Οι Έλληνες αρχαιολόγοι εκφράζουν, σε σημερινή ανακοίνωσή του, την ικανοποίησή τους για το γεγονός ότι «η Ροτόντα, το παγκόσμιας ακτινοβολίας αυτό μνημείο, αποδίδεται στο κοινό από την Εφορεία Αρχαιοτήτων για κάθε χρήση που συνάδει με τον μουσειακό του χαρακτήρα» και διαφωνούν «με οποιαδήποτε ενέργεια, η οποία μπορεί να επισκιάσει τη διαχρονική αξία του μνημείου».
Στην ανακοίνωση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ) τονίζεται ότι η Ροτόντα «ήταν, είναι και θα παραμείνει επισκέψιμο μνημείο-μουσείο, ώστε οι πολίτες να απολαμβάνουν απρόσκοπτα αυτό το ύψιστο πολιτισμικό παλίμψηστο της Θεσσαλονίκης, όπως επικυρώθηκε, άλλωστε, και με τη σχετική απόφαση του ΣτΕ το 1999. Πέρα από τη θεσμοθετημένη από το 1999 τέλεση της θείας λειτουργίας εντός του μνημείου μία φορά τον μήνα, ο ΣΕΑ θεωρεί ότι τώρα ο μουσειακός χαρακτήρας του μνημείου θα μπορέσει να αναδειχθεί με όλες τις προβλεπόμενες μουσειακές και εκπαιδευτικές δράσεις που καθιστούν ένα μνημείο ζωντανό και προσιτό σε όλους τους πολίτες».
Όπως επισημαίνουν οι Έλληνες αρχαιολόγοι, «η Ροτόντα είναι ιδιοκτησία του υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο έχει την ευθύνη της λειτουργίας του ως επισκέψιμο μνημείο, αλλά και την ευθύνη για την αποκλειστική διαχείρισή του, ώστε να διασφαλίζεται ότι θα είναι ένα μνημείο πραγματικά “ανοικτό” σε όλη την κοινωνία».
Επίσης, η ανακοίνωση του ΣΕΑ υπενθυμίζει ότι η Ροτόντα αποτελεί «ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της Θεσσαλονίκης και σύμβολο της διαπολιτισμικότητάς της, εγγεγραμμένο από το 1988 στον κατάλογο των μνημείων της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, μετά από τις σοβαρές βλάβες που υπέστη στον σεισμό του 1978 και τις απαιτητικές διαδικασίες και εργασίες αποκατάστασής του από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού, είναι πλέον απαλλαγμένο και από τα ικριώματα που μέχρι πρόσφατα εμπόδιζαν την πλήρη πρόσληψή του από τον επισκέπτη. Πολίτες και επισκέπτες της Θεσσαλονίκης μπορούν να γνωρίσουν το μοναδικό στο είδος του αυτό περίκεντρο ρωμαϊκό οικοδόμημα, το οποίο ανακαλεί το Πάνθεον της Ρώμης και μετατράπηκε από τα πρώτα χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας σε χριστιανικό ναό και στη συνέχεια (1590/1) σε μουσουλμανικό τέμενος».