Ο Γκρέκο ευτύχησε να είναι «νονός» του σικελικού υποκόσμου σε μια εποχή ευημερίας για τη Μαφία, όταν είχε αγαστές σχέσεις δηλαδή με το ιταλικό κράτος και τα μέλη της απολάμβαναν μια τουλάχιστον ύποπτη ασυλία από τον νόμο. Όταν οι άνομες αυτές επαφές θα έφταναν στο τέλος τους κατά τα πρόσφατα χρόνια, ο Γκρέκο θα περνούσε 22 χρόνια σε φυλακές υψίστης ασφαλείας, κάτι που δεν θα μπορούσε φυσικά να πιστέψει ότι θα του συνέβαινε ποτέ. Το αφεντικό της διευθύνουσας επιτροπής της Κόζα Νόστρα (Cupola) από το 1978 και μετά θα έπαιρνε σύντομα τον χαρακτηρισμό «Πάπας» για την ικανότητά του να κάνει τον μεσάζοντα στις αντίπαλες φατρίες ενός υπόκοσμου που διαφέντευε από άκρη σε άκρη. Ο ίδιος αρεσκόταν μάλιστα ιδιαιτέρως να τον φωνάζουν σεβάσμια με τον ανώτερο ιερατικό βαθμό του ρωμαιοκαθολικισμού, μιας και ήταν θεοσεβούμενος χριστιανός. Έβρισκε έτσι ταιριαστό αυτό το «Πάπας», λειτουργώντας εξάλλου ως τέτοιος στο οργανωμένο έγκλημα που έφερε την αποκλειστική του σφραγίδα. Ως «Πάπας» εκτόξευε άλλωστε κωδικοποιημένες απειλές στους δικαστές του και ως «Πάπας» κρατούσε πάντα τη Βίβλο κάτω από το μαξιλάρι του: «Οι μόνες cupolas [στα ιταλικά επίσης ο θόλος] που ξέρω ανήκουν σε εκκλησίες», είπε εξίσου μεγαλόστομα στο δικαστήριο που ήθελε να τον στείλει πίσω από τα κάγκελα. Στο ίδιο δικαστήριο ισχυρίστηκε μάλιστα ο αθεόφοβος πως έμπλεξε λόγω της απλής συνωνυμίας του με έναν άλλο μαφιόζο του Παλέρμο, καθώς αυτός δεν ήταν ουσιαστικά παρά φιλήσυχος αγρότης. Η βία, συνέχισε, ήταν ασύμβατη με την αξιοπρέπειά του και ο ίδιος είχε πέσει θύμα συκοφαντίας ή ακόμα και σκευωρίας. «Ακόμα αναρωτιέμαι πώς έχω γίνει μαφιόζος!», είπε άλλοτε σε έναν δημοσιογράφο φορώντας το πιο αθώο του ύφος! «Κοίτα, αυτή είναι η Μαφία μου: η δουλειά και η πίστη στον Θεό», συνέχισε δείχνοντας τα μανταρίνια και τα πορτοκάλια που καλλιεργούσε στο κτήμα του. Όλοι ήξεραν όμως ποιος ήταν ο Μικέλε, γιος τοπικού μαφιόζου στα περίχωρα του Παλέρμο, που μεγάλωσε και έγινε τελικά «νονός» όλης της Σικελίας σε καιρούς που το εγκληματικό συνδικάτο είχε βαθιά ερείσματα στην κοινωνία και την πολιτική. Εποχές δηλαδή που η αφρόκρεμα της οικονομικής και πολιτικής ζωής συνωστίζονταν στο κτήμα του, από καρδινάλιους και αριστοκράτες μέχρι βουλευτές, υπουργούς, ανώτατους δικαστικούς και επιχειρηματίες. Άλλους τους καλούσε μόνο για γεύμα και σε άλλους έδινε τη δυνατότητα να ρίξουν και μερικές σφαίρες κυνηγώντας στο τσιφλίκι του, ακόμα και αν ήταν διοικητές της αστυνομίας ή τουλάχιστον ένας γενικός εισαγγελέας. Σύμφωνα πάντως με τις καταθέσεις και τις μαρτυρίες, το κτήμα ήταν σωστό άντρο εγκλήματος. Στο πίσω μέρος λειτουργούσε εδώ και χρόνια μονάδα παρασκευής ηρωίνης και πολλά αιματοβαμμένα ξεκαθαρίσματα είχαν λάβει χώρα εντός του. Οι ίδιες μαρτυρίες μάς λένε πως τα πτώματα είτε απανθρακώνονταν είτε ρίχνονταν στα γουρούνια ως ζωοτροφή. Ο Γκρέκο φυλακίστηκε με ισόβια δεσμά για φόνους με το τσουβάλι, καθώς ως «αφεντικό των αφεντικών» η έγκρισή του ήταν προαπαιτούμενο σε κάθε ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Στα θύματά του περιλαμβάνονταν τρεις αστυνομικοί, που είχαν το θράσος να τον βάλουν στο στόχαστρο, αλλά και ο πληροφοριοδότης η προδοσία του οποίου οδήγησε στη σύλληψή του το 1986. Υπήρχαν όμως και πολλοί ακόμα που έχασαν τη ζωή τους επειδή οι βίοι τους διασταυρώθηκαν με τα συμφέροντα της Κόζα Νόστρα. Από εισαγγελείς που είχαν κηρύξει τον ανένδοτο στη Μαφία και υψηλόβαθμους κρατικούς λειτουργούς μέχρι και πολιτικούς. Όπως ο διοικητής της αστυνομίας αλλά και οι ηγέτες των τοπικών παραρτημάτων τόσο των Χριστιανοδημοκρατών όσο και των Κομμουνιστών. Κάποια στιγμή κατηγορήθηκε και εντός του οργανωμένου εγκλήματος ότι ξεπούλησε το τιμόνι της Κόζα Νόστρα σε κάτι «παεζάνους» (χωρικούς) από το Κορλεόνε, παραδίδοντας αμαχητί το δαχτυλίδι της αρχηγίας στον Σαλβατόρε Ρίινα. Τώρα δεν ήταν παρά μαριονέτα των Κορλεόνε, ντροπιάζοντας τη δική του σπουδαία εγκληματική φαμίλια των Γκρέκο. Η παραχώρηση της ηγεσίας θα είχε μάλιστα ραγδαίες συνέπειες για την Κόζα Νόστρα, οδηγώντας στον ολομέτωπο πόλεμο Μαφίας και ιταλικού κράτους, γεγονός που θα προσυπέγραφε το τέλος των ένδοξων ημερών του εγκληματικού συνδικάτου της Σικελίας. Κάτι που δεν θα συνέβαινε φυσικά με τον Γκρέκο στο τιμόνι, καθώς αυτός ήξερε πώς να αποφεύγει τις κακοτοπιές, παίζοντας το παιχνίδι της διπλωματίας στα δάχτυλα. Αλλά και των σοβαρών δουλειών. Επί των ημερών του, η Κόζα Νόστρα έλεγχε όλο το διατλαντικό εμπόριο ηρωίνης, ξέπλενε τα τεράστια κέρδη της μέσω πιστών τραπεζιτών και απολάμβανε ασυλία, φιλική δωρεά των χριστιανοδημοκρατών πολιτικών που είχε ο Γκρέκο στο μισθολόγιό του. Ακόμα και ο πρωθυπουργός Αντρεότι κατηγορήθηκε ως συνεργός του, η βουλευτική του ασυλία δεν άφησε ωστόσο να μάθουμε τι έγινε πράγματι …
Πρώτα χρόνια
Ο Μικέλε Γκρέκο γεννιέται στις 12 Μαΐου 1924 σε χωριουδάκι έξω από το Παλέρμο ως γιος του πανίσχυρου αρχηγού της μαφιόζικης φαμίλιας των Γκρέκο, που διαφέντευε τα προάστια του Παλέρμο ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα ως μια από τις πιο ιστορικές και δυνατές εγκληματικές οικογένειες της Σικελίας. Υπήρχαν εποχές που Σικελία και Καλαβρία ήταν ολοκληρωτικά κάτω από τον έλεγχό τους και όχι μόνο στα αγροτικά προϊόντα, τα κίτρα και το ελαιόλαδο δηλαδή. Τόσο η σιτσιλιάνικη Κόζα Νόστρα όσο και η καλαβρέζικη Ντρανγκέτα ήταν ο παιδότοπος του πατριάρχη των Γκρέκο, που λειτούργησε και ως πρώτος «γραμματέας» της πρώτης ποτέ μαφιόζικης Επιτροπής Σικελίας. Οι Γκρέκο ήταν μάλιστα ο παράγοντας που έγερνε κάθε φορά την πλάστιγγα στους πολέμους της Μαφίας, κι έτσι ξεκίνησε τη ζωή του ο Μικέλε, ως γιος του «νονού» Τζουζέπε στις αρχές του 20ού αιώνα. Ο μικρός διάδοχος είδε από την πρώτη στιγμή της ζωής του τα αιματηρά ξεκαθαρίσματα λογαριασμών εντός της φαμίλιας, όπως το 1939 και το 1946-1947, που άφησε το συνδικάτο σχεδόν ξεκληρισμένο. Ο πατέρας Τζουζέπε ξεπήδησε ένας από τους δύο ισχυρούς άντρες των Γκρέκο, κάτι που θα εξασφάλιζε το μέλλον των δυο γιων του στα υψηλά κλιμάκια της Κόζα Νόστρα: ο Μικέλε θα γινόταν «Πάπας» και ο Σαλβατόρε «Γερουσιαστής» (λόγω των σχέσεών του με τον πολιτικό κόσμο). Ο Μικέλε ανέλαβε το τιμόνι της φάρμας μετά τον θάνατο του πατέρα του, την ώρα που ο ξάδερφός του Σαλβατόρε (όχι ο αδερφός του) λειτουργούσε τώρα ως «γραμματέας» της Επιτροπής. Τα δυο αδέρφια κρατούσαν χαμηλό προφίλ στο οργανωμένο έγκλημα, κι έτσι μπόρεσαν να εγκαθιδρύσουν σχέσεις με τον επιχειρηματικό και πολιτικό κόσμο της Σικελίας, αλλά και το δικαστικό κατεστημένο και την αστυνομία φυσικά. Ταυτοχρόνως, ήταν ενταγμένοι και στη σικελική Στοά, κάτι που διευκόλυνε την αναρρίχησή τους στην ιεραρχία της Μαφίας. Ο «Γερουσιαστής» Σαλβατόρε έφτιαχνε τώρα τη νέα γενιά των πολιτικών του κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών, την ίδια ώρα που ο «Πάπας» έλυνε τις διαφορές της φαμίλιας με ειρηνικό τρόπο. Τον κατηγορούσαν για μαλθακότητα, εκείνος ωστόσο ήθελε να αποφύγει με κάθε τρόπο τόσο το αίμα όσο και την έκθεση της Μαφίας στον Τύπο και την αστυνομία. Το πατρικό κτήμα λειτουργούσε πια ως μονάδα επεξεργασίας ηρωίνης και πολλοί ήταν αυτοί που έσπευδαν να προσκυνήσουν τα νέα αφεντικά της σιτσιλιάνικης Μαφίας στο περιβόητο κτήμα τους (La Favarella). Ο Μικέλε έκανε κάποια στιγμή την κίνηση ματ, αυτή που θα του έδινε το πάνω χέρι στην ανηλεή μάχη εξουσίας. Οργάνωσε μερικές φαμίλιες και έλεγχε τώρα ένα καλό ποσοστό του νερού της Σικελίας, χρηματοδοτώντας τις γεωτρήσεις του με κρατικά λεφτά! Παρά το γεγονός ότι ο ιταλικός νόμος εκχωρούσε τη δυνατότητα στους γαιοκτήμονες να έχουν τις δικές τους γεωτρήσεις αποκλειστικά για τα χωράφια τους, ο Γκρέκο κανόνισε να περάσει ένα φιρμάνι από το δημοτικό συμβούλιο του Παλέρμο που του επέτρεπε να πουλά το πλεονάζον νερό του στον δήμο! Το 1/3 του νερού του Παλέρμο ήταν τώρα δικό του και κατά την περίοδο της θερινής ξηρασίας, ο Μικέλε το πουλούσε σε εξωφρενικές τιμές για την άρδευση και την ύδρευση της πόλης, κρατώντας ταυτοχρόνως όλους τους εμπλεκόμενους απόλυτα ικανοποιημένους. Η δεύτερη μεγάλη κομπίνα του ήταν οι αποζημιώσεις που έδινε η τότε ΕΟΚ για τις κατεστραμμένες καλλιέργειες. Ο Γκρέκο εισέπραττε τα παχυλά ποσά παρά το γεγονός ότι πλέον δεν καλλιεργούσε τίποτα στο κτήμα του. Οι φίλοι του όμως στην κυβέρνηση και τις δημόσιες υπηρεσίες βεβαίωναν το ακριβώς αντίθετο. Ο Γκρέκο απέσπασε μέχρι και αποζημιώσεις για την αλλαγή των καλλιεργειών του, πληρώνοντας τους επιθεωρητές της Ένωσης να παραχαράσσουν τα ντοκουμέντα…
Ο άνθρωπος του παρασκηνίου
Ήταν το 1978 όταν ανέλαβε την προεδρική θέση («γραμματέας») στην Επιτροπή της Σικελίας, τη διαβόητη Cupola, όντας πια το αδιαφιλονίκητο αφεντικό της Κόζα Νόστρα. Επί των ημερών του, η Κόζα Νόστρα κρατήθηκε διακριτικά στο περιθώριο, συνεχίζοντας φυσικά όλες τις παράνομες δραστηριότητές της. Δεν μπόρεσε να αποτρέψει ωστόσο τον Δεύτερο Πόλεμο της Μαφίας το 1981 και τα αιματηρά ξεκαθαρίσματα. Δεν αποκλείεται μάλιστα να λειτούργησε προδοτικά σε κείνη τη μάχη, διευκολύνοντας τη σιωπηρή άνοδο των Κορλεονέζι σε μαφιόζικη υπερδύναμη. Μια σειρά πάντως από φόνους μαφιόζους έλαβαν χώρα στην αγροικία του. Όπως αποδείχτηκε, τα είχε όντως βρει με τον Σαλβατόρε Ρίινα και τους Κορλεόνε εδώ και καιρό. Οι Κορλεόνε χρησιμοποιήσαν το κύρος και τον σεβασμό που απολάμβανε ο Γκρέκο στον εγκληματικό κόσμο για να απαλλαγούν σταδιακά από αντιπάλους και διεκδικητές, ελέγχοντας πια σχεδόν αποκλειστικά τα θαλάσσια περάσματα της ιταλικής ηρωίνης στις ΗΠΑ. Μόνο που δεν υπολόγισε πολύ καλά τον αστάθμητο παράγοντα. Ο Μικέλε είχε βάλει τον ανιψιό του, Πίνο Γκρέκο, να «φάει» έναν μικρονονό, τον Σαλβατόρε Κοντόρνο, αστόχησε όμως και τη γλίτωσε ο μαφιόζος. Ο οποίος κρυβόταν πια από όλους και έστελνε ανώνυμες επιστολές στην αστυνομία πληροφορώντας τους για την παρασκηνιακή δράση του Γκρέκο και της παρέας του. Ο Κοντόρνο παραδόθηκε τελικά το 1983 και μετατράπηκε στον Νο 1 πληροφοριοδότη της αστυνομίας. Ήταν μάλιστα από αυτά τα γράμματα που θα μάθαινε για πρώτη φορά η αστυνομία όχι μόνο πόσο μπλεγμένος στον υπόκοσμο ήταν ο Μικέλε αλλά και τα υψηλότατα αξιώματά του στο συνδικάτο. Μέχρι τότε οι Αρχές τον υποπτεύονταν για το ακατανόητα υψηλό του εισόδημα, δεν τον είχαν συνδέσει ωστόσο ακόμα με τη Μαφία, παρά την καταγωγή του και την ξακουστή του οικογένεια. Τώρα βέβαια το πανίσχυρο αφεντικό της Κόζα Νόστρα που έκανε ειρήνη με την καλαβρέζικη Ντραγκέτα και τη ναπολιτάνικη Καμόρα δεν ήταν παρά μαριονέτα του Ρίινα…
Ανθρωποκυνηγητό και σύλληψη
Το πρώτο ένταλμα έρευνας που εκδόθηκε κατά 162 σικελών μαφιόζων τον Ιούλιο του 1982 είχε επισήμως τον τίτλο «Έκθεση Μικέλε Γκρέκο + 161», αποδεικνύοντας τη σημαντικότητά του έναντι όλων των άλλων υπόπτων. Στις 6 Αυγούστου 1985 ωστόσο τόσο ο αστυνομικός διευθυντής που έκανε την έρευνα όσο και τα πρωτοπαλίκαρά του γαζώθηκαν από μια ομάδα 15 ενόπλων έξω από το σπίτι του αστυνομικού, μπροστά στα έντρομα μάτια της συζύγου του. Η «Έκθεση Μικέλε Γκρέκο + 161» θα ήταν η πρώτη μόνο από μια σειρά αστυνομικών και εισαγγελικών ερευνών γύρω από τη σικελική Μαφία, που θα οδηγούσε στην περιβόητη δίκη του Παλέρμο κατά του οργανωμένου εγκλήματος. Η δίκη ξεκίνησε στις 10 Φεβρουαρίου 1986 και έληξε στις 30 Ιανουαρίου 1992 και έφερε ενώπιον των ευθυνών τους αμέτρητα αφεντικά του υποκόσμου και τους τόσους συνεργούς τους στον πολιτικό, επιχειρηματικό και κοινωνικό στίβο. Ο Γκρέκο κλήθηκε στις 9 Ιουλίου 1983 από τον εισαγγελέα και δικαστή πια Τζιοβάνι Φαλκόνε, πλάι στον αδερφό του Σαλβατόρε και άλλους 13 προβεβλημένους γκάγκστερ, για τον φόνο του αστυνομικού διευθυντή. Ο Μικέλε παρέμεινε άφαντος για τα επόμενα χρόνια και συνελήφθη τελικά στις 20 Φεβρουαρίου 1986, πάνω στην ώρα για τη Δίκη της Μαφίας δηλαδή που είχε ξεκινήσει εδώ και μόλις δέκα μέρες!
Ο Γκρέκο κατηγορήθηκε ως ηθικός αυτουργός σε 78 φόνους. Ο ίδιος ισχυρίστηκε με όλες του τις δυνάμεις πως ήταν αθώος και ότι όλο αυτό δεν ήταν παρά μια σκευωρία που είχε στηθεί σε βάρος του. Για να δείξει μάλιστα την αθωότητά του (ή να εκβιάσει προς πάσα κατεύθυνση), έδωσε μια λίστα με όλους όσοι είχαν περάσει ποτέ από το κτήμα του και πολλοί ήταν αυτοί που κρύφτηκαν από ντροπή. Στο τέλος της δικής του δίκης στις 16 Δεκεμβρίου 1987, ο 63χρονος πια Γκρέκο κρίθηκε ένοχος σε όλες τις κατηγορίες και οδηγήθηκε στη φυλακή με ισόβια κάθειρξη…
Το τέλος
Η περιβόητη Δίκη της Μαφίας δεν θα είχε ωστόσο τον αντίκτυπο που περίμενε διακαώς η ιταλική κοινωνία. Σε λίγο καιρό όλοι θα έβλεπαν τους διαβόητους «νονούς» να απελευθερώνονται με εντελώς αστείες προφάσεις ή με σκανδαλωδώς γενναιόδωρες εφέσεις. Ο Γκρέκο στάθηκε άτυχος εδώ, καθώς ήταν στο άμεσο στόχαστρο του σταυροφόρου δικαστή Τζιοβάνι Φαλκόνε και του συνοδοιπόρου του Πάολο Μπορσελίνο, οι οποίοι άσκησαν βέτο στην απονομή χάριτος που ήθελαν κάποιοι να εκχωρήσουν στον μαφιόζο! Ο Γκρέκο αποφυλακίστηκε μεν, μετά την εξίσου προκλητική έφεσή του, στις 27 Φεβρουαρίου 1991, ο Φαλκόνε ήταν όμως μέχρι τότε επικεφαλής της Σωφρονιστικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, μια θέση που του επέτρεπε να εκδώσει το δικό του φιρμάνι για την εκ νέου σύλληψη του αρχικακοποιού τον Φεβρουάριο του 1992.
Τα ισόβια δεσμά επαναβεβαιώθηκαν στο δικαστήριο και ο Γκρέκο επέστρεψε εκεί όπου πραγματικά ανήκε. Τώρα έγραφε ανοιχτές επιστολές στον Τύπο αναφορικά με την αθωότητά του λέγοντας πως «είμαι αθώος σαν νεογέννητο». Παρά το γεγονός ότι οι δυο σταυροφόροι δικαστικοί (Φαλκόνε και Μπορσελίνο) το πλήρωσαν με τη ζωή τους, ο Γκρέκο παρέμεινε πίσω από τα κάγκελα μέχρι τον θάνατό του στις 13 Φεβρουαρίου 2008. Βγήκε από τη φυλακή μόνο και μόνο για να πάει σε σωφρονιστικό νοσοκομείο στα στερνά του, καθώς έπασχε από καρκίνο. Ένας μάρτυρας στη δίκη του χριστιανοδημοκράτη πολιτικού και τρεις φορές πρωθυπουργού της Ιταλίας, Τζούλιο Αντρεότι, ισχυρίστηκε πως ο πρώην πρωθυπουργός μοιραζόταν με τον «Πάπα» το ίδιο πάθος για το σινεμά. Οι δυο άντρες απολάμβαναν να βλέπουν παρέα τις νέες ταινίες πριν καν βγουν στις σκοτεινές αίθουσες σε έναν κινηματογράφο της Μαφίας. Ο Αντρεότι κατηγορήθηκε πράγματι για σχέσεις με τη Μαφία και καταδικάστηκε πρωτόδικα, αν και αθωώθηκε μετέπειτα. Όσο για τον Γκρέκο, ο μοναχογιός που απέκτησε με τη σύζυγό του Ρόζα έμελλε να γίνει σκηνοθέτης του κινηματογράφου… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr