Δεν χρειάζονται επιπλέον μέτρα για να βγει η Ελλάδα από την κρίση, αλλά εφαρμογή όσων έχουν ανακοινωθεί μέχρι σήμερα, είπε μιλώντας στο naftemporiki.gr ο οικονομολόγος του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και επικεφαλής των μελετών για την Ελλάδα Κλοντ Τζορνό.
Ο κ. Τζορνό τόνισε ότι η μείωση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα δεν είναι απαραίτητη, καθώς η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, που είναι και το ζητούμενο, μπορεί επίσης να επιτευχθεί με αύξηση της παραγωγικότητας. Ο οικονομολόγος του ΟΟΣΑ τάσσεται ωστόσο υπέρ της θέσπισης μισθού κάτω του κατώτατου, ώστε να εισέρχονται πιο εύκολα στην αγορά εργασίας κάποιες ομάδες, όπως οι νέοι. Ο κ. Τζορνό είπε επίσης ότι τα υψηλά επίπεδα του δημόσιου χρέους της χώρας μας σημαίνουν ότι ο στόχος για έλλειμμα 3% δεν είναι αρκετός για τη χώρα μας, η οποία θα πρέπει να στοχεύει σε μηδενικά ελλείμματα ή και πλεονάσματα στον προϋπολογισμό, μέχρι το χρέος να φτάσει σε βιώσιμα επίπεδα.
Από την πλευρά του ο ειδικευμένος στην ευρωζώνη οικονομολόγος του ΟΟΣΑ Σεμπάστιαν Μπαρνς, τάχθηκε «υπέρ των ισχυρότερων θεσμών για να εξασφαλίζεται η δημοσιονομική πειθαρχία» εντός της ευρωζώνης, καθώς θεωρεί ότι «ένας από τους λόγους που βρισκόμαστε σε αυτή τη θέση είναι ότι η δημοσιονομική πολιτική δεν εφαρμοζόταν με αρκετά υπεύθυνο τρόπο τα προηγούμενα χρόνια». Τόνισε ότι μπορεί να γίνεται πολύ λόγος τελευταία για τη δημοσιονομική κατάσταση της ευρωζώνης, ωστόσο το χρέος και το έλλειμμα συνολικά στην ευρωζώνη δεν είναι τόσο υψηλά όσο αυτά στις άλλες μεγάλες οικονομίες, στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία. Αναφέρθηκε επίσης στην πτώση του ευρώ, υποστηρίζοντας ότι είναι θετική εξέλιξη για την ευρωζώνη, ιδιαίτερα για χώρες με μεγάλη εξάρτηση από την εξωτερική ζήτηση, όπως η Γερμανία, ή προβλήματα ανταγωνιστικότητας.
Κλοντ Τζορνό, οικονομολόγος ΟΟΣΑ και επικεφαλής των μελετών για την Ελλάδα
Στην έκθεση αναφέρεται ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές είναι απαραίτητες αν θέλει η Ελλάδα να βγει από την κρίση. Τι είδους διαρθρωτικές αλλαγές είναι πιο σημαντικές;
«Υπάρχουν δύο είδη διαρθρωτικών αλλαγών. Στην πρώτη ομάδα ανήκουν οι μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα και έχουν σχέση με τη βιώσιμη προσαρμογή του, προκειμένου να υπάρξει επαναφορά σε μία καλύτερη δημοσιονομική θέση με τη μείωση του δημοσίου χρέους. Ανάμεσα σε αυτές είναι η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, κάποιες αλλαγές του φορολογικού συστήματος, μερικές από τις οποίες έχουν ήδη εφαρμοστεί, η δημιουργία μιας ανεξάρτητης επιτροπής προϋπολογισμού που θα εποπτεύει το σχεδιασμό και την τήρηση του προϋπολογισμού, καθώς και μεταρρυθμίσεις που θα βελτιώνουν την παροχή δημόσιων υπηρεσιών, για παράδειγμα της υγείας και την παιδείας.
Οι αλλαγές αυτές θα βοηθήσουν στο άλλο σκέλος των στόχων του ελληνικού προγράμματος που είναι η επιστροφή στην ανάπτυξη και η ενίσχυση της παραγωγικότητας. Η προσαρμογή στον τομέα των τιμών δεν μπορεί να γίνει μέσω μιας υποτίμησης, αφού η Ελλάδα είναι μέλος της ευρωζώνης. Προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της χώρας, ένας τρόπος είναι η βελτίωση της παραγωγικότητας, που είναι χαμηλή στην Ελλάδα. Προς αυτήν την κατεύθυνση, χρειάζεται μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας και της αγοράς προϊόντων. Η ιδέα είναι να γίνει πιο εύκολη η ζωή για τις επιχειρήσεις, ώστε να δημιουργηθούν, να αναπτυχθούν, να οργανωθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, να προσλαμβάνουν πιο εύκολα κόσμο. Χρειάζεται ένα περιβάλλον που θα ευνοεί την επιχειρηματικότητα και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Σε αυτήν την κατεύθυνση έχουμε κατά νου μερικές από τις μεταρρυθμίσεις που πρότεινε η “τρόικα”: το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, την ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων που έχουν ζημιές, τη μείωση της γραφειοκρατίας στη δημιουργία επιχειρήσεων, καθώς και μία σειρά μεταρρυθμίσεων που θα βελτιώσει τον καταμερισμό της εργασίας και αφορούν τον τρόπο διαπραγμάτευσης της μισθοδοσίας, αποκέντρωση των μισθολογικών διαπραγματεύσεων ή και η καθιέρωση μισθού κάτω του κατώτατου ώστε να βρίσκουν πιο εύκολα δουλειά κάποιες ομάδες. Η ιδέα πίσω από όλα αυτά είναι να βοηθηθούν οι επιχειρήσεις σε τομείς όπου μπορούν να γίνουν πιο ανταγωνιστικές ώστε να προσλάβουν περισσότερο κόσμο και να βοηθήσουν την οικονομία να ανακάμψει, χωρίς να υπάρξει αποπληθωρισμός, που είναι κάτι που μπορεί να που μπορεί να συμβεί αν δεν έχουμε βελτίωση της παραγωγικότητας».
Ένα από τα πράγματα που πρέπει να γίνουν, σύμφωνα με την έκθεση, για να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα είναι η «προσαρμογή των τιμών» που φαντάζομαι ότι σημαίνει μείωση των τιμών. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να μειωθούν και οι μισθοί;
«Όχι απαραιτήτως. Το ζητούμενο για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας είναι η μείωση του κόστους της μονάδας εργασίας. Όταν γίνεσαι πιο παραγωγικός, ακόμα και αν δεν έχεις περικοπές στους μισθούς, θα βελτιώσεις και την ανταγωνιστικότητά σου. Πρέπει οι μισθοί να μην ανέβουν τόσο γρήγορα όσο η παραγωγικότητα. Αυτό σημαίνει συγκράτηση στους μισθούς, ίσως περικοπές στους μισθούς σε κάποιους τομείς. Για παράδειγμα η ιδέα θέσπισης ενός μισθού κάτω του κατώτατου επιτρέπει σε κάποιες κατηγορίες εργαζομένων να εισέλθουν στην αγορά εργασίας χωρίς να τους εμποδίζει το γεγονός ότι δεν είναι πολύ παραγωγικοί στην αρχή, για παράδειγμα οι νέοι. Είναι καλύτερο γι’αυτούς να μπορούν να μπαίνουν αρχικά με σχετικά χαμηλό μισθό αλλά να έχουν εργασία και σταδιακά να προοδεύουν. Όπως φαίνεται από διεθνείς έρευνες, ενσωματώνεσαι καλύτερα στην αγορά εργασίας αφού έχεις εισέλθει σε αυτήν. Οπότε δεν μιλάμε απαραιτήτως για περικοπές στους μισθούς, αλλά για διατήρηση των κερδών στην παραγωγικότητα ώστε να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, που σημαίνει ότι οι μισθοί δεν πρέπει να αναβαίνουν τόσο γρήγορα όσο η παραγωγικότητα».
Έχοντας αναφερθεί σε όλες αυτές τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν στην Ελλάδα, σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι κινείται προς αυτή την κατεύθυνση το πρόγραμμα της ελληνικής κυβέρνησης;
«Φθάνει πολύ μακριά, αν κρίνουμε από αυτά που συμφωνήθηκαν με την “τρόικα”. Στα χαρτιά τουλάχιστον, πολύ μεγάλος αριθμός των συστάσεων που κάναμε παλιότερα για την Ελλάδα στον ΟΟΣΑ είναι στο πρόγραμμα. Αυτό που διακυβεύεται τώρα είναι η εφαρμογή του. Εγώ δεν θα προσέθετα σε αυτή τη λίστα. H βασικότερη πρόκληση είναι το πρόγραμμα αυτό να εφαρμοστεί, και να εφαρμοστεί σχετικά γρήγορα. Περνάτε ένα σοκ τώρα λόγω της δημοσιονομικής προσαρμογής, αλλά πρέπει να υπάρξει ένας εκ νέου καταμερισμός των πόρων της οικονομίας από το δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα. Είναι ένα πολύ δύσκολο πρόγραμμα αλλά προφταίνει κάποιες από τις αλλαγές που συνιστούσαμε εδώ και πολλά χρόνια στην Ελλάδα και οι οποίες δυστυχώς δεν είχαν εφαρμοστεί».
Το ευρωπαϊκό πακέτο σωτηρίας που ανακοινώθηκε πριν από μερικές εβδομάδες για την Ελλάδα, πιστεύετε ότι είναι αρκετό για να αποτρέψει τον κίνδυνο της χρεοκοπίας;
«Ναι νομίζω ότι αυτό το πακέτο βρίσκεται εκεί για να δώσει χρόνο στην Ελλάδα να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν. Η λογική του προγράμματος είναι να αποφευχθούν προβλήματα ρευστότητας και να διασφαλίσει ότι η Ελλάδα έχει επαρκή πρόσβαση σε χρηματοδότηση. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλα τα προβλήματα θα λυθούν αλλά ότι η κατάσταση θα σταθεροποιηθεί. Παρόλο που το έλλειμμα θα μειωθεί τα επόμενα χρόνια, το δημόσιο χρέος θα σταθεροποιηθεί στα μέσα της δεκαετίας, αλλά θα εξακολουθήσει να είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να συνεχίσετε τις προσπάθειες για να επιστρέψουν τα δημοσιονομικά σας σε βιώσιμο δρόμο.
Το όριο του 3% στο έλλειμμα δεν είναι λοιπόν αρκετό για εσάς, ο στόχος θα πρέπει να είναι το μηδενικό έλλειμμα ή και το πλεόνασμα για κάποιο χρονικό διάστημα, ώστε να δείτε το δημόσιο χρέος σας να μειώνεται και τις δυνατότητες ελιγμών σας να αυξάνονται. Τα πλεονεκτήματα των μεταρρυθμίσεων θα φανούν σταδιακά, καθώς θα επιστρέψει και η ανάπτυξη, όλες αυτές οι προσπάθειες θα σας βοηθήσουν να προφτάσετε και να έχετε μια πιο ισχυρή οικονομία που θα βασίζεται σε θεμελιώδη μεγέθη πολύ καλύτερα από πριν».
Σεμπάστιαν Μπάρνς, οικονομολόγος ΟΟΣΑ για ευρωζώνη
Oι προβλέψεις της έκθεσης του ΟΟΣΑ για την ευρωζώνη είναι ελαφρώς πιο αισιόδοξες από αυτές της Κομισιόν και κάνουν λόγο για αργή ανάκαμψη. Υπάρχει κίνδυνος να επιστρέψει στην ύφεση η Ευρώπη και η ευρωζώνη;
«Προφανώς υπάρχουν πολλοί κίνδυνοι στις προβλέψεις που δημοσιοποιήσαμε χθες. Οι προβλέψεις μας είναι πιο αισιόδοξες από της Κομισιόν, κάτι που συνέβη και το περασμένο φθινόπωρο. Δεδομένων των όσων συνέβησαν τα τελευταία δύο χρόνια είναι ιδιαίτερα δύσκολο να δει κανείς την πλήρη εικόνα, όταν υπάρχει τόσο πολύς θόρυβος. Οι κίνδυνοι στις προβλέψεις μας σημαίνουν ότι η ανάπτυξη μπορεί να είναι πιο αργή, αλλά μπορεί να είναι και πιο γρήγορη. Τον τελευταίο χρόνο μάς εξέπληξε για παράδειγμα η ανάκαμψη σε κάποιες περιοχές, ιδιαίτερα σε αναδυόμενες οικονομίες. Σημαντικός κίνδυνος στην άλλη κατεύθυνση είναι η ταχύτητα της δημοσιονομικής προσαρμογής και οι επιπτώσεις της στη ζήτηση. Οι προβλέψεις μας λαμβάνουν υπόψη μόνο μερικά από τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν ανακοινωθεί , τα επόμενα χρόνια αυτά μπορεί να έχουν ακόμα πιο αρνητική επίδραση στη ζήτηση. Σχετικά με τον κίνδυνο διπλής ύφεσης, είναι προφανώς μια πιθανότητα, αλλά δεν είναι το σενάριο πιο θεωρούμε πιο πιθανό».
Και για τους κινδύνους σε σχέση με το ευρώ– πόσο μεγάλο ρόλο παίζουν στα σενάριά σας;
«Όσον αφορά τη συναλλαγματική ισοτιμία, λαμβάνουμε υπόψη μας το μεγαλύτερο μέρος της σημαντικής υποτίμησης που έχει ήδη λάβει χώρα. Αυτό υπό μια έννοια είναι καλό για την ευρωζώνη γιατί είναι πιθανό να αυξήσει την εξωτερική ζήτηση, κάτι που είναι πολύ σημαντικό είτε για χώρες έχουν μεγάλη εξάρτηση από αυτήν, για παράδειγμα η Γερμανία που υπέφερε πολύ λόγω της μείωσης της, είτε για χώρες που έχουν προβλήματα ανταγωνιστικότητας. Τώρα όσον αφορά το τι θα γίνει στο μέλλον, οι συναλλαγματικές ισοτιμίες είναι ιδιαίτερα δύσκολο να προβλεφθούν, οπότε εμείς έχουμε θεωρήσει δεδομένο ότι θα παραμείνουν στα τρέχοντα επίπεδα, αν και αυτό είναι εξαιρετικά απίθανο να συμβεί».
Θεωρεί ο ΟΟΣΑ ότι υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να εξαπλωθεί η ελληνική κρίση σε άλλες χώρες εντός της ευρωζώνης ή ακόμα και εκτός αυτής;
«Νομίζω ότι υπάρχουν διάφορα ζητήματα. Το ένα είναι η μεταδοτικότητα της ελληνικής κρίσης. Ήδη βλέπουμε κάποιες ενδείξεις, υπό την έννοια ότι τα γεγονότα στην Ελλάδα είχαν επιπτώσεις στα spread άλλων χωρών αλλά και στα μέτρα που έχουν ληφθεί από άλλες χώρες. Το δεύτερο ζήτημα είναι ότι υπάρχουν διάφορες χώρες στην ευρωζώνη, οι οποίες παρόλο που δεν βρίσκονται ακριβώς στην ίδια κατάσταση με την Ελλάδα, έχουν κάποιες ομοιότητες με την Ελλάδα. Άλλες χώρες μπορεί να έχουν να κάνουν με την απορρόφηση μεγάλων αναταράξεων στην αγορά κατοικίας ή την αντιμετώπιση της πολύ χαμηλής αύξησης της παραγωγικότητας. Αυτές οι χώρες αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα προσαρμογής εντός της νομισματικής ένωσης. Ίσως μάλιστα η οικονομική προσαρμογή να είναι ακόμα πιο δύσκολη εντός της νομισματικής ένωσης παρά σε άλλες οικονομίες, καθώς υπάρχουν λιγότερα εργαλεία μακροοικονομικής προσαρμογής. Οπότε δεν είναι τόσο πολύ θέμα μεταδοτικότητας, αλλά ότι υπάρχουν μερικά παρόμοια προβλήματα και αλλού. Το θέμα έχει παγκόσμιες διαστάσεις. Μπορεί το τελευταίο διάστημα να μιλάμε πολύ για τη δημοσιονομική θέση της ευρωζώνης, ωστόσο το δημόσιο χρέος και το έλλειμμα συνολικά στην ευρωζώνη δεν είναι τόσο μεγάλα όσο αυτά της Ιαπωνίας και των ΗΠΑ. Αυτό που είδαμε τα τελευταία χρόνια είναι ότι είχαμε μεγάλη συγκέντρωση χρέους στον ιδιωτικό τομέα, μετά είχαμε μία κρίση που οδήγησε σε πολύ απότομη μείωση των δανείων. Οι κυβερνήσεις έκαναν πολλά για να διατηρήσουν την οικονομική δραστηριότητα όσο διαρκεί αυτή η διαδικασία αλλά αυτό που συνέβη είναι ότι αυξήθηκε ο δανεισμός του δημόσιου τομέα. Πολλές οικονομίες είχαν σε μεγάλο βαθμό εξάρτηση από αυτό για να διατηρήσουν τη ζήτηση και τώρα υπάρχουν ερωτήματα για το πόσο βιώσιμο είναι. Και εδώ, δεν είναι ζήτημα μεταδοτικότητας, αλλά υπάρχουν πτυχές του ίδιου ζητήματος που επιδρούν στις οικονομίες σχεδόν παντού».
Όλες αυτές οι αβεβαιότητες που υπογραμμίσατε δημιούργησαν μεγάλη αναστάτωση στις αγορές. Θεωρείτε ότι το πακέτο στήριξης του ευρώ ύψους 750 δις.ευρώ θα είναι αρκετό για να καθησυχάσει αυτούς τους φόβους των αγορών;
«Διαφορετικές αγορές κινούνται με διαφορετικούς τρόπους από τότε που ανακοινώθηκε το πακέτο. Νομίζω ότι αυτό το πακέτο είναι μία πολύ σημαντική και σοβαρή συμβολή στη σταθεροποίηση των αγορών και βοηθάει πολύ στο να ανακτήσουν οι αγορές την εμπιστοσύνη τους σχετικά με τα δημοσιονομικά ζητήματα. Όπως είπα και νωρίτερα, η δημοσιονομική κατάσταση της ευρωζώνης δεν είναι ιδιαίτερα καλή αλλά ούτε και ιδιαίτερα κακή, αν και συγκεκριμένες χώρες της ευρωζώνης έχουν βρεθεί υπό μεγαλύτερη πίεση. Το πλαίσιο αυτό και η δέσμευση που ανέλαβαν οι χώρες της ευρωζώνης δείχνουν στις αγορές ότι υπάρχει πλέον ένας σοβαρός μηχανισμός. Υπάρχουν και άλλα θέματα στη διεθνή οικονομία που οδηγούν τις εξελίξεις στις αγορές τις τελευταίες ημέρες, αλλά νομίζω ότι το πακέτο βοήθησε πολύ».
Ένα άλλο ζήτημα που αναφέρετε στην έκθεση είναι η ευρωζώνη πρέπει επίσης να ενισχύσει τη θεσμική και λειτουργική αρχιτεκτονική της. Ποια είναι η γνώμη του ΟΟΣΑ για τα σχέδια για ενίσχυση του δημοσιονομικού συντονισμού εντός της ευρωζώνης;
«Ο στενότερος δημοσιονομικός συντονισμός ή τα καλύτερα δημοσιονομικά μέτρα και ιδιαίτερα η αυστηρότερη δημοσιονομική πειθαρχία είναι ζωτικής σημασίας. Ένας από τους λόγους που βρισκόμαστε σε αυτή τη θέση είναι ότι η δημοσιονομική πολιτική δεν εφαρμοζόταν με αρκετά υπεύθυνο τρόπο τα προηγούμενα χρόνια. Αυτό ήταν πιο έντονο σε μερικές χώρες απ’ό,τι σε άλλες, αλλά γενικά τα έσοδα ήταν πολλά τα χρόνια πριν από την κρίση. Οι κυβερνήσεις αντί να εξοικονομήσουν ώστε να ενισχύσουν τη θέση τους, ξόδευαν, και τώρα βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Η καλύτερη δημοσιονομική πειθαρχία στην ευρωζώνη είναι λοιπόν πολύ σημαντική για να αποφευχθεί αυτό. Την ίδια στιγμή, λόγω του πακέτου που ανακοινώθηκε για την Ελλάδα και το ευρώ υπάρχει ο κίνδυνος να νομίζουν οι χώρες ότι δεν χρειάζεται να διατηρούν μία καλή δημοσιονομική θέση. Οπότε και για αυτόν το λόγο είναι σημαντικό να λειτουργούν καλύτερα οι θεσμοί δημοσιονομικού ελέγχου, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε επίπεδο κρατών-μελών. Είναι ζωτική σημασίας να λειτουργεί πιο αποτελεσματικά η νομισματική ένωση, οπότε υποστηρίζουμε σε μεγάλο βαθμό τα μέτρα σε αυτήν την κατεύθυνση. Απομένει να δούμε τι θα ανακοινωθεί αφού ολοκληρωθούν οι διαβουλεύσεις. Αργότερα φέτος θα δημοσιοποιήσουμε έκθεση που θα αναφέρεται λεπτομερώς σε αυτά τα ζητήματα, αλλά είμαστε υπέρ των ισχυρότερων θεσμών για να εξασφαλίζεται η δημοσιονομική πειθαρχία».