Άγνωστους έως τώρα γενετικούς παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα κάποιος να εμφανίσει ακμή στο πρόσωπο ή σε άλλο σημείο του σώματος έφερε στο φως μια νέα μεγάλη γενετική μελέτη.
Η βρετανική έρευνα -με πρώτο συγγραφέα έναν Έλληνα επιστήμονα της διασποράς- τον δρ Χρήστο Πετρίδη του Τμήματος Ιατρικής και Μοριακής Γενετικής, απόφοιτο του Δημοκρίτειου, δημιουργεί ελπίδες για νέου τύπου θεραπείες στο μέλλον.
Οι ερευνητές του Βασιλικού Κολεγίου του Λονδίνου που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature Communications» ανέλυσαν το DNA 26.700 ατόμων, εκ των οποίων 5.600 με ακμή.
Η ακμή είναι μια συχνή άκρως κληρονομική χρόνια φλεγμονώδης πάθηση του δέρματος του προσώπου, του στήθους και της πλάτης. Οι βιολογικοί μηχανισμοί εκδήλωσής της δεν έχουν κατανοηθεί καλά. Συνήθως εμφανίζεται κατά την εφηβεία, μπορεί να διαρκέσει για δεκαετίες και να αφήσει μόνιμα σημάδια έως στο 20% περίπου των ασθενών. Έως το 80% των ανθρώπων 11 έως 30 ετών μπορεί να εμφανίσουν ήπια ή σοβαρότερη ακμή.
Η ακμή μπορεί να έχει σοβαρές συναισθηματικές και ψυχολογικές συνέπειες και έχει συσχετισθεί με αυξημένη πιθανότητα εκδήλωσης κατάθλιψης, ανεργίας και τάσεων αυτοκτονίας. Η σοβαρή ακμή αντιμετωπίζεται με τοπικά φάρμακα, τα οποία όμως είναι συχνά αναποτελεσματικά και όχι καλά ανεκτά λόγω παρενεργειών όπως οι μυϊκοί πόνοι και η ξηροδερμία ή οι κίνδυνοι για τις εγκύους, συνεπώς υπάρχει μεγάλη ανάγκη για νέες καλύτερες θεραπείες.
Έως τώρα είχαν εντοπισθεί πέντε γονιδιακές περιοχές κινδύνου, ενώ η νέα μελέτη εντόπισε 15, εκ των οποίων τις 12 για πρώτη φορά. Η μελέτη ανακάλυψε ότι πολλοί από αυτούς τους γενετικούς παράγοντες εμπλέκονται επίσης στο σχηματισμό των θυλάκων των τριχών.