Σε περισσότερα από 4 εκατομμύρια υπολογίζονται -μόνο στην Τουρκία– οι άστεγοι που άφησαν πίσω τους οι φονικοί σεισμοί της 6ης Φεβρουαρίου, με τις άθλιες συνθήκες που επικρατούν πλέον σε τουλάχιστον 10 επαρχίες στα ανατολικά της χώρας να προμηνύουν ένα νέο μεταναστευτικό κύμα προς την Ευρώπη.
Ένα νέο μεταναστευτικό κύμα που είναι δεδομένο ότι αργά ή γρήγορα θα επηρεάσει και την Ελλάδα, ενώ δεν πρέπει να λησμονούμε ότι σημαντικές ζημιές έχουν υποστεί πόλεις και στα βορειοδυτικά της Συρίας (σ.σ. η Πολιτική Άμυνα της χώρας έκανε λόγο για «καταστροφική κατάσταση»), χωρίς όμως να υπάρχουν ακριβή διαθέσιμα στοιχεία για γκρεμισμένα κτίρια και αστέγους. Η χώρα μας τα τελευταία χρόνια έχει σκληρύνει τη στάση της απέναντι στις ροές παράνομων μεταναστών που επιχειρούν καθημερινά να περάσουν τα σύνορα, σε αγαστή συνεργασία με την Στρατοχωροφυλακή και την Ακτοφυλακή της Τουρκίας, με τον φράχτη στον Έβρο (σ.σ. ο οποίος επεκτείνεται κι άλλο τους πρώτους μήνες του 2023) να αποτελεί το κορυφαίο έργο προστασίας των ελληνικών συνόρων.
Η χώρα μας έχει δείξει ότι σέβεται το διεθνές δίκαιο, διακατέχεται από ανθρωπιστικά ιδεώδη και αξίες, γι’ αυτό και από την πρώτη στιγμή στήριξε ηθικά και υλικά τους γείτονες σε αυτή την ιστορικά δύσκολη συγκυρία. Ωστόσο, είναι δεδομένο πως δεν μπορεί να απορροφήσει ένα νέο, ανεξέλεγκτο προσφυγικό κύμα, από ανθρώπους απελπισμένους που θα αναζητήσουν μία καλύτερη τύχη σε ευρωπαϊκό έδαφος. Αυτό καθώς μπορεί ο Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν να υπόσχεται ανοικοδόμηση σε χρόνους ρεκόρ, ωστόσο, αποτελεί κοινό μυστικό ότι κάτι τέτοιο θα ισοδυναμεί με θαύμα.
Η Άγκυρα, παρά τις οικονομικές ενισχύσεις που αναμένει και από χώρες όπως το Κατάρ, δεν δείχνει αυτή τη στιγμή ότι διαθέτει τους πόρους για να ξαναφτιάξει από το μηδέν τις κατοικίες και τις δομές που διαλύθηκαν στη ανατολική και νότια πλευρά της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι τα μέσα της εβδομάδας που μας πέρασε, είχαν μετακινηθεί περισσότερα από 2 εκατομμύρια πολίτες, μέσα σε συνθήκες ανέχειας, υποσιτισμού και κακής προσωπικής υγιεινής.
Θα δοκιμαστούν οι σχέσεις
Εδώ και περισσότερες από 10 ημέρες, τη θέση των προκλητικών δηλώσεων και των εντάσεων ανάμεσα σε Αθήνα και Άγκυρα, έχει πάρει η επονομαζόμενη «διπλωματία των σεισμών». Η επίσκεψη του Νίκου Δένδια, η αγκαλιά και οι κοινές δηλώσεις με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου στις περιοχές που ισοπέδωσε ο Εγκέλαδος, έδειξαν ότι για κάποιο –άγνωστο πόσο- χρονικό διάστημα θα επέλθει μία σχετική ηρεμία στις σχέσεις ανάμεσα στα δύο κράτη.
Σε αυτό συνετέλεσε σημαντικά και η στάση που τήρησαν τόσο οι πολίτες όσο και η κοινή γνώμη της Τουρκίας απέναντι στην ΕΜΑΚ και τις άλλες εθελοντικές ελληνικές αποστολές διάσωσης. Ωστόσο, αποτελεί κοινό μυστικό, ότι δεν θα αργήσει η ώρα που οι βελτιωμένες σχέσεις θα δοκιμαστούν και πάλι, με αφορμή με το προσφυγικό – μεταναστευτικό.
Οι μακροχρόνιες επιπτώσεις από τον διπλό φονικό σεισμό δεν έχουν ξεκινήσει ακόμα να φαίνονται, με τις ανατολικές περιοχές της γειτονικής χώρας να ζουν από πριν σε συνθήκες ανέχειας. Την ίδια ώρα, στη βορειοδυτική Συρία πληθαίνουν οι φωνές ότι η πρόσβαση σε τροφή και καθαρό νερό γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Η Ελλάδα, η οποία φυλάει πλέον αποτελεσματικά τα σύνορα της τόσο στον Έβρο όσο και στο Αιγαίο, θα πρέπει να προετοιμαστεί για αύξηση των προσφυγικών ροών.
Η Τουρκία είναι δεδομένο ότι θα παίξει το «χαρτί» της ανθρωπιστικής κρίσης ζητώντας από την Ευρώπη να ανοίξει τις πύλες της, ενώ εξίσου δεδομένου είναι ότι τα κέντρα αποφάσεων της Ε.Ε. θα επιδείξουν την χαρακτηριστική τους… κωλυσιεργία με τη χώρα μας να βρίσκεται στη μέση –για μία ακόμη φορά-.