Μήπως ήρθε η ώρα για το ολικό «ξεμπρόστιασμα» του Facebook; Η εφημερίδα Wall Street Journal συμφωνεί και επαυξάνει –και όχι μόνο αυτό, αλλά επίσης παραθέτει και πέντε αποδείξεις-στοιχεία, βάσει των οποίων «εγκαλεί», τρόπον τινά, το μέσο κοινωνικής δικτύωσης για δυσλειτουργικότητα, τόσο σε εσωτερικό όσο και σε εξωτερικό επίπεδο.
Όπως αναφέρει το BBC, πολλές από τις πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας προέρχονταν από εσωτερικά έγγραφα του Facebook, επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά την ύπαρξη «πληροφοριοδοτών» στους κόλπους του τεχνολογικού κολοσσού.
Ωστόσο, προσθέτει το βρετανικό ειδησεογραφικό δίκτυο, «το σοβαρό πρόβλημα που προκύπτει απ’ όλη αυτή τη διαρροή είναι ότι τα συγκεκριμένα έγγραφα θα αναγκάσουν κυβερνήσεις και ρυθμιστικές αρχές σε πολλή δουλειά, καθώς τώρα θα αναγκαστούν να εξετάσουν μία σειρά από προβληματικά σημεία στη λειτουργία του Facebook».
Το ζήτημα είναι ότι, στην παρούσα φάση, η διοίκηση του μέσου κοινωνικής δικτύωσης, δεν κατάφερε να τοποθετηθεί επαρκώς απέναντι στις πέντε αυτές αποκαλύψεις που απειλούν πλέον βάσιμα το οικοδόμημα του Μαρκ Ζούκερμπεργκ.
Οι διασημότητες αντιμετωπίζονται διαφορετικά από το Facebook
Σύμφωνα με τα έγγραφα που αποκάλυψε η Wall Street Journal, πολλοί διάσημοι, σελέμπριτις, πολιτικοί και χρήστες «υψηλού προφίλ» του Facebook αντιμετωπίζονταν βάσει διαφορετικών κανόνων, από αυτούς που προβλέπονται για το περιεχόμενο όλων των άλλων χρηστών, ένα σύστημα γνωστό ως XCheck. Σε ό,τι αφορά το συγκεκριμένο εργαλείο, το Facebook παραδέχτηκε ότι η κριτική για τον τρόπο με τον οποίο εφάρμοσε το εν λόγω σύστημα διασταύρωσης ήταν, εν μέρει, «απολύτως δίκαιη», ωστόσο τόνισε ότι αυτό το σύστημα σχεδιάστηκε για να δημιουργήσει «ένα επιπλέον βήμα», όταν η ανάρτηση που επρόκειτο να γίνει απαιτούσε μια μεγαλύτερη επεξήγηση.
«Αυτό το βήμα θα μπορούσε να καλύπτει και το περιεχόμενο ακτιβιστών ή δημοσιογράφων που δημοσιοποιούν περιστατικά βίας ή σκληρό περιεχόμενο από περιοχές πολεμικών συγκρούσεων», δικαιολογήθηκε εκπρόσωπος του κοινωνικού δικτύου.
Πάντως, το ίδιο το Συμβούλιο Εποπτείας της πλατφόρμας, που ερευνά ζητήματα ελέγχου περιεχομένου, έχει ήδη ζητήσει ενέργειες που θα εξασφαλίζουν μεγαλύτερη διαφάνεια.
Σύμφωνα με τα όσα αποκάλυψε το Oversight Board, ένα έγκριτο blog τεχνολογίας αυτήν την εβδομάδα, τονίζεται ότι οι αποκαλύψεις αυτές «αποδεικνύουν τον φαινομενικά ασυνεπή τρόπο με τον οποίο η εταιρεία λαμβάνει αποφάσεις», ενώ παράλληλα ζητάει λεπτομερείς εξηγήσεις για το πώς ακριβώς λειτουργεί αυτό το σύστημα διασταύρωσης ΧCheck.
Στο ίδιο ιστολόγιο, γινόταν σαφές ότι «η έλλειψη επαρκούς σαφήνειας στον έλεγχο αυτό θα μπορούσε να συμβάλει στην αντίληψη ότι το Facebook επηρεάστηκε αδικαιολόγητα από πολιτικά και εμπορικά συμφέροντα».
Ανησυχίες των εργαζομένων του σχετικά με την εμπορία ανθρώπων
Η WSJ που στο σχετικό δημοσίευμά της, αναφέρεται στο γεγονός ότι πολύ συχνά εργαζόμενοι στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης αναφέρουν το πρόβλημα που υπάρχει με αναρτήσεις από καρτέλ ναρκωτικών ή διακινητές ανθρώπων, αλλά στο τέλος η απάντηση που λαμβάνουν από τους διοικούντες είναι από καθησυχαστική έως αδιάφορη.
Κι όμως, τον Νοέμβριο του 2019, το αραβικό BBC είχε αποκαλύψει μία υπόθεση σύγχρονων οικιακών «σκλάβων» που πωλούνταν στο Instagram και βάσει των συγκεκριμένων εσωτερικών εγγράφων αποκαλύπτεται τελικά ότι το Facebook γνώριζε ήδη το ζήτημα. Η εφημερίδα επισημαίνει μεν ότι το Facebook προχώρησε σε κάποιες μεμονωμένες ενέργειες αλλά μόνο όταν η Apple απείλησε να αφαιρέσει τα προϊόντα της από το App Store!
Προς υπεράσπισή του, το Facebook δήλωσε ότι είχε μια «ολοκληρωμένη στρατηγική» για να κρατήσει τους ανθρώπους ασφαλείς, συμπεριλαμβανομένων «και κοινωνικών ομάδων απ’ όλον τον κόσμο σε πάνω από 50 ομιλούμενες γλώσσες, με εκπαιδευτικούς πόρους και συνεργασίες με τοπικούς εμπειρογνώμονες και fact checkers».
Όλα αυτά, τη στιγμή που οι επικριτές της πλατφόρμας επιμένουν ότι το Facebook δεν έχει τα μέσα να ελέγξει επαρκώς όλο το περιεχόμενο που δημοσιεύεται στο δίκτυο του και να προστατεύσει τα 2,8 δισεκατομμύρια χρηστών του.
Ο Ντέιβιντ Κρικπάτρικ, συγγραφέας του «The Facebook Effect», δήλωσε στο podcast του «Tech Tent» του BBC ότι ένιωθε ότι «το Facebook δεν είχε κανένα κίνητρο να κάνει το παραμικρό για να μετριάσει τη ζημιά εκτός των ΗΠΑ».
«Η αλήθεια είναι ότι έχουν κάνει αρκετά πράγματα, μεταξύ των οποίων και να προσλάβουν αρκετούς διαχειριστές περιεχομένου, αλλά ένα στατιστικό στοιχείο που με κατέπληξε από το δημοσίευμα της Wall Street Journal ήταν ότι για όλα τα περιστατικά παραπληροφόρησης ή ελλιπούς ενημέρωσης το 2020, μόνο το 13% όλων αυτών ήταν περιστατικά εκτός των ΗΠΑ», λέει ο ίδιος.
«Για μια υπηρεσία που κατά το 90% της δραστηριοποιείται εκτός των ΗΠΑ και που έχει τεράστιο αντίκτυπο, με πολύ αρνητικό τρόπο, στην πολιτική χωρών όπως οι Φιλιππίνες, η Πολωνία, η Βραζιλία, η Ουγγαρία, η Τουρκία, στο Facebook δεν κάνουν τίποτα για να τα διορθώσουν και να τα διαχειριστούν όλα αυτά».
Κατέληξε τέλος ότι το Facebook «ανταποκρινόταν μόνο σε πιέσεις δημοσίων σχέσεων στις ΗΠΑ κι αυτό μόνο και μόνο επειδή θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την τιμή της μετοχής του».
Το Facebook αντιμετωπίζει μια τεράστια μήνυση από τους ίδιους τους μετόχους του
Στην παρούσα φάση, το δίκτυο έχει να αντιμετωπίσει και μία εξαιρετικά σύνθετη δικαστική διαμάχη από την ομάδα των μετόχων του.
Η ομάδα ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι η αποζημίωση των πέντε δισεκατομμυρίων δολαρίων του Facebook προς την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου των ΗΠΑ για την επίλυση του σκανδάλου δεδομένων της Cambridge Analytica ήταν τόσο υψηλή, κυρίως επειδή προέκυψε κατά τρόπο που εγγυόταν την προστασία του ίδιου του Ζούκερμπεργκ από τον κίνδυνο της «προσωπικής ευθύνης». Το Facebook δήλωσε ότι δεν έχει τίποτα να προσθέσει αναφορικά με αυτήν την υπό εξέλιξη νομική υπόθεση.
Επιδίδεται σε μία εκστρατεία θετικών ιστοριών για λόγους κύρους;
Η τέταρτη κατηγορία είναι ότι το ίδιο του μέσο πλασάρεται ως το «πιο καλό καγαθό» των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης. Τις προηγούμενες ημέρες, οι New York Times υποστήριξαν σε ρεπορτάζ τους ότι το Facebook «είχε ξεκινήσει μια εκστρατεία θετικών ειδήσεων που αφορούν τη λειτουργία του και προκειμένου να ενισχύσει την εικόνα του». Επρόκειτο για μία ενέργεια σχεδιασμένη από το Project Amplify που δημιουργήθηκε για να «δείξει στους χρήστες του μέσου κάποιες θετικές ιστορίες για το κοινωνικό δίκτυο».
Επί του συγκεκριμένου, το δίκτυο σχολίασε ότι δεν υπήρξε απολύτως καμία αλλαγή στο σύστημα κατάταξης ειδήσεων που βλέπουν οι χρήστες στον «τοίχο» τους.
Ωστόσο, και μέσα από μία σειρά από tweets, ο εκπρόσωπος του Facebook, Τζο Όσμπορν παραδέχθηκε ότι όντως υπήρξε μια δοκιμή αυτού που ο ίδιος αποκάλεσε «μια πληροφοριακή μονάδα στο Facebook» που έλαβε χώρα μόνο σε «τρεις πόλεις».
Ο ίδιος διευκρίνισε ότι επρόκειτο για πρωτοβουλία παρόμοια με τις πρωτοβουλίες εταιρικής ευθύνης που υιοθετούν και άλλες μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες.
Γνώριζε ότι το Instagram είναι «τοξικό» για τους εφήβους
Μια άλλη σημαντική αποκάλυψη ήταν αυτή που ήθελε την εταιρεία απολύτως ενήμερη για τον αρνητικό αντίκτυπο του Instagram σε εφήβους. Το Facebook, όπως αποκαλύφθηκε, είχε διεξάγει λεπτομερή έρευνα για το πώς το Instagram επηρεάζει τους εφήβους, αλλά δεν μπήκε στη διαδικασία να κοινοποιήσει στους χρήστες τα ευρήματα αυτής της έρευνας ή έστω να κάνει κάποια βήματα προς την κατεύθυνση της βελτίωσης αυτών των καταστάσεων.
Σύμφωνα με μία σειρά από γραφήματα που δημοσίευσε η Wall Street Journal, το 32% των έφηβων κοριτσιών που έλαβαν μέρος στην έρευνα, δήλωσε ότι ενώ ήδη ένιωθε άσχημα για την εικόνα του σώματός του, το αίσθημα αυτό έγινε σαφώς χειρότερο, όταν έβλεπε φωτογραφίες άλλων γυναικών με αψεγάδιαστα σώματα στο Instagram.
Τέλος, ως κατακλείδα, το Fox News μετέδωσε προ ημερών ότι ο συγκεκριμένος πληροφοριοδότης που διέρρευσε τις πολύτιμες αυτές πληροφορίες στην WSJ, θα αποκαλύψει την ταυτότητά του και θα συνεργαστεί με το Κογκρέσο, αν και όταν του ζητηθεί.