Μια μεγάλη διεθνής επιστημονική κοινοπραξία κατάφερε, μετά από πολυετείς προσπάθειες, να αποκωδικοποιήσει σχεδόν όλο το γονιδίωμα του μαλακού σιταριού, γεγονός που αναμένεται να ανοίξει το δρόμο για την καλύτερη διατροφή του παγκόσμιου πληθυσμού, χάρη στη βελτίωση των σχετικών αγροτικών καλλιεργειών.
Το τι θα σημαίνει αυτό για το ψωμί που τρώμε και κατά πόσο θα προέρχεται από γενετικά τροποποιημένα φυτά, είναι κάτι που θα φανεί στο μέλλον.
Οι πάνω από 1.000 ερευνητές από 57 χώρες, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science», σύμφωνα με το «Nature», εξέφρασαν την αισιοδοξία τους ότι, όταν «διαβάσουν» πλήρως το άκρως πολύπλοκο γονιδίωμα του μαλακού σιταριού (Triticum aestivum), θα έχουν για πρώτη φορά στα χέρια τους ένα πολύτιμο γενετικό εργαλείο για να εισάγουν συγκεκριμένα γονίδια στο φυτό, έτσι ώστε να δημιουργήσουν νέες και πιο ανθεκτικές ποικιλίες, αλλά και με μεγαλύτερες αποδόσεις.
Η παγκόσμια ζήτηση για σιτάρι αυξάνει συνεχώς, καθώς αυξάνει και ο πληθυσμός της Γης. Όπως έχει συμβεί με το ρύζι και με άλλα δημητριακά, το πλήρες γονιδίωμα του σιταριού (που αναμένεται να ολοκληρωθεί μέσα στην επόμενη τριετία) θα επιτρέψει τη βελτίωση των καλλιεργειών του διεθνώς.
Το σιτάρι περιέχει συνολικά 42 χρωμοσώματα (21 ζεύγη) και πάρα πολλές επαναλήψεις ίδιων γονιδίων, από τα οποία έως τώρα έχουν εντοπιστεί γύρω στα 124.000, τουλάχιστον πενταπλάσια από το ανθρώπινο DNA. Αρκετά γονίδια είναι ζωτικά για τη γεωργία, καθώς αφορούν την ποιότητα των σπόρων, την αντοχή στις αρρώστιες και το περιβάλλον κ.α.
Η έως τώρα γενετική ανάλυση δείχνει ότι το σύγχρονο φυτό του σιταριού έχει προέλθει από αλλεπάλληλες αρχαίες διασταυρώσεις μεταξύ διαφορετικών ειδών, με αποτέλεσμα σήμερα να αποτελείται από τρία σχεδόν ίδια «υπογονιδιώματα», το καθένα από τα οποία περιέχει επτά ζεύγη χρωμοσωμάτων.
Καμία άλλη καλλιέργεια δεν καταλαμβάνει τόσο μεγάλη έκταση του πλανήτη μας όσο το σιτάρι και η παγκόσμια ετήσια παραγωγή του φθάνει τα 700 εκατ. τόνους (είναι τρίτο σε ποσότητα μετά το καλαμπόκι και το ρύζι). Αποτελεί την κυριότερη πηγή φυτικών πρωτεϊνών για τον άνθρωπο, παρέχοντας στην ανθρωπότητα το ένα πέμπτο περίπου (20%) των διατροφικών θερμίδων της. Το πλεονέκτημα του σιταριού ως τροφίμου είναι ότι αποθηκεύεται εύκολα και εξίσου εύκολα μετατρέπεται σε αλεύρι.
Η πρώτη πλήρης «ανάγνωση» (αλληλούχιση) του γονιδιώματος ενός φυτού είχε γίνει το 2000 και αφορούσε ένα ζιζάνιο (Arabidopsis thaliana).