Τι είναι τελικά το κόκκινο και το μαύρο; Κόκκινες ήταν οι στολές του στρατού, μαύρες οι στολές του κλήρου. Το κόκκινο συμβολίζει το πάθος , το μαύρο από την άλλη το πένθος . Σε κοκκινόμαυρο χορό γυρνάει κι η μπίλια της ρουλέτας,της οποίας το τυχαίο σταμάτημα θυμίζει κάτι από τη μοίρα…Όλες οι προσπάθειες ερμηνείας του τίτλου θα μπορούσαν να θεωρηθούν πιθανές αν διαβάσει κανείς το μυθιστόρημα του Σταντάλ «Το κόκκινο και το Μαύρο», ένα από τα ωραιότερα μυθιστορήματα του συγγραφέα.

Γράφει η Νίκη Παπάζογλου

Ο σχεδόν άθεος Ζυλιέν, ακολουθεί καριέρα κληρικού στην προσπάθεια του να ανέβει κοινωνικά, παρόλο που κατά βάθος θα προτιμούσε την κόκκινη πολεμική στολή που θα τον τοποθετούσε στα πεδία των μαχών δίπλα στο Ναπολέοντα.

Την εποχή της Παλινόρθωσης στη Γαλλία, ο κ. ντε Ρενάλ, βασιλόφρων δήμαρχος της μικρής πόλης Βεριέρ στη Φρανς-Κοντέ, αποφασίζει να προσλάβει ένα δάσκαλο για τα μικρά παιδιά του. Έτσι κάνει την πρόταση στον ξυλουργό Σορέλ να προσλάβει τον γιο του Ζυλιέν. Κάπως έτσι ξεκινάει η αφήγηση της ζωής του ήρωα μας και μαζί με αυτή και η σαρκαστική περιγραφή μιας ολόκληρης εποχής, των ανθρώπων της και των ηθών τους, από έναν αφηγητή πανταχού παρών μέσα στο κείμενο, που αυτοσαρκαζόμενος δε μας επιτρέπει να τον ξεχάσουμε.

Απαρχή της δράσης, η μοιραία συνάντηση της κυρίας ντε Ρενάλ και του Ζυλιέν, συνάντηση αποφασιστική για τα μετέπειτα συναισθήματα που θα αναπτυχθούν μεταξύ τους

«Η κ. ντε Ρενάλ έβγαινε από την μπαλκονόπορτα του σαλονιού που έβλεπε στον κήπο, όταν αντίκρισε κοντά στην πόρτα της εξόδου το πρόσωπο ενός νεαρού χωρικού, σχεδόν παιδιού ακόμα2, εξαιρετικά χλομό, που φαινόταν να έχει κλάψει.[…]
-Τι ζητάς εδώ, παιδί μου;
Ο Ζυλιέν γύρισε απότομα, και έκπληκτος από το βλέμμα της κ. ντε Ρενάλ που ήταν γεμάτο καλοσύνη ξέχασε λίγο τη δειλία του. Γρήγορα όμως, κατάπληκτος από την ομορφιά της ξέχασε τα πάντα, ακόμα και γιατί είχε έρθει.
– Έρχομαι ως παιδαγωγός, κυρία, της είπε τέλος, καταντροπιασμένος για τα δάκρυά του που τα σκούπιζε όσο μπορούσε καλύτερα.[…]
Η κ. ντε Ρενάλ έμεινε εμβρόντητη. Κοιτάζονταν από πολύ κοντά. Ο Ζυλιέν δεν είχε δει ποτέ του πλάσμα τόσο ωραία ντυμένο και προπάντων μια γυναίκα με τόσο λαμπερό πρόσωπο να του μιλάει με ύφος γλυκό. Η κ. ντε Ρενάλ κοίταζε τα χοντρά δάκρυα που είχαν σταθεί στα ωχρά στην αρχή μάγουλα του νεαρού χωρικού, που τώρα ήταν ροδοκόκκινα. Άρχισε να γελάει, τρελή από χαρά σαν κοριτσάκι, γελούσε με τον εαυτό της και δεν μπορούσε ν’ αναμετρήσει την ευτυχία της
».

Αυτή η έκπληξη, είναι είναι η αρχή ενός πάθους, στο οποίο η κυρία Ρενάλ, παρά την ευσέβειά της, θα υποκύψει. Το ίδιο κι ο Ζυλιέν.

«Η μικρότερη έκπληξη μπορεί να γεννήσει τον έρωτα»

Η μικρή όμως πόλη δεν αργεί να μάθει το μυστικό του παράνομου έρωτα. Ετσι ο Ζυλιέν αναγκάζεται να φύγει. Μετά από παραμονή του στο ιεροδιδασκαλείο της Μπεζανσόν πηγαίνει στο Παρίσι και γίνεται ο γραμματέας του μαρκήσιου ντε Λα Μολ. Στο σπίτι του Μαρκήσιου ακόμα μια συνάντηση, με την κόρη του Ματίλντ, αποδεικνύεται καθοριστική για τον πρωταγωνιστή. Εκείνη αλαζονική μα και ρομαντική, γοητεύεται από την πρωτότυπη ατομικότητα αυτού του πληβείου, ενώ οι νεαροί αριστοκράτες κάτω από την λουστραρισμένη τους στολή της φαίνονται ανούσιοι δίχως χαρακτήρα. Όταν ο Ζυλιέν συνειδητοποιεί τα συναισθήματά της, την αρνείται για την ποθήσει τη στιγμή που θα τον έχει εκείνη απορρίψει

«Υστερα από πολλές αμφιταλαντεύσεις , η Ματίλντ δέχτηκε τέλος να γίνει η ερωμένη που ποθούσε. Στην πραγματικότητα το πάθος αυτό ήταν κάπως ηθελημένο. Μιμούνταν τον παράφορο έρωτα, δεν τον ζούσαν»
 
Το πάθος μετατρέπεται σε σύγκρουση των δύο ανθρώπων, που ο ένας αντιμάχεται τον άλλο, αλλά τον ίδιο του τον εαυτό. Τα συναισθήματα φουντώνουν, η αυταρχική Ματίλντ πείθει τον πατέρα της να συναινέσει σε αυτό το γάμο μέχρι που όλα ανατρέπονται. Όταν ο κύριος ντε Λα Μολ ζητά πληροφορίες για τον μελλοντικο γαμπρό του, το γράμμα που λαμβάνει προέρχεται από την πρώην ερωμένη του. Ο γάμος ματαιώνεται κι ο θυμός οπλίζει το χέρι του Ζυλιέν έναντι της κυρίας Ρενάλ…

«Η κ. ντε Ρενάλ έσκυψε το κεφάλι της που για μια στιγμή βρέθηκε εντελώς σκεπασμένο από το σάλι της. Ο Ζυλιέν δεν την έβλεπε πια τόσο καθαρά· πυροβόλησε μια φορά και αστόχησε· πυροβόλησε δεύτερη φορά κι εκείνη έπεσε.
Ο Ζυλιέν έμεινε ακίνητος, δεν έβλεπε πια τίποτε. Όταν συνήλθε κάπως, διέκρινε όλους τους πιστούς να τρέχουν να φύγουν από την εκκλησία· ο ιερεύς είχε εγκαταλείψει την Αγία Τράπεζα. Ο Ζυλιέν άρχισε να περπατάει με βήμα αργό πίσω από μερικές γυναίκες που έφευγαν φωνάζοντας. Μια γυναίκα που έτρεχε να φύγει πιο γρήγορα από τις άλλες, του έδωσε μια δυνατή σπρωξιά· έπεσε κάτω. Τα πόδια του είχαν μπερδευτεί σε μια καρέκλα που την είχε ρίξει κάτω το πλήθος· τη στιγμή που σηκωνόταν, ένιωσε να του σφίγγει κάποιος το λαιμό· ήταν ένας χωροφύλακας με την επίσημη στολή του. Μηχανικά ο Ζυλιέν θέλησε να χρησιμοποιήσει τα πιστόλια του, όμως ένας δεύτερος χωροφύλακας του έπιασε τα μπράτσα.
Τον οδήγησαν στις φυλακές. Μπήκαν σ’ ένα δωμάτιο, του έβαλαν χειροπέδες και τον άφησαν μόνο του· η πόρτα διπλοκλειδώθηκε· όλα αυτά έγιναν πολύ γρήγορα και δεν τα κατάλαβε.
-Στ’ αλήθεια, τέλειωσαν όλα, είπε μεγαλόφωνα όταν συνήλθε… Μάλιστα, σε δεκαπέντε μέρες η λαιμητόμος… εκτός αν σκοτωθώ ως εκείνη την ημέρα
»…

Κι αυτό προσπαθεί να κάνει μέχρι το προκαθορισμένο τέλος, για το οποίο θρηνούν και οι δύο γυναίκες…
Η απολογία του προκλητική σαν του Σωκράτη είναι εκείνη που ουσιαστικά τον καταδικάζει σε θάνατο. Η Ματίλντ αγωνίζεται να τον σώσει, όπως και η κυρία Ρενάλ , η οποία τον επισκέπτεται τακτικά στη φυλακή. Ο Ζυλιέν δεν ζητά έφεση, δεν δραπετεύει, αναμένει παθητικά το τέλος. Ένα τέλος που τον βρίσκει ερωτευμένο με την κυρία ντε Ρενάλ. Η Ματίλντ, στην σκέψη του περιθωρίου και του χαμένου έρωτα  τρελαίνεται. Έτσι το τέλος την βρίσκει αγκαλιά με το κεφάλι του αγαπημένου της στα χέρια να κατευθύνεται σε μια σπηλιά να το θάψει…

Ο πρωταγωνιστής εμπνέεται από τον Ναπολέοντα, τον φτωχό λοχαγό που κατάφερε να γίνει αυτοκράτορας. Αδυνατώντας να έχει την ίδια πορεία αντιμετωπίζει την εκκλησία σαν το σκαλοπάτι που θα του ανοίξει την πολυπόθητη πόρτα της αριστοκρατίας. Το κόκκινο, σύμβολο του παθιασμένου βοναπαρτιστή που κρύβει μέσα του ο Ζυλιέν Σορέλ, αντικατοπτρίζει τον αληθινό εαυτό του. Αντίθετα το μαύρο στέκει ισότιμο της μάσκας του ευλαβούς ιεροσπουδαστή, την οποία είναι υποχρεωμένος να φορέσει αν θέλει να αναδειχθεί στην Γαλλία της Παλινόρθωσης, μια ανοδο την οποία δεν πετυχαίνει ποτέ.

«Τι είναι εξήντα χρόνια δοκιμασίας σε σύγκριση με μια αιωνιότητα απολαύσεων ή μιας αιωνιότητα με ζεματιστό λάδι στην κόλαση!» Τις γραμμένες αυτές φράσεις, δεν τις περιφρονούσε πια. Κατάλαβε πως έπρεπε να τις έχει αδιάκοπα μπροστά στα μάτια του. Τι θα κάνω σ’ όλη μου τη ζωή; Αναρωτιόταν. Θα πουλάω στους πιστούς μου μια θέση στον ουρανό»

Παρόλα τα πιστεύω του όμως, ο ήρωας καταλήγει να διακινδυνεύει τη ζωή του για ένα σκοπό εντελώς αντίθετο με αυτά …

Μέσα από το χαρακτηριστό της τρέλας με το οποίο ο Σταντάλ προικίζει όλους του τους ήρωες, καταφέρνει να παρουσιάσει με μεγαλειώδη τρόπο, το βάθος και τις αποχρώσεις του έρωτα – την ευφορία μέχρι την πιο βαθιά κατάθλιψη καθώς και όλες τις ενδιάμεσες αμφιθυμικές καταστάσεις. Ταυτόχρονα το ιδιαίτερο χιούμορ του, κάνει την ανάγνωση ιδιαιτέρως απολαυστική.

Ο Σταντάλ μέσα από το «Κόκκινο και το Μαύρο», σατιρίζει αδυσώπητα την αριστοκρατία, την πλουτοκρατία και τον κλήρο, χωρίς να δείχνει καμία συμπάθεια ούτε στις κατώτερες τάξεις. Ο ήρωας δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα τέκνο της εποχής του, ένα παιδί μεγαλωμένο στην υποκρισία και τον ωφελιμισμό της γαλλικής επαρχίας, τα οποία ζωγραφίζονται ανάγλυφα σε όλο το έργο.

Μέσα από τον Ζυλιέν και τις περιπέτειές του όμως εκτός από την επαρχία, γνωρίζουμε εξίσου και τον κλήρο και τις ραδιουργίες του, αλλά και τα μεγάλα σαλόνια του Παρισιού στα οποία συχνάζει η αφρόκρεμα της γαλλικής κοινωνίας η οποία χαρακτηρίζεται από τη ματαιοδοξία της, την απανθρωπιά και την ρηχότητά της.

«Το κόκκινο και το μαύρο» έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ένα προφητικό μυθιστόρημα, ένα μυθιστόρημα που ίσως δεν έγινε κατανοητό στην εποχή του, έμελλε όμως να αντανακλά στις σελίδες του πολλές από τις σύγχρονες κοινωνίες…

Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»