε σε φτωχή οικογένεια και στα 13 του παράτησε το σχολείο κι έφυγε από το σπίτι. Θα μπορούσε ο δρόμος της ζωής του να τον είχε οδηγήσει σε δύσβατα μονοπάτια της ύπαρξης, τον οδήγησε όμως ακριβώς σε αυτό που ήθελε: στο δρόμο. Έτσι, ο Jorge βρέθηκε να δουλεύει σποραδικά σε ένα σωρό διαφορετικές αλλά πάντα κακοπληρωμένες δουλειές, από τις φάρμες της Αυστραλίας μέχρι τα εστιατόρια της Νέας Υόρκης και τα χρυσωρυχεία του Περού. Με τον τρόπο αυτό κατάφερε να κάνει πραγματικότητα το όνειρο -ή την κλίση- που «φώναζε» μέσα του από μικρό παιδί: να γυρίσει τον κόσμο. Παρ’ όλες τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, ο Jorge κατάφερε να επισκεφθεί τις 193 χώρες του κόσμου, που έχει αναγνωρίσει ο ΟΗΕ. Ορισμένες μάλιστα τις έχει εξερευνήσει σχεδόν σε κάθε περιοχή τους. Δεν είναι ταξιδιώτης μπον βιβέρ, που μετακινείται με άνεση και πολυτέλεια και μένει σε καταλύματα-επιτομή της ξενοδοχειακής βιομηχανίας. Είναι ένας νομάδας που δεν μπορεί να κάνει τη φωνή μέσα του να σωπάσει, αυτή τη φωνή που τον καλεί να γνωρίσει όλο τον υπέροχο κόσμο μας.
Η ευφυΐα, η γοητεία και η καλοσύνη
Το ταξιδιωτικό επίτευγμά του οφείλεται κατά κύριο λόγο στην ευφυΐα και τη γοητεία του αλλά και την καλοσύνη των ξένων. Έχει κοιμηθεί κάτω από γέφυρες στην Ινδία, σε τηλεφωνικό θάλαμο στην Κίνα, πάνω σε δέντρο στη Βραζιλία, μέσα σε νεκροτομείο στο Λιχτενστάιν, μέσα σε φυλακές στην Κολομβία, την Παραγουάη, τη Γεωργία και το Αφγανιστάν -όπου μάλιστα τον πέρασαν για κατάσκοπο- και ως προσκυνητής σε χώρους λατρείας σχεδόν όλων των θρησκειών στον κόσμο. Η φιλοσοφία του είναι απλή: θεωρεί το ταξίδι κάτι σαν προσκύνημα, αναζήτηση της γνώσης και της μάθησης. Πιστεύει πως για να καταλάβει κάποιος τον κόσμο πρέπει να τον δει. Αλλά και πως κάθε μεγάλης ταξιδευτής πρέπει να ξέρει πότε έχει έρθει η στιγμή να «κρεμάσει τα παπούτσια του» και να γυρίσει σπίτι του. «Έφυγα από το σπίτι στα 13 μου. Στα 14 μου μπήκα σε μια βάρκα από τη Βαρκελώνη προς τη Μαγιόρκα, στα Κανάρια Νησιά» αφηγείται στο BBC. «Ο πατέρας μου δούλευε για την εταιρεία ηλεκτρισμού, δεν είχαμε αυτοκίνητο. Ήταν φτωχοί οι γονείς μου. Εγώ κοιτούσα τον άτλαντα του πατέρα μου τα βράδια και ήξερα πως ήθελα να εξερευνήσω τον κόσμο. Έτσι, το ’σκασα. Ήξερα πως οι γονείς μου θα ανησυχήσουν πολύ. Τους άφησα ένα γράμμα στο τραπέζι, τους έγραφα πως φεύγω και πως θα γυρίσω. Εκείνη την εποχή η Ισπανική Λεγεώνα δεχόταν ανήλικους ως εθελοντές στη Δυτική Σαχάρα, ήταν το 1968 που ήταν ακόμα ισπανική αποικία. Κατατάχθηκα αλλά έμεινα μόνο μερικές μέρες με τους λεγεωνάριους γιατί δεν μου άρεσε και, ούτως ή άλλως, πρόθεσή μου ήταν να ταξιδέψω στη Μαυριτανία. Γι’ αυτό έγινα λεγεωνάριος, για να μπορώ να ταξιδεύω. Όταν δεν μου επέτρεψαν να μπω στη Μαυριτανία χωρίς διαβατήριο, αμέσως έφυγα από τη Λεγεώνα. Υποσχέθηκα στους γονείς μου πως δεν θα το ξανακάνω. Μόλις απέκτησα διαβατήριο, στα 18 μου, γύρισα με οτοστόπ έντεκα ευρωπαϊκές χώρες κάνοντας κάθε τύπου δουλειά για να μπορώ να επιβιώσω. Στόχος μου ήταν να μάθω ξένες γλώσσες και την τέχνη του ταξιδιού. Ύστερα από δύο χρόνια περιπλάνησης στην Ευρώπη, έπρεπε να γυρίσω στην Ισπανία για να πάω στον στρατό – ήταν υποχρεωτικός την εποχή του Φράνκο».
«Έχω κάνει κάθε δουλειά που μπορεί κανείς να φανταστεί…»
Η δουλειά ήταν για τον Sanchez ένας τρόπος να κερδίζει χρήματα για να συνεχίσει να ταξιδεύει. Δούλεψε σε εργαστήριο στο Παρίσι, πούλησε τυριά σε αγορά στην Ιταλία, έπαιζε σκάκι επ’ αμοιβή (!) στις Φιλιππίνες και την Ινδονησία, δούλεψε με χρυσωρύχους στην περιοχή Madre de Dios στη ζούγκλα του Περού, σε εστιατόριο στο Πουέρτο Ρίκο, στη Νέα Υόρκη και σε ένα σωρό άλλα μέρη. «Έχω κάνει κάθε δουλειά που μπορεί κανείς να φανταστεί αλλά δεν έχω κανένα επάγγελμα. Έχω κάνει τις πιο συνηθισμένες και τις πιο κακοπληρωμένες δουλειές. Σήμερα δουλεύω σε ξενοδοχεία στην επαρχία Girona της Ισπανίας μια φορά την εβδομάδα, παραλαμβάνω ταξιδιώτες από το αεροδρόμιο της Βαρκελώνης» περιγράφει ο ίδιος στο BBC. Για να θεωρήσει πως έχει επισκεφθεί μια χώρα, υπολογίζει να έχει διανυκτερεύσει σε αυτή τουλάχιστον για ένα βράδυ. Αυτό, σε συνδυασμό με την ένδειά του, είχε ως αποτέλεσμα να κοιμηθεί στα πιο παράξενα μέρη, όπως στο Λιχτενστάιν όπου κατέληξε στο… νεκροτομείο. «Δεν το ήξερα όταν πήγα εκεί να κοιμηθώ», αφηγείται, «στις 5 το πρωί έφτασε μια νεκροφόρα. Ο οδηγός και ο συνοδηγός μετέφεραν ένα φέρετρο. Όταν το είδα αυτό έχασα τον ύπνο μου και έτσι άρχισα να περπατάω στους δρόμους υπό βροχή μέχρι που ξημέρωσε». Στη Βραζιλία κοιμήθηκε πάνω σε ένα δέντρο φοβούμενος τους ληστές -δεν είχε λεφτά ούτε για hostel- ενώ στην Ινδία κοιμόταν πολύ συχνά κάτω από γέφυρες και στην Κίνα ξαπόστασε μέσα σε… τηλεφωνικό θάλαμο. «Το 1986» συνεχίζει «ζήτησα βοήθεια σε μια φυλακή στην περιοχή Ipiales, στα σύνορα μεταξύ Κολομβίας και Ισημερινού, επειδή με ακολουθούσαν πολλοί απατεώνες με κακές προθέσεις. Οι φρουροί με άφησαν να κοιμηθώ για ένα βράδυ σε ένα κελί, μαζί με πολλούς φυλακισμένους. Ήταν άκακοι, δεν με πείραξε κανείς τους». Συνηθισμένο κατάλυμά του ήταν και οι χώροι λατρείας: ινδουιστικοί στην Ινδία, ναοί των Σιχ στην Ουγκάντα και την Τανζανία, μουσουλμανικοί στο Ουζμπεκιστάν, καθολικές εκκλησίες στο Κονγκό και τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, βουδιστικές παγόδες στην Ιαπωνία και το Μπαγκλαντές και εβραϊκές συναγωγές στο Ισραήλ και τη Βραζιλία. «Πιστεύω πως ένας αληθινός ταξιδιώτης πρέπει να αφιερώσει τουλάχιστον 24 ώρες σε κάθε μία από τις 193 χώρες των Ηνωμένων Εθνών. Εγώ έχω κοιμηθεί στις 192 μέχρι στιγμής, μου έχει ξεφύγει μόνο το Τατζικιστάν κι έτσι θα επιστρέψω εκεί στο μέλλον», προσθέτει.
Πηγή έμπνευσης
Το ταξίδι του 62χρονου έγινε με πολύ λίγα χρήματα κι έτσι ελπίζει η ιστορία του να εμπνεύσει κι άλλους ανθρώπους, ακόμα κι αν δεν έχουν τα μέσα, να γνωρίσουν τον κόσμο. «Αν καθίσεις να υπολογίσεις τα χρήματα που ξοδεύεις ταξιδεύοντας θα πρέπει να αφαιρέσεις αυτά που θα ξοδέψεις ούτως ή άλλως μένοντας στο σπίτι. Για μερικούς ανθρώπους το να ταξιδεύουν και να περνούν πολλούς μήνες σε χώρες με χαμηλό κόστος ζωής όπως η Ινδία, η Ινδονησία, οι Φιλιππίνες, η Βολιβία, το Περού, το Μαρόκο ή η Μοζαμβίκη είναι φτηνότερο από το να μείνουν σπίτι! Εγώ δεν μένω ποτέ σε ακριβά ξενοδοχεία αλλά σε hostel, κοιτώνες, πανδοχεία. Πάντα επισκέπτομαι τις τοπικές αγορές για φαγητό και κάνω οτοστόπ ή ταξιδεύω με τρένο ή λεωφορείο το βράδυ για να γλιτώσω το κόστος του ξενοδοχείου και να κερδίσω χρόνο». Το βρετανικό δίκτυο του θέτει το ερώτημα αν ο κόσμος θα πρέπει να αποταμιεύει για μετά τη συνταξιοδότησή του ή να ταξιδεύει όσο περισσότερο μπορεί και να αντιμετωπίσει το ζήτημα των χρημάτων όταν αυτό προκύψει. «Ο καθένας πρέπει να βρει τον δικό του δρόμο» συμβουλεύει. «Το χειρότερο που μπορείς να κάνεις είναι να περάσεις όλη σου τη ζωή κάνοντας κάτι που δεν αγαπάς. Κάποιοι άνθρωποι προτιμούν να δουλεύουν όλη τη ζωή τους και να μαζεύουν λεφτά μέχρι να συνταξιοδοτηθούν. Στο ενδιάμεσο ταξιδεύουν μία ή δύο φορές το χρόνο στη διάρκεια των διακοπών τους, ως τουρίστες. Και μετά στα 60 τους ταξιδεύουν εντατικά, τρελαμένα, σαν να προσπαθούν να κερδίσουν τον χαμένο χρόνο». Ο δικός του απολογισμός έχει λίγο από όλα: «Εγώ πέρασα συνολικά τριάντα χρόνια στον δρόμο και τώρα που είμαι 62 χρόνων δεν έχω πια λεφτά ούτε και τρόπο να βγάλω» λέει «είναι σαν τον μύθο με τον τζίτζικα που τραγουδούσε και το μυρμήγκι που εργαζόταν σκληρά για να αποθηκεύσει τροφή για τον χειμώνα. Εγώ είμαι ο τζίτζικας. Δεν μετανιώνω τίποτα. Είμαι χαρούμενος με τη ζωή που έχω επιλέξει κι έτσι τώρα πρέπει να αντιμετωπίσω τις συνέπειες». Το να γυρίσει τον κόσμο ήταν η μία πτυχή του στόχου του. Δεν ήθελε όμως να πηγαίνει παντού. Ήθελε να επιλέγει μέρη όπου υπήρχε κάτι να μάθει. Έτσι έχει ακόμα μερικές σημειώσεις στον κατάλογο των επόμενων προορισμών του. «Το ταξίδι είναι πανεπιστήμιο κι εγώ ακόμα μαθαίνω» εξομολογείται. «Ένα από τα μέρη που θα ήθελα να πάω είναι το νησί Agalega στον Μαυρίκιο. Μαζί με τα Tristan da Cunha, Pitcairn και Tokelau είναι ένα από τα πιο δυσπρόσιτα κατοικημένα νησιά στον κόσμο επειδή δεν έχουν αεροδρόμιο και η ακτοπλοϊκή σύνδεση είναι πολύ αραιή. Έχω προσπαθήσει δύο φορές να φτάσω εκεί αλλά και τις δύο το καράβι ήταν κλεισμένο από τους ντόπιους, που έχουν προτεραιότητα. Ακόμα ένας προορισμός είναι τα νησιά Τrobriand στην Παπούα Νέα Γουινέα, επειδή θα ήθελα να γνωρίσω τη μητριαρχική κοινωνική δομή τους. Η ζωή του ίσως μοιάζει ιδανική για κάποιους, είχε ωστόσο και τις δύσκολες στιγμές της. Μια τέτοια στιγμή ήταν όταν η γυναίκα του του έδωσε τελεσίγραφο καθώς είχε κουραστεί από την απουσία του. «Δεν ήμουν αρκετά ώριμος τότε» κάνει την αυτοκριτική του. «Δεν ένιωθα ακόμα πλήρης, χρειαζόμουν περισσότερες γνώσεις για να νιώσω ολοκληρωμένος κι ένιωθα πως μόνη οδός για να ικανοποιήσω αυτόν μου τον στόχο ήταν το ταξίδι. Σήμερα καταλαβαίνω πως το πιο σημαντικό είναι η οικογένεια. Αλλά για να το καταλάβω αυτό έπρεπε πρώτα να ταξιδέψω σε όλο τον κόσμο και να κάνω επτά φορές τον γύρο του! Τα ταξίδια είναι εργαλείο μάθησης, ένας τρόπος να ζεις στη νεότητά σου. Ωστόσο υπάρχουν ανώτεροι στόχοι στη ζωή. Πρέπει κανείς να ξέρει πότε έχει έρθει η στιγμή να πει «το ταξίδι ήταν πολύ χρήσιμο για μένα αλλά δεν το χρειάζομαι πια».
«Αν το να ταξιδεύεις είναι η μοίρα σου, πρέπει να την ακολουθήσεις»
Για τον Jorge ο πόθος του ταξιδιού δεν μπορεί να μείνει ανικανοποίητος, είτε έχεις λεφτά είτε όχι. «Αν η επιθυμία να ταξιδέψεις είναι δυνατή, τότε πρέπει να το κάνεις. Αλλιώς θα νιώθεις ζωντανός-νεκρός. Το πιο σημαντικό πράγματα δεν είναι αν θα ταξιδέψεις ή όχι αλλά το να βρεις τον δρόμο σου. Αν είσαι σίγουρος πως το να ταξιδεύεις είναι η μοίρα σου, πρέπει να την ακολουθήσεις. Δεν έχει σημασία αν δεν έχεις λεφτά, μπορείς να δουλέψεις, κάτι θα συμβεί στην πορεία που θα σε βοηθήσει. Πάντα έτσι γίνεται. Το οτοστόπ είναι ο φτηνότερος τρόπος να ταξιδεύεις. Υπάρχουν ακόμα πολλές χώρες στις οποίες οι οδηγοί σταματάνε. Στη Νότια Αμερική ταξίδεψα με οτοστόπ στο Amapá της Βραζιλίας, στη Βολιβία στον Δρόμο του Θανάτου και στην περιοχή Chaco της Παραγουάης. Δεν το έκανα απαραίτητα για να εξοικονομήσω χρήματα αλλά επειδή ήταν πολύ περιορισμένα τα δρομολόγια των λεωφορείων. Επίσης δεν πηγαίνω σε εστιατόρια. Δεν πίνω αλκοόλ, προτιμώ τους χυμούς. Ταξιδεύω με αεροπλάνο την εποχή χαμηλής ζήτησης, χρησιμοποιώ τσάρτερ. Κοιμάμαι σε κοιτώνες με πέντε δολάρια τη βραδιά. Και συχνά κοιμάμαι έξω, ειδικά στις ακριβές χώρες. Μπορείς να κοιμηθείς και στις αίθουσες αναμονής των νοσοκομείων ή των σιδηροδρομικών σταθμών. Μερικές φορές πηγαίνω στον Στρατό της Σωτηρίας. Κάνω φίλους και με προσκαλούν να μείνω μαζί τους. Κι εδώ, στη Βαρκελώνη, ζω ασκητικά για να εξοικονομώ χρήματα για τα ταξίδια μου. Ζω με περίπου δέκα ευρώ τη μέρα. Αν χρειάζομαι μπάνιο πηγαίνω στον σιδηροδρομικό σταθμό ή τον σταθμό των λεωφορείων. Με πέντε χιλιάδες ευρώ μπορώ να γυρίσω τον κόσμο για διάστημα περίπου έξι μηνών». Στη διάρκεια των περιπλανήσεών του πέρασε και δύσκολα, όπως όταν έπεσε θύμα κλοπής στο Γιοχάνεσμπουργκ, στη Νότια Αφρική. «Το 1989 διέσχισα τα σύνορα από το Πακιστάν στο Αφγανιστάν χωρίς βίζα και όταν οι Ρώσοι έφυγαν φυλακίστηκα για τέσσερις μήνες στην Καμπούλ ως ύποπτος για κατασκοπεία. Στη φυλακή βρέθηκα και στην Γεωργία για τρεις ημέρες το 2007, προερχόμενος από την Αμπχαζία. Χρειάστηκε να πληρώσω πρόστιμο 2.000 ευρώ» αφηγείται. Καθώς το 2016 μας αποχαιρετά και το 2017 πλησιάζει, στόχος του είναι να επισκεφθεί το Τατζικιστάν για να δει την αυτόνομη περιοχή Gorno-Badakhshan «που ίσως κάποτε να είναι μια ανεξάρτητη χώρα» όπως λέει. «Το Τατζικιστάν είναι η μόνη χώρα του ΟΗΕ όπου δεν έχω διανυκτερεύσει οπότε θέλω να γυρίσω πίσω για να μάθω περισσότερα. Θα μου άρεσε να ταξιδέψω και με πλοίο στον ποταμό Γενισέι στη Ρωσία για να γνωρίσω τον τρόπο ζωής των Evenki. Όταν ο γιος μου Lázaro, που είναι σήμερα ενός, γίνει πέντε ή έξι χρονών, θα ήθελα να ταξιδέψω μαζί του και με τη γυναίκα μου ώστε να αποκτήσει κι εκείνος τις γνώσεις για να καταλάβει τη ζωή στον πλανήτη μας και τους ανθρώπους και να εξελίξει την ψυχή του». Τα ταξίδια δεν είναι όλα ίδια. Κάποια, προφανώς, σε γεμίζουν εμπειρίες και «βαραίνουν» μέσα σου περισσότερο από άλλα. Για τον Jorge τα δύο χρόνια που πέρασε περιπλανώμενος στην Ευρώπη ήταν αυτά που του έδειξαν πως ο προορισμός του ήταν να γνωρίσει τον κόσμο. Και για να αποζημιωθεί που δεν πήγε στο πανεπιστήμιο αντιμετώπισε «κάθε ήπειρο σαν αντικείμενο σπουδών και κάθε χώρα σαν μάθημα». Δεν ξεχνά επίσης το πρώτο του ταξίδι στον κόσμο. Ήταν από το 1982 έως το 1984, κράτησε ακριβώς 1001 ημέρες και περιλάμβανε 46 χώρες. Το 2003 περπάτησε το Camino de Santiago από το Saint Jean Pied de Port της Γαλλίας στο Santiago de Compostela της Ισπανίας. Την ίδια χρονιά επισκέφθηκε την τελευταία του χώρα- στον κατάλογο του ΟΗΕ, τη Σομαλία, που αποτέλεσε και σημαντικό εσωτερικό ταξίδι. Ταξίδεψε επίσης και σε όλα τα εναλλακτικά «μονοπάτια»: Camino Francés, Camino Primitivo, Camino Mozárabe, Camino Portugués, Camino del Norte. «Φέτος ολοκλήρωσα το έβδομο και τελευταίο ταξίδι μου γυρίζοντας τον κόσμο. Ήθελα να είμαι σαν τον Σεβάχ τον Θαλασσινό και να κάνω σαν κι εκείνον επτά ταξίδια γιατί διάβαζα τις ιστορίες του όταν ήμουν μικρός» καταλήγει. Δείτε όλα τα θέματα του Weekend