Λένε συχνά ότι στον κόσμο της στρογγυλής θεάς δεν έχει τόση σημασία τι ξέρεις, αλλά ποιον ξέρεις, και πουθενά δεν είναι πιο ακριβές αυτό από την περίπτωση του ισραηλινού μεγαλομάνατζερ που σφραγίζει τη μοίρα ποδοσφαιριστών, ομάδων και παραγόντων με ένα του τηλεφώνημα! Το πανίσχυρο αφεντικό των ποδοσφαιρικών συμφωνιών και ο απόλυτος μεσάζοντας στα συμβόλαια-μαμούθ ανήκει σε μια μικρή ελίτ «σούπερ μάνατζερ», όπως τους λένε χαρακτηριστικά, που έχουν συγκεντρώσει στα χέρια τους τέτοια δύναμη που αντιστρατεύεται πια το ίδιο το ποδόσφαιρο. Οι ατζέντηδες των ποδοσφαιριστών κατηγορούνται πια ανοιχτά από όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές για τα μύρια όσα κακά του σύγχρονου ποδοσφαίρου, καθώς ελέγχουν όλο το φάσμα του αθλήματος. Μάστιγα ή αναγκαίο κακό, λέγεται ότι όταν ο μακροβιότατος σουηδός πρόεδρος της UEFA, Λέναρτ Γιόχανσον, είχε πει πως «πρέπει να θέσουμε κανόνες και πλαίσια για τους μάνατζερ που δρουν ανεξέλεγκτα», είχε κυρίως κατά νου τον Πίνι Ζάχαβι! Τον απόλυτο διαμεσολαβητή δηλαδή μεταξύ παικτών και ομάδων που μετέτρεψε τους ποδοσφαιριστές σε εμπόρευμα και έστειλε την έννοια της διαφάνειας στα αζήτητα της Ιστορίας. Πλέον θεωρείται ευρύτερα ότι κινεί τα νήματα στα μεγαλύτερα πρωταθλήματα της Ευρώπης, παρά το γεγονός ότι ξεκίνησε την εμπλοκή του με την μπάλα σχεδόν κατά λάθος! Γιος χονδρέμπορου στο Τελ Αβίβ και αθλητικογράφος αργότερα, είχε τη στιγμή του τα Χριστούγεννα του 1978, όταν ταξίδεψε στην Αγγλία για να δει την αγαπημένη του ομάδα, τη Λίβερπουλ: κατά την επιστροφή του, συνάντησε στο αεροδρόμιο εντελώς τυχαία τον τότε διευθυντή της ομάδας, Πίτερ Ρόμπινσον, τον οποίο πλησίασε με περισσό θράσος και του πρότεινε να αγοράσει τον καλύτερο ισραηλινό ποδοσφαιριστή της εποχής! Λίγους μήνες αργότερα, ο Άβι Κοέν της Μακάμπι Τελ Αβίβ πήγαινε στη Λίβερπουλ και ο Ζάχαβι είχε αποκτήσει τον πρώτο του πελάτη. Επικοινωνιακότατος και με άνεση σε πολλές ξένες γλώσσες, ο μάνατζερ χτύπησε φλέβα χρυσού όταν ανακάλυψε τον Ρίο Φέρντιναντ και πλέον όργωνε τα μεγαλύτερα ποδοσφαιρικά σαλόνια, διατηρώντας -αμφιθυμικές πια- σχέσεις με τον τότε προπονητή της Γιουνάιτεντ, σερ Αλεξ Φέργκιουσον (για χάρη του οποίου είχε πάει τον Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν στους «Κόκκινους Διαβόλους»), τον καλό του πελάτη Σβεν Γκόραν Έρικσον, τον Αρσέν Βενγκέρ, τον διευθυντή της Τσέλσι, Πίτερ Κένιον, και πάμπολλους ακόμα παράγοντες του διεθνούς ποδοσφαίρου. Η φήμη που τον ακολουθεί ότι φέρνει πάντα σε πέρας δύσκολες μεταγραφικές αποστολές αποφεύγοντας μαεστρικά οποιαδήποτε εμπλοκή σε διασταυρούμενα πυρά τον έχει στέψει βασιλιά των μάνατζερ και έχει τον κολλητό του και ιδιοκτήτη της Τσέλσι, Ρομάν Αμπράμοβιτς, να το προσυπογράφει αυτό. Αν και η μεγαλύτερη δουλειά του δεν ήταν πάντως μεταγραφή ποδοσφαιριστή, αλλά ιδιοκτήτη! Σύμφωνα με δημοσιεύματα έγκυρων αθλητικών εφημερίδων, ήταν ο Ζάχαβι αυτός που ενορχήστρωσε την ομαλή μετάβαση του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών της Τσέλσι από τον Κεν Μπέιτς στον ρώσο μεγιστάνα Αμπράμοβιτς το 2003, από την οποία ξεπήδησε ο ατζέντης πιο πλούσιος από ποτέ. Ζάμπλουτος και ο ίδιος πια, με περιουσία που ξεπερνά τα 70 εκατ. στερλίνες, ο Ζάχαβι κλείνει τώρα τις σκοτεινές δουλειές του (την πώληση ολόκληρων ομάδων!) από τα δυο κινητά του τηλέφωνα, απολαμβάνοντας πάντα τη συζήτηση με ένα καλό κουβανέζικο πούρο στο στόμα. Ελέγχοντας πλήρως την ποδοσφαιρική ομοσπονδία του Ισραήλ, είναι στο απυρόβλητο των εποπτικών αρχών του αθλήματος, δρώντας εντελώς ανεξέλεγκτα…
Πρώτα χρόνια
Ο Πίνχας «Πίνι» Ζάχαβι γεννιέται το 1955 στο Τελ Αβίβ του Ισραήλ ως ένα από τα τέσσερα παιδιά ενός χονδρέμπορου που προμήθευε με οικοδομικά υλικά τα μαγαζιά της πόλης. Οι ευτυχείς για τον ίδιο περιστάσεις θα τον φέρουν μάλιστα συμμαθητή του κατοπινού ιδιοκτήτη της Μακάμπι Χάιφα, λες και η μοίρα είχε προαποφασίσει το επάγγελμά του! Διαχρονικός λάτρης του ποδοσφαίρου, έπαιζε σε τοπικό κλαμπ στα μικράτα του και αργότερα προπονούσε τους μικρούς της ομάδας, την ίδια ώρα που περνούσε τον ελεύθερο χρόνο του στην πατρική επιχείρηση, μαθαίνοντας από πρώτο χέρι τα μυστικά του εμπορίου. Ολοκληρώνοντας τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, γράφεται στο οικονομικό τμήμα του Πανεπιστήμιου του Τελ Αβίβ, αν και τα φορτώνει στον κόκορα μετά τον πρώτο χρόνο σπουδών για να γίνει αθλητικός δημοσιογράφος. Η γνώση του για τη μεγάλη του αγάπη, τη στρογγυλή θεά, θα τον φέρει αμέσως στις μεγαλύτερης κυκλοφορίας αθλητικές εφημερίδες του Ισραήλ, αν και τον ίδιο δεν τον νοιάζει προφανώς η αθλητικογραφία. Χαρακτηριστικό εδώ είναι το επεισόδιο που έλαβε χώρα στο Μπέλφαστ τον Νοέμβριο του 1981, λίγες ώρες πριν από το ματς της Βόρειας Ιρλανδίας με το Ισραήλ για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου, όταν ο απεσταλμένος της μεγαλύτερης ισραηλινής εφημερίδας Πίνι Ζάχαβι συζητά με τον συνάδελφο του Γιόσι Μέλμαν. «Θέλω να μάθεις κάτι από την ιστορία μου», του λέει ο Ζαχάβι και συνεχίζει: «Το μυστικό για την επιτυχία είναι κάθε τέσσερα ή πέντε χρόνια να φεύγεις από τη μια εφημερίδα και να πηγαίνεις σε άλλη. Και αποζημίωση μπορείς να πάρεις και καλύτερο μισθό στη νέα σου δουλειά». Ο Μέλμαν κάνει απορημένος την αφελή ερώτηση: «Σε ενδιαφέρει τόσο πολύ να κερδίζεις χρήματα;». Η απάντηση του Ζαχάβι ήταν μάλλον αναμενόμενη: «Εννοείται. Δεν θέλω να μείνω για πάντα ένας φτωχός δημοσιογράφος»! Κι έτσι από την πρώτη στιγμή χρησιμοποιεί τη δημοσιογραφία ως πρόσχημα για να αναπτύξει σχέσεις με όσους περισσότερους παράγοντες του παγκόσμιου ποδοσφαίρου μπορεί, καταλήγοντας να δημιουργήσει ένα πραγματικά τεράστιο δίκτυο διασυνδέσεων και επαφών. Ταυτοχρόνως, διοργανώνει διεθνή φιλικά στο Ισραήλ, καλεί παίκτες στο παραθαλάσσιο εξοχικό του στο Ισραήλ και κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να τους έχει όλους ικανοποιημένους. Μέχρι και ισραηλινά πορτοκάλια πήγαινε πεσκέσι στο προπονητικό κέντρο της Λίβερπουλ για παίκτες και παράγοντες!
Η γέννηση του ατζέντη για όλες τις βρόμικες δουλειές
Όπως είπαμε, η πρώτη πετυχημένη δουλειά του Ζάχαβι ήρθε το 1979, όταν εργαζόταν ακόμη ως δημοσιογράφος και κατάφερε να πείσει στο αεροδρόμιο Χίθροου τον ισχυρό άνδρα των «Κόκκινων» Πίτερ Ρόμπινσον να αγοράσει έναν ισραηλινό παίκτη! «Γεια σας. Υπάρχει ένας ποδοσφαιριστής στο Ισραήλ που θα έπρεπε να αποκτήσετε», είπε με περίσσιο θράσος στον μεγαλοπαράγοντα της Λίβερπουλ. Λίγο αργότερα, ο αμυντικός Άβι Κοέν πήρε μεταγραφή έναντι 200.000 λιρών από τη Μακάμπι Τελ Αβιβ στη Λίβερπουλ ως ο πρώτος ποτέ Ισραηλινός που αγωνιζόταν στο αγγλικό πρωτάθλημα! Ο Ρόμπινσον του αναθέτει δειλά δειλά τον ρόλο του μεσάζοντα (όχι του μάνατζερ με την πλήρη σημασία του όρου), την ίδια ώρα που ο ευγνώμων Κοέν φροντίζει να τον φέρει σε επαφή με όλους τους αστέρες του αγγλικού ποδοσφαίρου. Την επόμενη χρονιά κανόνισε να πάει δανεικός από τη Μάντσεστερ Σίτι στη Μακάμπι Τελ Αβίβ ένας αμυντικός και από τη γενναία αμοιβή που πήρε γλυκάθηκε. Την αθλητικογραφία δεν την άφησε βέβαια μέχρι το 1988, όταν είχε πια αρκετά ονόματα στο πελατολόγιό του και αποφάσισε να αφιερωθεί στο μανατζεριλίκι. Το 1990 κανόνισε τη μεταγραφή ενός ακόμα ισραηλινού παίκτη (Ρόνι Ρόζενταλ) από τη Σταντάρ Λιέγης στη Λίβερπουλ, θέτοντας τα θεμέλια μιας ανεπανάληπτης καριέρας που μόλις ξεκινούσε. Η επιρροή και ο κύκλος των γνωριμιών του αυξήθηκαν καθοριστικά στη δεκαετία του 1990, όταν η χάρη του έφτασε μέχρι και στους συλλόγους της Λατινικής Αμερικής. Μια από τις πρώτες προσωπικές του επιτυχίες ήταν όταν έβαλε στο πελατολόγιό του τον στράικερ της Χιλής, Μαρσέλο Σάλας! Αν και πουθενά δεν θα είχε μεγαλύτερο λόγο από το αγγλικό πρωτάθλημα, εκεί που οι προσωπικές του σχέσεις με τον Κένι Νταλγκλίς και τον Άλεξ Φέργκιουσον θα του φέρουν συμβόλαια με το τσουβάλι. Τη δύναμή του την απέδειξε όταν έφερε έναν ακόμα Ισραηλινό στο Νησί, εντελώς άγνωστος αυτός, τον οποίο περιέφερε από τη Σαουθάμπτον μέχρι και τη Γουέστ Χαμ! Η σημασία της συμφωνίας είχε διπλό ρόλο για τον Ζάχαβι, καθώς οι επαφές του με τη Γουέστ Χαμ θα τον έφερναν κοντά στο «χρυσωρυχείο» Ρίο Φέρντιναντ, για τον οποίο είπε αργότερα ότι «τον έχω σαν γιο μου». Κάτω από την μπαγκέτα του Πίνι, ο Ρίο μετακινείται από τη Γουέστ Χαμ στη Λιντς το 2000 έναντι 18 εκατ. λιρών και δύο χρόνια αργότερα καταφτάνει στο «Ολντ Τράφορντ» για άλλα 30 εκατομμύρια. Η προσωπική αμοιβή του Ζάχαβι ανήλθε στα 1,13 εκατ. στερλίνες! Μεγάλος γνώστης του παγκόσμιου ποδοσφαίρου και σωστός κυνηγός ταλέντων, ο Πίνι έγινε προσωπικός φίλος τόσο του σερ Άλεξ Φέργκιουσον όσο του Σβεν Γκόραν Έρικσον (προπονητή τότε της Μπενφίκα), προμηθεύοντάς τους παίκτες με το τσουβάλι. Πλέον ήταν πίσω από κάθε μεγάλη μεταγραφή της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (όπως του Γιαπ Σταπ στη Λάτσιο έναντι 16,5 εκατ. στερλινών και την απόκτηση του Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν το 2001 έναντι 28,1 εκατ. λιρών). Πουθενά βέβαια δεν είχε περισσότερη εμπλοκή από τις τύχες της Τσέλσι, καθώς ήταν ο κινητήριος μοχλός πίσω από τις παρασκηνιακές διαβουλεύσεις για την άφιξη του ρώσου μεγιστάνα Ρομάν Αμπράμοβιτς στην ομάδα το 2003. Όλοι οι παίκτες που κατέφτασαν μετά στην Τσέλσι είχαν την υπογραφή του Ζάχαβι! Από τα 111 εκατ. στερλίνες που ξόδεψε για μεταγραφές εκείνο το καλοκαίρι ο Αμπράμοβιτς, τα 5 εκατομμύρια πήγαν στις τσέπες του μάνατζερ. Σερ Αλεξ Φεργκιουσον και Σβεν Γκόραν Έρικσον έπιναν νερό στο όνομά του, εκτιμώντας τις αδιαμφισβήτητες γνώσεις του στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο και δίνοντάς του έτσι τη δυνατότητα να βάζει το χεράκι του πίσω από κάθε σχεδόν μετακίνηση παίκτη προς και από τα δύο φημισμένα κλαμπ. Ο Ζάχαβι δεν περιοριζόταν φυσικά στο Νησί, καθώς το καλοκαίρι του 2003 ήταν αυτός που διαπραγματεύτηκε τη μεταγραφή του Ντέιβιντ Μπέκαμ στη Ρεάλ Μαδρίτης και βοήθησε μάλιστα τον Ζοάν Λαπόρτα να κερδίσει τις εκλογές για την προεδρία της Μπαρτσελόνα! Ως αντάλλαγμα, ο νέος ισχυρός άντρας των Καταλανών αγόρασε τον άνεργο πελάτη του Ζάχαβι (και πρώην τερματοφύλακα της Φενερμπαχτσέ) Ρουστού Ρετσμπέρ. Οι μεγαλύτερες δουλειές του περιλαμβάνουν τον γάμο Τσέλσι- Αμπράμοβιτς (λίγες ώρες μάλιστα πριν κηρύξει πτώχευση ο λονδρέζικος σύλλογος!), τη μεταγραφή του Ρίο Φέρντιναντ στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (που τον έχρισε τον πιο ακριβοπληρωμένο αμυντικό στον κόσμο), τη διαπραγμάτευση της μεταγραφής του Μπέκαμ στη Ρεάλ, τη μεταγραφή του Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, την απόκτηση των Χαβιέρ Μασεράνο και Κάρλος Τέβες (ισόβιων πελατών του) από τη Γουέστ Χαμ, τη μεταγραφή του Γιακούμπου Αγιεκμπένι στη Μίντλεσμπρο, όλες μα όλες τις μεταγραφές της Τσέλσι κατά το πρώτο καλοκαίρι του Αμπράμοβιτς, την αγορά της Πόρτσμουθ από τον Αλεξάντερ Γκάινταμακ, τη μεταγραφή του Ντρογκμπά στην Τσέλσι και όλες φυσικά τις μεταγραφές ισραηλινών παικτών στην Αγγλία (Μπεναγιούν, Ταλ, Μπέρκοβιτς, Ρόσενταλ, Κοέν κ.λπ.). Στους καλύτερούς του φίλους και συνεργάτες περιλαμβάνονται οι Ρομάν Αμπράμοβιτς, Αλεξάντερ Γκάινταμακ, σερ Αλεξ Φέργκιουσον, Σβεν Γκόραν Έρικσον, Γκρέιαμ Σούνες, Κένι Νταλγκλίς , Κάρλος Αλμπέρτο, Μπόρις Μπερεζόφσκι και τόσοι ακόμα. Οι παρασκηνιακές του δράσεις στη μετακίνηση πολλών παικτών έχουν φέρουν αρκετές φορές τις διωκτικές αρχές στο κατόπι του, αν και ο Πίνι τη σκαπουλάρει συνήθως λόγω της ιδιότητας μέλους που έχει στην Ισραηλινή Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, την οποία φέρεται να ελέγχει ολοκληρωτικά. Ταυτοχρόνως, στη χώρα του είναι μεγαλοπαράγοντας, αφού κατέχει ακόμα και την εταιρεία που διαχειρίζεται τα δικαιώματα των τηλεοπτικών μεταδόσεων των κορυφαίων πρωταθλημάτων του κόσμου στο Ισραήλ, και μοιάζει να είναι στο απυρόβλητο των ευρωπαϊκών και διεθνών ποδοσφαιρικών ενώσεων. Η υπεροχή του έναντι των συναδέλφων του είναι δεδομένη, καθώς ο Πίνι αγοράζει και πουλά ομάδες και πλέον εξαγοράζει δικαιώματα νεαρών ποδοσφαιριστών σε όλο τον κόσμο, τους οποίους ο ίδιος καθιερώνει κατόπιν σε μεγάλα ευρωπαϊκά κλαμπ. Οι διεθνούς φήμης μπαλαδόροι Χαβιέρ Μασεράνο και Κάρλος Τέβες ανήκουν στην εταιρεία που έχει ιδρύσει και κερδοσκοπεί με τις μεταγραφές ως τρίτος εταίρος. Η διαπραγμάτευση των δύο «εμπορευμάτων» τού έχει αποφέρει άλλα 5 εκατ. στερλίνες.
Ο Πίνι έχει στήσει ένα τεράστιο δίκτυο σκάουτερ σε όλο τον κόσμο, ρίχνοντας το βάρος στη Νότια Αμερική και την Αφρική. Ταυτοχρόνως, κατέχει μερίδιο στη μεγαλύτερη ομάδα του αργεντίνικου μηχανοκίνητου αθλητισμού. Στην προσωπική του ζωή, είναι χήρος και πατέρας δύο παιδιών, ενώ παρά τα πολλά εκατομμύριά του συνεχίζει να μένει σεμνά και ταπεινά σε ένα παραθαλάσσιο σπίτι στα βόρεια του Τελ Αβίβ και να νοικιάζει ένα διαμερισματάκι στο Λονδίνο… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr