Τη στιγμή που κοινό και δημοσιογράφοι αντίκρισαν για πρώτη φορά την Ιωάννα Παλιοσπύρου, μετά από ενάμιση χρόνο καταιγισμού θεμάτων από τα media για την επίθεση που δέχθηκε, τη στιγμή αυτή που η Ιωάννα έφυγε από τη φαντασία του καθενός και πέρασε στη σφαίρα της πραγματικότητας, ήταν μια στιγμή που ο χρόνος πάγωσε για αυτά τα δευτερόλεπτα και το κοινό κράτησε την αναπνοή του θαυμάζοντας το μεγαλείο της ψυχικής δύναμης και της αξιοπρέπειας της. Λίγες ημέρες αργότερα, θα την κρατούσε ξανά όταν θα άκουγε την Ιωάννα να λέει «Δεν είχα δει την εικόνα μου, γυρνούσα το κεφάλι από την άλλη» στην πρώτη της τηλεοπτική συνέντευξη.
Στην αρχή αυτής της «ιστορικής δίκης» όπως τη χαρακτήρισε στο Newsbeast ο ένας εκ των δύο δικηγόρων της Ιωάννας, Απόστολος Λύτρας, επιχειρούμε να ακτινογραφήσουμε τις εγκληματικές επιθέσεις με οξύ ή με βιτριόλι, εξετάζοντας τις από όλες τις οπτικές- το ιστορικό αυτών των εγκλημάτων στη χώρα μας, το ύψος των ποινών, την ταυτότητα του εγκλήματος σε Ελλάδα και εξωτερικό, την προβολή που κάνει το κοινό στα πρόσωπα των θυμάτων αλλά και τον καταλυτικό ρόλο των ΜΜΕ στον τρόπο που προσλαμβάνουμε το θέμα.
«Ας αναλογιστεί επιτέλους η δικαιοσύνη την αποκαταστατική της λειτουργία»
«Η εικόνα της νεαρής Ιωάννας, που προσέρχεται στο δικαστήριο με το πρόσωπό της καλυμμένο με την ειδική προστατευτική μάσκα αναδεικνύει στο δημόσιο διάλογο ένα, κυρίως στοιχείο» ξεκινάει να εξηγεί στο Newsbeast, ο Παναγιώτης Παπαϊωάννου, δικηγόρος Αθηνών και Δρ. Εγκληματολογίας. Όπως συνεχίζει να αναλύει αυτή την περίπτωση που έχει συνταράξει το πανελλήνιο: «Είναι καιρός να θέσουμε στο επίκεντρο την προστασία των θυμάτων, αφού, δυστυχώς, για τους δράστες έχουμε προλάβει να φροντίσουμε, με ένα σύστημα ποινών που απηχεί μια αντίληψη έκπτωσης για όλα τα πληττόμενα έννομα αγαθά.
»Η Ιωάννα χρειάζεται στήριξη ουσιαστική, όχι απλώς ‘την αγάπη του κόσμου’, αλλά την αφύπνιση του κόσμου, κυρίως και έξω από το νομικό πλαίσιο μιλώντας, στο πώς θα αποφεύγουν ή θα εξουδετερώνουν τοξικές προσωπικότητες -και το πώς θα αποφεύγουν στο να γίνονται οι ίδιοι μια τέτοια- ιδίως μέσα στον ψηφιακό κόσμο».
Για τον κο Παπαϊωάννου, το ότι…:« η κατηγορία μπορεί υπό τις περιστάσεις να μετατραπεί σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη (στη νομολογία, διαχρονικά, οι επιθέσεις με βιτριόλι συνήθως έτσι καταχωρούνται από ποινική άποψη, βλ., μ.α., Α.Π. 1390/1994, Α.Π. (Σε Συμβούλιο) 966/1984, Α.Π. 862/1972, Συμβ. Εφετ. Θεσ/νίκης 293/1992), το πλαίσιο επιβαλλόμενης ποινής να είναι 5 ως 10 έτη.
Επειδή σε λίγο η κατηγορουμένη και καθ’ ομολογίαν δράστις θα έχει εκτίσει περίπου δύο από αυτά τα χρόνια, ο νοών νοείτω και ένα το κρατούμενο, σε επίπεδο προβληματισμού.
Όσο για το πώς κληρώνονται οι ένορκοι, αυτό είναι μια θλιβερή ιστορία στην Ελλάδα. Το απαρχαιωμένο, γραφειοκρατικά δομημένο σύστημα, το οποίο τείνει να φαλκιδεύει τη σύνθεση των Μικτών Ορκωτών Δικαστηρίων, είναι ένα ζήτημα. Είναι όμως διαφορετικής τάξης ζήτημα το αναφαίρετο -και παμπάλαιο- δικαίωμα της υπεράσπισης να εξαιρέσει ενόρκους (εν μέρει και ως αντιστάθμισμα του πώς αυτοί κληρώνονται). Επίσης, το να μην παρίσταται αυτοπροσώπως ο κατηγορούμενος στη δίκη είναι διεθνώς κατοχυρωμένο δικαίωμά του, οπότε ο κόσμος καλό είναι να το γνωρίζει».
Οι επιθέσεις με βιτριόλι στην Ελλάδα
Όπως εξηγεί στο Newsbeast ο κος Παπαϊωάννου, όσον αφορά τον τύπο του συγκεκριμένου αδικήματος, δηλαδή την «εκδίκηση με βιτριόλι», όπως αυτός μορφοποιείται από τη δημοσιευμένη νομολογία της χώρας μας, συνδέεται συνήθως με έγκλημα ζηλοτυπίας.
«Και οι γυναικοκτονολάγνοι ας πάρουν μια ανάσα, τα θύματα, όπως καταγράφονται στη δημοσιευμένη νομολογία συνηθέστερα είναι άνδρες» αποσαφηνίζει ο ίδιος και την ταυτότητα των θυμάτων.
Επίσης, σύμφωνα με τον κο Παπαϊωάννου, πρόκειται για τρόπο τέλεσης βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης – και κατά κανόνα όχι απόπειρας ανθρωποκτονίας – ενώ συνδέεται με δόλο πρώτου βαθμού του δράστη.
«Είναι ένα έγκλημα στο οποίο ο δράστης σκοπεί και καταφέρνει να εξαφανίσει το πρόσωπο του θύματος, όχι να τον σκοτώσει, να τον παραμορφώσει για να υποφέρει μια ολόκληρη ζωή. Τα θύματα, αυτά επαναλαμβάνω θα πρέπει να είναι τα κεντρικά πρόσωπα της δημόσιας ευαισθησίας, υφίστανται ψυχική και σωματική συντριβή μέχρι το τέλος της ζωής τους. Στην ουσία, χάνουν εν ζωή την ταυτότητά τους, χωρίς να μπορούν να την αποκαταστήσουν.
» Η δε απειλή ότι ‘θα σου ρίξω βιτριόλι’, επειδή ακριβώς έχει περάσει από την εγκληματολογική παράδοση στις κοινωνικές σχέσεις, επιβιώνει ακόμη και σήμερα σε συμπεριφορές τοξικών προσωπικοτήτων, μπορεί, δε, να χαρακτηριστεί ποινικά από απλή ή εξακολουθητική απειλή έως και ενδοοικογενειακή βία και να επισύρει τη λήψη μέτρων (βλ. μ.α. Μον. Πρωτ. Θεσ/νίκης 482/2014 [Τμ. Ασφ. Μέτρων], όπου ο καθ’ ου απειλούσε κατ’ επανάληψη ότι θα σκοτώσει την αιτούσα, ότι θα την ανατινάξει, ή θα της ρίξει βιτριόλι για να τον θυμάται για πάντα για να πονέσει κι εκείνη όπως πόνεσε και ο καθ’ ού με την απώλεια των χρημάτων του’).
»Εν κατακλείδι: ας αξιώσουμε ένα σύστημα ποινικής δικαιοσύνης που να λειτουργεί, που να δρα στοχευμένα και επιστημονικά και κυρίως διαπλαστικά στην εμπιστοσύνη της κοινωνίας προς αυτό. Όταν, δε, χρειαστεί να επιβάλει ποινές, το σύστημά μας πρέπει, επιτέλους, να έχει στο νου του την αποκαταστατική τους λειτουργία, κι όχι το γραφειοκρατικό τους μέγεθος».
Τι συμβαίνει στις υπόλοιπες χώρες του κόσμου
Εξηγώντας περαιτέρω τη φύση του εγκλήματος και κοιτάζοντας την σε παγκόσμιο επίπεδο, η Αγγελική Καρδαρά, Δρ. Τμήματος ΕΜΜΕ/ΕΚΠΑ και Επιστημονική Συνεργάτιδα Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος, εξηγεί ότι η επίθεση με οξύ αποτελεί μία ιδιαίτερα καταστροφική μορφή βίας, καθώς συχνά σχετίζεται με μόνιμους, παραμορφωτικούς και εξαιρετικά επώδυνους τραυματισμούς και με σοβαρές δυσλειτουργίες ζωτικών οργάνων.
Όπως μας αναλύει η ίδια: «Aν και ο στόχος αυτών των επιθέσεων είναι συνήθως κοινός, να στιγματιστεί κοινωνικά το θύμα και να βασανίζεται εφ’ όρου ζωής εξαιτίας των παραμορφώσεων σε πρόσωπο και σώμα, τα κίνητρα πίσω από τέτοιες επιθέσεις διαφοροποιούνται και πρέπει να εξετάζονται με προσοχή σε κάθε περίπτωση».
Σύμφωνα με την κα Καρδαρά, σε παγκόσμιο επίπεδο, καταγράφονται περίπου 1.500 επιθέσεις με οξύ ανά έτος, αλλά είναι άξιο επισημάνσεως ότι και αυτή η μορφή εγκληματικότητας αποτελεί ένα ‘σκοτεινό/ αφανές έγκλημα’, με συνέπεια να μην καταγγέλλονται όλες οι υποθέσεις από φόβο για αντίποινα.
Οι χώρες όπου κατά κύριο λόγο διαπράττεται, στη σύγχρονη εποχή, είναι χώρες της Νότιας Ασίας, συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας, του Πακιστάν και του Μπαγκλαντές. Ο μεγαλύτερος αριθμός αυτών των υποθέσεων έχει καταγραφεί στο Μπαγκλαντές με 3.000 επιθέσεις να έχουν αναφερθεί από το 1999, παρόλο που τα ποσοστά έχουν μειωθεί, με 116 περιπτώσεις το 2009 σε σύγκριση με 367 το 2002 που αποτελεί σαφώς μία θετική εξέλιξη, οφειλόμενη ενδεχομένως και στις ισχυρές -σε διεθνές επίπεδο- κοινωνικές αντιδράσεις που προκαλούν αυτές οι επιθέσεις.
Ένα δημόσιο σημάδι ντροπής
»Τα θύματα στο Μπαγκλαντές είναι συνήθως νεαρές γυναίκες που έχουν αρνηθεί προτάσεις γάμου, έχουν προσπαθήσει να ξεφύγουν από έναν εξαναγκαστικό γάμο, έχουν αρνηθεί σεξουαλικές συνευρέσεις ή την ερωτική προσέγγιση αντρών και αγοριών. «Σε αυτές τις υποθέσεις, η επίθεση με οξύ αποτελεί αναμφίβολα μία πράξη επιβολής ελέγχου στο σώμα των γυναικών και των κοριτσιών και γι’ αυτό στις περισσότερες περιπτώσεις οι δράστες στοχεύουν σκόπιμα στο πρόσωπο – καταστρέφοντας τα βλέφαρα έτσι ώστε τα μάτια να παραμένουν ανοιχτά – καθώς το πρόσωπο μίας γυναίκας θεωρείται ιερό» σημειώνει η κα Καρδαρά και προσθέτει: «Η παραμόρφωση του θύματος γίνεται στη συνέχεια ένα ‘δημόσιο σημάδι ντροπής’. Συνεπώς, οι επιθέσεις με οξύ κατά των γυναικών και των κοριτσιών έχουν πολλαπλασιαστικό αντίκτυπο λόγω της αντίδρασης της κοινωνίας στις επιζήσασες».
Όσο για τα κίνητρα εγκληματικής δράσης μπορεί ακόμα να σχετίζονται με οικονομικά θέματα, ζητήματα ιδιοκτησίας, διαφορές για περιουσιακά στοιχεία ή για την προίκα ή ακόμα να αποτελούν μέρος γενικευμένης ενδοοικογενειακής βίας. Παρόμοια κίνητρα βρίσκονται πίσω από τις επιθέσεις με οξύ στην Ινδία, όπου καταγράφεται μία ανησυχητική αύξηση των ποσοστών αυτών των επιθέσεων. Στο Πακιστάν, οι ετήσιοι αριθμοί αυξήθηκαν από 65 το 2010 σε 150 το 2011.
Οι επιθέσεις με οξύ μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν από εγκληματικές συμμορίες ως μορφή τιμωρίας ή εκφοβισμού. Στο Ηνωμένο Βασίλειο σημειώθηκε δραματική αύξηση των επιθέσεων με οξύ με αριθμούς που αυξάνονται από 228 το 2012 σε 601 το 2016. Οι περισσότερες από τις επιθέσεις έλαβαν χώρα στο Λονδίνο και συχνά αφορούσαν συμμορίες δρόμου που χρησιμοποιούν υλικά που λιώνουν το πρόσωπο (face melters), με δράστες και θύματα να είναι κυρίως άντρες.
«Όσο η υπόθεση καλύπτεται από τα ΜΜΕ τόσο το συναίσθημα εντείνεται»
Ψηλαφώντας τη σχεδόν εμμονική συναισθηματική αντίδραση του κοινού απέναντι στην Ιωάννα Παλιοσπύρου, η Έρη Ιωαννίδου, δικαστική Ψυχολόγος (MSc), σημειώνει τα εξής:
«Όταν το θύμα ενός βίαιου εγκλήματος είναι πλέον νεκρό, είναι δύσκολο να ταυτιστεί κανείς μαζί του. Δεν υπάρχει πια, δεν νιώθει πια για να νιώσουμε όπως νιώθει. Αν υπέφερε, τότε η ταύτιση μπορεί να αφορά τις στιγμές που υπέφερε. Ο όρος ‘ταύτιση’ εδώ χρησιμοποιείται βέβαια κάπως καταχρηστικά. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πιο σύνηθες οι άνθρωποι να ταυτίζονται με τους οικείους του θύματος, να νιώθουν ενσυναίσθηση απέναντι σε εκείνους/ες που έχασαν κάποιον/α δικό/ή τους.
Όταν όμως το θύμα είναι ακόμα εν ζωή, η ενσυναίσθηση συνήθως κατευθύνεται προς αυτό. Υπάρχει και νιώθει και μπορούμε να υποθέσουμε -ορθά ή λανθασμένα- πώς νιώθει. Εάν, δε, υπάρχουν και εμφανή σημάδια της επίθεσης ή εμφανείς συνέπειες, τότε η ταύτιση είναι ακόμα ευκολότερη.
«Όσο η υπόθεση συνεχίζει να καλύπτεται από τα ΜΜΕ, όσο βλέπουμε το ίδιο το θύμα ή διαβάζουμε δηλώσεις του, τόσο το συναίσθημα εντείνεται» εξηγεί το συναισθηματικό μηχανισμό του κοινού, η κα Ιωαννίδου και συνεχίζει: «Όμως ας μην ξεχνάμε πως όλο αυτό ξεπερνά την ενσυναίσθηση και περνά στην προβολή.
Προβάλλουμε στο άλλο άτομο τα συναισθήματα που πιστεύουμε πως θα νιώθαμε εμείς αν ήμασταν στη θέση του. Και αυτό όχι απλώς μπορεί να μην είναι βοηθητικό, μπορεί να είναι ακόμα και τραυματικό. Οι εκφράσεις που ακούγονται συχνά για τα θύματα πως: ‘καταστράφηκε η ζωή τους’, ‘δεν θα ορθοποδήσουν ποτέ’, ‘δεν τους έμεινε τίποτα’ κλπ είναι μια υποκειμενική κρίση.
Μια δυσάρεστη -και συχνά λανθασμένη- πρόβλεψη για το μέλλον τους. Μια υπόθεση για το πώς το βιώνουν. Ας αφήσουμε τα ίδια τα θύματα να μας πουν τι νιώθουν και πώς, πόσο δυνατά ή αδύναμα νιώθουν κάθε στιγμή, τι έχουν ανάγκη και τι όχι. Ας πάψουμε επιτέλους να χορεύουμε στον ρυθμό των δικών μας -αντί των δικών τους- συναισθημάτων πάνω από το κουφάρι ανθρώπων που θυματοποιήθηκαν και είναι ακόμα εν ζωή. Δεν έχουν ανάγκη τη δική μας κρίση για το πώς νιώθουν, έχουν μάλλον ανάγκη την ανοιχτότητα και την αντοχή μας να τους ακούσουμε».
Τα ψυχολογικά αποτελέσματα της επίθεσης με οξύ και τα ΜΜΕ
Περιγράφοντας τα κλινικά και ψυχολογικά αποτελέσματα που έχει η επίθεση με οξύ στα θύματα, η Κέλλυ Ιωάννου, κλινική εγκληματολόγος σημειώνει τα εξής: Είναι εμφανές, από τα αποτελέσματα μιας επίθεσης με οξύ, πως ο ψυχολογικός πόνος είναι μία αναπόφευκτη συνέπεια. Μπορεί να παρατηρηθεί σε προσωπικό (ανασφάλεια για την προσωπική ευημερία και καριέρα), οικογενειακό (παράπλευρο πλήγμα στη ψυχική υγεία του θύματος και της οικογένειάς της) και σε κοινωνικό επίπεδο (η αντιμετώπιση του σκληρού προσώπου της κοινωνίας.
Τα αποτελέσματα ερευνών στις οποίες συμμετείχαν γυναίκες που είχαν δεχθεί επίθεση με οξύ, έδειξαν ότι οι γυναίκες αυτές ανέφεραν ότι η παραμόρφωσή τους ξεθωριάζει την ταυτότητά τους. Η απώλεια της προσωπικής αναγνώρισης εκλαμβάνεται σαν εσωτερική πληγή, η οποία μεγαλώνει με το πέρασμα του χρόνου».
H κα Ιωάννου στέκεται ιδιαίτερα στο κομμάτι και στο ρόλο που διαδραματίζουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης σε εγκλήματα όπως το συγκεκριμένο. «Ο τρόπος με τον οποίο αναπαριστούν τα ΜΜΕ διαφορετικές ομάδες, τα φύλα και τις κουλτούρες έχει τεράστια σημασία. Επειδή λαμβάνουμε τόσο μεγάλο πλήθος πληροφοριών μέσω των διαφορετικών καναλιών, των εφαρμογών και των πλατφόρμων, το πώς βλέπουμε τον εαυτό μας, τους ανθρώπους γύρω μας, αλλά και τον ευρύτερο κόσμο, είναι σε μεγάλο βαθμό διαμορφωμένο από την αναπαράσταση των μέσων ενημέρωσης. Αυτή η πραγματικότητα ισχύει ιδιαίτερα για θέματα σχετικά με τη σεξουαλικότητα, τη θρησκεία, καθώς και με την αναπηρία και τη σωματική διαφορετικότητα.
»Τα ΜΜΕ όχι απλά διαστρεβλώνουν τα παραμορφωμένα πρόσωπα, καθώς και άλλα είδη αναπηρίας, αλλά δεν τα προβάλλουν αρκετά. Οι παραμορφώσεις του προσώπου είναι, επίσης, συχνά συνδεδεμένες με προσωπική τραγωδία, ενώ παραμερίζονται και αγνοούνται οι δια βίου εμπειρίες.
Οι ιστορίες των media τείνουν να εστιάζουν στο θύμα της επίθεσης με οξύ, το οποίο συχνά παρουσιάζεται να είναι θηλυκού γένους. Στην πραγματικότητα, όμως, οι άντρες είναι επίσης θύματα επιθέσεων με οξύ.
Αυτές οι ιστορίες παρουσιάζονται συχνά με έναν ‘εντυπωσιακό’ τρόπο εστιάζοντας στην αλλαγμένη εμφάνιση του θύματος που υπέστη την διαβρωτική δύναμη του οξέος και παραμελώντας τα βαθύτερα κοινωνικά προβλήματα, τα οποία συνδέονται με τις επιθέσεις που σχετίζονται με την εμφάνιση.
Αν και οι επιθέσεις με οξύ είναι συχνά αποτέλεσμα της βίας κατά των γυναικών, δεν γίνεται αναφορά στα ευρύτερα θέματα που περιβάλλουν την βία ενάντια στις γυναίκες, όπως είναι πατριαρχία, ο σεξισμός και ο στερεοτυπικός τρόπος συμπεριφοράς που αναμένεται από την πλευρά των γυναικών. Αυτού του είδους η κάλυψη ανατροφοδοτεί την ιδέα ότι η παραμόρφωση είναι μία μοναδική συνθήκη, συνδεδεμένη με εξαιρετικές και ακραίες περιπτώσεις».
- Η Έρη Ιωαννίδου είναι διδάσκουσα στο Hellenic American University, εισηγήτρια, συγγραφέας και εκπαιδεύτρια στο Πρόγραμμα Συμπληρωματικής εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης (e-learning) του Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ. του ΕΚΠΑ, επιστημονική συνεργάτης του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος (ΚΕ.Μ.Ε.) και υπεύθυνη του Forensic Psychology Lab.
- Ο Παναγιώτης Γ. Παπαϊωάννου είναι μαχόμενος Δικηγόρος Αθηνών, Δρ. Εγκληματολογίας, συγγραφέας, μ.α., των βιβλίων «Ανθρωποκτόνοι Κατά Συρροή και κατ’ Εξακολούθηση (Serial Killers & Mass Murderers) – το Ελληνικό Παράδειγμα», Νομική Βιβλιοθήκη 2013 και «Εγκλήματα Ζηλοτυπίας – Εγκληματολογική Θεώρηση και Νομολογία», Νομική Βιβλιοθήκη 2001.
- H Αγγελική Καρδαρά είναι Δρ. Τμήματος ΕΜΜΕ ΕΚΠΑ, Επ.Συνεργάτιδα Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος, Συγγραφέας-Εισηγήτρια και Εκπαιδεύτρια στο eLearning ΕΚΠΑ.
- H Κέλλυ Ιωάννου είναι Κλινική Εγκληματολόγος Phd cand., MSc, Trauma Recovery Coach,Δ/ντρία Διεθνούς Ινστιτούτου Κυβερνοασφάλειας (CSI Institute), Ιδρύτρια Τraumahelp