Μέσα στην περίοδο της κρίσης η Ελλάδα κατάφερε να επιτύχει ένα εξαιρετικό παράδοξο. Κατάφερε να εξάγει το πολυτιμότερό της προϊόν: Τους νέους επιστήμονές της, τα καλύτερα μυαλά της, που επέλεξαν συνειδητά τη μετανάστευση για να μη χάσουν δευτερόλεπτο από τα πιο δημιουργικά τους χρόνια. Λέγεται ότι στην πρώτη πενταετία της κρίσης η Ελλάδα έχασε περισσότερους από 200.000 νέους. Νέους με πτυχία και εξειδίκευση, αλλά πάνω από όλα, νέους με όρεξη για δουλειά και όραμα. Η Δήμητρα Μαρκογιαννάκη, Ντέμη όπως την αποκαλούν, που είναι μία από τις πιο γνωστές γυναίκες επιχειρηματίες της Αυστραλίας και ο Δημήτρης Κόττας, που ζει και εργάζεται στο Λονδίνο, είναι μόνο δύο παραδείγματα. Δύο νέοι άνθρωποι που έφυγαν για σπουδές, εκμεταλλεύθηκαν τη σύντομα παραμονή τους στο εξωτερικό για να χτίσουν τις βάσεις για να ζήσουν εκεί και μετά το μεταπτυχιακό τους. Μέσα από την πορεία τους και τις προσωπικές τους ιστορίες, το newsbeast.gr σας παρουσιάζει τους λόγους φυγής, τις συνθήκες ζωής αλλά και τον αμφίβολο δρόμο της επιστροφής.
Το μεγάλο πρόβλημα του Brain Drain
Ολοένα και περισσότεροι Έλληνες αποφασίζουν τα τελευταία χρόνια να σπουδάσουν στο εξωτερικό. Ανάλογα με τα χρήματα που μπορούν να διαθέσουν, επιλέγουν μία χώρα και ένα πανεπιστήμιο του εξωτερικού, παρά την ομολογουμένως καλή ποιότητα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Και αυτό γιατί θεωρούν, πως με αυτό τον τρόπο θα κάνουν το πρώτο βήμα για να μπορέσουν να μεταναστεύσουν σε κάποια άλλη χώρα, όπου θα ανοίξουν τα φτερά τους και θα έχουν περισσότερες ευκαιρίες να αποφύγουν την ανεργία, τους χαμηλούς μισθούς και την έλλειψη οράματος που χαρακτηρίζουν την Ελλάδα. Η μαζική φυγή του καλύτερου εργατικού δυναμικού της Ελλάδας φαίνεται να έχει όμως δύο όψεις. Από τη μία, η χώρα μας χάνει τους περισσότερους εξειδικευμένους πτυχιούχους της, από την άλλη όμως, στο εξωτερικό οι νέοι επιστήμονες βρίσκουν χώρο να κάνουν τα όνειρα τους πραγματικότητα και να διαγράψουν τη δική τους επιτυχημένη επαγγελματική πορεία. Σε αυτά αξίζουν να προστεθούν και οι ανεπανάληπτες, παρά τις πολλές δυσκολίες, εμπειρίες. Αυτό είναι και το μεγάλο στοίχημα: Να καταφέρει η Ελλάδα την ανάσχεση του φαινομένου της διαρροής και να τραβήξει πίσω το υπερ-πολύτιμο αυτό εργατικό δυναμικό, που θα τη βοηθήσει να ανακάμψει. Αλλά, την ίδια ώρα θα πρέπει και να ανταμείψει τα νέα «μυαλά» με θέσεις εργασίας, ευκαιρίες, όρεξη και δημιουργικότητα. Όσο όμως όλα αυτά παραμένουν απλά ένας στόχος, ένα σχέδιο που βρίσκεται υπό εξέταση, οι Έλληνες επιστήμονες διαγράφουν τα δικά τους success stories…
Η βραβευμένη Ελληνίδα που κατακτά την Αυστραλία
To success story της Ντέμης Μαρκογιαννάκη γίνεται παράδειγμα ότι ακόμα και τα πιο τρελά όνειρα των Ελλήνων φοιτητών μπορούν να γίνουν πραγματικότητα. Η Ντέμη πήγε να σπουδάσει στη Μελβούρνη το 2008 και σήμερα, στα 31 της, είναι η πιο πετυχημένη επιχειρηματίας της γενιάς της. Μεγάλωσε στα Πατήσια, στον Άγιο Ελευθέριο. Πήγε σχολείο στο 18ο Ενιαίο Λύκειο Αθηνών και σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αμέσως μετά έφυγε για μεταπτυχιακές σπουδές στην Αυστραλία και συγκεκριμένα στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης. Στην αρχή εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην ομογενειακή εφημερίδα «Νέος Κόσμος», αλλά την κέρδισε ο κόσμος των επιχειρήσεων. Το WeTeachMe, η επιχείρησή της, είναι μια πολύ επιτυχημένη πλατφόρμα που φέρνει σε επαφή ένα μεγάλο κοινό που ψάχνει να βρει διάφορα μαθήματα γενικού ενδιαφέροντος με όσους παραδίδουν τα μαθήματα και παρέχει γραμματειακή υποστήριξη σε εκατοντάδες σχολές σε όλη την Αυστραλία.
Ο Δημήτρης Κόττας ξετυλίγει τον μύθο των Ελλήνων του Λονδίνου
Στα 30 του είναι ένας επιτυχημένος οικονομολόγος. Οι σωστές του επιλογές, αλλά και φυσικά οι ευκαιρίες που του δόθηκαν, δεν τον ώθησαν να κάνει καμία υποχώρηση στις επαγγελματικές του προσδοκίες. Ο Δημήτρης Κόττας μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, στη Χαριλάου και πήγε σχολείο στο 3ο Γενικό Λύκειο της περιοχής. Ζει και εργάζεται στο Λονδίνο και έπειτα από πολλές προσπάθειες κατάφερε να διεκδικήσει μία θέση management consultant και να δουλέψει για μία από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως εταιρείες παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών στον χρηματιστηριακό, χρηματοοικονομικό και τραπεζικό τομέα. Όταν τελείωσε τις σπουδές του στα Οικονομικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, αποφάσισε να συνεχίσει με ένα μεταπτυχιακό στο Cass Business School. Με σημαντικό «όπλο» και τη γνώση τεσσάρων ξένων γλωσσών (αγγλικά, ιταλικά, γερμανικά και ισπανικά), σίγουρα δεν θα μπορούσε να αφήσει την ευκαιρία που του δόθηκε – να βρεθεί για ένα χρόνο σε ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά κέντρα της Ευρώπης – να πάει χαμένη.