«Η Ελλάδα έχει υψηλές πιθανότητες να βγει νικήτρια από τη διαμάχη για το χρέος της» γράφει σε άρθρο του στο Spiegel OnLine ο γνωστός σχολιαστής Wolfgang Münchau, σημειώνοντας ότι «ο Τσίπρας θα μπορούσε να κερδίσει» και πως «είτε η Ευρωζώνη θα ανταποκριθεί στην Αθήνα είτε θα πρέπει να αποδεχθεί τεράστιες ζημιές».
Όπως αναφέρει ο Wolfgang Münchau «οι Έλληνες είναι σε σχετικά ισχυρότερη διαπραγματευτική θέση, παρά την οικονομική τους αδυναμία, επειδή έχουν εν τω μεταξύ κάνει σαφές ότι, σε περίπτωση ανάγκης, είναι διατεθειμένοι να εγκαταλείψουν την Ευρωζώνη. Θα προτιμούσαν, βέβαια, μία συμφωνία, που θα τους επιτρέπει να μείνουν στο ευρώ. Αν δεν υπάρξει, όμως, αυτή, τότε είναι έτοιμοι να αποδεχθούν τις συνέπειες. Στο σημείο αυτό ακριβώς είναι που διαφέρει η κυβέρνηση Τσίπρα από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Οι κυβερνήσεις του Γιώργου Παπανδρέου και του Αντώνη Σαμαρά απέκλειαν κατηγορηματικά ένα μονομερές “κούρεμα” του χρέους και ένα Grexit. Έτσι, οι πιστωτές μπορούσαν να υπαγορεύουν τους όρους τους, όπως και έκαναν»!
Ο αρθρογράφος, μάλιστα, δεν διστάζει να πλέξει το εγκώμιο του υπουργού Οικονομικών. «Ο Χανς – Βέρνερ Ζιν έχει απολύτως δίκαιο, όταν λέει, ότι η διαπραγματευτική στρατηγική του Έλληνα υπουργού Οικονομικών Γιάννη Βαρουφάκη είναι πολύ πιο ευφυής απ΄ότι θεωρείται. Καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα χρηματοδοτεί τις ελληνικές τράπεζες με έκτακτη ρευστότητα, οι εκροές καταθέσεων από την Ελλάδα επιδοτούνται έμμεσα από τις κεντρικές τράπεζες των άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Η φυγή κεφαλαίων δεν χρηματοδοτείται από την Ελλάδα, αλλά από τις κεντρικές τράπεζες των πιστωτριών χωρών…Αν η Ελλάδα δεν εξυπηρετεί πλέον τα χρέη της, οι πιστωτές της θα χάσουν τεράστια ποσά» σημειώνει.
Τέλος ο Munchau υπογραμμίζει πως σημειώνει: «εφόσον η ελληνική κυβέρνηση είναι πράγματι διατεθειμένη, να αναλάβει τον κίνδυνο μίας μονομερούς στάσης πληρωμών, η ελληνική διαπραγματευτική τακτική έχει προοπτική να επιτύχει: Είτε η Αθήνα θα κερδίσει με μία καλή συμφωνία για τη χώρα είτε οι πιστωτές θα χάσουν, γιατί θα μείνουν με το ελληνικό χρέος. Βλέπει κανείς από τη συνεχή διπλωματία των τηλεδιασκέψεων μεταξύ του Βερολίνου, του Παρισιού και της Αθήνας ότι υπάρχει η διάθεση για ανταπόκριση στην Αθήνα. Τι άλλο θα υπήρχε για συζήτηση»;