Η ασφυκτική πίεση που δέχονται στα δημόσια νοσοκομεία λόγω της τεράστιας διασποράς του κορονοϊού στην κοινότητα, με 500 εισαγωγές covid καθημερινά στο ΕΣΥ, εκ των οποίων πάνω από 200 στα νοσοκομεία της Αττικής οδήγησε την κυβέρνηση στην επιστράτευση των ιδιωτών γιατρών, δεδομένου ότι παρά τις συνεχείς εκκλήσεις του υπουργείου Υγείας προς τους ιδιώτες γιατρούς προκειμένου να συνεισφέρουν στην εθνική προσπάθεια δεν κατάφερε να συγκεντρωθεί ο απαιτούμενος αριθμός των 200 γιατρών.
Της Γεωργίας Αθ. Σκιτζή
Το χάσμα μεταξύ της Αριστοτέλους και του πανελλήνιου ιατρικού συλλόγου ήταν μεγάλο και δεν γεφυρώθηκε παρά το έκτακτο της κατάστασης.
Έτσι, εντάσσονται υποχρεωτικά 206 ιδιώτες γιατροί στο ΕΣΥ για ένα μήνα με καθήκοντα βαθμίδας Επιμελητή Β’, σε νοσοκομεία της 1 ης και 2 ης ΥΠΕ, προκειμένου να συνδράμουν τις δημόσιες δομές. Προϋπόθεση αποτελεί να είναι κάτω των 60 ετών καθώς και να είναι συμβεβλημένοι με τον ΕΟΠΥΥ στις ειδικότητες της Πνευμονολογίας, Παθολογίας και Γενικής Ιατρικής στην Περιφέρεια Αττικής. Επισημαίνεται ότι οι εν λόγω γιατροί καλύπτονται νομικά από τις ισχύουσες διατάξεις για τους ιατρούς του Ε.Σ.Υ, συνεπώς δεν έχουν ατομική αστική ευθύνη έναντι τρίτου (ασθενή ή συγγενών του), όπως έχει γνωμοδοτήσει σχετικά και ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών. Επίσης, έχουν τη δυνατότητα να διατηρούν τα ιδιωτικά τους ιατρεία, πέραν του ωραρίου της υπηρεσίας τους στα νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ.
Τα βήματα για την επιστράτευση
Το φύλλο «πορείας» θα επιδοθεί από αστυνομικούς στη διεύθυνση που έχουν δηλώσει οι γιατροί στους συλλόγους που ανήκουν, ενώ – σύμφωνα με πληροφορίες – τις λεπτομέρειες θα ανακοινώσει στην ενημέρωση των πολιτικών συντακτών στις 12.30 η κυβερνητική εκπρόσωπος, Αριστοτελία Πελώνη.
Στο έγγραφο θα αναφέρεται το νοσοκομείο που θα πρέπει να παρουσιαστούν καθώς η ώρα και η ημερομηνία. Σε περίπτωση άρνησης παραλαβής του εγγράφου προβλέπονται κυρώσεις σε βαθμό πλημμελήματος με ποινή φυλάκισης από 3 μήνες έως και 5 χρόνια, ενώ κινείται παράλληλα η διαδικασία του αυτοφώρου. Οι γιατροί θα πρέπει να είναι εμβολιασμένοι και να μην ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες, ενώ εξαιρούνται όσοι επικαλεστούν σοβαρούς λόγους υγείας, (σωματικής ή ψυχικής), γεγονός που θα πρέπει να πιστοποιηθεί στη συνέχεια από αρμόδια υγειονομική επιτροπή.