Σε χώρους υγειονομικής ταφής και χωματερές συνεχίζουν να πετιούνται στη χώρα μας τα περισσότερα βιομηχανικά, τοξικά και επικίνδυνα απόβλητα, από τη στιγμή που δεν υπάρχει ειδική μονάδα για την επεξεργασία τους.
Παράλληλα για την Κρήτη είναι αναγκαία όσο ποτέ μια ενδελεχής έρευνα για τις περιοχές όπου υπάρχει μόλυνση εδαφών ή υπόγειων υδάτων, έτσι ώστε να δρομολογηθεί η απορρύπανσή τους.
Οι επισημάνσεις αυτές έγιναν χθες στην πρώτη ημέρα εργασιών του 2ου συνεδρίου διαχείρισης τοξικών και επικίνδυνων αποβλήτων που πραγματοποιεί το Πολυτεχνείο Κρήτης.
«Στη χώρα μας δεν έχουμε ξεκινήσει την κατασκευή μονάδας επεξεργασίας ειδικών αποβλήτων» υπογράμμισε ο καθηγητής του Πολυτεχνείου και διευθυντής του εργαστηρίου τοξικών και επικινδύνων αποβλήτων, Βαγγέλης Γιδαράκος.
Ο ίδιος τόνισε πως χωρίς τη λειτουργία αυτής της μονάδας «η πολιτεία σε αναγκάζει να μεταφέρεις τα απόβλητα σε άλλη χώρα της Ευρώπης που έχει αυτές τις δυνατότητες επεξεργασίας».
Ωστόσο μόλις το 1% των αποβλήτων ωθούνται προς χώρες της Ευρώπης που έχουν την τεχνολογία. «Τα επικίνδυνα απόβλητα παραμένουν και μολύνουν τον υδροφόρο ορίζοντα ανάλογα με την γεωμορφολογία της κάθε περιοχής» πρόσθεσε.
Σύμφωνα με τον καθηγητή, το Πολυτεχνείο Κρήτης διαθέτει επιστημονική μονάδα που μπορεί με ένα συνδυασμό τεχνολογιών να αντιμετωπίσει διάφορες περιπτώσεις ρύπανσης από επικίνδυνα απόβλητα, ωστόσο το κόστος μια τέτοιας παρέμβασης είναι μεγάλο.
Το Πολυτεχνείο Κρήτης έχει έτοιμη μια μελέτη διερεύνησης και αποκατάστασης ρυπασμένων χώρων και υπογείων υδάτων από επικίνδυνους ρύπους. Η μελέτη, που πρόκειται να γίνει και κοινή υπουργική απόφαση, περιέχει όλα τα στάδια από τη στιγμή που θα διαπιστωθεί μια ρύπανση μέχρι και την αποκατάσταση, με τη χρήση ενός συνδυασμού τεχνολογιών.
Πηγή: haniotika-nea.gr