Ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του μαστού στις γυναίκες που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ, σε σχέση με τις άλλες γυναίκες του γενικού πληθυσμού, είναι αυξημένος κατά 15-25%.
Η παχυσαρκία και η έλλειψη άσκησης, που παρατηρούνται πιο συχνά στις διαβητικές γυναίκες, αποτελούν παράγοντες για την ανάπτυξη του καρκίνου του μαστού, επισήμανε ο επίκουρος καθηγητής παθολογίας στο ΔΠΘ, Νικόλαος Παπάνας, στο πλαίσιο του 25ου Συνεδρίου της Διαβητολογικής Εταιρείας Βορείου Ελλάδας, το οποίο διεξάγεται στη Θεσσαλονίκη.
Στις διαβητικές γυναίκες που κάνουν θεραπεία και έχουν προσβληθεί από καρκίνο του μαστού έχει παρατηρηθεί επιδείνωση της κατάστασής τους.
«Υπάρχουν έρευνες για τη σχέση του καρκίνου του μαστού με τη θεραπεία που λαμβάνεται για τον σακχαρώδη διαβήτη, από τις οποίες προκύπτει ότι κάποια υπογλυκαιμικά δισκία είναι λίγο πιο καλά και κάποια λίγο πιο επιβαρυντικά. Όσον αφορά τη χρήση ινσουλίνης έγινε μια προσπάθεια να διαπιστωθεί αν αυξάνει αυτόν τον κίνδυνο. Όμως ενώ υπάρχουν ευρήματα, τα οποία από στατιστική άποψη ήταν σημαντικά, δεν υπάρχει καμία οδηγία από επιστημονικές κοινότητες για το αν θα πρέπει να αποφεύγεται ή να προτιμάται η χρήση ινσουλινης» τόνισε ο κ Παπάνας.
Για την πρόληψη της εμφάνισης του καρκίνου του μαστού ο κ Παπάνας συνιστά στις διαβητικές γυναίκες να ακολουθούν μία καλύτερη διατροφή, να χάσουν βάρος και να θηλάσουν τα παιδιά τους.
«Είναι εντυπωσιακό ότι οι υγιείς γυναίκες αλλά και εκείνες που έχουν είτε πραγματικό είτε προσωρινό διαβήτη εγκυμοσύνης , εάν θηλάσουν προστατεύονται οι ίδιες από τις διαταραχές των λιπιδίων και το νεογνό τους από την ανάπτυξη διαβήτη τύπου ΙΙ κλπ» ανέφερε ο κ Παπάνας.
Παράλληλα τόνισε ότι μία διαβητική γυναίκα που θηλάζει μπορεί να παίρνει μόνο ινσουλίνη για τη ρύθμιση του σακχάρου της και όχι χάπια, διότι αυτά περνούν στο γάλα και τα υπάρχοντα δεδομένα ασφάλειας δεν είναι ακόμη καθησυχαστικά για τη χρήση τους.