Τα αποτελέσματα της έρευνας εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης για το έτος 2009 ανακοίνωσε σήμερα η Ελληνική Στατιστική Αρχή σε σύγκριση με το 2008. Τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας ήταν οι εξής:
– Το 49,2% του φτωχού πληθυσμού ηλικίας κάτω των 18 ετών αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες σε τουλάχιστον τρεις από τις εννέα (9), συνολικά, διαστάσεις της υλικής στέρησης ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού εκτιμάται σε 16,7%.
Οι εννέα διαστάσεις βάσει των οποίων γίνεται η έρευνα είναι οι εξής:
(1) Δυσκολίες ανταπόκρισης στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών όπως ενοίκιο ή δόση δανείου, πάγιοι λογαριασμοί (ηλεκτρικού ρεύματος, νερού, αερίου κλπ.), δόσεις πιστωτικών καρτών ή δόσεις δανείου για οικοσκευή, διακοπές κ.ά., ή αγορές με δόσεις κύριας κατοικίας
(2) Οικονομική αδυναμία για πληρωμή μιας εβδομάδας διακοπών
(3) Οικονομική αδυναμία για διατροφή που να περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας
(4) Οικονομική αδυναμία για αντιμετώπιση έκτακτων, αλλά αναγκαίων δαπανών αξίας περίπου 500 ευρώ
(5) Οικονομική αδυναμία να διαθέτουν τηλέφωνο (περιλαμβάνεται και το κινητό τηλέφωνο)
(6) Οικονομική αδυναμία να διαθέτουν έγχρωμη τηλεόραση
(7) Οικονομική αδυναμία να διαθέτουν πλυντήριο ρούχων
(8) Οικονομική αδυναμία να διαθέτουν ΙΧ επιβατηγό αυτοκίνητο και
(9) Οικονομική αδυναμία για ικανοποιητική θέρμανση
– Το 52,6% του φτωχού πληθυσμού, ηλικίας 18-64 ετών, αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες σε τουλάχιστον τρεις από τις εννέα, συνολικά, διαστάσεις της υλικής στέρησης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού εκτιμάται σε 15,0%.
– Το 55,7% του φτωχού πληθυσμού, ηλικίας 65 ετών και άνω, αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες σε τουλάχιστον τρεις από τις εννέα, συνολικά, διαστάσεις της υλικής στέρησης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού εκτιμάται σε 17,3%.
– Το 52,5% του φτωχού πληθυσμού αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες σε τουλάχιστον τρεις από τις εννέα, συνολικά, διαστάσεις της υλικής στέρησης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού εκτιμάται σε 15,7%.
– Το 24,1% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού εκτιμάται σε 3,3%.
– Το 60,3% του φτωχού πληθυσμού και το 21,4% του μη φτωχού έχει οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες αξίας περίπου 500 ευρώ.
– Περιβαλλοντολογικά προβλήματα από παρακείμενη βιομηχανία ή κυκλοφορία αυτοκινήτων αντιμετωπίζει το 23,4% του συνολικού πληθυσμού, ενώ ποσοστό 16,4% του ίδιου πληθυσμού αναφέρει ως πρόβλημα τους βανδαλισμούς και την εγκληματικότητα στην περιοχή του.
– Το 65,5% του μη φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι επιβαρύνεται αρκετά από τις συνολικές δαπάνες στέγασης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για το φτωχό πληθυσμό εκτιμάται σε 53,9%.
– Το 18,5% του συνολικού πληθυσμού δηλώνει ότι δυσκολεύεται αρκετά στην αποπληρωμή δανείων ή δόσεων για αγορά αγαθών και υπηρεσιών.
– Το 35,8% των φτωχών νοικοκυριών δηλώνει δυσκολία στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου κλπ.
– Το 39,4% του φτωχού πληθυσμού αναφέρει μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών του με το συνολικό μηνιαίο ή εβδομαδιαίο εισόδημά του.
– Το ελάχιστο καθαρό μηνιαίο εισόδημα για την αντιμετώπιση των αναγκών των νοικοκυριών της Χώρας, κατά δήλωσή τους, ανέρχεται σε 2.219,45 ευρώ. Τα φτωχά νοικοκυριά χρειάζονται 1.752,08 ευρώ, ενώ τα μη φτωχά νοικοκυριά 2.340,25 ευρώ.
– Το 19,9% των φτωχών νοικοκυριών, το 7,9% των μη φτωχών νοικοκυριών και το 10,4% του συνόλου των νοικοκυριών δεν διέθεταν τουλάχιστον ένα ΙΧ επιβατηγό αυτοκίνητο, ενώ το 16,9% των φτωχών νοικοκυριών, το 8,8% των μη φτωχών και το 10,5% του συνόλου των νοικοκυριών δεν διέθεταν προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή, αν και τα χρειάζονταν, λόγω έλλειψης οικονομικής δυνατότητας.