Ο ερημίτης μοναχός της τεχνικής διαλογισμού ζεν πληροφορήθηκε κάποια στιγμή ότι ένας μαθητής του είχε συντάξει μια σύντομη βιογραφία του συνοψίζοντας τα διδάγματα και τις παραδόσεις του. Ο ταπεινός δάσκαλος που δεν είχε γράψει στη ζωή του ποτέ και τίποτα έμοιαζε έκπληκτος από το γεγονός ότι κάποιος θεώρησε σημαντικά αυτά που είχε πει, αν και ήταν απρόθυμος να συμβάλει στο έργο του μαθητή του. Όταν ο τελευταίος τον ρώτησε μια μέρα τι τίτλο θα ήθελε να πάρει το πόνημα, απάντησε αδιάφορα: «Το να τυπωθεί αυτό το πράγμα δεν είναι δική μου ιδέα. Τι όνομα μπορώ να βρω για ένα τέτοιο τραχύ μείγμα από λάσπη και νερό;». «Λάσπη και νερό» τιτλοφορήθηκε λοιπόν το βιβλίο που απαθανατίζει το εξαίσιο δίδαγμα του βουδιστή μοναχού ως υπόμνηση λες στην εγγενή ασάφεια από τη μια και τη διαυγή καθαρότητα από την άλλη των λεγομένων του. Ο μοναχικός δρόμος που ακολούθησε ο Μπασούι Τοκούσο, ο οποίος υπέβαλε τη ζωή του σε έναν ασκητισμό που επισκίαζε τις εξωτερικές εκδηλώσεις του βίου για χάρη της εσωτερικής πνευματικότητας, μπορεί να συνοψιστεί στο διαχρονικό ερώτημά του: «Ποιος είναι αυτός που ακούει, βλέπει και καταλαβαίνει;». Όλα ξεκίνησαν όταν αναρωτήθηκε, παιδί ακόμα, «τι είναι αυτό που το λένε ψυχή;»…
Πρώτα χρόνια
Ο βίος του Μπασούι μοιάζει εξωτερικά λες και δεν συνέβη ποτέ τίποτα, μιας και η δική του περιπέτεια με τα εγκόσμια ήταν επιφανειακή, καθώς ο σκοπός της ζωής του ήταν ένα κακοτράχαλο μονοπάτι προς τη γνώση και την επιφοίτηση. Την ίδια ώρα, το μόνο πόνημα που αποκαλύπτει επιγραμματικά τα του βίου του, το «Λάσπη και νερό», σπανίως αναφέρεται στα επιτεύγματα ή τη δράση του, μιας και το μόνο που φαίνεται να το αφορά είναι να διηγηθεί το υπερβατικό μονοπάτι που ακολούθησε ακάματα. Ο Μπασούι Τοκούσο γεννιέται λοιπόν το 1327 μέσα σε οικογένεια της κάστας των σαμουράι, αν και δεν θα διεκδικούσε ποτέ τα προνόμια της τάξης του. Η μητέρα του είχε ονειρευτεί ότι κυοφορούσε έναν δαίμονα και για να σπάσει η κατάρα εγκατέλειψε το νεογέννητο στο οικογενειακό κτήμα, όπου το βρήκε ένας υπηρέτης και το ανέθρεψε σαν δικό του. Ο βιολογικός του πατέρας πέθανε όταν ο Μπασούι ήταν τεσσάρων ετών, προσυπογράφοντας λες μια «αδέσποτη» ζωή ορφάνιας, ατυχίας και μοναξιάς. Στην κηδεία του, ο μικρός Μπασούι αναρωτιέται για τη φύση της ψυχής και ρωτά τον ιερέα για τη θνητότητά μας, σκιαγραφώντας τις κατοπινές του αναζητήσεις. Τα παιδικά του χρόνια περνούν χωρίς άλλες τραγωδίες και το μοναχικό αγόρι μαθαίνει να ζει μέσα στον στοχασμό του, αναζητώντας απαντήσεις στα προαιώνια ανθρώπινα ερωτήματα…
Είκοσι χρόνια περιπλάνησης και αμφισβήτησης
Σε ηλικία 20 ετών παίρνει την απόφαση να ακολουθήσει τον δρόμο του μοναχισμού και βρίσκεται σε περίφημο βουδιστικό μοναστήρι για να μαθητεύσει δίπλα σε φωτισμένο δάσκαλο του ζεν. Δεν είναι όμως ένας μαθητής σαν όλους τους άλλους: αρνείται να φορέσει την τελετουργική ρόμπα, αρνείται να ζει συνάμα με τους συμμαθητές του και τελικά να κοιμάται ακόμα και στους κοιτώνες, προτιμώντας να περνά τα βράδια του στην ύπαιθρο έξω από τη μονή. Μια ωραία πρωία, εγκαταλείπει τον δάσκαλο για να περιπλανηθεί στην Ιαπωνία αναζητώντας τον επόμενο σοφότερο βουδιστή μοναχό, ένα μοτίβο ζωής που θα σημαδέψει τις επόμενες δεκαετίες. Κάποια στιγμή θα βρεθεί δίπλα σε έναν ερημίτη μοναχό που είχε περάσει 20 χρόνια σε καθεστώς απόλυτης απομόνωσης πάνω σε ένα βουνό και εντυπωσιάζεται τόσο από τον ασκητικό τρόπο ζωής του όσο και τα διδάγματά του. Ο σοφός δάσκαλος τον προτρέπει να γίνει ιερέας του βουδισμού ώστε να έχουν οι περιπλανήσεις του το κύρος της επίσημης θρησκείας. Ο περιπλανώμενος εδώ και μια δεκαετία Μπασούι ακούει τον λόγο του δασκάλου και φορά τελικά το ιερατικό σχήμα. Πλέον τις ακούραστες περιηγήσεις του θα τις κάνει με τα άμφια του βουδιστή μοναχού, αν και η ελεύθερη καρδιά του δεν υπακούει στα επίσημα διδάγματα της θρησκείας. Αρχίζει λοιπόν να αμφισβητεί την αυθεντία των γραφών και όσο πιο κοντά έρχεται με φημισμένους δασκάλους τόσο περισσότερο απογοητεύεται είτε από την εμμονή τους στο τυπικό του διαλογισμού είτε αντιθέτως από την ελευθεριότητα με την οποία αντιμετωπίζουν τις ιεροτελεστίες. Επιστρέφει λοιπόν στον ερημίτη μέντορά του για να ακολουθήσει τον ίδιο ασκητικό δρόμο, αν και ο δάσκαλος τον συμβουλεύει να λύσει πρώτα τα θρησκευτικά ζητήματά του πριν ακολουθήσει τον δρόμο της απόσυρσης από τα εγκόσμια. Τον προτρέπει να μαθητεύσει δίπλα σε έναν ακόμα τρανότερο δάσκαλο του βουδισμού και ο πιστός μαθητής σπεύδει να ακολουθήσει τη συμβουλή. Οι δύο μήνες που πέρασε στο νέο μοναστήρι δίπλα στον φημισμένο σοφό θα του λύσουν όλες τις απορίες αλλά και τις δεύτερες σκέψεις για το σχήμα, παρά το γεγονός ότι ακολουθεί την ίδια πεπατημένη να μη ζει μέσα στη μονή αλλά έξω στο ύπαιθρο. Ο Μπασούι βρήκε την πολυπόθητη έμπνευση που τόσο αποζητούσε και επέστρεψε κάποια στιγμή ενθουσιασμένος στον ασκητή δάσκαλο της νιότης του, λέγοντας πως είναι επιτέλους έτοιμος να γίνει ερημίτης. Έχοντας περάσει είκοσι ολόκληρα χρόνια περιπλάνησης στα μήκη και τα πλάτη της φεουδαρχικής Ιαπωνίας αναζητώντας την πνευματική αφύπνιση, ο Μπασούι είναι έτοιμος να εγκαταλείψει τον μάταιο εξωτερικό κόσμο για χάρη της θείας εσωτερικότητας. Είχε περάσει εξάλλου από κάθε πόλη και χωριουδάκι, κάθε ναό και μοναστήρι, και δεν είχε κάτι άλλο να μάθει από τη γνώση των ανθρώπων. Στήνει λοιπόν το ταπεινό ερημητήριό του στην επαρχία της γενέτειράς του, αν και από τις συχνές επισκέψεις μαθητών και παλιών δασκάλων συνειδητοποιεί ότι το καταφύγιό του δεν είναι αρκετά μακριά από τον πολιτισμό. Παίρνει λοιπόν τα βουνά και βρίσκεται πια στις εσχατιές της Ιαπωνίας, όπου καταλαγιάζει στο νέο του βασίλειο, μια σπηλιά πάνω σε ένα κακοτράχαλο όρος…
Ο φωτισμένος ερημίτης που όλοι αποκαλούσαν «δάσκαλο»
Εκεί θα αποκτήσει τη φήμη που περιέβαλλε συνήθως τους βουδιστές ερημίτες και από τις επισκέψεις του κόσμου δεν θα γλιτώσει. Πάμπολλοι δάσκαλοι κάνουν τον μακρινό δρόμο να του ζητήσουν συμβουλές αλλά και να τον παρακαλέσουν να διδάξει στους ναούς και τα μοναστήρια τους, κι εκείνος «όχι» δεν μπορεί να πει από σεβασμό στην ταλαιπωρία τους. Κάθε φορά που κατεβαίνει όμως για να ξαναβρεθεί ανάμεσα στους ανθρώπους, κάθε φορά εξοργίζεται από τον τρόπο ζωής και τις επιφανειακές διδασκαλίες: τα κηρύγματα των συγχρόνων του δεν είναι ξεκάθαρα επαρκή για τον σκληροπυρηνικό ερημίτη. Σε ηλικία 51 ετών παίρνει και πάλι τον δρόμο για τη μοναξιά επιλέγοντας ένα ακόμα πιο δύσβατο βουνό, θέλοντας εξόφθαλμα να αποθαρρύνει τους επίδοξους επισκέπτες. Η φήμη του είναι όμως πιο ελκυστική απ’ όσο αποθαρρυντική είναι η απομόνωσή του, κι έτσι δεν γλιτώνει από τους εκατοντάδες φιλόδοξους μαθητές που συνωστίζονται πια στις απάτητες βουνοκορφές για έναν δικό του λόγο. Ο Μπασούι μαλακώνει από τη δίψα των νεαρών να διδαχθούν από τη σοφία του και αποφασίζει να στήσει το νέο του ερημητήριο σε ένα πιο φιλόξενο περιβάλλον. Τώρα αποκαλεί το καλυβάκι του «ναό» και αποδέχεται την προσφώνηση «δάσκαλος», αν και συνεχίζει να ζει ερημίτης και κωφεύει στις ικεσίες να στήσει δικό του μοναστήρι. Αρνείται ακόμα και τις πάμπολλες προσφορές να γίνει ηγούμενος σε καθιερωμένα μοναστήρια, καθώς ο δικός του δρόμος είναι μοναχικός. Τα τελευταία αυτά χρόνια της ζωής του ο Μπασούι μεταλαμπάδευσε τη γνώση του σε εκατοντάδες μαθητές, διδάσκοντας με το σύνηθες ανεπίσημο στιλ του σε κήπους και ύπαιθρο. Οι πιστοί ακόλουθοί του τον αποκαλούν τώρα «αυτός που ακούει το κλάμα του απλού ανθρώπου και τον σώζει». Βλέποντας πως φτάνουν τα στερνά του, έχτισε με τα χέρια του έναν βωμό στον «ναό» του και ζήτησε να ενταφιαστεί εκεί. Το 1387, σε ηλικία 60 ετών, ο Μπασούι Τοκούσο πέθανε και η επιθυμία του εισακούστηκε.
Η διδασκαλία του
Πώς αποκρυσταλλώθηκε όμως η ισόβια αναζήτησή του για τη γνώση σε λέξεις; Αποδεσμευμένος από το λατρευτικό τελετουργικό και τις παραδοσιακές διδασκαλίες του παρελθόντος, ο Μπασούι κατέληξε σε μια τεχνική ζεν διαλογισμού που ήταν ταυτοχρόνως απλή αλλά και ιδιαιτέρως καρποφόρα. Η διδασκαλία του είναι σαφώς εγγεγραμμένη στο άρμα του βουδισμού και οι λεπτές της διαφοροποιήσεις δεν μπορούν ενδεχομένως να γίνουν αντιληπτές στα μάτια του δυτικού ακροατηρίου, για τον βουδισμό και το ζεν παραμένει όμως ένα από τα μεγάλα κεφάλαια, μια κολοσσιαία συνεισφορά που λειτουργεί συμπληρωματικά -και συχνά αντιθετικά!- με τις επίσημες γραφές. Το δικό του ζεν δεν θα διδασκόταν βέβαια σε ναούς και μοναστήρια, παρά στα καταφύγια των ερημιτών και τα προσωρινά καταλύματα των περιπλανώμενων αναζητητών. Ο Μπασούι απέρριψε την προσκόλληση στο τελετουργικό του δόγματος και την ίδια στιγμή την ανενδοίαστη ελευθερία έκφρασης των τυπικών του βουδισμού, βρίσκοντας τον τρίτο δρόμο της εσωτερικής ισορροπίας. Το δικό του ζεν δεν ήταν τίποτα άλλο από την προσπάθεια να καταβυθιστεί στον ψυχισμό του και να δει με ειλικρίνεια τον εαυτό του, αναγνωρίζοντας και αποδεχόμενος τη φύση του. Το κατά Μπασούι ζεν δεν παγιδεύεται σε τελετουργικά, τυπικά και γραφές, αλλά είναι μια γενεσιουργός δύναμη που πηγάζει από μέσα μας. Όταν εξάλλου «έχεις να κάνεις με τα μεγαλύτερα θέματα της ζωής και του θανάτου», λίγες ιεροτελεστίες έχουν σημασία. Ο ερμητικός φιλοσοφικός δρόμος του Μπασούι θα τον φέρει να απορρίψει την αποτελεσματικότητα «των καλοδιατυπωμένων δηλώσεων, του γραπτού λόγου, της λογικής και του καθήκοντος, της διάκρισης και της κατανόησης», αφήνοντας την ψυχή ανοιχτή και δεκτική στα ερεθίσματα του καθαρού κόσμου. Όπως το λέει εξάλλου και ο ίδιος σε μια από τις λιγοστές επιστολές του (σε έναν σογκούν): «Αν το μυαλό σου παραμείνει προσκολλημένο σε οποιαδήποτε μορφή συναισθήματος ή επηρεάζεται από τη λογική και την εννοιολογική σκέψη, τότε θα είσαι τόσο μακριά από την πραγματική αντίληψη όσο είναι ο ουρανός από τη γη». Το μονοπάτι του Μπασούι βασίστηκε στην ίδια αρχή που σκιαγράφησε ήδη από παιδί, καθώς πάντα προκαλούσε λεκτικά τους συνομιλητές του για να μάθει ποιος σκέφτεται, ποιος μιλά, ποιος ακούει και ποιος νιώθει. Και βέβαια η νοητική διερεύνηση ήταν γι’ αυτόν η πραγματική ανθρώπινη φύση αλλά και το μοναδικό πράγμα που έχει να κάνει κάποιος στον επίγειο κόσμο: «Να ελευθερωθεί κάποιος από τα δεσμά του είναι εύκολο, το δύσκολο είναι ο τρόπος της απελευθέρωσης». Η αυτογνωσία ήταν η κατακλείδα της περιπλάνησής του στη ζωή… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr