Γνωστή για το μόνιμα ξινισμένο ύφος της, τα κατάμαυρα γυαλιά και τα ίδια πέδιλα με τα οποία εμφανίζεται εδώ και 20 χρόνια σε επίσημες εκδηλώσεις, οι χαρακτηρισμοί για τον θηλυκό πρωτομάστορα της μόδας δεν φείδονται. Τι «Στάλιν του στιλ» την έχουν πει, τι «Βασίλισσα του πάγου» και τι «Διάβολο με Prada» και δεν συμμαζεύεται! Εύκολο δεν είναι σίγουρα να είσαι η αρχισυντάκτρια της «Βίβλου» της μόδας, η σιδηρά κυρία της αμερικανικής «Vogue», αν και η Γουίντουρ έχει τον τρόπο της να ενσταλάζει φόβο σε όλους και με ένα βλέμμα της να κάνει σχεδιαστές και μοντέλα να χάνουν τον κόσμο κάτω από τα πόδια τους. Την ώρα που η φήμη της σαφώς προηγείται, οι αναφορές φαίνεται να δικαιώνουν τον τρομακτικό της μύθο. Είναι εξαιρετικά αδύνατη, όπως απαιτεί από τα μοντέλα της, δεν έχει κανένα πρόβλημα να φορά αληθινές γούνες και όλοι τη σέβονται και τη φοβούνται ταυτοχρόνως. Η ιδιαίτερη «υπουργός Μόδας» έχει καθιερώσει μια περσόνα που μοιραία δημιούργησε σχολή. Πολύ πριν γραφτεί το μπεστ-σέλερ βιβλίο «Ο Διάβολος φορά Prada» και γυριστεί η ταινία, οι διευθύντριες των γυναικείων εκδόσεων σε κάθε άκρη της Γης μιμούνταν το πρότυπο Γουίντουρ, αν και η Άννα παρέμενε μοναδική και εξόχως αυθεντική. Και το καθημερινό της πρόγραμμα είναι επίσης μοναδικό: ξυπνά πριν από τις 6:00 τα χαράματα, παίζει τένις, περιποιείται τα μαλλιά, φορά το μακιγιάζ της και είναι στο γραφείο στις 8:00 ακριβώς. Στα πάρτι δεν μένει ποτέ παραπάνω από 20 λεπτά και πριν το ρολόι σημάνει 10:15 το βράδυ, είναι ήδη στο κρεβάτι της. Η ρουτίνα τηρείται απαρέγκλιτα, κάτι που συμβάλλει στο μυστήριο του ποια είναι αληθινά ο κινητήριος μοχλός πίσω από τη «Vogue». Είναι ένα φαινόμενο της μόδας ή απλώς μια υπερμεγέθης προσωπικότητα της αμερικανικής κοινωνίας, μια γυναίκα του κόσμου των επιχειρήσεων που δεν κάνει συμβάσεις; Όσο για την άκαμπτη και αυστηρή εικόνα της, είναι αληθινή ή μήπως είναι κι αυτό τέχνασμα; Αφεντικό της μόδας είναι αναμφίβολα, καθώς ακόμα και στις κακές της μέρες πουλά πάνω από 1 εκατ. τεύχη, κι έτσι κανείς δεν μπορεί να της πει όχι. Την ώρα λοιπόν που εκδοτικοί οίκοι, σχεδιαστές, στιλίστες και αρθρογράφοι πίνουν νερό στο όνομά της, η Γουίντουρ δεν έχει τίποτα να αποδείξει πλέον και σε κανέναν. Γι’ αυτό ίσως και πλέον διασκεδάζει τις εντυπώσεις περί σιδηράς κυρίας, απαντώντας πρόσφατα σε συνέντευξή της για το αν είναι το πιο ισχυρό άτομο της παγκόσμιας μόδας: «Απλά κάτι τέτοιο δεν είναι αλήθεια. Δεν είναι. Αγαπώ τη δουλειά μου, αγαπώ τα πάντα σε αυτή. Αγαπώ επίσης τις επιπλέον υποχρεώσεις που έχω ως καλλιτεχνικός διευθυντής και με συναρπάζει η δημοσιογραφία. Ειλικρινά λοιπόν, χωρίς να φανεί πως το λέω επίτηδες, δεν σκέφτομαι τη δύναμη και τι εκείνη σου δίνει. Αλήθεια δηλαδή, ποια είναι τα πραγματικά οφέλη του να έχεις δύναμη; Ένα καλό τραπέζι σε ένα εστιατόριο; Εγώ απλώς προσπαθώ να χρησιμοποιήσω τη θέση μου για να βοηθήσω τους άλλους και τον χώρο». Όσο για τους χρυσούς κανόνες επιτυχίας της Γουίντουρ, τους μοιράζεται ευχαρίστως με όλους: «Να είσαι αποφασιστική, να αποδέχεσαι την ήττα, να αποφεύγεις τη μετριότητα, να κάνεις πάντα το καλύτερο που μπορείς, να δοκιμάζεις νέα πράγματα, να απολαμβάνεις αυτό που κάνεις». Δεν παύει βέβαια, σύμφωνα με όλες τις πηγές, αναφορές και αποκαλύψεις, να είναι πεισματάρα και εξόχως απαιτητική, τελειομανής και αυστηρή. Δεν κράτα εξάλλου τυχαία το τιμόνι της αμερικάνικης «Vogue» εδώ και τόσες δεκαετίες! Γι’ αυτό και πλέον εμφανίζεται πιο χαλαρή και τη βλέπουμε ολοένα και πιο συχνά να κάθεται στη δεύτερη σειρά σε επιδείξεις μόδας. Η Γουίντουρ στη δεύτερη σειρά! Κάτι ανήκουστο δηλαδή λίγο παλιότερα, όταν με τα μαύρα της γυαλιά και το ανέκφραστο ύφος της τρομοκρατούσε μοντέλα και σχεδιαστές από τη «βασιλικότερη» θέση της πρώτης σειράς. Αλλά και χαμογελάκια σκάει πια μια στο τόσο, επίσης πρωτόγνωρο για την αγέλαστη Γουίντουρ του παρελθόντος. Στα 68 της αισίως, η πάντα αινιγματική Αννα Γουίντουρ είναι πλέον ιερό τέρας όχι μόνο στον κόσμο των εκδόσεων, αλλά και στο παράλληλο σύμπαν της μόδας όπου δεσπόζει από το 1988. Διατηρώντας εδώ και δεκαετίες την ίδια αυστηρή κόμμωση και φορώντας πάντα μεγάλα μαύρα γυαλιά, η φιγούρα της Γουίντουρ παραμένει αμετάβλητη μέσα σε έναν λαμπερό κόσμο όπου όλα αλλάζουν από τη μία μέρα στην άλλη. Και αλλάζουν κάτω από τη δική της μπαγκέτα, καθώς η επιρροή της στον κόσμο της μόδας παραμένει εμβληματική.
Πρώτα χρόνια
Η Άννα Γουίντουρ γεννιέται στις 3 Νοεμβρίου 1949 στο Λονδίνο ως ένα από τα πέντε παιδιά ενός ευκατάστατου βρετανού εκδότη εφημερίδας («London Evening Standard») και μιας Αμερικανής, κόρης μεγαλοκαθηγητή νομικής του Χάρβαρντ. Η οικογένεια έφερε ακόμα και μακρινό τίτλο ευγενείας. Επαναστατική από μικρή, απέρριψε από νωρίς την ακαδημαϊκή καριέρα που ονειρευόταν γι’ αυτή ο πατέρας της. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά παρατά και το σχολείο στα 15 της για να περιηγηθεί στο Λονδίνο της δεκαετίας του 1960 που ξεκάθαρα λάτρευε η μικρή. Το χαρακτηριστικό κούρεμά της προέρχεται εξάλλου από αυτή την εποχή (από τα 15 της, για να είμαστε ακριβείς), το οποίο διατηρείται με μικρές παραλλαγές ως τα σήμερα. Η έφηβη Γουίντουρ περιδιάβαινε αδιάφορα στην πόλη και όργωνε τα ίδια βραδινά κλαμπ που σύχναζαν κάποιοι… Beatles και Rolling Stones! Πλέον την έβλεπαν στο πλευρό μεγαλύτερων και ισχυρών αντρών της μόδας και του στιλ, καθώς η μικρή λάτρευε τη μόδα και ήταν προφανώς στο σωστό μέρος, το Λονδίνο των ’60s, το επίκεντρο της παγκόσμιας μόδας. Ήδη από πιτσιρίκα δούλευε εξάλλου σε πρωτοποριακές μπουτίκ που λάνσαραν νέες μόδες και μέσω των διασυνδέσεων του εκδότη πατέρα της, έπιανε δουλειά όπου και όποτε το ήθελε. Την ώρα λοιπόν που η Μέρι Κουάντ λάνσαρε τις μίνι φούστες της, η Τουίγκι έκανε τη νευρική ανορεξία μόδα και ο Βιντάλ Σασούν παρουσίαζε τα γεωμετρικά του χτενίσματα, η Γουίντουρ ανέβαινε σταθερά στον κόσμο του στιλ, δουλεύοντας πια στα πολυκαταστήματα Ηarrods. Ο μπαμπάς Γουίντουρ την προτρέπει να σπουδάσει τη μόδα, αν και αυτή τη φορά η Άννα θα τα παρατήσει όλα λέγοντας εκείνο το ιστορικό: «Ή γνωρίζεις τη μόδα ή όχι. Αν τη γνωρίζεις, δεν χρειάζεται να τη σπουδάσεις»! Με τη βοήθεια του νέου της συντρόφου, ενός μεγαλοδημοσιογράφου που κινούνταν με άνεση στον κόσμο των περιοδικών, θα πιάσει η Άννα την πρώτη της συντακτική δουλειά το 1970 στο «Ηarpers & Queen», ως η πρώτη συντάκτρια μόδας του νέου περιοδικού. Κι ενώ τα πήγαινε ιδιαιτέρως καλά, ανακαλύπτοντας μερικά μοντέλα και προβάλλοντας μια σειρά από φωτογράφους που θα γίνονταν αργότερα αστέρια του χώρου, οι καθημερινοί καβγάδες της με τον διευθυντή του περιοδικού θα τη φέρουν κάποια στιγμή εκτός. Κανένα πρόβλημα για την τρομερή Άννα, η οποία μετακομίζει στη Νέα Υόρκη το 1975 με τον νέο της φίλο παραμάσχαλα, έναν επίσης μεγαλοδημοσιογράφο, κάνοντας πια όνειρα να γίνει αφεντικό της «Vogue»! Δεν γίνεται, πιάνει όμως δουλειά στο περιοδικό μόδας «Harper’s Bazaar»…
Το ξεκίνημα μιας τρομακτικής -από κάθε άποψη- καριέρας
Η 26χρονη νεαρή Βρετανή έχτιζε ολοένα και περισσότερες σχέσεις στον απατηλό κόσμο της μόδας και κάποια στιγμή εγκατέλειψε το «Harper’s Bazaar» για να πιάσει δουλειά ως υπεύθυνη μόδας στο περιοδικό «Viva», μια εκδοτική προσπάθεια του ίδιου ομίλου που έβγαζε και το «Penthouse». Εκεί ήταν που θα έδειχνε για πρώτη φορά τις διευθυντικές της αρετές, λειτουργώντας ουσιαστικά ως άνθρωπος για όλες τις δουλειές στο τμήμα μόδας του ομίλου. Και όπως ήξερε καλά ο οικονομικός διευθυντής, με τον οποίο είχαν καθημερινές προστριβές, η Γουίντουρ δεν υπολόγιζε τα έξοδα, προγραμματίζοντας πανάκριβες φωτογραφίσεις μόδας στην Καραϊβική και την Ιαπωνία με ό,τι καλύτερο μπορούσε να βρει στην αγορά! Το περιοδικό έβαλε τελικά λουκέτο και η Γουίντουρ μοίραζε πια τον χρόνο της μεταξύ Νέας Υόρκης και Παρισιού, τόσο για την εκεί σκηνή της μόδας όσο και για τον νέο της σύντροφο, έναν γάλλο παραγωγό δίσκων. Αφού έκανε και ένα πέρασμα από το περιοδικό «Savvy», το 1981 ανέλαβε τα νέα της καθήκοντα, πάλι ως συντάκτρια μόδας, στο περιοδικό «New York», στο οποίο έδειξε από την αρχή τα δόντια της. Κάθε φωτογράφιση και παρουσίαση μόδας έφερε απαρέγκλιτα το δικό της στιλ. Για να μοιάζει μάλιστα ο χώρος της όσο πιο οικείος γινόταν, κουβάλησε ακόμα και το δικό της γραφείο στο περιοδικό, από το οποίο σπανίως έβγαινε εξάλλου…
Αναρρίχηση ως την κορυφή και ακόμα ψηλότερα
Ήταν το 1986, δύο χρόνια μετά τον γάμο της με τον νοτιοαφρικανό ψυχίατρο Ντέιβιντ Σέφερ, που επέστρεψε η Γουίντουρ στο Λονδίνο ως αρχισυντάκτρια της βρετανικής «Vogue»! Η Άννα είχε τη δική της αισθητική αλλά και ολοκληρωμένη πρόταση για το πού ήθελε να φτάσει το περιοδικό, ιδέες που ο μητρικός όμιλος Condé Nast βρήκε ακαταμάχητες. «Υπάρχει ένας νέος τύπος γυναίκας εκεί έξω», είπε τότε στην «London Daily Telegraph», «η οποία ενδιαφέρεται για τον κόσμο των επιχειρήσεων και το χρήμα. Δεν έχει χρόνο να ψωνίζει. Θέλει να ξέρει τι και γιατί, πού και πώς». Ήδη από τις πρώτες της στιγμές, της κόλλησαν μερικά αξιομνημόνευτα παρατσούκλια: «Πυρηνική Άννα» και «Γουίντουρ της Δυσαρέσκειάς μας». Εκείνη έλεγε απλώς πως «είμαι ο εκτελεστής της Condé Nast. Λατρεύω να έρχομαι και να αλλάζω τα περιοδικά». Το επόμενο χτύπημά της ήρθε το 1987, στο περιοδικό «Home and Garden» της Condé Nast, το οποίο αναδιαμόρφωσε εξολοκλήρου αλλάζοντας ακόμα και τον τίτλο του («HG»)! Παρά το γεγονός ότι την κατηγορούσαν όλοι για το ριζικό face-lift, τα αφεντικά της την υποστήριζαν. Τώρα καθάριζε 200.000 δολάρια τον χρόνο σε προσωπικές αμοιβές και άλλα 25.000 για ρούχα και ταξίδια! Την ίδια ώρα, της εξασφάλισαν δωρεάν εισιτήρια για τις πανάκριβες πτήσεις του Κονκόρντ μεταξύ Νέας Υόρκης και Λονδίνου, ώστε να επισκέπτεται τακτικά τον άντρα της… Με την επιτυχία του «HG» στο ενεργητικό της, το 1988 παίρνει τον τίτλο της αρχισυντάκτριας της αμερικανικής «Vogue» και μετακομίζει πίσω στη Νέα Υόρκη. Η επιλογή της Γουίντουρ για τη θέση δεν ήταν καθόλου τυχαία, καθώς το ορόσημο της μόδας ήδη από τη δεκαετία του 1960, η «Vogue», βρισκόταν πια πίσω εμπορικά από ένα καινούριο περιοδικό που είχε μόλις τρία χρόνια παρουσίας στην αγορά, το «Elle». Οι εκδότες ένιωθαν πως η «Vogue» είχε βαλτώσει, γι’ αυτό και έφεραν την «Πυρηνική Άννα» στο τιμόνι της. Της είπαν μάλιστα πως είχε κάθε ελευθερία να κάνει όποια αλλαγή ήθελε, την ίδια ώρα που δεν είχε να σκέφτεται από έξοδα και κόστη. Φτάνει να ξανακάνει τη «Vogue» μεγάλη και τρανή. Στις τρεις σχεδόν δεκαετίες που κρατά τα ηνία του περιοδικού, η Γουίντουρ τα κατάφερε και με το παραπάνω, δικαιώνοντας την αποστολή της με τρόπο που ούτε οι εκδότες θα μπορούσαν ποτέ να φανταστούν. Η «Vogue» ήταν σύντομα και πάλι στην κορυφή, την ίδια ώρα που η Γουίντουρ καινοτόμησε κιόλας με μια σειρά από τεύχη-μαμούθ, όπως του Σεπτεμβρίου του 2004 με τις 832 σελίδες, ρεκόρ ύλης για μηνιαίο περιοδικό! Ταυτοχρόνως, η Άννα δεν φοβήθηκε ποτέ τις δραστικές αλλαγές. Αυτή κήρυξε εξάλλου επισήμως το τέλος της εποχής των supermodels, δίνοντας πλέον τη θέση του εξωφύλλου σε διασημότητες παρά σε μοντέλα. Και βέβαια ήταν η πρώτη που ανέμειξε ακόμα και μηδαμινής αξίας αξεσουάρ στις φωτογραφίσεις της υψηλής ραπτικής. Κάνοντας τα διαφημιστικά έσοδα του περιοδικού να σημειώσουν πρωτοφανή νούμερα. Και το έκανε από την πρώτη κιόλας στιγμή. Το πρώτο τεύχος που βγήκε με την ευθύνη της, του Νοεμβρίου του 1988, είχε στο εξώφυλλο μια 19χρονη Ισραηλινή που φορούσε ένα τζιν των 50 δολαρίων και ένα μπλουζάκι με διαμαντάκια αξίας… 10.000 δολαρίων! Ήταν όμως και η έφεσή της στο να ανακαλύπτει διαρκώς νέα ταλέντα που κράτησαν το περιοδικό στον θρόνο του. Οι σχεδιαστές Μαρκ Τζέικομπς και Αλεξάντερ ΜακΚουίν πίνουν νερό στο όνομά της! Η Γουίντουρ δεν μάσησε επίσης τα λόγια της ποτέ, λέγοντας, ας πούμε, στην Όπρα ότι θα έπρεπε να χάσει 10 κιλά αν θέλει να μπει κάποια στιγμή στο εξώφυλλο της «Βίβλου» του στιλ. Οι κριτικές για το πόσο χειριστική και απαιτητική είναι δεν έχουν λείψει φυσικά και ορόσημο είναι εδώ η προσωπική βοηθός της Λόρεν Βάισμπεργκερ, η οποία με το «Ο Διάβολος φοράει Prada» (2003) την απαθανάτισε ως μια σκληρή γυναίκα. Η Γουίντουρ υποδέχθηκε αγέρωχα την κυκλοφορία του φιλμ το 2006, στο οποίο την ενσαρκώνει αριστουργηματικά η Μέριλ Στριπ, πηγαίνοντας μάλιστα στην πρεμιέρα ντυμένη με Prada!
Προσωπική ζωή και φιλανθρωπία
Η Γουίντουρ ήταν μια από τις πρώτες που έστησαν εράνους για τα θύματα του τρομοκρατικού χτυπήματος στους Δίδυμους Πύργους, την ίδια ώρα που έχει ιδρύσει και μια υποτροφία, από κοινού με την Ένωση Σχεδιαστών Αμερικής, για νέους μόδιστρους. Και βέβαια διοργανώνει κάθε χρόνο την ίδια εκστρατεία εράνου στο νεοϋορκέζικο MΟMΑ, η οποία έχει μέχρι στιγμής συγκεντρώσει πάνω από 50 εκατ. δολάρια για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Και βέβαια έχει τσαλαβουτήσει ακόμα και στην πολιτική, ως θαυμάστρια και γενναία υποστηρίκτρια του Μπαράκ Ομπάμα. Η εκδήλωση που διοργάνωσε τον Φεβρουάριο του 2012 για να μαζέψουν λεφτά για τον πρόεδρο Ομπάμα, από κοινού με την ηθοποιό Σκάρλετ Γιόχανσον, άφησε τη δική της εποχή στις αμερικανικές προεδρικές εκστρατείες. Στην προσωπική της ζωή, πήρε διαζύγιο το 1999 από τον σύζυγό της Ντέιβιντ Σέφερ, με τον οποίο έχουν αποκτήσει δύο παιδιά. Πλέον ζει με τον μακροχρόνιο σύντροφό της, έναν αμερικανό επενδυτή, και παραμένει ισοβίως στο τιμόνι του περιοδικού που γιγάντωσε ως αδιαφιλονίκητος «Στάλιν του στιλ»… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr