Οι περιπέτειες του ιεραπόστολου, διανοούμενου, ηγέτη και τρομοκράτη Χασάν-ι-Σαμπάχ περιλαμβάνουν μπόλικες δόσεις μυστηρίου, ναρκωτικών, πολιτικών σκευωριών και φόνων φυσικά. Όλα εκτυλίσσονται σε ένα απομονωμένο ορεινό φρούριο, έναν σωστό παραδεισένιο κήπο, και περιλαμβάνουν εγχειρίδια εμβαπτισμένα σε δηλητήριο, απόκρυφους πολιτικούς χειρισμούς και δολοφονίες ηγετών με το τσουβάλι. Ο αιρεσιάρχης στοχαστής, μύστης και ασκητής Χασαν μπιν Σαμπάχ ήταν ένας επιμελής και φιλόπονος πέρσης φοιτητής θεολογίας, πριν μετατραπεί σε επίγεια ενσάρκωση του Θεού και φτιάξει τη δολοφονική σέχτα των Ασασίνων. Ο «Γέρος των Βουνών» συγκρότησε το θρησκευτικο-παραστρατιωτικό τάγμα των Χασισίν, όπως είναι εναλλακτικά γνωστοί, καθένας εκ των οποίων αναλάμβανε την ιερή αποστολή να δολοφονήσει κάποιον κατ’ εντολή της σέχτας. Προτού προβεί στην αποστολή του, κατά την οποία η επιβίωσή του ήταν εντελώς αβέβαιη, ο επίδοξος δολοφόνος έπρεπε να κάνει μια τελετουργική προετοιμασία. Εκεί περνούσε μια σειρά από δοκιμασίες, ο σκοπός των οποίων ήταν η εγκατάλειψη του επίγειου χαρακτήρα της ζωής μέσα από πολλά επίπεδα απογύμνωσης από την προσωπικότητα. Στο τέλος της τελετουργικής διαδικασίας, ο μυημένος αντιλαμβανόταν το χάος ως τη μόνη τάξη του Σύμπαντος, επαναλαμβάνοντας ξανά και ξανά τη φράση «Τίποτε δεν είναι αλήθεια, όλα επιτρέπονται». Ήταν πλέον ελεύθερος και έτοιμος για όλα! Οι Ασασίνοι είχαν γεννηθεί και ήταν έτοιμοι να μετατραπούν σε μια πανίσχυρη σιιτική σέχτα με ισχυρό ιδεολογικό, φιλοσοφικό και θρησκευτικό υπόβαθρο. Η αθόρυβη οργάνωσή τους και η ικανότητά τους να επιτυγχάνουν τους στόχους τους υπήρξαν παροιμιώδεις, ενώ η ύπαρξή τους αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για ποικίλους θρύλους που άγγιζαν συχνά τις παρυφές του υπερφυσικού. Ακόμα και στη σύγχρονη εποχή εξάλλου η έννοια «δολοφόνος» εκφράζεται στην αγγλική με την λέξη «assassin», παραπέμποντας ευθέως στα αιματοβαμμένα χρονικά των Ασασίνων, που ο θρύλος τους θέλει να καπνίζουν το χασίσι στο πλαίσιο της θρησκευτικής έκστασής τους. Η παρουσία τους αποτέλεσε κεντρικό παράγοντα ζυμώσεων στην ιστορία της περιοχής, διαδραματίζοντας σημαίνοντα στην ιστορία της Περσίας, της Συρίας και της Μέσης Ανατολής εν γένει. Εξίσου θρυλική ήταν και η απόκρυφη ιστορία τους, καθώς φήμες της εποχής και λαϊκοί θρύλοι τους θέλουν να διατηρούν σχέσεις ακόμα και με τους Ναΐτες Ιππότες! Όλα αυτά θα παραμείνουν βέβαια στη σφαίρα της εικασίας και του μύθου, μιας και η περιβόητη βιβλιοθήκη των Ασασίνων καταστράφηκε όταν το φοβερό οχυρό τους Αλαμούτ έπεσε στα χέρια των Μογγόλων, αφήνοντας στην αχλή των αιώνων τις βεβαιότητες για το ιερό τάγμα των σιιτών ισμαηλιτών. Εξίσου σημαντικό είναι για την ιστορία τους ότι όλες οι πληροφορίες που τους αφορούν προέρχονται από τους αντιπάλους τους, σουνίτες μουσουλμάνους και χριστιανούς Σταυροφόρους δηλαδή, αλλά και τον φαντασιόπληκτο νου των ευρωπαίων περιηγητών. Αυτό που ξέρουμε με βεβαιότητα είναι ότι οι Ασασίνοι ήταν Νιζαρίτες Ισμαηλίτες (ισμαηλιτική αίρεση του σιιτικού Ισλάμ), οι οποίοι οργανώθηκαν σε τάγμα όταν ο Χασάν-ι- Σαμπάχ εισέβαλε το 1090 στο οχυρό Αλαμούτ και έγινε κύριος του κάστρου. Απογοητευμένος από τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονταν στους ομόθρησκούς του οι σουνίτες ηγεμόνες και κυρίως οι φατιμίδες χαλίφηδες της Αιγύπτου, ο εξαιρετικά καλλιεργημένος αυτός άνθρωπος ιδρύει έναν μικρό στρατό από πιστούς οπαδούς και μετατρέπεται σε έναν ανηλεή και αιμοσταγή ηγέτη που εγκαινιάζει στην περιοχή μια πρωτόγνωρη βασιλεία του τρόμου. Μέσω του ισχυρού δικτύου των 70 περίπου οχυρών που δημιούργησε, ο Σαμπάχ έγινε φόνος και τρόμος των σουνιτών Σελτζούκων Τούρκων αλλά και των χριστιανών Σταυροφόρων της Συρίας, εφαρμόζοντας εκτεταμένα τη μέθοδο της πολιτικής δολοφονίας ως μέσο τρομοκράτησης του αριθμητικά υπέρτερου εχθρού. Οι Ασασίνοι έμειναν στην Ιστορία ως δολοφόνοι, αλλά σίγουρα δεν είναι οι πρώτοι που επινόησαν την πολιτική δολοφονία ούτε και οι τελευταίοι. Αυτό που τους έκανε θρύλους ήταν ο αυτοθυσιαστικός χαρακτήρας της δράσης τους, που σχεδόν ποτέ δεν έδινε ελπίδα διαφυγής στον δράστη, αλλά και η αποτελεσματικότητα του σχεδίου τους, καθώς μέσω των δολοφονιών επιβίωσαν για 1,5 σχεδόν αιώνα και μάλιστα σε πείσμα όλων! Είχαν μια τέτοια απόλυτη αφοσίωση στον σκοπό που την αισθάνονταν να επεκτείνεται πέρα από τα όρια της ζωής. Γι’ αυτό και ήταν έτοιμοι να διαπράξουν οποιαδήποτε δολοφονία, ακόμη και μαζική, προκειμένου να σπείρουν τον τρόμο στις τάξεις του εχθρού, αφήνοντας και την ίδια τη ζωή κατά μέρος για να επιτύχουν τον στόχο τους. Επιπλέον, αυτή η απόλυτη προσήλωση στον σκοπό τούς έκανε να μεταμορφώνονται για μεγάλα χρονικά διαστήματα και να εμφανίζονται ως έμπιστοι σε οποιονδήποτε επέλεγαν, περιμένοντας τη διαταγή για τη δολοφονία του. Απώτερος στόχος αυτών των ενεργειών ήταν η εγκαθίδρυση της εξουσίας του «αληθινού ιμάμη» Νιζάρ και μετά τον θάνατο αυτού, των διαδόχων του Νιζαριτών, στους οποίους περιλαμβάνονταν και οι Ασασίνοι. Η εικόνα τους στη Δύση θεμελιώθηκε στη θρυλική ικανότητά τους να σκοτώνουν. Παρά ταύτα, κανείς δεν ξέρει μετά βεβαιότητας την προέλευση του ονόματός τους. Η πλέον διαδεδομένη εκδοχή είναι ότι προέρχεται από την αραβική λέξη «χασισίν», μια παράδοση που μας παραδίδεται από αμφιβόλου αξιοπιστίας χρονικογράφους, Σταυροφόρους και περιηγητές όπως ο Μάρκο Πόλο, ο οποίος επισκέφτηκε το Αλαμούτ το 1273 και ισχυρίστηκε ότι οι οπαδοί του Σαμπάχ διέπρατταν τις πολιτικές δολοφονίες υπό την επήρεια του ναρκωτικού. Ενδέχεται πάντως η ετυμολογία να προέκυψε μετά το όνομα που υιοθέτησαν, ως μια προσπάθεια να εξηγηθεί η προέλευσή του. Κι αυτό γιατί ο ηγέτης τους Χασάν-ι-Σαμπάχ απαγόρευε ρητά τη χρήση ουσιών ερμηνεύοντας αυστηρά το Κοράνι. Μια δεύτερη γραμμή σκέψης αποδίδει το όνομά τους στην αραβική λέξη «χασασίν», που σημαίνει ταραχοποιός. Να σημειωθεί πάντως ότι τα θύματά τους ανήκαν κυρίως στο σουνιτικό κατεστημένο (αραβικό, περσικό και σελτζουκικό) και ήταν ηγεμόνες, ιεροδικαστές, θρησκευτικοί αξιωματούχοι κ.ά. Κάποιες σποραδικές επιθέσεις εναντίον Σταυροφόρων αποδίδονται συνήθως σε μυστικές συμφωνίες του τάγματος της Συρίας με αντίπαλους Σταυροφόρους που ήθελαν να εξολοθρεύσουν τους αντιπάλους τους. Ακόμα και πηγές που δείχνουν πως οι Ασασίνοι πλήρωναν σεβαστά ποσά στους Ναΐτες υπάρχουν, μιας και όπως είπαμε τα χρονικά τους καλύπτονται από περισσότερους μύθους παρά αλήθειες. Αποτέλεσμα φυσικά της ακραίας μυστικότητάς τους, αλλά και του δέους που προκαλούσαν στον νου των Δυτικών της εποχής…
Πρώτα χρόνια
Ο Χασάν-ι-Σαμπάχ γεννιέται κάποια στιγμή της δεκαετίας του 1050 μ.Χ. στην περσική πόλη Κουμ. Από τα 7-17 του, ο επιμελής μαθητής λαμβάνει κατ’ οίκον μόρφωση και έρχεται κοντά με πολλές αντιτιθέμενες παραδόσεις, από μαθηματικά, φιλοσοφία και αστρονομία μέχρι χειρομαντεία και θεολογία. Η πόλη που μεγάλωσε ήταν εξάλλου κέντρου των ισμαηλιτών ιεραποστόλων, από τους οποίους θα μυηθεί ο χαρισματικός νεαρός στο νέο δόγμα. Αν και καταγόταν από οικογένεια σιιτών δωδεκαδιστών, ασπάστηκε τις δοξασίες των σιιτών επταδιστών και επηρεάστηκε καθοριστικά από τον αντικομφορμιστή αιρεσιάρχη των Ισμαηλιτών. Οι Ισμαηλίτες ήταν άλλο ένα παρακλάδι του σιιτικού Ισλάμ και εκείνη την εποχή η δύναμή τους ήταν σημαντική. Για μια περίοδο κατείχαν μάλιστα ακόμα και το δικό τους χαλιφάτο (Φατιμίδες της Αιγύπτου), με έδρα το Κάιρο, και αποτελούσαν σεβαστό μέγεθος ακόμα και για το σουνιτικό χαλιφάτο της Βαγδάτης. Οι Ισμαηλίτες ακολουθούσαν το Κοράνι, το οποίο ερμήνευαν όμως αλληγορικά, και ενδιαφέρονταν ιδιαιτέρως για την επιστήμη (κυρίως την αστρονομία) και τη φιλοσοφία, επηρεαζόμενοι καθοριστικά από τον νεοπλατωνισμό. Ο ισμαηλιτικός σιιτισμός έγινε ένα από τα κύρια μέσα αμφισβήτησης του σουνιτικού κατεστημένου, αν και οι πιστοί του είναι υποχρεωμένοι να δρουν μυστικά και να σχηματίζουν ερμητικές αδελφότητες. Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο μελετηρός Χασάν-ι-Σαμπάχ προσηλυτίζεται στον ισμαηλιτισμό και γίνεται σύντομα ένας από τους πιο παθιασμένους αλλά και αποτελεσματικούς ιεραπόστολους του θρησκευτικού κινήματος. Αν πιστέψουμε μάλιστα τον Μύθο των Τριών Φίλων που εμφανίστηκε στις αρχές του 14ου αιώνα στην Περσία, ο Σαμπάχ πήγε για σπουδές στο Μπαλχ του Χορασάν πλάι σε δύο ακόμα ανθρώπους: τον Νιζάμ αλ-Μουλκ, πανίσχυρο βεζίρη αργότερα των σελτζούκων σουλτάνων, και τον ποιητή Ομάρ Καγιάμ! Εκεί, μελετώντας το Κοράνι και τις σιιτικές παραδόσεις, έγιναν αδελφοποιτοί και έδωσαν όρκο αίματος αν κάποιος τους ευνοηθεί από τη ζωή να στηρίξει και τους άλλους. Όταν χρίστηκε λοιπόν μεγάλος βεζίρης ο Νιζάμ αλ-Μουλκ, πρόσφερε στον Καγιάμ τη θέση του κυβερνήτη της Νισαπούρ. O Καγιάμ όμως δεν επιθυμούσε επίγεια μεγαλεία και αρκέστηκε έτσι στην ετήσια είσπραξη ενός ποσού, αποσυρόμενος στην ησυχία και τις μελέτες του. Ο Σαμπάχ αποζητά όμως πλούτη και δόξα και όταν ο σταυραδελφός του Νιζάμ του τα αρνείται, αποφασίσει να εκδικηθεί κάθε λογής εξουσία. Κατακτά το Αλαμούτ, δημιουργεί τους Ασασίνους και δολοφονεί ηγεμόνες με το τσουβάλι, μεταξύ αυτών και τον ίδιο τον Νιζάμ αλ-Μουλκ. Κανείς δεν ξέρει αν υπάρχουν ψήγματα αλήθειας στον περσικό μύθο. Και κανείς φυσικά δεν είναι σίγουρος για το πώς σχηματίστηκαν οι Ασασίνοι. Ο ιεραπόστολος του ισμαηλιτισμού που είχε ήδη περάσει από το Κάιρο για σπουδές (όπου και ορκίστηκε πίστη στο ισμαηλιτικό χαλιφάτο των Φατιμίδων), όργωσε την Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, αλλά και το σημερινό Ιράκ και Ιράν κηρύττοντας τον λόγο του δόγματος. Αφού μπλέχτηκε στις αρχαιρεσίες του χαλιφάτου του Καΐρου και φυλακίστηκε, κατάφερε να το σκάσει και περνώντας από τη Συρία επέστρεψε και πάλι στην Περσία, καταφτάνοντας στο Ισπαχάν (Ασπάδανα) το 1081. Πλέον έχει αφιερωθεί ολόψυχα στο ιεραποστολικό του έργο, γι’ αυτό και καταφεύγει στα βόρεια της Περσίας, στις νότιες ακτές της Κασπίας Θάλασσας. Σε εκείνα τα βουνά ζούσαν οι άνθρωποι που αρνούνταν να υποταχθούν στον τουρκικό ζυγό, κρατώντας ψηλά τη σημαία του σιιτισμού. Η άρνησή τους να σκύψουν το κεφάλι στους Σελτζούκους και ο θερμός τρόπος με τον οποίο υποδέχτηκαν τον ισμαηλίτη μουσουλμάνο τον έπεισαν ότι έπρεπε να εγκατασταθεί εκεί, καθώς τώρα τον κυνηγούσε ο άλλοτε αδελφοποιτός του Νιζάμ αλ-Μουλκ, που ήταν σφοδρός αντι-σιίτης. Ο αξιωματούχος του σελτζουκικού σουλτανάτου της Βαγδάτης, αλ-Μουλκ, μεγάλος σοφός, λόγιος και φιλόσοφος με τη σειρά του, ήταν τώρα ο Νο 1 εχθρός του παλιού του φίλου. Ο Χασάν προωθούνταν λοιπόν ολοένα και περισσότερο στα βουνά για να ξεφεύγει από τους στρατιώτες του μεγάλου βεζίρη…
Η κατάληψη του Αλαμούτ και η γέννηση των Ασασίνων
Εκεί, στην οροσειρά του Αλμπόρζ, έπεσε πάνω στο δυσπρόσιτο κάστρο του Αλαμούτ, το οποίο περιέβαλλε ένας οιωνός που ο Χασάν βρήκε ταιριαστότατο για την περίπτωσή του. Με τους προσηλυτισμένους χωρικούς της περιοχής και τους πιστούς ακόλουθούς του από τα μήκη και τα πλάτη της Περσίας, κατέλαβαν εύκολα το απομονωμένο οχυρό, χωρίς μεγάλες μάχες μάλιστα, μιας και πολλοί δικοί του είχαν ήδη τρυπώσει στην καθημερινότητα του Αλαμούτ. Το 1090 γίνεται αφέντης λοιπόν του κάστρου, το οποίο έμελλε να μην εγκαταλείψει ποτέ ξανά, ζώντας ως ασκητής για το υπόλοιπο της ζωής του. Ο θρησκευτικο-πολιτικός αυτός ηγέτης ήταν ταυτόχρονα ένας ταγμένος επιστήμονας και φιλόσοφος, περνώντας τον χρόνο του μελετώντας, γράφοντας και κάνοντας πειράματα. Η βιβλιοθήκη εξάλλου του Αλαμούτ έμελλε να γίνει γνωστή σε όλη την περιοχή για τον πλούτο της! Ο μύθος τον θέλει να μην εγκαταλείπει το κελί του παρά δύο μόνο φορές στα εναπομείναντα 35 χρόνια της ζωής του, κι αυτό για να βγει απλώς στη στέγη του κάστρου. Πράγμα που δεν μπορεί φυσικά να είναι αληθές, μιας και ο Χασάν οργάνωνε διαρκώς πολιτικές δολοφονίες και κινήματα από την Περσία μέχρι και την Αίγυπτο, μετατρέποντας το οχυρό του σε πόλο έλξης όλων των ισμαηλιτών της Περσίας. Αν δεν καιγόταν η βιβλιοθήκη, ενδέχεται να βρίσκαμε την αυτοβιογραφία που φέρεται πως συνέταξε ο Χασάν ιμπν Σαμπάχ αλλά και τις τόσες θεολογικές, φιλοσοφικές και επιστημονικές μελέτες του. Οι Νιζαρίτες Ισμαηλίτες του απομακρύνονταν καθοριστικά από το επίσημο ισλαμικό δόγμα και οι νεωτερισμοί του θεωρούνταν βλάσφημοι από τους παραδοσιακούς σουνίτες. Σταδιακά, ο Χασάν έφτιαξε ισμαηλιτικούς θύλακες σε όλη τη Μέση Ανατολή, έναν ικανό αριθμό από φρούρια για να στεγάζουν δηλαδή τις ισμαηλιτικές κοινότητες της ευρύτερης περιοχής. Οι υπόλοιποι αποκαλούσαν το τάγμα «Χασασίν» ή «Χασισίν», αν και δεν είναι σπάνιο στη βιβλιογραφία της εποχής να τους συναντάμε και ως «Φενταγίν» (Μάρτυρες). Όπως κι αν έχει, οι Ισμαηλίτες του Ιράν (είχαν ήδη αποσπαστεί από το φατιμιδικό χαλιφάτο της Αιγύπτου και ονόμαζαν τους εαυτούς τους Νιζάρι) απέκτησαν βάσεις ως μια κοινότητα διασκορπισμένη χωρίς συγκεκριμένη επικράτεια, αλλά με συγκεκριμένο ηγέτη: τον Χασάν-ι Σαμπάχ του φρουρίου Αλαμούτ! Το ανηλεές του χαρακτήρα του ζούσε πια τη δική του ζωή, καθώς ο ασκητής Σαμπάχ φαινόταν -κατά τους θρύλους πάντα- να μην υπολογίζει την ανθρώπινη ζωή. Ακόμα και τους δυο του γιους λέγεται πως δεν δίστασε στιγμή να σκοτώσει ο θρησκευτικός ηγέτης, όταν κατηγορήθηκαν για διαφθορά. Καθώς οι οπαδοί του πλήθαιναν, ο Χασάν άρχισε να υλοποιεί προοδευτικά το σχέδιό του που περιλάμβανε την επικράτηση του ισμαηλιτισμού στον ισλαμικό κόσμο. Το Αλαμούτ, «Η Διδασκαλία του Αετού», όπως το ονόμασε, δέσποζε πάνω από την παραδεισένια κοιλάδα και προκαλούσε τώρα ρίγη ανατριχίλας στους πολιτικούς και θρησκευτικούς του αντιπάλους. Ο «Γέρος των Βουνών» (ή «Ηγεμόνας των Ορέων») πέρασε κάποια χρόνια οργανώνοντας τους Ασασίνους του σε κανονικό μυστικιστικό τάγμα, όταν και πέρασε στην τρομοκρατική αντεπίθεση. Λίγα χρόνια μετά την εγκατάστασή του στο Αλαμούτ, μια ομάδα Ασασίνων κατευθύνθηκε προς τη Συρία, την οποία απειλούσαν σοβαρά πλέον οι σουνίτες Σελτζούκοι. Εκεί δημιούργησαν πάνω στα όρη της κεντρικής κυρίως Συρίας μικρούς οχυρωμένους θύλακες, στα πρότυπα του Αλαμούτ, υπό τη διοίκηση του πρωτοπαλίκαρου του Σαμπάχ, Ρασίντ Σινάν, ο οποίος θα αποκτούσε με τη σειρά του τέτοια δύναμη που θα ανεξαρτητοποιούνταν για ένα διάστημα από τους Ασασίνους της Περσίας. Και ήταν μάλιστα η δράση των Ασασίνων της Συρίας εναντίον των Σελτζούκων που έκανε γνωστό το τάγμα στην Ευρώπη, τόσο μέσω των αναξιόπιστων Σταυροφόρων όσο και των παραφουσκωμένων διηγήσεων του Μάρκο Πόλο. Ο Χασάν έβγαλε από τη μέση πολλούς και διάφορους, μια κληρονομιά που θα άφηνε στους επτά διαδοχικούς ηγεμόνες που τον ακολούθησαν στο τιμόνι των Ασασίνων. Πλάι στον πάνσοφο Νιζάμ αλ-Μουλκ, θύματα των Ασασίνων ήταν πάμπολλοι αβασίδες χαλίφηδες της Βαγδάτης και σελτζούκοι αξιωματούχοι της Περσίας. Όσο για τους χριστιανούς Σταυροφόρους, ξέρουμε για τον Ραϋμόνδο της Τρίπολης (1152) και τον Κορράδο του Μομφεράτου (1192), αν και αυτοί ήταν έργο του Σινάν. Οι πολιτικές δολοφονίες ήταν σχεδόν εξ ορισμού επιβεβλημένες για τη μακροημέρευση του θρησκευτικά αιρετικού κρατιδίου του Χασάν, το οποίο περιβαλλόταν από τα πανίσχυρα σουνιτικά βασίλεια. Για να εξισορροπήσει τη μόνιμη απειλή για το κρατίδιό του, ο ηγέτης κατέφυγε σε ένα αποτελεσματικότατο μέσο, την τρομοκρατία. Οι επίλεκτοι Ασασίνοι του, άρτια εκπαιδευμένοι στην τέχνη της εξαπάτησης και της δολοφονίας, δολοφόνησαν σημαντικά πρόσωπα της σουνιτικής επικράτειας, ανώτατους αξιωματούχους θρησκείας και κράτους δηλαδή, κρατώντας άθικτο το μικρό βασίλειό τους. Οι φόνοι γίνονταν κατά κανόνα δημόσια και συχνά στη διάρκεια της ημέρας, καθώς η δράση των Ασασίνων είχε την έννοια της αυτοθυσίας, απηχώντας φευγαλέα τους σημερινούς βομβιστές αυτοκτονίας. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι συλλαμβάνονταν και εκτελούνταν. Και ήταν ακριβώς η συστηματική χρήση της πολιτικής δολοφονίας που εξασφάλιζε τη βιωσιμότητα του ισμαηλιτικού Αλαμούτ! Το οποίο παρέμενε φυσικά το μαύρο αγκάθι για τον μουσουλμανικό πληθυσμό της Μέσης Ανατολής, απ’ όπου αντλούν εξάλλου τις απαρχές τους και οι περισσότεροι μύθοι που αφορούν στους Ασασίνους. Όπως, λόγου χάρη, ότι ο Σαμπάχ είχε φτιάξει έναν παραδεισένιο κήπο πιστή απεικόνιση του μουσουλμανικού Παραδείσου, με ποτάμια να τρέχουν, μέλι, γάλα και ωραίες γυναίκες να χορεύουν, δίνοντας στους ναρκωμένους νεοεισερχόμενους στο τάγμα μια πρόγευση των ουράνιων αγαθών. Όταν συνέρχονταν από το όπιο, οι πιστοί είχαν την ψευδαίσθηση ότι είχαν ονειρευτεί τον Παράδεισο και ήταν έτοιμοι να κάνουν τα πάντα για να γυρίσουν εκεί όσο πιο γρήγορα γίνεται. Αυτό έλεγαν πως έκανε ατρόμητους τους Ασασίνους, αλλά και το χασίς που κάπνιζαν πριν από την επίμαχη στιγμή. Οι σύγχρονοι ιστορικοί αμφισβητούν ωστόσο αυτή την εκδοχή, καθώς ο προσκολλημένος στο Κοράνι Χασάν ήταν μάλλον απίθανο να παρέβαινε τον νόμο του Θεού και να πότιζε τους πιστούς του με απαγορευμένες ουσίες. Η ιστορία με το χασίσι έχει μάλλον περισσότερη σχέση με τη σουνιτική προπαγάνδα και τη χριστιανική γενίκευσή της στη Δύση παρά με την πραγματικότητα. Μεγάλη επίδραση είχε εδώ ο Μάρκο Πόλο, ο οποίος επισκέφθηκε το Αλαμούτ το 1273 και άκουσε τις θρυλικές ιστορίες που αφορούσαν στους Ασασίνους. Ο Μάρκο Πόλο ενημέρωσε την Ευρώπη ότι ο Χασάν στρατολογούσε ακόμη και ανήλικα αγόρια, που κάποια στιγμή τα νάρκωνε με χασίς. Όταν αυτά ξυπνούσαν, βρίσκονταν σε μια κρυφή κοιλάδα (κατά τον Πόλο ήταν η κοιλάδα του Ελ Αλαμούτ), σε ένα παραδεισένιο, σχεδόν εξωπραγματικό, τοπίο, με όλα τα αγαθά και τις πολυτέλειες που θα μπορούσαν να φανταστούν. Η δράση πάντως των Ασασίνων ήταν τέτοια που κάποια στιγμή δεν χρειαζόταν καν να δολοφονούν, αφού η προειδοποίηση και μόνο έφτανε και περίσσευε για να προωθηθούν οι σκοποί του Χασάν. Οι σελτζούκοι σουλτάνοι και οι χαλίφηδες των γύρω βασιλείων άφησαν έτσι ήσυχο το τάγμα της Περσίας, όπως έγινε εξάλλου και στον δεύτερο μεγάλο θύλακά τους στη Συρία. Η ισμαηλιτική κοινότητα της Συρίας μεγάλωσε και αποδέχτηκε την ηγεσία του Αλαμούτ, αποσυρόμενη κι εκείνη στα βουνά, όπου κατέλαβε ένα φρούριο παρόμοιο με το περσικό προπύργιο (Μασγιάφ). Εκεί ανέλαβε τα ηνία το 1162 μ.Χ. ο Ρασίντ αλ-Ντιν Σινάν, ο οποίος πλάι στους σουνίτες αξιωματούχους δολοφονούσε και χριστιανούς Σταυροφόρους. Ο Σινάν κατάφερε μέχρι και ειρήνη με τον μεγάλο σουνίτη Σαλαντίν να συνάψει, παρά το γεγονός ότι οι δυο δολοφονικές απόπειρες εναντίον του απέτυχαν. Οι Ασασίνοι της Συρίας φαίνονταν να πλήρωναν τον δικό τους φόρο στους Ναΐτες Ιππότες ώστε να τους αφήνουν ήσυχους. Ο Χασάν-ι-Σαμπάχ έφυγε από τον κόσμο το 1124, ζώντας πάντα σαν ερημίτης στην περιβόητη «Αετοφωλιά» του. Οι Ασασίνοι του έζησαν άλλον έναν αιώνα, πριν πέσουν σε παρακμή στις αρχές του 13ου αιώνα, προσυπογράφοντας το τέλος τους. Το φοβερό τάγμα δεν ήταν εκπαιδευμένο για ολομέτωπο πόλεμο, κι έτσι λύγισε εύκολα μπροστά στη μογγολική επιδρομή του 1256. Όσοι επιβίωσαν από τις ρητές ενέργειες των Μογγόλων να τους χαλάσουν, διασκορπίστηκαν σε ισμαηλιτικά κέντρα της Μέσης Ανατολής (Περσία, Αφγανιστάν και Τουρκμενιστάν), διατηρώντας πάντως τη δομή τους, καθώς ο ιμάμης ήταν πάντα συνεχιστής του Ισμαήλ. Όσο για τους Ασασίνους της Συρίας, ήταν οι Μαμελούκοι Τούρκοι αυτοί που έβαλαν την οριστική ταφόπλακα στα κάστρα τους το 1273, επιστρατεύοντας τώρα τους αδάμαστους άλλοτε Ασασίνους στους δολοφονικούς σκοπούς του αιγύπτιου σουλτάνου. Μέχρι τον 14ο αιώνα, δεν ήταν παρά μια μικρή ομάδα αιρετικών του Ισλάμ… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr