Η αϋπνία επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό βασικές ορμόνες του οργανισμού, μία από τις οποίες είναι η λεπτίνη. Ο ρόλος της ορμόνης αυτής είναι η καταστολή της όρεξης.
Έτσι, λοιπόν, το κύριο χαρακτηριστικό που συνδέει την αϋπνία με την παχυσαρκία είναι αρκετά λιγότερος ύπνος, που μειώνει τα επίπεδα της λεπτίνης, αυξάνοντας κατά πολύ το αίσθημα της πείνας.
Το αποτέλεσμα είναι τα άτομα αυτά να πεινούν περισσότερο και να καταφεύγουν σε όχι υγιεινά, πυκνά θερμιδικά και μεγάλης ποσότητας τρόφιμα!
Μία ακόμη ορμόνη είναι η αυξητική ορμόνη, όπου η ελαττωμένη παραγωγή της, εξαιτίας του προβληματικού ύπνου, συνδέεται με την παχυσαρκία.
Μελέτες έχουν δείξει ότι τα άτομα που υποφέρουν από αϋπνίες παρουσιάζουν αυξημένη κατανάλωση θερμίδων, αφού προσπαθούν να αντεπεξέλθουν στην αϋπνία τους «τσιμπολογώντας». Υπάρχει όμως μία εξήγηση: τα άτομα αυτά παρουσιάζουν προβλήματα στην επεξεργασία της γλυκόζης του αίματος.
Έτσι, η ινσουλίνη δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στα αυξημένα επίπεδα της γλυκόζης και αυτό προκαλεί ένα συνεχόμενο συναίσθημα έντονης πείνας, κάτι παρόμοιο με τους διαβητικούς.
Από αϋπνίες επίσης υποφέρουν και άνθρωποι καταθλιπτικοί, στους οποίους παρατηρείται αύξηση του σωματικού βάρους. Αυτό οφείλεται σε νυχτερινή υπερφαγία, καταφεύγοντας κυρίως στην κατανάλωση υδατανθράκων και γλυκών, εξαιτίας των μειωμένων επιπέδων σεροτονίνης του εγκεφάλου.
Πηγή: myself.gr