Παράλληλα με την έρευνα για την παραγωγή εμβολίου, εξετάζεται παγκοσμίως κατά πόσο ήδη υπάρχοντα φάρμακα μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του κορονοϊού. Αυτό θα εξοικονομούσε πολύτιμο χρόνο, σώζοντας άμεσα ζωές, αναφέρει σε σχετικό της ρεπορτάζ η Deutsche Welle.
Ίσως δεν είναι απαραίτητο να βρεθεί ένα νέο φάρμακο κατά του νέου κορονοϊού, SARS CoV-2. Υπάρχουσες δραστικές ουσίες ενδεχομένως να μπορούσαν να βοηθήσουν στον αγώνα κατά του ιού. Τα πλεονεκτήματα που θα είχε η επέκταση των θεραπευτικών ενδείξεων υπαρχόντων φαρμάκων είναι προφανή. Άλλωστε κάτι τέτοιο δε θα κόστιζε μόνο λιγότερο, αλλά κυρίως θα μπορούσε να μειώσει τις μακροχρόνιες κλινικές δοκιμές, σώζοντας άμεσα ανθρώπινες ζωές.
Υπάρχουν μέχρι στιγμής παγκοσμίως τουλάχιστον 68 μελέτες παρασκευής εμβολίων. Βέβαια, ακόμα κι αν το εμβόλιο είναι έτοιμο μέσα στο 2020, η Γερμανική Φαρμακευτική Ένωση θεωρεί ότι οι μαζικοί εμβολιασμοί είναι απίθανο να ξεκινήσουν φέτος στη Γερμανία. Συνεπώς, η μόνη εναλλακτική λύση είναι είτε περαιτέρω μήνες απομόνωσης ή θεραπεία με υπάρχοντα φάρμακα.
Ο αγώνας κατά του κορονοϊού με ήδη υπάρχοντα φάρμακα
Τα αντιιικά φάρμακα έχουν σχεδιαστεί για να αναστέλλουν τον πολλαπλασιασμό των ιών ή να τους εμποδίζουν να εισέλθουν στα κύτταρα. Τέτοια φάρμακα υπάρχουν για παράδειγμα κατά της εποχικής γρίπης, της ηπατίτιδας C, του HIV, του Έμπολα, αλλά και κατά των δύο ασθενειών SARS και MERS, που προκαλούνται επίσης από κορονοϊούς. Επιπλέον εξετάζονται φάρμακα που ήδη χρησιμοποιούνται κατά της ελονοσίας, των οποίων η αποτελεσματική δράση κατά των ιών είναι μία πρόσφατη ανακάλυψη.
Ο νέος παθογόνος ιός SARS-CoV-2 θεωρείται παραλλαγή του παθογόνου SARS, που πρωτοεμφανίστηκε σε ανθρώπους το 2002. Το αντιικό ρεμντεσιβίρη, το οποίο είχε αρχικά στόχο να χρησιμοποιηθεί κατά της λοίμωξης του ιού Έμπολα, φάνηκε στην πορεία ότι είχε επίσης θετική δράση κατά των κορωνοϊών SARS και MERS. Ωστόσο η ρεμντεσιβίρη, που παρασκευάστηκε από την αμερικανική φαρμακευτική εταιρεία Gilead Sciences δεν έχει ακόμα εγκριθεί επίσημα σε καμία χώρα, αφού οι κλινικές δοκιμές βρίσκονται σε εξέλιξη σε ΗΠΑ και Κίνα.
Επικέντρωση στη χλωροκίνη
Το γνωστό φάρμακο κατά της ελονοσίας Resochin έχει συζητηθεί επίσης πολύ τελευταίες εβδομάδες, κι αυτό δεν οφείλεται μόνο στις δηλώσεις του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για τη θετική δράση του. Η δραστική ουσία του φαρμάκου, η χλωροκίνη, χρησιμοποιήθηκε προηγουμένως ως προφύλαξη από την ελονοσία. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο σπανίως συνταγογραφείται.
Σε δοκιμές στη Μασσαλία, το δραστικό συστατικό χλωροκίνη φαίνεται να αναστείλει τον πολλαπλασιασμό του νέου κορονοϊού σε κυτταρικές καλλιέργειες, μειώνοντας έτσι τα συμπτώματα των ασθενών. Παράλληλα, στη Γερμανία, η Bayer προσαρμόζει αυτό το διάστημα τις βιομηχανικές της εγκαταστάσεις για την παρασκευή του Resochin.
Ελπίδες υπάρχουν όμως και για ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση του HIV και είναι συνδυασμός των δραστικών συστατικών λοπιναβίρη και ριτοναβίρη. Το αντίστοιχο φάρμακο Kaletra της αμερικανικής φαρμακευτικής εταιρίας AbbVie έχει ήδη χρησιμοποιηθεί σε κλινικές μελέτες στην Κίνα, στην Ταϊλάνδη και στην Σιγκαπούρη ως θεραπεία κατά του COVID-19. Ωστόσο τα αποτελέσματα δεν είναι ακόμη σαφή.
Μια παγκόσμια μελέτη «Αλληλεγγύης»
Προκειμένου να αποσαφηνιστεί η καταλληλότητα ήδη υπαρχόντων φαρμάκων το συντομότερο δυνατόν, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων απευθύνθηκε σε εταιρίες και ερευνητικά ιδρύματα για τη διεξαγωγή κοινών πολυεθνικών και συντονισμένων μελετών.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) ανακοίνωσε πρόσφατα μια μελέτη μεγάλης κλίμακας: H μελέτη SOLIDARITY (Αλληλεγγύη), όπως ονομάζεται, αποσκοπεί στη κλινική μελέτη της αποτελεσματικότητας τεσσάρων φαρμάκων κατά του νέου κορονοϊου. Παρά τον ανταγωνισμό μεταξύ τους, αρκετές από τις κορυφαίες φαρμακευτικές εταιρίες πρόκειται να συνεργαστούν, ώστε να αναπτύξουν και να παρασκευάσουν νέα φάρμακα και εμβόλια για τη θεραπεία του COVID-19. Σε πρώτο στάδιο στόχος είναι να καταστούν αμοιβαία διαθέσιμες οι κλινικές μελέτες φαρμακευτικών ουσιών, οι οποίες εμπεριέχουν σημαντικά στοιχεία για την ασφάλεια και την δράση τους.